Το βιβλίο προλογίζει ο επίτιμος Πρόεδρος του ΚΚΕ, Χαρίλαος Φλωράκης, καθώς έχει αντάρτικο «δεσμό» με τον συγγραφέα. Ο Χ. Φλωράκης ήταν υποστράτηγος της Ι Μεραρχίας του ΔΣΕ, την οποία αποτελούσαν η 138, η 192 και η 123 Ταξιαρχία, στην οποία εθελοντικά εντάχθηκε ο Τρ. Γεροζήσης, ένα 15 - 16χρονο παιδί, από πόλη και από αστική οικογένεια, μάλιστα. Ο Χ. Φλωράκης, συμπυκνώνοντας τις μαρτυρίες του βιβλίου, σημειώνει ότι ο Τρ. Γεροζήσης, παιδί ακόμα την εποχή του Εμφυλίου, «αποφασίζει να πάρει το βουνό, εμπνευσμένος από τα ιδανικά του ΕΑΜικού κινήματος, από τους αγώνες στην ΕΠΟΝ και συνεπαρμένος από τη διαπίστωση, αλλά και από μια εξαίρετη αίσθηση του καθήκοντος, ότι συνεχιστής αυτών των ιδανικών είναι ο ΔΣΕ (...). Ο Τρ. Γεροζήσης έζησε το ΔΣΕ σε πιο "ήρεμες" στιγμές, όχι όμως λιγότερο επικίνδυνες από τις άλλες (...). Είδε τη μάχη, είδε και την ανάπαυλα. Είδε τη ζωή, είδε και το θάνατο. Είδε την ελευθερία, είδε και τη σύλληψη από τον εχθρό. Είδε τον πολιτισμό και της μιας και της άλλης πλευράς» και υπογραμμίζει ένα αξιοσημείωτο γεγονός: «Ο Γεροζήσης δεν υπήρξε ποτέ μέλος του ΚΚΕ» και «δεν είδε - ούτε βλέπει - το ΔΣΕ με τα μάτια του μέλους του κόμματος, που υπήρξε ο δημιουργός, ο νους και η καθοδηγητική δύναμη αυτού του στρατού. Ετσι, η μαρτυρία του αποκτάει μια ξεχωριστή σημασία και προκαλεί ιδιαίτερο ενδιαφέρον».
Ο συγγραφέας, από την πρώτη ημέρα της κατάταξής του στο ΔΣΕ(αρχές του '49), κρατούσε ημερολόγιο, το οποίο χάθηκε, καθώς αναγκάστηκε να το πετάξει μια μέρα σε χαράδρα των Τεμπών, λίγο πριν πιαστεί. Η μνήμη του, όμως, από το καλύτερο, το επικό «κομμάτι» της ζωής του, ποθώντας να διασώσει ηρωικά γεγονότα και πρόσωπα, το 1989 άρχισε να καταγράφεται και με εξαιρετική αφηγηματική γλώσσα.