ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 2 Νοέμβρη 2006
Σελ. /28
Ο κινηματογράφος καταγράφει και πληγώνει

Δυο οι ταινίες που ξεχωρίζουν στην κινηματογραφική βδομάδα, η οποία ανοίγει σήμερα. Πρώτη, με σημαντική διαφορά, έρχεται η πανέξυπνη σεναριακά και σκηνοθετικά ταινία του Αλεχάντρο Γκονζάλες Ινιαρίτου «Babel». Πρόκειται για μια ιστορία που αγκαλιάζει τέσσερις διαφορετικές χώρες και τρεις ηπείρους! Από κοντά, με απόσταση, η ταινία του Ρούπερτ Μάρεϊ, «Αντρας Αγνώστων Στοιχείων». Μια ταινία που ασχολείται με ένα πολύ ανθρώπινο επιστημονικό θέμα (άνθρωπος και μνήμη).

Από κοντά, μόνον λόγω εντοπιότητας, έρχεται η τρυφερή ταινία -οπερέτα του Νίκου Παναγιωτόπουλου «Πεθαίνοντας στην Αθήνα». Στη συνέχεια περνάμε στο επιπόλαιο και επικίνδυνο θρίλερ των Ξαβιέ Παλί - Νταβίντ Μορό «Εκείνοι».

Θα κάνουμε μια μικρή θετική παρένθεση για την κινέζικη ταινία «Ατρωτος» του Ρόνι Γιου, η οποία προσπαθεί, με διδακτικό δυστυχώς τρόπο, να μιλήσει για το «καλό και το κακό». Και θα συνεχίσουμε με τον επίσης διδακτικό - και πολύ περιπετειώδη - «Φύλακα» του Aντριου Ντέιβις, ένα διαφημιστικό για τους Αμερικανούς ναυαγοσώστες! Και κλείνουμε με την υπερσεξουαλική και αντιφατική «πρόστυχη» ταινία του Τζον Κάμερον Μίτσελ «Shortbus».

ΑΛΕΧΑΝΤΡΟ ΓΚΟΝΖΑΛΕΣ ΙΝΙΑΡΙΤΟΥ
Babel

Να διευκρινίσουμε από την αρχή, για να μην παρεξηγηθούμε. Δε μιλάμε για κάποιο αριστούργημα. Μιλάμε, για μια πολύ καλή ταινία, η οποία, με τη «στεγνότητα» της εβδομάδας, τραβάει ανεπιφύλακτα την προσοχή μας! Κυρίως, για το πολύ έξυπνο σενάριο και για τις, επίσης, έξυπνες σκηνοθετικές λύσεις που δόθηκαν, στην κινηματογραφική μεταφορά - απόδοση της ιστορίας που έγραψε ο πολύ καλός και γνωστός Μεξικάνος συγγραφέας - σεναριογράφος Γκιγιέρμο Αριάγκα. (Ο ίδιος είναι και σκηνοθέτης μικρού μήκους, κυρίως, ταινιών - γύρισε και μια μεγάλου μήκους).

Θυμάστε την κάλπικη λίρα, η οποία περνάει από χέρι σε χέρι, δίνοντας την ευκαιρία στο φακό να καταγράψει μερικές πολύ ανθρώπινες ιστορίες και μερικούς πολύ ανθρώπινους χαρακτήρες; Το ίδιο συμβαίνει και στη «Babel»! Μόνο που εδώ αντί για λίρα έχουμε μια καραμπίνα ή καλύτερα μια σφαίρα καραμπίνας! (Αλλες οι εποχές, άλλα τα μεγέθη, άλλα τα δεδομένα)!

Την καραμπίνα κρατάνε στα χέρια τους δυο νεαρά αγόρια, δυο παιδιά, δυο μικρά αδέρφια, κάπου σε μια έρημο του Μαρόκου. Σκοπός της καραμπίνας είναι να διώχνει ή ακόμα και να σκοτώνει τα τσακάλια που απειλούν το κοπάδι τους. Τα δυο μικρά παιδιά, δέκα και οκτώ χρόνων, θέλοντας να δοκιμάσουν τις «δυνατότητες» της καραμπίνας, ενεργώντας αλληγορικά ίσως, βάζουν στο σημάδι ένα λεωφορείο. Η «τυχαία» σφαίρα που βγαίνει από το όπλο βρίσκει, και τραυματίζει, μια Αμερικανίδα τουρίστρια! Ο τυχαίος (;) τραυματισμός κινητοποιεί την Αστυνομία! Οι Αμερικάνοι επιτιθέμενοι, μιλάνε για τρομοκράτες οι Μαροκινοί, αμυνόμενοι, για τυχαίο γεγονός!

