Μια μέρα πριν το διάγγελμα του Προέδρου Τρούμαν, το πρωί της 26ης Ιουνίου 1950, ο Πρόεδρος της Λαοκρατικής Δημοκρατίας της Κορέας Κιμ Ιρ Σεν (Κιμ Ιλ Σουνγκ) προέβαινε από ραδιοφώνου σε μια δραματική έκκληση προς τον κορεάτικο λαό, λέγοντας μεταξύ άλλων:
«Αγαπητοί συμπατριώτες! Αγαπητοί αδελφοί και αδελφές, μαχητές του λαϊκού μας στρατού και παρτιζάνοι του νότιου τμήματος της δημοκρατίας μας... Στις 25 του Ιούνη ο στρατός της κυβέρνησης - ανδρεικέλου του προδότη Λι Σιν Μαν εξαπόλυσε επίθεση ενάντια στο έδαφος προς βορρά του 38ου παράλληλου. Τα τμήματα της φρουράς, που πολέμησαν με θάρρος και αντέκρουσαν το χτύπημα, σταμάτησαν ύστερα από πεισματώδικες μάχες την επίθεση των στρατευμάτων του στρατού - ανδρεικέλου του Λι Σιν Μαν. Αφού εξέτασε την κατάσταση που δημιουργήθηκε, η Κυβέρνηση της Λαοκρατικής Δημοκρατίας της Κορέας έδωσε διαταγή στο λαϊκό μας στρατό να περάσει σε αποφασιστική αντεπίθεση και να συντρίψει τις ένοπλες δυνάμεις του εχθρού...»2.
Μέχρι τον Αύγουστο του 1945, που απελευθερώθηκε από τον Κόκκινο Στρατό, η Κορέα βρισκόταν υπό την αποικιακή κυριαρχία της Ιαπωνίας. Στη συνέχεια χωρίστηκε σε δύο ζώνες στρατιωτικής ευθύνης. Στο Βορρά και μέχρι τον 38ο παράλληλο εκτεινόταν η σοβιετική στρατιωτική ζώνη ευθύνης και νότια αυτού του παραλλήλου η αμερικανική.
Η στρατιωτική παρουσία των ΗΠΑ και της ΕΣΣΔ, από τυπικής απόψεως, ήταν προσωρινή στην Κορέα. Βάσει των αποφάσεων της Διάσκεψης του Πότσδαμ (Ιούλης - Αύγουστος του 1945) και των υπουργών Εξωτερικών της ΕΣΣΔ, των ΗΠΑ και της Μ. Βρετανίας (Δεκέμβρης 1945) οι δύο ζώνες στρατιωτικής ευθύνης έπρεπε το γρηγορότερο δυνατό να συνενωθούν για να συγκροτηθεί ένα ενιαίο και ανεξάρτητο κράτος. Ομως οι προθέσεις των Ηνωμένων Πολιτειών και των αντιδραστικών κορεατικών κύκλων ήταν διαφορετικές. Στόχος τους ήταν ο κοινωνικοπολιτικός έλεγχος της χώρας, πράγμα καθόλου εύκολο, αφού το κορεάτικο λαϊκό κίνημα ήταν ισχυρό, οι επαναστατικές δυνάμεις το ίδιο, κι ένα ενιαίο κορεάτικο κράτος κάθε άλλο παρά θα έγερνε προς το μέρος των συμφερόντων της εγχώριας αντίδρασης και του αμερικανικού ιμπεριαλισμού. Ετσι, παρά τις διεθνείς συμφωνίες και τη θέληση του κορεατικού λαού, τον Αύγουστο του 1948 εγκαθιδρύθηκε στο νότιο τμήμα της χώρας ένα καθεστώς ανδρεικέλων με επικεφαλής τον Λι Σιν Μαν (Σίγκμαν Ρι) που ονομάστηκε «Δημοκρατία της Κορέας», με αποτέλεσμα να υποχρεωθούν οι προοδευτικές δυνάμεις του κορεάτικου λαού να προχωρήσουν σε μια αναλόγου τύπου οργάνωσή τους στο βορρά. Συγκεκριμένα, το Σεπτέμβρη του 1948 ιδρύθηκε η ΛΔ της Κορέας, θέτοντας ως κύριο στόχο της την ειρηνική ενοποίηση της χώρας, από την οποία άλλωστε - αν ληφθεί υπόψη ο κοινωνικοπολιτικός συσχετισμός δυνάμεων - δεν είχε τίποτα να φοβηθεί3. Είναι δε, χαρακτηριστικό πως από την ίδρυσή της η ΛΔ της Κορέας συνεχώς πρότεινε την ειρηνική ενοποίηση της χώρας, προσκρούοντας πάντοτε στην κατηγορηματική άρνηση του καθεστώτος του Σίγκμαν Ρι. Το Ιούνη, μάλιστα, του 1950, το μήνα δηλαδή που ξέσπασε ο πόλεμος, το αίτημα της ειρηνικής ενοποίησης τέθηκε δύο φορές (στις 7 και 19/6) από τη ΛΔ της Κορέας, αλλά ο Σίγκμαν Ρι αρκέστηκε να απαντήσει ότι θα θεωρούνταν προδότες και θα αντιμετωπίζονταν ανάλογα όσοι Νοτιοκορεάτες ενεργούσαν υπέρ του εν λόγω αιτήματος4. Λίγες μέρες μετά άρχισαν να μιλάνε τα όπλα.
