Ερευνα εκτίμησης κινδύνου για την εικόνα της περιβαλλοντικής επιβάρυνσης στο Μάτι δημοσιεύτηκε χτες από το ΑΠΘ (την υπογράφει ο καθηγητής του τμήματος, Δ. Σαρηγιάννης), ανήμερα της θλιβερής επετείου της φονικής καταστροφής που προκάλεσε τον θάνατο σε 101 ανθρώπους.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, η οποία πραγματοποιήθηκε μια βδομάδα μετά την πυρκαγιά και είχε υψηλή χωρική «ευκρίνεια» (η δειγματοληψία έγινε από 40 διαφορετικά σημεία της περιοχής), επιβεβαιώνεται ότι υπάρχει επιβάρυνση στο Μάτι και σε όλη την περιοχή σε μέταλλα και οργανικές χημικές ενώσεις, με τον σημαντικότερο κίνδυνο να εντοπίζεται στην ύπαρξη αμιάντου.
Συγκεκριμένα, από τις αναλύσεις παρατηρήθηκε ελεγχόμενη αύξηση (της τάξης του 20% κατά μέσο όρο) των επιπέδων των περισσότερων μετάλλων, ενώ οι διαφορές όσον αφορά τις συγκεντρώσεις των οργανικών ενώσεων κυμαίνονται στα επίπεδα του 20% - 50%, με εξαίρεση τους πολυαρωματικούς υδρογονάνθρακες, των οποίων η μέση τιμή σχεδόν διπλασιάστηκε.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η χωρική διακύμανση της περιβαλλοντικής επιβάρυνσης από την πυρκαγιά, όπου αυξημένες συγκεντρώσεις βαρέων μετάλλων και οργανικών ενώσεων παρουσιάστηκαν σε περιοχές όπως το Νταού Πεντέλης, το Λύριο Ιδρυμα, ο Αγ. Ανδρέας, καθώς και στο σημείο δειγματοληψίας επί της οδού Αγίας Ειρήνης, κάτι που καταδεικνύει τη διασπορά των προϊόντων καύσης σε σημαντικές αποστάσεις από τα σημεία από τα οποία πέρασε η φωτιά.
Σύμφωνα μάλιστα με την ομάδα, ο κίνδυνος καρκινογένεσης στις περιοχές όπου υπάρχει επιμόλυνση από την πυρκαγιά, είναι περίπου 50% μεγαλύτερος σε σχέση με τις περιοχές που δεν υπήρξε επιμόλυνση, ενώ ο κίνδυνος νευροαναπτυξιακών διαταραχών για τα παιδιά είναι 21% μεγαλύτερος.
Η ομάδα μελέτης συνιστά τη λήψη μέτρων και συγκεκριμένα:
-- Ανανέωση της δειγματοληψίας στις ίδιες θέσεις και μέτρηση ινών αμιάντου για να ελεγχθεί ο πραγματικός υπολειπόμενος κίνδυνος τώρα.
-- Αμεση απομάκρυνση απορριμμάτων που περιέχουν αμίαντο, με ασφαλείς διαδικασίες από εταιρείες εξειδικευμένες στη διαχείριση επικίνδυνων αποβλήτων.
-- Αφαίρεση των πρώτων 2-3 εκατοστών του εδάφους σε περιοχές με υψηλότερο κίνδυνο καρκινογένεσης και διαχείριση του χώματος που θα απομακρυνθεί ως επικίνδυνο απόβλητο.