Οι έρευνες που ακολουθούν στέκονται αφορμή να μπλεχτούν τέσσερις - φαινομενικά - διαφορετικές ιστορίες. Αυτή των παιδιών, της οικογενείας τους, του χωριού τους, της Αστυνομίας, του ανύπαρκτου συστήματος Υγείας, της υποταγής της μαροκινής κυβέρνησης στην Αμερική, του τριτοκοσμικού Μαρόκου εν κατακλείδι. Με την ιστορία ενός ζευγαριού από την Αμερική, που βρίσκεται στο Μαρόκο προσπαθώντας να επανασυνδεθεί. Και στη συνέχεια με αυτή της Μεξικάνας λαθρομετανάστριας που ζει στην Καλιφόρνια και η οποία «προσέχει» τα παιδιά της Αμερικάνας που τραυματίστηκε στο Μαρόκο και του άντρα της που, πια, κάνει ό,τι μπορεί για να τη σώσει από το θάνατο. Και τέλος, με την ιστορία ενός Ιάπωνα επιχειρηματία, ο οποίος σε ανύποπτο χρόνο, τελειώνοντας ένα κυνηγητικό του ταξίδι στο Μαρόκο, είχε δωρίσει την καραμπίνα του στον Μαροκινό οδηγό του, ο οποίος στη συνέχεια την πούλησε στον πατέρα των παιδιών, που πυροβόλησαν και έβαλαν μπροστά την ιστορία! Και ο οποίος Ιάπωνας βρίσκεται υπό παρακολούθηση, καθώς η γυναίκα του έχει πεθάνει κάτω από «μυστηριώδεις» συνθήκες, οι οποίες έχουν πληγώσει σχεδόν ανεπανόρθωτα την ανήλικη κωφάλαλη κόρη της οικογένειας, η οποία πάλι, όμοια βόμβα που ετοιμάζεται να εκραγεί, ζει με τον πατέρα της.

Αγκάθα Κρίστι, θα πείτε! Οχι! Εδώ δεν ενδιαφέρει η πλοκή, παρότι είναι άψογη κινηματογραφικά. Παρότι δε μένει τίποτα μετέωρο και αναπάντητο στην ταινία. Παρότι το σενάριο αποτελεί πρότυπο σεναρίου για ταινία αγωνίας. Εδώ η πλοκή στέκεται η αφορμή μόνον για κοινωνικά και πολιτικά σχόλια. Τίποτα αστυνομικό και φθηνό! Οι σκηνές στο Μαρόκο και στο Μεξικό περιγράφουν με τον καλύτερο τρόπο τον τρίτο κόσμο. Χωρίς φανφάρες και κραυγές δείχνουν ανάγλυφα τις άθλιες συνθήκες ζωής και την απελπισία! Και οι σκηνές της Αμερικής και της Ιαπωνίας, επίσης με τον καλύτερο τρόπο, δείχνουν το ίδιο ανάγλυφα την τρέλα - και τη μοναξιά - των ανεπτυγμένων χωρών!

Η ταινία του Αλεχάντρο Γκονζάλες Ινιαρίτου δίνει την ευκαιρία στο θεατή, ενώ «διασκεδάζει» και μάλιστα με αρκετό σασπένς, παράλληλα, και ανάλογα με τις ικανότητές του και τις γνώσεις του, να διαβάζει - ανάμεσα στις γραμμές - πολύ σημαντικά κοινωνικά και πολιτικά μηνύματα. Ο κόσμος μας τελικά, σύμφωνα με την ταινία, και την πραγματικότητα θα έλεγα, ζει στα πρόθυρα της παράκρουσης! Φτάνει να ανάψει «τυχαία» ένα φιτίλι στο Μαρόκο ή στη Γαλλία για να πάρει φωτιά ολόκληρος ο πλανήτης μας! Τα πράγματα, τα πρόσωπα, η ιστορία είναι τόσο αλληλοσυνδεδεμένα και τόσο αλληλοεξαρτώμενα που δεν επιτρέπουν σε κανέναν, πια, να λέει: «αυτό εμένα δε με αφορά, δε με ενδιαφέρει»!

