Πέμπτη 14 Ιούνη 2001
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 30
Βιβλίο
ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΟΥΒΑΡΑΣ
«Μέσα θάλασσα»

Ο Γιάννης Κουβαράς είναι δάσκαλος. Δηλαδή ποιητής στην πράξη. Οταν γράφει ποιήματα το χαρτί φωτίζεται απ' το βλέμμα των παιδιών σε ώρες γόνιμης διδαχής. «Μέσα» του «θάλασσα» το φως των παιδιών: «Ευτυχώς πο 'χει πόρτες πυράντοχες / που ανοίγουν αυτόματα προς έσω / εν ώρα υψηλού κινδύνου / να μπει δροσιά απ' τον Παράδεισο / τους άγουρους κήπους της νιότης». λέει ο ποιητής. Απ' αυτές τις πόρτες περνά το βλέμμα των παιδιών στον εσώκοσμο του δάσκαλου. Και βέβαια «δε θαυμάζεις ένα δάσκαλο που λέει πως δυο και δυο κάνουν τέσσερα. Τον θαυμάζεις που διάλεξε αυτό το υπέροχο επάγγελμα». Ενα επάγγελμα που δεν είναι αληθινό αν δε λειτουργεί με βάση την αγάπη, όπως για τον ίδιο λόγο δεν μπορεί να 'ναι αληθινό ένα ποίημα.

Αυτή τη γνησιότητα μεταξύ ποιητή και δάσκαλου φανερώνουν οι στίχοι του Κουβαρά: «Απαρηγόρητους άφηνε τους μικρούς μαθητές της / η κυρία Βίκυ φεύγοντας για μετεκπαίδευση / Δεν την αφήνανε να φύγει / της κλειδώναν την αίθουσα / της φράζαν το διάδρομο / της κλείναν την έξοδο, το διάδρομο, την αυλόπορτα / κρεμόντουσαν πάνω της. / Τρέχανε πίσω απ' το αυτοκίνητό της / λαχανιασμένα / και κείνη (...) τα 'βλεπε μέσα απ' τον ραγισμένο καθρέφτη / θαλερόν δάκρυ χέουσα». Αλήθεια τι την ήθελε τη μετεκπαίδευση η κυρία Βίκυ» αφού ήξερε τόσο πολύ ν' αγαπά; Ποια γνώση είναι μεγαλύτερη απ' την αγάπη; Ο ποιητής θυμάται το παιδί που ήταν κάποτε ο ίδιος. Κι όποιος θυμάται είναι πάντα κοντά στις πηγές της αγάπης: «Ετοιμο το βραστό νερό η γιαγιά. Και το θαύμα γινόταν. Ξεπετούσε γάμο ολόκληρο με ένα τσουκάλι φαΐ. Κι ο οίνος άκρατος. Σαν αίμα του Χριστού. Ετσι μ' έμαθαν από νωρίς να πιστεύω στο θαύμα. Του ενός άρτου. Κοντά στους παππούδες ορφανός, δεν έπεσα ποτέ νηστικός. Και προπαντός Απαραμύθητος... (Εκδόσεις «Σοκόλη»).


Γιάννης ΚΑΡΑΒΙΔΑΣ


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