Αλλωστε, την Πέμπτη πραγματοποιήθηκε συνάντηση μεταξύ του υπουργού και του υφυπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Σταύρου Παπασταύρου και Νίκου Τσάφου, με τον αντιπρόεδρο της «ExxonMobil», αρμόδιο για τις Ευρωπαϊκές Σχέσεις, Nikolaas Baeckelmans και τον γενικό διευθυντή του Γραφείου της «Mobil Oil» στην Ελλάδα, Γεώργιο Πράσινο.
Είχαν προηγηθεί αντίστοιχες συναντήσεις του αντιπροέδρου του αμερικανικού κολοσσού, John Ardill τόσο με τον πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη, στη Νέα Υόρκη, και του υπουργού ΠΕΝ στο Gastech Forum του Μιλάνο.
Χαρακτηριστικό επίσης του πολυεπίπεδου ενεργειακού παζαριού στην ευρύτερη περιοχή ήταν ότι πριν ο Στ. Παπασταύρου συναντηθεί με τα στελέχη της «ExxonMobil» την Πέμπτη, είχε τηλεφωνική επικοινωνία με τον υπουργό Ενέργειας του Ισραήλ, Eli Cohen, κατά τη διάρκεια της οποίας, σύμφωνα με το υπουργείο, «συζητήθηκαν θέματα αμοιβαίου ενεργειακού ενδιαφέροντος στην Ανατολική Μεσόγειο».
Η κινητικότητα στην ενεργειακή σκακιέρα θα παραμείνει έντονη το επόμενο διάστημα, καθώς στις 6 και 7 Νοέμβρη η ελληνική κυβέρνηση θα φιλοξενήσει την 6η συνάντηση της «Συνεργασίας Διατλαντικής Ενεργειακής Εταιρικής Σχέσης» (Partnership for Transatlantic Energy Cooperation - P-TEC), με τη συμμετοχή του Αμερικανού υπουργού Ενέργειας Κρις Ράιτ, εκπροσώπων 20 κυβερνήσεων και άνω των 400 αξιωματούχων ενεργειακών εταιρειών.
Η P-TEC συντονίζεται από το υπουργείο Ενέργειας των ΗΠΑ. Σε αυτήν συμμετέχουν μαζί με τις ΗΠΑ και την ΕΕ και οι Αλβανία, Αυστρία, Βοσνία-Ερζεγοβίνη, Βουλγαρία, Κροατία, Κύπρος, Τσεχία, Εσθονία, Γεωργία, Γερμανία, Ελλάδα, Ουγγαρία, Κόσοβο, Λετονία, Λιθουανία, Μολδαβία, Μαυροβούνιο, Βόρεια Μακεδονία, Πολωνία, Ρουμανία, Σερβία, Σλοβακία, Σλοβενία και Ουκρανία.
Παράλληλα, το δικό της κομμάτι από τους σχεδιασμούς αυτούς - και με το αυξημένο γεωπολιτικό βάρος της - διεκδικεί η Τουρκία.
Υπενθυμίζεται πως τον Σεπτέμβρη, κατά την επίσκεψη του Προέδρου Ερντογάν στον ΟΗΕ, κρατική ενεργειακή εταιρεία της Τουρκίας, η BOTAS, υπέγραψε μια μεγάλη συμφωνία 20ετούς διάρκειας για την προμήθεια αμερικανικού LNG με την εταιρεία «Mercuria», με απώτερο σκοπό τη μείωση του μεριδίου των ρωσικών εξαγωγών φυσικού αερίου στην Τουρκία. Η συμφωνία προβλέπει την παράδοση περίπου 4 δισεκατομμυρίων κυβικών μέτρων ετησίως από το 2026 και μετά, με συνολικό όγκο περίπου 70 δισ. κυβικών μέτρων, ενώ ήρθε να προστεθεί και σε πολλές ακόμα αντίστοιχες συμφωνίες που έχει κλείσει τους τελευταίους μήνες η Τουρκία, η οποία έχει αυξήσει ραγδαία και τις υποδομές υποδοχής και εξαγωγής LNG.
Την ίδια ώρα και παρά τα ευρωατλαντικά παραμύθια περί «διασφάλισης των κυριαρχικών δικαιωμάτων», η παρουσία των αμερικανικών ομίλων σε μια σειρά θαλάσσια οικόπεδα και τα σχέδια εκμετάλλευσης του ενεργειακού πλούτου επιταχύνουν τις διεργασίες οριοθέτησης με το «κόψιμο και ράψιμο» των κυριαρχικών δικαιωμάτων στα μέτρα των σχεδιασμών, παζαριών και ανταγωνισμών τους.
Διόλου τυχαία, όπως έγραφε τις προάλλες η «Καθημερινή», «για την Ουάσιγκτον το ζήτημα έχει σημαντική οικονομική διάσταση, καθώς εταιρείες όπως η "Chevron" και η "ExxonMobil" επιθυμούν να δραστηριοποιηθούν στην περιοχή» και «η πιθανότητα επίλυσης ή εξομάλυνσης μιας γεωπολιτικής εκκρεμότητας (...) δημιουργεί και ευκαιρία προσπορισμού οικονομικών οφελών για τις αμερικανικές εταιρείες».