Ομως, πέρα από το περιεχόμενο, εντύπωση κάνει η ταινία και για τη φόρμα της. Με τη βοήθεια της πολύ καλής μουσικής του Γκουστάβο Σανταολάγια, ιδιαίτερα με τα κομμάτια της ηλεκτρικής κιθάρας, με το διακριτικό αλλά γρήγορο και αποτελεσματικό μοντάζ των Ντάγκλας Κράις και Στίβεν Μιριόνε, την πολύ καλή φωτογραφία του Ροντρίγκο Πριέτο, ο δημιουργός της ταινίας μας μεταφέρει από χώρα σε χώρα, από ήπειρο σε ήπειρο, όχι μόνον «εξωτερικά» αλλά και «εσωτερικά». Με τα χρώματα και τις σωστά επιλεγμένες θέσεις της μηχανής, με το φως και τις σκιές, με την κίνηση ή την ακινησία της μηχανής, με τη σωστή χρήση των φακών, οι δημιουργοί της ταινίας μας βοηθάνε να κατανοήσουμε βαθύτερα τα ιδιαίτερα συναισθήματα και τις ιδιαιτερότητες των ηρώων.

Η «Babel» είναι πολύ καλός κινηματογράφος. Ο οποίος διαθέτει πολλά επίπεδα ανάγνωσης. Αν βοηθήσει και ο θεατής, εντείνοντας την προσοχή του, τότε στην οθόνη θα ξεδιπλωθεί ένα πράγματι εξαιρετικό καλλιτεχνικό έργο. Ενα καλλιτεχνικό έργο που βάζει ζητήματα για συζήτηση...

Παίζουν: Μπραντ Πιτ, Γκαέλ Γκαρσία Μπερνάλ, Κέιτ Μπλάνσετ, Κότζι Γιακούσο, Τζέιμι Μακμπράιντ.

ΡΟΥΠΕΡΤ ΜΑΡΕΪ
Αντρας αγνώστων στοιχείων

Στις μέρες μας, όπως θα έλεγε και ο ποιητής, δεν είναι εύκολο πράγμα ένα καλλιτεχνικό έργο να αποσπά ανεπιφύλακτα το σεβασμό μας. Η ταινία, όμως, του Ρούπερτ Μάρεϊ «Αντρας αγνώστων στοιχείων», επειδή είναι ειλικρινής και αδιαφορεί για το ταμείο και άλλες φθηνές σκοπιμότητες, το πετυχαίνει. Ο θεατής στέκεται σοβαρός απέναντί της και εντείνοντας την προσοχή του προσπαθεί να κουβεντιάσει μαζί της το πρόβλημα που αυτή, με πολύ σεβασμό, θέτει!

Ενας τριαντάχρονος άντρας, ξαφνικά και αναίτια, χωρίς αυτό το «ξαφνικά και αναίτια» να έχει ιδιαίτερη σημασία, παθαίνει αμνησία. Δεν ξέρει από πού έρχεται και πού πηγαίνει! Χωρίς «ταυτότητα», χωρίς παρελθόν, χωρίς συναισθήματα, χωρίς μνήμες, χωρίς επαφή με το παρελθόν, το οποίο η ταραγμένη συνείδησή του δεν μπορεί να ενεργοποιήσει, ο νεαρός αυτός άντρας είναι σαν να γεννήθηκε μόλις τώρα!

Το πρωί της 2ης Ιούλη του 2002 ο Νταγκ Μπρους (θύμα ληστείας ή άλλης βίαιης αιτίας) βρέθηκε, χωρίς να θυμάται ποιος είναι, σε ένα βαγόνι του μετρό της Νέας Υόρκης. Ο ίδιος, όπως επίσης και κανένας άλλος εκεί γύρω του, δε γνώριζε την ταυτότητά του! Ενα μικρό σημείωμα που βρέθηκε πάνω του, με ένα τηλέφωνο κάποιας κυρίας, στάθηκε η αφορμή να ξεκινήσει τη νέα ζωή του. Στη συνέχεια όλοι οι άλλοι θα ξέρουν ποιος είναι! Αυτός, όμως, δε θυμάται τίποτα και κανέναν! Ούτε ανθρώπους, ούτε χώρους, ούτε πράγματα. Η οικογένειά του, οι φίλοι του, το σπίτι του, τα ρούχα του, όλα τού είναι ξένα. Καταλαβαίνει ότι τον αγαπούν, αλλά αυτός δε νιώθει τίποτα για εκείνους, αφού δεν τους γνωρίζει!

