Κυριακή 19 Μάρτη 2006
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 9
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ
Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ
Ο ρόλος της στις διεθνείς εξελίξεις

Η εναλλακτική πρόταση των κομμουνιστών*

Μέρος τέταρτο

Β. ΜΕΤΩΠΟ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΗΝ ΟΠΟΡΤΟΥΝΙΣΤΙΚΗ «ΑΡΙΣΤΕΡΗ ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΗ ΠΡΟΤΑΣΗ» ΓΙΑ «ΑΛΛΗ ΕΥΡΩΠΗ»

- Η νομιμοποίηση της Ευρωπαϊκής Ενωσης κινείται σε φθίνουσα γραμμή στα μάτια των λαών, αναδύεται αργά και σταθερά η τάση για ολοένα οξύτερες κοινωνικές και πολιτικές συγκρούσεις. Δεν επαληθεύτηκε η οπορτουνιστική θέση ότι η ενιαία εσωτερική αγορά και στη συνέχεια η ΟΝΕ ήταν έκφραση μιας αντικειμενικής κίνησης προς τα εμπρός, προσαρμογής στην παγκοσμιοποίηση με προοδευτικά στοιχεία για όλους. Οπως απαξιώθηκε το παλιότερο σύνθημα για τη μετεξέλιξη της ΕΟΚ των μονοπωλίων σε «ΕΟΚ των λαών», έτσι διαψεύστηκε και ο «μονόδρομος του Μάαστριχτ», το Ευρώ ως πύλη άμβλυνσης της ανισομετρίας, η «γκρίζα» αποδοχή των αναδιαρθρώσεων στις εργασιακές σχέσεις, στην απελευθέρωση των αγορών.

Η ιδεολογική λατρεία προς τις θεσμικές διαδικασίες της «ευρωπαϊκής ενοποίησης» ότι τάχα είναι μονόδρομος, γιατί εκφράζουν «νομοτελειακές τάσεις» της ιστορικής εξέλιξης, απογυμνώνεται - αποκαλύπτεται ως απολογητική υπέρ του συνασπισμένου ευρωπαϊκού κεφαλαίου. Ωστόσο, επανεμφανίζεται ως «αντινεοφιλελεύθερη αριστερή εναλλακτική στρατηγική» για τους λαούς της Ευρώπης, η οπορτουνιστική θέση για το ξεπέρασμα της εθνοκρατικής οργάνωσης, της διεκδίκησης αλλαγών σε εθνικό πεδίο.

Η ιδεολογική χρεοκοπία της σοσιαλδημοκρατίας ως διαχειριστή της ιμπεριαλιστικής ΕΕ, υποχρεώνει παλιότερες και νέες δυνάμεις του οπορτουνισμού υπό τον τίτλο της «ανανεωτικής ευρωπαϊκής αριστεράς» να επιχειρήσουν την ανασύνταξή τους κυρίως με τη συσπείρωσή τους στο «Κόμμα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς».

Το ΚΕΑ υποχρεώνεται σε ορισμένες λεκτικές προσαρμογές και ορισμένες φαινομενικές διαφοροποιήσεις από τη σοσιαλδημοκρατία. Ετσι, υιοθετεί στο 1ο Συνέδριό του τη θέση για «παγκόσμια αλλαγή» με πρωταγωνιστή την ΕΕ, ότι «στην παγκόσμια πολιτική σκηνή, (για μας) η Ευρώπη και Ευρωπαϊκή Ενωση, όπως υπάρχει σήμερα, είναι το ελάχιστο πεδίο πολιτικής ως έκφρασης της ταξικής πάλης».

Με άλλη διατύπωση επαναλαμβάνει τη διαχειριστική πολιτική της σοσιαλδημοκρατίας και αντικειμενικά αποπροσανατολίζει, αποτρέπει από την ταξική πάλη στο εθνικό επίπεδο και επομένως απονευρώνει και τη δυνατότητα αλλαγής του συσχετισμού σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Το λιγότερο, συντηρεί τους δισταγμούς και την υποτονική διάθεση για θυσίες που επιβάλλει η ταξική σύγκρουση ή ευθύνεται για το πολιτικό αδιέξοδο του «αυθόρμητου» στην απότομη άνοδο των αντιδράσεων.

Στην πραγματικότητα, αφήνει στο απυρόβλητο τον εκμεταλλευτικό χαρακτήρα του καπιταλισμού, αφού όλα τα δεινά του τα αποδίδει στο «νεοφιλελευθερισμό».

Το ΚΕΑ προβάλλει ως εναλλακτική στρατηγική την αντινεοφιλελεύθερη διαχείριση της ΕΕ. Διαχωρίζεται από την ηγεσία της σοσιαλδημοκρατίας με κριτική προς αυτήν ότι δεν άσκησε αντινεοφιλελεύθερη πολιτική στην ευρωπαϊκή (ΕΕ) εκδοχή της παγκοσμιοποίησης.