«Ανάμεσα σ' αυτούς - γράφει ο David Horowitz5- που είχαν ολοφάνερο συμφέρον σ' ένα επεισόδιο, που θα προκαλούσε τη στρατιωτική επέμβαση των Ηνωμένων Πολιτειών, ήσαν οι απειλούμενοι Τσαγκ Κάι Σεκ και Σίγκμαν Ρι».
Ο Σίγκμαν Ρι είχε πολλά να κερδίσει από μια αμερικανική στρατιωτική επέμβαση υπέρ του νοτιοκορεατικού καθεστώτος. Στις 30 του Μάη, μόλις τέσσερις βδομάδες πρώτου αρχίσουν οι εχθροπραξίες, είχε υποστεί αποφασιστική ήττα στις εκλογές. Το καθεστώς «κλυδωνιζόταν από έλλειψη εμπιστοσύνης, τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό». Αντιμέτωποι μιας κατάστασης που χειροτέρευε γι' αυτούς σταθερά, ο Σίγκμαν Ρι και ο υπουργός του απειλούσαν από πολλούς μήνες να εισβάλουν στη Βόρειο Κορέα, διακηρύσσοντας ότι ήταν έτοιμοι «να καταλάβουν την Πιογκ Γιάγκ μέσα σε λίγες μέρες». Πράγματι, στο αρχηγείο του Μακάρθουρ6 τη μέρα που ξέσπασε ο πόλεμος, ένα από τα σημαίνοντα μέλη των δυνάμεων κατοχής κλήθηκε ξαφνικά στο τηλέφωνο. Οταν γύρισε ψιθύρισε: «Μόλις τώρα έγινε γνωστή μια μεγάλη είδηση. Οι Νοτιοκορεάτες εισέβαλαν στη Βόρειο Κορέα». Σύμφωνα με το δεξιό σχολιαστή Ολμς Αλεξάντερ, ο υπουργός Εξωτερικών Ατσεσον «ποτέ δεν ήταν απόλυτα σίγουρος ότι ο Σίγκμαν Ρι δεν ήταν εκείνος που προκάλεσε την επίθεση των ερυθρών το 1950».
Το φιλοπόλεμο και αντιλαϊκό χαρακτήρα του καθεστώτος του Σίγκμαν Ρι δεν μπόρεσαν να αρνηθούν ούτε οι πλέον ακραιφνείς αντικομμουνιστές συγγραφείς. Ο Andre Fontaine, για παράδειγμα, αν και υπεραμύνεται της θέσης ότι τον πόλεμο τον ξεκίνησε η ΛΔ της Κορέας, με όσα λέει για το νοτιοκορεατικό καθεστώς αποδεικνύει πως μόνο αυτό είχε συμφέρον από τον πόλεμο. «Αι προ τριμήνου διεξαχθείσαι εις Νότιον Κορέαν εκλογαί - γράφει μεταξύ άλλων - έδωσαν απόλυτον πλειοψηφίαν εις τους αντιπάλους του "τρομέρου γέροντος", του Σήγκμαν Ρη, όστις έπειτα από τριάκοντα τριών ετών εξορίαν ανεκηρύχθη τον Αύγουστον του 1948, πρώτος πρόεδρος της κορεατικής δημοκρατίας. Εν τούτοις, ούτως είχεν (καταστείλει) με βιαιότητα ουδόλως δημοκρατικήν όλας τας κομμουνιστικάς δραστηριότητας, κρατών εις τας φυλακάς 14.000 κομμουνιστάς, μεταξύ των οποίων 14 βουλευτάς. Λόγω της συνεχούς επιδεινώσεως της οικονομικής καταστάσεως η δυσφορία ήτο γενική... Ολα αυτά δεν ημπόδιζον τον Ρη να διακηρύσση εις όλους τους τόνους την πρόθεσιν του να ενσωματώσει το βόρειον τμήμα της χώρας, πράγμα το οποίον έδινε λαβήν εις τους κομμουνιστάς να προβάλλουν τη "νόμιμον άμυναν"...»7.