Η ταινία, πρόκειται για ντοκιμαντέρ, που γύρισε ο φίλος τού Νταγκ Μπρους, Ρούπερτ Μάρεϊ, όπου με αφορμή τη συγκεκριμένη αληθινή ιστορία, βάζει ένα φιλοσοφικό και επιστημονικό ερώτημα. Τι θα ήταν, τελικά, ο καθένας μας αν του αφαιρούνταν το πλαίσιο, που τον περιβάλλει; Τι είμαστε, τελικά; Είμαστε αυτό που γράφει η ταυτότητά μας, ο κύριος ή κυρία Τάδε, ή οι αναμνήσεις μας, οι εμπειρίες μας, τα συναισθήματά μας;

Το «Αντρας αγνώστων στοιχείων» είναι ένα πολύ ανθρώπινο επιστημονικό και, γιατί όχι, και φιλοσοφικό ντοκιμαντέρ. Καθόλου βαρετό, αφού παρότι μιλάμε για αληθινές στιγμές, για αληθινές κινηματογραφικές λήψεις, έχεις την αίσθηση πως βλέπεις, παρακολουθείς, μια «φιξιόν» ταινία. Μια ταινία με μια επινοημένη ιστορία. Η οποία έχει αρχή, μέση, τέλος.

Η ταινία δίνει αφορμή για πολλές φιλοσοφικές ερωτήσεις - ανησυχίες! Μπορείς, για παράδειγμα, να αγαπήσεις έναν άνθρωπο, που δεν είναι, πια, αυτός που αγάπησες; Μπορεί να είναι ο άνθρωπος που αγάπησες αυτός που έχεις τώρα μπροστά σου, ο οποίος όμως δεν έχει καμία «μνήμη», καμία «γνώση» από το παρελθόν, από όλα αυτά που τον έκαναν επιθυμητό και εκλεκτό σε εσένα;

Στην ταινία παίζει ο ίδιος ο ήρωας, η οικογένειά του, οι φίλοι του.

ΝΙΚΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ
Πεθαίνοντας στην Αθήνα

Οι άνθρωποι δεν είναι αυτό που εσύ επιθυμείς. Είναι αυτό που οι ίδιοι, είτε με τη θέλησή τους είτε από τις συνθήκες, κυρίως από τις συνθήκες, έχουν διαμορφωθεί! Εγώ θα ήθελα, για παράδειγμα, τον Νίκο Παναγιωτόπουλο, γιατί του αναγνωρίζω τις μεγάλες δυνατότητες και την εξαιρετική ικανότητα, να είναι ένας σκηνοθέτης με κοινωνικούς και πολιτικούς προσανατολισμούς. Με αυστηρό σαρκασμό και έντονη ανατρεπτική κριτική. Είμαι σίγουρος πως θα έκανε «θαύματα». Γιατί διαθέτει, πέρα από το αδιαμφισβήτητο ταλέντο, και εξαιρετική παρατηρητικότητα! Γιατί διαθέτει ποίηση και πολύ λεπτό γούστο. Αυτός, όμως, γιατί οι συνθήκες και οι δικές του επιλογές τον έκαναν έτσι, για άλλα πράγματα φαίνεται να καίγεται!

Και εγώ, και εσείς, φυσικά, είμαστε υποχρεωμένοι με αυτά που εκείνος καίγεται να ασχοληθούμε και όχι με αυτά που εμείς επιθυμούμε! Για την ταινία του «Πεθαίνοντας στην Αθήνα» και μόνον γι' αυτή πρέπει να γράψουμε. (Η ταινία βγαίνει από σήμερα στις αίθουσες). Τι είναι, λοιπόν, η τελευταία δημιουργία του; Στην καλύτερη περίπτωση, μια τρυφερή μοντέρνα οπερέτα. (Μιούζικαλ, πάντως δεν είναι). Στην οποία η ηθοποιοί - ήρωες όσα δεν μπορούν να εκφράσουν με την πρόζα τα εκφράζουν τραγουδώντας και, κατά διαστήματα, χορεύοντας. (Κάτω από την πολύ καλή - και γνωστή - μουσική του Σταμάτη Κραουνάκη).

