Κεντρικό στοιχείο στην παιδαγωγική του Σουχομλίνσκι είναι η εργασία, που εντάσσεται αρμονικά μέσα στη διαδικασία της μάθησης. Μαθαίνοντας στο παιδί να αγαπά την εργασία του ανθρώπου και τα αποτελέσματά της, το κάνει να αγαπά τον ίδιο τον άνθρωπο - δημιουργό.
Στο σχολείο του Παβλίς οι μαθητές της τελευταίας τάξης έσπερναν στάρι και αποχαιρετούσαν τη χρονιά φτιάχνοντας το δικό τους ψωμί. Αγροτικές και άλλες εργασίες, πάντα κατάλληλες για τις ηλικίες των παιδιών, συμπεριλαμβάνονταν στη διαδικασία της μάθησης, ενώ μέσα από την εργασία ξεδιπλωνόταν και η αλληλεγγύη, μάθαιναν να φροντίζουν και να αγαπούν τα ζώα, πρόσφεραν εθελοντικά τη βοήθειά τους σε ηλικιωμένους και άλλους ανθρώπους που είχαν ανάγκη, που είχαν χάσει τους δικούς τους, καθώς ας μην ξεχνάμε ότι αναφερόμαστε και στα πρώτα χρόνια μετά τον πόλεμο, ο οποίος άφησε μεγάλες πληγές που ο σοβιετικός λαός πάλεψε να επουλώσει.
Γράφει ο Σουχομλίνσκι σχετικά με το θέμα της εργασίας και της ένταξής της στη μάθηση:
«Η εργασία και η εργασιακή αγωγή δεν είναι πράγματα που υπάρχουν μόνο κάπου δίπλα στη μάθηση, την ηθική αγωγή και την ανάπτυξη. Η εργασία είναι ένα πράγμα καθολικό και ολοκληρωτικό. Ο,τι και να κάνουμε για να προσελκύσουμε το παιδί (τον έφηβο και μετά τον νέο) σε κάποια άλλη εργασία εκτός από τη μάθηση, η μάθηση κατακτά και θα κατακτά την πρώτη θέση στην πνευματική ζωή του μαθητή. Δεν μπορεί να γίνει διαφορετικά. Και η εργασιακή αγωγή πρέπει να αρχίσει από εκεί. Είναι η βάση. Η σκέψη, η γνώση του κόσμου, η κατανόησή του, η απόκτηση καινούργιων γνώσεων, η διαμόρφωση των δικών του απόψεων και πεποιθήσεων, αυτά πρέπει να αποτελούν εργασία του μαθητή. (...)
Η εργατικότητα είναι πριν απ' όλα μια σφαίρα της συναισθηματικής ζωής των παιδιών. Το παιδί προσπαθεί να δουλεύει τότε μόνο, όταν η εργασία τού δίνει χαρά. Οσο πιο βαθιά είναι η χαρά από την εργασία, τόσο πιο πολύ τα παιδιά εκτιμούν τον εαυτό τους, τόσο πιο χειροπιαστά βλέπουν στη δραστηριότητά τους τον εαυτό τους, τις δικές τους προσπάθειες, το δικό τους στίγμα. Η χαρά της εργασίας συνιστά μεγάλη εκπαιδευτική δύναμη, χάρη στην οποία το παιδί αισθάνεται τον εαυτό του ως μέλος της κοινωνίας. Δεν σημαίνει ότι η εργασία πρέπει να είναι διασκέδαση. Απαιτεί ένταση και επιμονή. Αλλά δεν πρέπει να ξεχάσουμε ότι ασχολούμαστε με τα παιδιά, μπροστά στα οποία ανοίγεται όλος ο κόσμος. (...)
Η χαρά της εργασίας δεν συγκρίνεται με οποιαδήποτε άλλη χαρά. Δεν έχει νόημα αν δεν υπάρχει το αίσθημα της ομορφιάς, αλλά εδώ η ομορφιά είναι όχι μόνο αυτό που παίρνει το παιδί, αλλά πρώτα απ' όλα είναι αυτό που δημιουργεί. Η χαρά της εργασίας είναι η ομορφιά της ύπαρξης. Γνωρίζοντας αυτήν την ομορφιά, το παιδί αισθάνεται την αξιοπρέπεια, την υπερηφάνεια από τη συνειδητοποίηση ότι ξεπέρασε τις δυσκολίες. (...)
Το αίσθημα της χαράς είναι προσιτό μόνο γι' αυτούς που μπορούν να εντείνουν τις δυνάμεις τους, ξέρουν τι είναι ιδρώτας και κόπος. Η παιδική ηλικία δεν μπορεί να είναι συνεχώς γιορτή. Εάν δεν υπάρχει εργασιακή ένταση ανάλογη με τις δυνάμεις του παιδιού, είναι αδύνατον το παιδί να καταλάβει την ικανοποίηση της εργασίας... Ο βασικός παιδαγωγικός στόχος είναι το αίσθημα της ατομικής αξιοπρέπειας, της ατομικής υπερηφάνειας του κάθε εκπαιδευόμενου να βασίζεται στην εργασιακή επιτυχία».