Αναγορεύει την πολιτική ενοποίησης ως μέσο προώθησης της ευρωπαϊκής πολιτικής ρύθμισης της καπιταλιστικής αγοράς, χωρίς να αντιστρατεύεται τις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις, τον «υγιή» (καπιταλιστικό) ανταγωνισμό και την (ανισόμετρη καπιταλιστική) ανάπτυξη. Διακηρύσσει τη δυνατότητα άσκησης μιας κοινωνικής πολιτικής υπέρ των εργαζομένων, χωρίς να θίγεται η οικονομική εξουσία του κεφαλαίου, η ευρωπαϊκή στρατηγική του.

Στην καλύτερη περίπτωση είναι μια ουτοπική νοσταλγία του καπιταλιστικού «κράτους πρόνοιας» του παρελθόντος, μια εγκεφαλική μεταφορά του σε διακρατικό (ή ομοσπονδιακό) ευρωπαϊκό επίπεδο. Είναι μια ουτοπική νοσταλγία της διαχείρισης που άσκησαν εναλλάξ σοσιαλδημοκρατικά και φιλελεύθερα αστικά κόμματα σε τελείως διαφορετική εποχή για τη μεταπολεμική ανασυγκρότηση του καπιταλισμού, η οποία χρεοκόπησε εδώ και τρεις δεκαετίες. Οι αναδιαρθρώσεις της λεγόμενης «νεοφιλελεύθερης εκδοχής της ΕΕ» είναι ανάγκη του συστήματος κι όχι αποτέλεσμα ενός πολιτικού συσχετισμού στα όριά του.

Το στρατηγικό (προγραμματικό) αδιέξοδο του ΚΕΑ φαίνεται σε επίπεδο οικονομίας - κοινωνικής πολιτικής, όχι μόνο στη «Διακήρυξη των Αθηνών», αλλά και συγκριτικά με τις «Θέσεις προς το 1ο Συνέδριό» του ή και σχέδια εργασίας για το «Ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο».

Στο μεγάλο κοινωνικό πρόβλημα (δικαίωμα) της εργασίας, στη Διακήρυξή του υποστηρίζει «τη δημιουργία προγραμμάτων υποστήριξης της απασχόλησης για νέες θέσεις εργασίας και μείωση του χρόνου εργασίας». Ως προς τα προγράμματα «νέων θέσεων εργασίας», τα υποστηρίζει και το κοινοτικό κατεστημένο, ενώ η «μείωση του χρόνου εργασίας», χωρίς ρητή εναντίωση και πάλη με τη διευθέτησή του, είναι αντεργατική προσαρμογή στα νέα επίπεδα παραγωγικότητας της εργασίας. (Ούτε η πρόταση της ομάδας εργασίας για «μείωση του ανώτατου ορίου εργάσιμων ωρών ανά εβδομάδα» περιλαμβάνεται).

Ο «δημοκρατικός έλεγχος» της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας είναι η πλήρης διάρρηξη της σχέσης οικονομίας - πολιτικής, εκτός και εάν αφορά τη σχέση διοίκησής της με το συσχετισμό των κρατών στα ευρωενωσιακά όργανα. Οσο για το αίτημα «λήξης του Συμφώνου Σταθερότητας» είναι στο πλαίσιο των προβληματισμών φιλελεύθερων και σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων, είναι στην πολιτική πρακτική των κυβερνήσεων των Γερμανίας, Γαλλίας, Ιταλίας και άλλων.

Εξίσου ερμαφρόδιτη είναι η θέση υπέρ της «ενδυνάμωσης των δημόσιων υπηρεσιών σε τοπικό, περιφερειακό, εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο», αφού πουθενά δεν υπάρχει αναφορά αμφισβήτησης της στρατηγικής ενίσχυσης των μονοπωλίων. Το καταστάλαγμα της αναπαλαίωσης της παρωχημένης σοσιαλδημοκρατικής διαχείρισης είναι η θέση «ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις και στις νεοφιλελεύθερες επιταγές, που προάγουν την εμπορευματοποίηση των κοινωνικών αγαθών, όπως το νερό, η ενέργεια, ο πολιτισμός, η εκπαίδευση και το σύστημα υγείας».

Προτάσεις που αφορούν στη διαχείριση της ακραίας φτώχειας, στη διατήρηση κάποιου κρατικού τομέα στην ενέργεια, στην ύδρευση, στην Παιδεία, στο σύστημα Υγείας, βεβαίως σε συνύπαρξη με έναν ισχυρό ιδιωτικό τομέα, δεν είναι έξω από τη σημερινή πολιτική φιλελεύθερων και σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων. Εξίσου αντιφατική είναι η παρακάτω τοποθέτηση στις θέσεις του ΚΕΑ για το 1ο Συνέδριό του:

«Το ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο είναι αυτό που μπορεί να νικήσει τη δραματική και αυξανόμενη ανεργία και ανασφάλεια. Η αντίθεση του ΚΕΑ δεν είναι τόσο στους διακηρυγμένους στόχους της Στρατηγικής της Λισαβόνας, αλλά στην υποταγή τους στις πολιτικές του καπιταλιστικού ανταγωνισμού και στη λογική της απελευθέρωσης». Θέση που αποκρύπτει το αντιδραστικό, αντεργατικό - αντιλαϊκό περιεχόμενο των στόχων της Λισαβόνας και καλλιεργεί την ψευδαίσθηση για μια φιλολαϊκή υλοποίησή τους.