Κακό είναι αυτό, θα μου πείτε; Ούτε καλό, ούτε κακό! Εξαρτάται! Θα μπορούσε με αυτή τη φόρμα να έλεγε άλλα πράγματα με άλλο περιεχόμενο! 'Η θα μπορούσε να έλεγε τα ίδια πράγματα με άλλη φόρμα. Η ίδια η ταινία, πάντως, που μας αφορά κιόλας, δεν καλύπτει κανένα κενό! Ούτε προσθέτει ούτε αφαιρεί από την ελληνική, την όποια ελληνική, κουλτούρα!

Αλλά και το ίδιο το θέμα που πραγματεύεται δεν το οδηγεί πουθενά. Ξεκινώντας από λάθος αφετηρία, το οδηγεί σε λάθος «τέλος». Ενας επιπόλαιος εραστής, καθηγητής καλών τεχνών μάλιστα, που κοροϊδεύει τις γυναίκες με τόσο «χαριτωμένο», ανόητο δηλαδή, τρόπο, δεν είναι πρόσωπο που αξίζει να του αφιερώσεις ολόκληρη ταινία. Ενα - δυο πλάνα και πολύ του πάει! Ενα τέτοιο πρόσωπο, επιφανειακό και εγωκεντρικό, όταν θα έρθει πρόσωπο με πρόσωπο με το θάνατο, θα το βάλει στα πόδια και θα κάνει μεγαλύτερες αθλιότητες. Δεν υπάρχει περίπτωση να ανοίξει την πόρτα της αυτογνωσίας.

Να μη μιλήσουμε για ψυχολογία; Να πάρουμε την ταινία σαν ένα παιχνίδι του φακού; Σαν μια μουσική τρυφερή πανδαισία; Σαν μια ευκαιρία επίδειξης δεξιοτεχνίας; Σε αυτή την περίπτωση το αποτέλεσμα είναι ικανοποιητικό. Καλή η φωτογραφία του Αρη Σταύρου, το μοντάζ του Γιώργου Τριανταφύλλου, σωστοί ρυθμοί, ικανοποιητικές, έστω και κουρασμένες από την τηλεόραση, ερμηνείες. Για τη μουσική, τα είπαμε! Φτάνει αυτό για τον Παναγιωτόπουλο; Για μένα δε φτάνει! Σημασία, πάντως, έχει τι λέει εκείνος!

Παίζουν: Σπύρος Παπαδόπουλος, Μαρία Ναυπλιώτου, Μαρία Σολωμού, Βίκη Παπαδοπούλου, Στάθης Λιβαθινός, Φαίη Ξυλά.

ΡΟΝΙ ΓΙΟΥ
Ατρωτος

Μια ακόμα τουριστικο-φολκλορική και ηθικο-διδακτική ταινία από το Χονγκ - Κονγκ. Ενας δάσκαλος μαχητής πολεμικών τεχνών, αφού νικήσει τους πάντες και τα πάντα, ανακαλύπτει την ήρεμη αγροτική ζωή! Ομως, χάριν της πατρίδας, θα διακόψει τον αγροτικό βίο και θα γυρίσει στην πόλη και στην παλαίστρα, για να σπάσει τα μούτρα του Αμερικάνου και στη συνέχεια του Γιαπωνέζου αντιπάλου του.

Ο θεατής, και ο πιο ανεκτικός και καλοπροαίρετος, έχει κουραστεί με όλα αυτά τα κινέζικα μαλλιοτραβήγματα! Βαρέθηκε τις κραυγές, τις μπουνιές και τις κλοτσιές και δεν τον αφορά καθόλου η ψευτοφιλοσοφική δικαιολογία, που τάχα προβάλλουν, για να δικαιολογήσουν την καθαρά εμπορική ύπαρξή τους.

Η κινηματογραφική βιομηχανία του Χονγκ - Κονγκ τελικά έγινε, όπως ήταν η τσινετσιτά στα τελευταία της. Τότε που έβγαζε τα καουμπόικα - σπαγγέτι, όπως τα χασάπικα βγάζουν τον κιμά.

Παίζουν: Τζετ Λι, Σίντο Νακαμούρα, Σαν Λι, Κόλι Τσου.