Τα ιστορικά στοιχεία είναι εξίσου συντριπτικά κατά του ισχυρισμού ότι τον Κορεατικό πόλεμο ήθελε και προκάλεσε η Σοβιετική Ενωση. Μάλλον οι Αμερικανοί επιθυμούσαν και επιδίωξαν μια τέτοια εξέλιξη.
«Βλέποντας τα πράγματα αναδρομικά και με την ευρύτερη προοπτική που δίνει η απόσταση απέναντι σε μια άλλοτε τεταμένη πολιτική κατάσταση - γράφει ο David Horowitz - είναι αδύνατο να δεχτούμε τη βασική δυτική θέση ότι η βορειοκορεατική εισβολή κατευθυνόταν από το Κρεμλίνο στο πλαίσιο ενός γενικού σχεδίου αδίστακτου επεκτατισμού».
Και συνεχίζει αναφερόμενος στην αμερικανική επέμβαση:
«Η απόφαση της Ουάσιγκτον να επέμβει στην κορεατική σύγκρουση είχε πολλές συνέπειες και μια από τις σοβαρότερες ήταν η δημιουργία μιας πολεμικής υστερίας στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ηταν η χρονιά της μετεωρικής ανόδου του γερουσιαστή Μακάρθι, του μαζικού επανεξοπλισμού και της πρώτης δημόσιας προσπάθειας για αναβίωση της γερμανικής στρατιωτικής ισχύος. Η ατμόσφαιρα που επικρατούσε μπορεί να αποτιμηθεί από το γεγονός ότι στις 12 Ιουλίου, ενώ οι βορειοκορεατικές δυνάμεις προέλαυναν ακάθεκτες προς το Πουζάν, η Βουλή των Αντιπροσώπων χειροκροτούσε ένα βουλευτή που ζητούσε να χρησιμοποιηθούν ατομικές βόμβες εναντίον των βορειοκορεατικών πόλεων αν οι βορειοκορεάτες δεν αποσύρονταν μέσα σε μια εβδομάδα»8.
Δε χωράει, συνεπώς, αμφιβολία πως οι Αμερικανοί ήθελαν αυτόν τον πόλεμο και ασφαλώς δεν είχαν κανέναν ενδοιασμό να τον προετοιμάσουν κατά τέτοιο τρόπο που να μπορούν να ρίξουν την ευθύνη στους αντιπάλους τους. Ο απολογισμός μάλιστα του πολέμου που κάνει ο Henry Kissinger δεν αφήνει την παραμικρή αμφιβολία. «Αυτός που έχασε τα περισσότερα στην Κορέα - γράφει ο Kissinger9- αποδείχτηκε ότι ήταν η Σοβιετική Ενωση... Μέσα σε διάστημα δύο ετών από την εισβολή στην Κορέα, η Αμερική είχε κινητοποιήσει όλη τη δική της πλευρά πέρα από την παγκόσμια διαχωριστική γραμμή. Οι Ηνωμένες Πολιτείες τριπλασίασαν τις αμυντικές τους δαπάνες και μεταμόρφωσαν την Ατλαντική Συμμαχία από έναν πολιτικό συνασπισμό σε μια ενιαία στρατιωτική οργάνωση με έναν Αμερικανό αρχιστράτηγο επικεφαλής της. Ο επανεξοπλισμός της Γερμανίας ήταν ήδη ορατός και είχαν ήδη αρχίσει να καταβάλλονται οι πρώτες προσπάθειες για τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού στρατού. Το κενό που υπήρχε ως τότε μπροστά στα σοβιετικά στρατεύματα της Κεντρικής Ευρώπης, είχε αρχίσει να γεμίζει».
