Copyright 2020 The Associated |
Οι κηδείες των αδικοχαμένων θυμάτων από τη φονική έκρηξη γίνονται αφορμή για έκφραση της λαϊκής αγανάκτησης |
Την ίδια ώρα, η φονική έκρηξη, για την οποία ακόμα παραμένουν αναπάντητα ερωτήματα, έδωσε μια πρώτης τάξης αφορμή για νέες επεμβάσεις στο εσωτερικό του Λιβάνου.
Πρωταγωνιστικό ρόλο διεκδικεί η πρώην αποικιοκρατική δύναμη Γαλλία, που διά του Προέδρου της, Εμανουέλ Μακρόν, ανέλαβε το ρόλο του αυτόκλητου «σωτήρα», δύο μόλις μέρες μετά την καταστροφή, κουνώντας παράλληλα το δάκτυλο για «μεταρρυθμίσεις» και «απαραίτητες αλλαγές». Λες και το σύστημα που διαχειρίζεται έως σήμερα τις τύχες του Λιβάνου δεν είναι αυτό που στήριξε η Γαλλία επί δεκαετίες.
Δεν έλειψαν ούτε οι υποσχέσεις για οικονομική βοήθεια που δόθηκαν αφειδώς στην περιβόητη τηλεδιάσκεψη των «Διεθνών Δωρητών» για τον Λίβανο, την περασμένη Κυριακή, όπου μαζεύτηκαν μετά βίας 253 εκατομμύρια ευρώ. Ποσό μικρό, όταν το συγκρίνει κανείς με τον πρόχειρο λογαριασμό της καταστροφικής έκρηξης, που αναφέρει ζημιές ύψους 10 με 15 δισ.δολαρίων.
Επίσης, το περασμένο Σάββατο βρέθηκε στη χώρα ο Τούρκος αντιπρόεδρος, Φουάτ Οκτάι, αλλά και ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Σαρλ Μισέλ. Στο παιχνίδι μπήκε και ο Ισραηλινός πρωθυπουργός, Μπέντζαμιν Νετανιάχου, σε μία προφανή προσπάθεια να διεκδικήσει νέους ρόλους, «ξεπλένοντας» το παρελθόν της ισραηλινής κατοχής λιβανέζικων εδαφών και της βαρβαρότητας του τελευταίου πολέμου το 2006. Εξυπακούεται πως και με αυτήν την αφορμή εκτόξευσε απειλές κατά της «Χεζμπολάχ» και του Ιράν.
Στο Λίβανο βρέθηκε επίσης ο Γερμανός υπουργός Εξωτερικών Χάικο Μάας, δηλώνοντας ότι «δίχως επείγουσες, απαραίτητες μεταρρυθμίσεις δεν μπορεί να υπάρξει ούτε βιώσιμη αλλαγή, ούτε σταθερότητα». Ο υπουργός Εξωτερικών του Ιράν, Μοχάμεντ Τζαβάντ Ζαρίφ, ξεκίνησε συναντήσεις την Παρασκευή, συζητώντας «τις τελευταίες εξελίξεις, τη συνεχιζόμενη βοήθεια από την Τεχεράνη και διμερή ζητήματα».
Ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ και ο Σαουδάραβας ομόλογός του, πρίγκιπας Φαϊσάλ μπιν Φαρχάν αλ Σαούντ, υποσχέθηκαν στο Λίβανο «βοήθεια», συμφωνώντας πως επείγει να δημιουργηθούν «επωφελείς εξωτερικές συνθήκες ώστε ο λιβανέζικος λαός να συγκροτήσει μία κυβέρνηση στη βάση του διαλόγου μεταξύ όλων των εθνοτικών και θρησκευτικών ομάδων». Τέλος, ο Αμερικανός υφυπουργός Εξωτερικών Ντέιβιντ Χέιλ ανήγγειλε τη συνδρομή του FBI στις έρευνες για την έκρηξη στο λιμάνι...
Σε κάθε περίπτωση, δεν φαίνεται διόλου εύκολη υπόθεση η συγκρότηση της νέας κυβέρνησης που θα διαδεχθεί, μετά από οκτώ μήνες, την «κυβέρνηση τεχνοκρατών» του Λιβανέζου πρωθυπουργού Χασάν Ντιάμπ, που παραιτήθηκε τη Δευτέρα.
Το δαιδαλώδες πολιτικό, θεσμικό σύστημα του Λιβάνου δεν διευκολύνει τα παζάρια και οι αντιπαραθέσεις ανάμεσα σε αντίπαλες δυνάμεις αναμένονται σφοδρές. Δεν αποκλείεται τα παζάρια για μία υπηρεσιακή κυβέρνηση να κρατήσουν βδομάδες και ακόμη περισσότερος χρόνος προβλέπεται μέχρι να καταστεί εφικτή η διεξαγωγή πρόωρων εκλογών.
Προς το παρόν, η βουλή του Λιβάνου αποφάσισε να παρατείνει έως τις 21 Αυγούστου την κατάσταση έκτακτης ανάγκης, συναινώντας στην περιστολή δημοκρατικών δικαιωμάτων και ελευθεριών. Εδωσε επίσης στο στρατό «λευκή επιταγή», καθώς του έλυσε τα χέρια, προκειμένου να συλλαμβάνει ελεύθερα δίχως κατηγορίες, να κάνει μεταξύ άλλων εφόδους σε σπίτια υπόπτων οποτεδήποτε και να περνά από στρατοδικείο μη στρατιωτικούς.
Η απόφαση της Βουλής θεωρήθηκε «απαραίτητη» υπό το πρόσχημα διενέργειας ερευνών από εμπειρογνώμονες του στρατού και δικαστικούς αξιωματούχους, ώστε να βρεθούν και να τιμωρηθούν οι αυτουργοί της ισχυρότατης έκρηξης της 4ης Αυγούστου από τους 2.750 τόνους νιτρικής αμμωνίας, που ήταν επί 6 χρόνια μια αποθηκευμένη «ωρολογιακή βόμβα».
Για την ώρα, πάντως, οι έρευνες περιορίζονται σε πρώην και νυν στελέχη διοίκησης του λιμανιού, κάποιοι εκ των οποίων αναμένεται να παίξουν τον γνωστό ρόλο του «αποδιοπομπαίου τράγου».