ΞΑΒΙΕ ΠΑΛΙ - ΝΤΑΒΙΝΤ ΜΟΡΟ
Εκείνοι

Πρόκειται για αληθινή, λένε, ιστορία, η οποία συνέβη κάπου στη σημερινή Τσεχία! Η ταινία διαδραματίζεται στο Βουκουρέστι. Μια ομάδα πολύ νεαρών παιδιών, περίπου σαν αυτά της Βέροιας, κάθε βράδυ, «έτσι για να παίξουν», σκαρφίζονται διάφορες «πλάκες», για να τρομοκρατούν τον κόσμο. Μια τέτοια «πλάκα» κατέληξε στη δολοφονία ενός ζευγαριού. Μια προηγούμενη, στη δολοφονία δυο γυναικών.

Το πολύ σοβαρό κοινωνικό αυτό θέμα, η σκηνοθετική δυάδα Ξαβιέ Παλί - Νταβίντ Μορό θεώρησε καλύτερα να το κάνει τρομολάγνο θρίλερ, παρά να σκύψει πάνω στα παιδιά και, κυρίως, στην κοινωνία, και να αναζητήσει τις αιτίες που διαμόρφωσαν αυτά τα νεαρά άτομα σε μικρά τέρατα! Η ταινία τους, στην ουσία, διαδίδει τη «φιλοσοφία» της παιδικής ομάδας και διευκολύνει την αναπαραγωγή της.

Παίζουν: Ολίβια Μποναμί, Μίκαελ Κοχέν.

ΑΝΤΡΙΟΥ ΝΤΕΪΒΙΣ
Ο φύλακας

Το 1984 δημιουργήθηκε στην Αμερική το Ναυαγοσωστικό Πρόγραμμα της Ακτοφυλακής. Ενα πρόγραμμα για πολύ «δυνατούς»! Το 50% των εισαγόμενων δεν αντέχει την εκπαίδευση και εγκαταλείπει!

Η ταινία είναι ένα διαφημιστικό για το πρόγραμμα. Με έντεχνο τρόπο προπαγανδίζει τις «αρετές» αυτής της σκληρής εκπαίδευσης και τον «πατριωτικό» ρόλο των ναυαγοσωστών. Παράλληλα, «αποκαλύπτει» και τα οικονομικά μεγέθη, που ενδιαφέρουν. Η Ακτοφυλακή κάθε χρόνο σώζει, λέει, 5.000 ζωές, όπως στους πρόσφατους τυφώνες, και περιουσία που ξεπερνάει τα 2.5 δισεκατομμύρια δολάρια...

Ο συνετός θεατής δε θα αντέξει την παιδική προπαγάνδα. Αυτά που συμβαίνουν στην οθόνη δεν είναι δυνατόν να έχουν συμβεί ή να συμβούν ποτέ στη ζωή. Πρόκειται, δηλαδή, για ένα παραμύθι χωρίς όρια!

Παίζουν: Κέβιν Κόστνερ, Αστον Κούτσερ.

ΤΖΟΝ ΚΑΜΕΡΟΝ ΜΙΤΣΕΛ
Shortbus

Ο,τι παρακμιακό και απελπισμένο έχετε δει στη ζωή σας ξεχάστε το. Το «Shortbus» είναι η προσωποποίηση της παρακμής και της απελπισίας! Ξεκινάει με χυδαίες αληθινές σεξουαλικές προσμείξεις, αγόρια με αγόρια, γυναίκες με γυναίκες, ομαδικοί έρωτες, ό,τι βάλει ο νους σας! Και στη συνέχεια, συνειδητά ή ασυνείδητα, όλη αυτή η χυδαιότητα, μετατρέπεται σε μια απέραντη απελπισμένη κραυγή. Και ευχαριστείς το «θεό», που δεν είσαι μέρος όλης αυτής της απελπισίας.

Και ωστόσο όλα όσα συμβαίνουν στην οθόνη είναι αληθινά! Συμβαίνουν στη Νέα Υόρκη! Και «αποδίδονται» από «ηθοποιούς» που οι ίδιοι, φαίνεται, βιώνουν το πρόβλημα. Ο κόσμος της ταινίας είναι ένας άλλος κόσμος! Ο οποίος, δυστυχώς, σφαδάζει δίπλα μας. Εμείς; Απλώς κάνουμε το σταυρό μας και πάμε στις δουλιές μας! Και οι πόλεις, τα κακόφημα στενά και οι κακόφημες συνοικίες, πληθαίνουν!

Παίζουν: Σουκ-Γιν Λι, Πολ Ντόσον, Λίντσεϊ Μπίμις, Ράφαελ Μπάρκερ.



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