Γουαζίμα, μία από τις πιο πληγείσες περιοχές |
Στην επαρχία Ισικάουα (όπου ήταν το επίκεντρο του σεισμού), περίπου 29.000 νοικοκυριά παρέμεναν χωρίς ηλεκτροδότηση, ενώ πάνω από 110.000 δεν είχαν ύδρευση! Εκπρόσωποι της κυβέρνησης αναγνώρισαν ότι «είναι δύσκολο να παραδοθούν ακόμη και είδη πρώτης ανάγκης, όπως ροφήματα, νερό και πάνες», μετά από τις σημαντικές ζημιές στο οδικό δίκτυο, εξαιτίας των οποίων υπήρχαν αποκλεισμένες περιοχές. Ηλικιωμένος κάτοικος της Σούζου, που κοιμόταν σε αυτοσχέδιο κέντρο φιλοξενίας σε δημοτικό σχολείο, δήλωσε στο «Ασοσιέιτεντ Πρες», 72 ώρες μετά τον σεισμό, ότι του είχαν δώσει μόνο ένα μικροσκοπικό χάρτινο φλιτζάνι, μισογεμάτο με νερό που «εξαφανίστηκε σε μια γουλιά» και για να τραφεί λιγοστές «μικρές μπάλες ρυζιού»...
Στους 34.000 υπολογίζονταν όσοι είχαν χάσει τα σπίτια τους στην Ισικάουα.
Τα σωστικά συνεργεία συνέχιζαν την αναζήτηση για επιζώντες, αν και αρμόδιοι σημείωναν ότι οι πιθανότητες επιβίωσης μειώνονται 72 ώρες μετά από έναν σεισμό. Οι αγνοούμενοι άγγιζαν τους 180.
Τρεις μέρες μετά τη βασική δόνηση, η πρόσβαση σε 30 χωριά της Ισικάουα ήταν αδύνατη.
Ο δήμαρχος της πόλης Ουαζίμα, Σιγκέρου Σακαγκούσι, δήλωσε την Τετάρτη πως τα 3.000 γεύματα και τα 5.000 μπουκάλια νερού που είχαν διανεμηθεί μέχρι τότε δεν επαρκούσαν για τους 11.000 σεισμοπαθείς.
Σε όλη την Ισικάουα καταγράφονταν σοβαρά προβλήματα σε σχεδόν 100 δρόμους του περιφερειακού οδικού δικτύου. Ταυτόχρονα στον τοπικό Τύπο καταγράφονται μαρτυρίες ανθρώπων που είχαν υποστεί ζημιές στα σπίτια τους σε προηγούμενους σεισμούς και δεν μπόρεσαν να τα επισκευάσουν αφού δεν υπήρξε καμία κρατική μέριμνα, με αποτέλεσμα αυτά να καταρρεύσουν με τον τωρινό ισχυρό σεισμό.
Στο μεταξύ, συνεχίζεται η έρευνα για τις συνθήκες του δυστυχήματος που έγινε με αεροσκάφη στις 2 Γενάρη, όταν συγκρούστηκαν στο αεροδρόμιο Χανέντα του Τόκιο ένα «Airbus A350-900» των Ιαπωνικών Αερογραμμών (JAL - με 379 επιβαίνοντες που απομακρύνθηκαν έγκαιρα, όλοι σώοι) και ένα «Bombardier Dash 8» της ιαπωνικής ακτοφυλακής (με 6μελές πλήρωμα από το οποίο διασώθηκε μόνο ο πιλότος), το οποίο αναμενόταν να επιχειρήσει στις πληγείσες περιοχές. Εκπρόσωπος της JAL δήλωσε ότι οι πιλότοι του αεροσκάφους αφηγήθηκαν πως «δεν μπορούσαμε να έχουμε οπτική επαφή (με το αεροπλάνο της ακτοφυλακής)», με πολλούς να μιλούν βιαστικά για «ανθρώπινο λάθος», ελλιπή ειδοποίηση και συνεννόηση για την απογείωση - προσγείωση κ.τ.λ.
Πάντως, τις τελευταίες βδομάδες αυξήθηκαν οι διεθνείς συστάσεις για την ανάγκη διερεύνησης των αυξημένων κινδύνων για συγκρούσεις σε διαδρόμους προσγείωσης - απογείωσης αεροδρομίων. Στις 20 Δεκέμβρη, η αμερικανική Ομοσπονδιακή Διοίκηση Αεροπορίας (FAA) ανακοίνωσε τη σύσταση ομάδας ειδικών για να ερευνηθούν οι συνέπειες από τους όρους απασχόλησης των ελεγκτών εναέριας κυκλοφορίας, μετά από απανωτά «near-miss incidents» (αεροπορικά ατυχήματα που αποφεύχθηκαν τελευταία στιγμή). Μεταξύ άλλων εκφράζεται ανησυχία επειδή οι ελεγκτές κάνουν πολλές, μαζεμένες υπερωρίες, δουλεύοντας με 6ήμερο καθεστώς κ.τ.λ.