Το ΚΕΑ, οι σοσιαλδημοκράτες και οι δυνάμεις που εντάσσονται στο Παγκόσμιο Κοινωνικό Φόρουμ, περισσότερο ή λιγότερο ανοιχτά, εκδηλώνουν την αντίθεσή τους με το κίνημα της εργατικής τάξης, απορρίπτουν τον πρωτοπόρο και επαναστατικό της ρόλο. Δεν κάνουν καμία κριτική στα συμβιβασμένα εργοδοτικά συνδικάτα. Προτάσσουν τον όρο «νέα κοινωνικά κινήματα». Προβάλλουν ως επαναστατικό υποκείμενο τα «ξεσπάσματα του πλήθους», σε αντίθεση με το κίνημα της συμμαχίας της εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών στρωμάτων, σε αντιπαράθεση με το ρόλο της επαναστατικής πρωτοπορίας στο αντιιμπεριαλιστικό αντιμονοπωλιακό κίνημα, στην πάλη για το σοσιαλισμό.

- Οι προτάσεις περί «αναπροσανατολισμού της ευρωπαϊκής ενοποίησης», περί «νέας κοινωνικής συμφωνίας», περί «νέου κοινωνικού συμβολαίου» και «νέας κοινωνικής πολιτικής», περί «επανακαθορισμού των στόχων της ΕΕ», περί «μετατόπισης του άξονα των ευρωπαϊκών πολιτικών» έχουν έναν κοινό προγραμματικό, στρατηγικό παρονομαστή: Να συσκοτιστεί, ώστε να μένει αθέατος ο ιμπεριαλιστικός χαρακτήρας της Ευρωένωσης ως διακρατικός πολιτικός μηχανισμός του μεγάλου κεφαλαίου, να επιβληθεί η «ταξική συνεργασία», η υποταγή στα συμφέροντα του κεφαλαίου.

Είναι ψευδεπίγραφη και παραπλανητική η θέση της Απόφασης της Διάσκεψης (Ρώμη, 25/10/04) του ΚΕΑ σχετικά με το Σχέδιο της Συνταγματικής Συνθήκης για «νέα θεμέλια για τη νέα Ευρώπη, απομακρύνοντάς την από την αχαλίνωτη κυριαρχία του ληστρικού και πολεμοκάπηλου καπιταλισμού και δίνοντάς της τη δυνατότητα να συμφιλιωθεί με την κοινωνική πρόοδο, τη δημοκρατία, την οικολογικά βιώσιμη κοινωνία, τη συνεργασία ανάμεσα στους λαούς».

Η αντιμετώπιση της σύγχρονης φτώχειας, της ανεργίας, της αφαίρεσης των κοινωνικών δικαιωμάτων, της ραγδαίας υποβάθμισης του περιβάλλοντος, της περιστολής - καταστολής των δημοκρατικών δικαιωμάτων, των ιμπεριαλιστικών πολέμων βρίσκεται στον αντίποδα των αναγκών του καπιταλισμού, των στρατηγικών επιλογών του σε κρατικό και ευρωενωσιακό επίπεδο. Οι ανάγκες, τα ζωτικά αιτήματα και συμφέροντα, οι προσδοκίες της εργατικής τάξης, των μισοπρολεταριακών λαϊκών μαζών δε συμφιλιώνονται με τις στρατηγικές στοχεύσεις των καπιταλιστικών μονοπωλίων, επομένως και της ΕΕ, η οποία εκπροσωπεί τα γενικά συμφέροντά τους. Γι' αυτό δεν υπάρχει δυνατότητα φιλολαϊκής εναλλακτικής διαχείρισής της.

* Κείμενο του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, το οποίο διαμορφώθηκε με την ευκαιρία της Διεθνούς Συνάντησης των Κομμουνιστικών και Εργατικών Κομμάτων στην Αθήνα στις 18 έως 20 Νοέμβρη 2005, με θέμα: «Οι σύγχρονες τάσεις του καπιταλισμού. Οικονομικές, πολιτικές και κοινωνικές επιπτώσεις. Η κομμουνιστική εναλλακτική λύση - πρόταση». Πρωτοδημοσιεύτηκε στην Κομμουνιστική Επιθεώρηση τεύχος 6 του 2005.

(Συνεχίζεται)


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