Τα παραπάνω επισήμανε μεταξύ άλλων ο Γιάννης Δελής, βουλευτής του ΚΚΕ, μιλώντας χτες στη Διαρκή Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων για το νομοσχέδιο του υπουργείου Πολιτισμού για την ίδρυση παιδικού σταθμού στο υπουργείο και ρύθμιση θεμάτων του Ταμείου Αλληλοβοήθειας των υπαλλήλων του υπουργείου Πολιτισμού.
Ο Γ. Δελής επισήμανε ότι στην επέκταση της επιχειρηματικότητας και της εμπορευματοποίησης του Πολιτισμού εντάσσεται και η μεταβίβαση στο «υπερταμείο» αρχαιολογικών χώρων και πολιτιστικών μνημείων. Ανέδειξε ότι οι εργασιακές σχέσεις που προκύπτουν από την επιχειρηματική δράση και το εργασιακό καθεστώς που καθιερώνεται, μέσα από τη σύναψη συμβάσεων με φορείς στο πλαίσιο των συγχρηματοδοτούμενων έργων αλλά και με την αυτεπιστασία του υπουργείου, είναι άκρως προβληματικά: Χιλιάδες συμβασιούχοι, καθυστερήσεις πληρωμών, συνθήκες εργασίας χωρίς μέτρα ασφαλείας, ελλείψεις υλικοτεχνικών μέσων, προβλήματα στις μετακινήσεις και πολλά άλλα. Οπως τόνισε ο βουλευτής του ΚΚΕ, οι συνολικές ελλείψεις σε προσωπικό του υπουργείου Πολιτισμού φτάνουν ή ξεπερνούν τους 2.500. Αυτά τα θέματα άλλωστε τα έχει αναδείξει το ΚΚΕ και με Ερωτήσεις του στη Βουλή.
Σχετικά με το Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων (ΤΑΠΑ), ο Γ. Δελής επισήμανε ότι παρά τα όποια διοικητικά του κενά και προβλήματα, το κυριότερο ζήτημα είναι αυτό που σχετίζεται με τη φυσιογνωμία του, μιας και ο προσανατολισμός του είναι η επιχειρηματικότητα, η εξωστρέφεια, η προσέλκυση ιδιωτών, η ιδιωτικοποίηση λειτουργιών του με την παράδοση πωλητηρίων σε ιδιώτες κ.ο.κ. Είναι χαρακτηριστικό ότι αντί να προσανατολίζεται σε δραστηριότητες που θα έφερναν πιο κοντά το λαό σε επαφή με την πολιτιστική κληρονομιά του τόπου, αντιμετωπίζεται ως εισπρακτικός μηχανισμός, μέσω του ηλεκτρονικού εισιτηρίου, και απλά ως πωλητήριο.
Οσον αφορά το συγκεκριμένο νομοσχέδιο, επισήμανε ότι επιχειρεί να αντιμετωπίσει ορισμένες εκκρεμότητες και κυρίως το πρόβλημα της κακοδιαχείρισης δημόσιου χρήματος και πλήθους ατασθαλιών που αποκαλύφθηκαν στην οικονομική λειτουργία του Ταμείου Αλληλοβοήθειας των εργαζομένων του υπουργείου Πολιτισμού. Το ερώτημα, πάντως, επισήμανε ο Γ. Δελής, είναι αν πρόκειται για απλή περίπτωση κακοδιαχείρισης ή για ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα της σήψης του κυβερνητικού συνδικαλισμού και του πού οδηγεί η πρακτική του κοινωνικού εταιρισμού.
Καταλήγοντας, ξεκαθάρισε ότι το ΚΚΕ θα τοποθετηθεί θετικά σε αρκετές από τις διατάξεις, καταθέτοντας βέβαια και τις ενστάσεις του. Ωστόσο, το νομοσχέδιο είναι εντελώς ασυνεπές ως προς την αντιμετώπιση των εργασιακών προβλημάτων των εργαζομένων, αφού βάσει αυτού συνεχίζεται η εργασιακή αβεβαιότητα και ανασφάλεια για τους εργαζόμενους στην «Ελληνικό Φεστιβάλ ΑΕ», οι οποίοι παραμένουν συμβασιούχοι παρότι καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες του οργανισμού. Αποδεικνύεται έτσι για άλλη μια φορά ότι η κυβέρνηση σε καμία περίπτωση δεν εγκαταλείπει την αντεργατική της πολιτική, έστω κι αν κάτω από την πίεση των εργαζομένων και των επειγόντων προβλημάτων υποχρεώνεται σε κάποιες μικρές παραχωρήσεις.