Η ιμπεριαλιστική επέμβαση στην Κορέα έγινε με την τυπική κάλυψη του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών. Οι Αμερικανοί εκμεταλλευόμενοι της απουσία της ΕΣΣΔ από το Συμβούλιο Ασφαλείας, κατάφεραν να περάσουν απόφαση που εμφάνιζε ως επιτιθέμενη τη ΛΔ Κορέας και ενέκρινε στρατιωτική επέμβαση - υπό την ομπρέλα του Οργανισμού- υπέρ του καθεστώτος του Σίγκμαν Ρι (η ΕΣΣΔ από ένα εξάμηνο πριν δε συμμετείχε στις συνεδριάσεις του Συμβουλίου σε ένδειξη διαμαρτυρίας για το γεγονός ότι την έδρα που δικαιωματικά ανήκε στην κυβέρνηση της ΛΔ της Κίνας συνέχιζε να κατέχει προκλητικά εκπρόσωπος του προεπαναστατικού καθεστώτος του Τσαγκ Κάι Σεκ).
Στην ιμπεριαλιστική επέμβαση στην Κορέα πήραν μέρος 21 χώρες, ανάμεσά τους και η Ελλάδα10. Την αρχική απόφαση για συμμετοχή της χώρας μας πήραν οι κυβερνήσεις του Κέντρου - αρχικά με πρωθυπουργό το Νικόλαο Πλαστήρα και στη συνέχεια τον Σοφοκλή Βενιζέλο - το... θεάρεστο έργο των οποίων συνέχισε η λεγόμενη Δεξιά υπό τον Αλέξανδρο Παπάγο.
Στο διάστημα 1950 - 1955 που διαρκεί η ελληνική παρουσία στην Κορέα (αν και ο πόλεμος τελείωσε τον Ιούλη του '53 με την υπογραφή συνθηκών ανακωχής) στάλθηκαν εκεί 669 αξιωματικοί και υπαξιωματικοί και 9.586 οπλίτες του ελληνικού στρατού, σύνολο, δηλαδή, ανδρών 10.225. Στάλθηκαν επίσης, 7 αεροσκάφη και στη συνέχεια άλλα 2 για αναπλήρωση απωλειών.
Ηταν μια αποστολή ντροπής που, πέραν των άλλων, στοίχισε και σε αίμα. Αναλυτικότερα, οι απώλειες του στρατού, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, ήταν 183 νεκροί και 610 τραυματίες και οι απώλειες της αεροπορίας 12 νεκροί και 4 αεροσκάφη11. Ο ελληνικός λαός για μια ακόμη φορά πλήρωνε ακριβά την πολιτική της υποτέλειας και της εξάρτησης, τις συμμαχίες και τα συμφέροντα της ντόπιας μπουρζουαζίας που δυστυχώς σφραγίζουν ακόμη και σήμερα το παρόν και το μέλλον του.
1. Ολόκληρο το διάγγελμα του προέδρου Τρούμαν: εφημερίδα «Καθημερινή» 28/6/1950
2. «Νέος Κόσμος», τόμος 1950, σελ. 366
3. Μεγάλη Σοβιετική Εγκυκλοπαίδεια, λήμμα «Κορέα»
4. «Νέος Κόσμος», τόμος 1950, σελ. 367 και 369
5. David Horowitz: «Από τη Γιάλτα στο Βιετνάμ», εκδόσεις «ΚΑΛΒΟΣ», σελ. 160
6. Ντάγκλας Μακάρθουρ, διοικητής των αμερικανικών δυνάμεων στον Ειρηνικό
7. Andre Fontaine: «Ιστορία του Ψυχρού Πολέμου», Στρατιωτική Εκδοση, Αθήναι 1969, τόμος β' σελ. 3-4
8. David Horowitz: «Από τη Γιάλτα στο Βιετνάμ», εκδόσεις «ΚΑΛΒΟΣ», σελ. 159, 163 και 169
9. Henry Kissinger: «Διπλωματία», εκδόσεις «Α.Α. ΛΙΒΑΝΗ», σελ. 549
10. «Το Εκστρατευτικό Σώμα Ελλάδος εις Κορέαν, 1950- 1955», έκδοσις Διευθύνσεως Ιστορίας Στρατού, Αθήναι 1977, σελ. 13
11. Βλέπε αναλυτικά: «Το Εκστρατευτικό Σώμα Ελλάδος εις Κορέαν, 1950- 1955», ΔΙΣ, σελ. 29- 30, 166, 180, 182, 187