ΡΩΜΗ.--
Ο δρόμος για πρόωρες βουλευτικές εκλογές φαίνεται ότι άνοιξε μετά την απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Ιταλίας για τον εκλογικό νόμο (σ.σ. γνωστός ως «Italicum»), του οποίου η συνταγματικότητα αμφισβητήθηκε κατά ένα μέρος. Μεταξύ άλλων, απορρίφτηκαν οι διατάξεις όπως αυτές που προέβλεπαν ότι θα διεξάγεται και β' γύρος αν καμία δύναμη δεν έχει συγκεντρώσει πάνω από το 40% των ψήφων και αποφασίστηκε ο καταμερισμός των ψήφων με βάση τα ποσοστά των κομμάτων (ρύθμιση που ίσως συνδέεται και με το «ενδιαφέρον» πολλών για κυβερνήσεις συνεργασίας). Πάντως, χαρακτηριστικό είναι ότι εγκρίθηκαν διατάξεις όπως η χορήγηση μπόνους εδρών σε όποια πολιτική δύναμη ξεπερνά το 40% των ψήφων. Μετά από τη «διορθωτική» παρέμβαση των δικαστών θεωρείται ότι δεν υπάρχει ανάγκη για νέα σχετική νομοθετική πρωτοβουλία και ήδη τα κόμματα παίρνουν θέσεις μάχης ενόψει του στησίματος της επόμενης κάλπης.
«Υπάρχουν οι προϋποθέσεις για να πάμε σύντομα στις κάλπες. Δεν είναι θέμα χρόνου, χρειάζεται καλή πολιτική διάθεση», δήλωσε ο εκπρόσωπος του (κυβερνώντος) κεντροαριστερού Δημοκρατικού Κόμματος στη Βουλή, Στέφανο Ροζάτο. Ο ίδιος ο Ματέο Ρέντσι - που παραιτήθηκε από πρωθυπουργός μετά το πρόσφατο δημοψήφισμα - είπε ότι «αν υπάρχει καιρός για χάσιμο, ας αφήσουμε τα κόμματα να συζητήσουν για νέο νόμο... Αλλιώς η επιλογή είναι οι κάλπες».
Τις εξελίξεις έσπευσε να αξιοποιήσει το ευρωσκεπτικιστικό κόμμα «Κίνημα Πέντε Αστέρων», με τον ηγέτη του, Μπέπε Γκρίλο, να υποστηρίζει: «Πάμε άμεσα σε εκλογές, το 40% είναι ο στόχος μας και δεν εννοούμε να κάνουμε εκπτώσεις και χάρες σε κανέναν».
«Το Συνταγματικό Δικαστήριο όρισε ότι η απόφασή του μπορεί να εφαρμοσθεί άμεσα. Δεν υπάρχουν πλέον δικαιολογίες, πρέπει να δοθεί και πάλι ο λόγος στους Ιταλούς», είπε από τη δική του πλευρά ο γραμματέας της ακροδεξιάς «Λίγκας του Βορρά», Ματέο Σαλβίνι.
Αναλυτές επισημαίνουν ότι τυπικά θα μπορούν να προκηρυχθούν πρόωρες εκλογές ακόμη και τον Ιούνη, ωστόσο πολλοί επισημαίνουν ότι θα χρειαστεί περισσότερος χρόνος, μάλλον έως το φθινόπωρο. Πάντως, η όλη προεκλογική «κινητικότητα» συνδέεται και με τις διεργασίες στο αστικό πολιτικό σύστημα της χώρας, τις δυσκολίες που παραμένουν μεγάλες για την καπιταλιστική ανάκαμψη, σε ένα πλαίσιο ευρύτερων προβληματισμών και για το μέλλον της ΕΕ και για το μείγμα διαχείρισης που θα φέρει πιο γρήγορα μεγαλύτερους ρυθμούς κερδοφορίας για το κεφάλαιο.