Τρίτη 21 Οχτώβρη 2014
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 7
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Για το νέο σχέδιο νόμου για την έρευνα

Το σχέδιο νόμου για την Ερευνα, την Τεχνολογική Ανάπτυξη και την Καινοτομία (ΕΤΑΚ), που πρόσφατα κατατέθηκε στη Βουλή, αποτελεί συνέχεια του αντίστοιχου σχεδίου νόμου που τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση το Δεκέμβρη του 2013.

Για μια συνολική εκτίμηση της αστικής στρατηγικής για την ανάπτυξη της έρευνας, πρέπει να λάβουμε υπόψη τις σχετικές εξελίξεις σε επίπεδο ΕΕ, αλλά και τους συνολικούς σχεδιασμούς της αστικής τάξης για την πορεία εξόδου της καπιταλιστικής οικονομίας της χώρας από την κρίση, τις αντιπαραθέσεις για την επόμενη μέρα, τις προτεραιότητες που τίθενται, το μείγμα διαχείρισης που θα εφαρμοστεί, ποιοι θα αναλάβουν την υλοποίηση του σχεδίου ανάκαμψης της κερδοφορίας του κεφαλαίου και ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητάς του. Αλλωστε, στην αιτιολογική έκθεση, οι προωθούμενες κατευθύνσεις εντάσσονται στην «εθνική συνολική μεταρρυθμιστική προσπάθεια».

Προτάσσεται το ιδεολόγημα ότι «η ενίσχυση της έρευνας και της καινοτομίας αποτελεί μοχλό ανάπτυξης, εργαλείο για την έξοδο από την κρίση». Η θέση αυτή αναπαράγεται από την αξιωματική αντιπολίτευση και τα υπόλοιπα αστικά κόμματα. Πίσω από την ευλογοφάνειά της, όμως, αποσιωπάται, ότι η έρευνα και η ανάπτυξη δεν είναι ταξικά ουδέτερες, είναι δέσμιες των σχέσεων παραγωγής, του καπιταλιστικού δρόμου στις σημερινές συνθήκες. Αλλωστε, η επιδιωκόμενη αύξηση της ανταγωνιστικότητας, δεν επιφυλάσσει τίποτε θετικό για τα λαϊκά στρώματα, αφού όλες οι αντιλαϊκές ανατροπές έχουν γίνει με την επίκλησή της.

Το ΚΚΕ δημοσίευσε το καλοκαίρι σε ηλεκτρονική μπροσούρα τις θέσεις του για το νέο νομοσχέδιο και το Εθνικό Στρατηγικό Πλαίσιο για την Ερευνα και την Καινοτομία
Το ΚΚΕ δημοσίευσε το καλοκαίρι σε ηλεκτρονική μπροσούρα τις θέσεις του για το νέο νομοσχέδιο και το Εθνικό Στρατηγικό Πλαίσιο για την Ερευνα και την Καινοτομία
Σε σχέση με το σχέδιο νόμου, που κατατέθηκε το Δεκέμβρη του 2013, καμία ουσιαστικά θετική αλλαγή δεν υπάρχει. Αντίθετα, το νέο σχέδιο νόμου είναι πιο επιθετικό, προσφέρει μεγαλύτερη ευελιξία για την προώθηση των στρατηγικών κατευθύνσεων για το χώρο της έρευνας.

Ταυτόχρονα, δε θα πρέπει να υποτιμηθούν οι δυνατότητες που προσφέρει, ώστε να διαμορφωθεί μια σχετικά διευρυμένη μάζα ερευνητών που έχει υλικό συμφέρον από την προώθηση των αναδιαρθρώσεων, άρα αντικειμενικά θα πιέσει για την ταχύτερη υλοποίησή τους. Αυτοί δεν έχουν καμία σχέση με τη μεγάλη πλειοψηφία των εργαζομένων στο χώρο της έρευνας, ιδιαίτερα στους νέους επιστήμονες, στους οποίους το ΚΚΕ απευθύνει κάλεσμα οργάνωσης της πάλης, ώστε να αποτραπούν αυτές οι αναδιαρθρώσεις, να μπει άλλη ρότα στην ανάπτυξη της έρευνας.

Τι προβλέπει το σχέδιο νόμου

Κεντρικός άξονας είναι η ενίσχυση της εμπορευματοποίησης της έρευνας, η ακόμα πιο στενή σύνδεσή της με τις επιχειρήσεις, η διευκόλυνση της προσέλκυσης ιδιωτικών επενδύσεων. Η έμφαση αυτή αφορά την αγωνία της αστικής τάξης να αντιμετωπιστούν οι δυσκολίες μεταφοράς των αποτελεσμάτων της παραγόμενης ακαδημαϊκά έρευνας στην αγορά. Η ανάπτυξη επιχειρηματικής δραστηριότητας από ερευνητικούς φορείς, οι κάθε είδους συμπράξεις με επιχειρηματικούς ομίλους και η εμπορική εκμετάλλευση των ερευνητικών αποτελεσμάτων και υποδομών αποκτούν προτεραιότητα για τη χρηματοδότηση της έρευνας. Είναι σαφής η στόχευση να λειτουργούν οι ερευνητικοί φορείς με όρους επιχειρηματικής μονάδας.

Είναι χαρακτηριστικό ότι από τα 10 αναφερόμενα κριτήρια για την αξιολόγηση του ερευνητικού προσωπικού, μόλις 4 αφορούν αποκλειστικά την επιστημονική - ερευνητική του εργασία. Αλλωστε, στα ελάχιστα προσόντα που προβλέπονται για την πρόσληψη ερευνητικού προσωπικού, σε περίοπτη θέση βρίσκεται η ικανότητα «να αναζητεί και να προσελκύει οικονομικούς πόρους από εξωτερικές πηγές για τη χρηματοδότηση των δραστηριοτήτων του ινστιτούτου ή του ερευνητικού κέντρου».

Είναι ενδεικτικό ότι για τη σύνθεση των περιφερειακών ερευνητικών συμβουλίων - με δεδομένο ότι οι περιφερειακές διοικήσεις αποκτούν αναβαθμισμένο ρόλο στον αστικό αναπτυξιακό σχεδιασμό, άρα και στην έρευνα - δίνεται προτεραιότητα στην εκπροσώπηση της τοπικής διοίκησης, των «παραγωγικών φορέων» και του «επιχειρηματικού κόσμου», με 4 εκπροσώπους έναντι 3 του ερευνητικού δυναμικού, αντιστρέφοντας την ποσόστωση του προηγούμενου νομοσχεδίου.

Εφόσον, λοιπόν, το επιχειρηματικό κέρδος ανάγεται σε βασικό κίνητρο της ερευνητικής δραστηριότητας, εύκολα βγαίνει το συμπέρασμα ότι η βασική έρευνα θα παραμείνει καθηλωμένη, καθώς και ότι διάφορα ερευνητικά πεδία θα εξοβελιστούν. Πώς, για παράδειγμα, μπορεί να ενταχθεί σε ένα τέτοιο πλαίσιο μεγάλο μέρος των κοινωνικών επιστημών;

Μια ακόμα σημαντική πλευρά, είναι ότι δε διασφαλίζεται η πλήρης κάλυψη των αναγκών των ερευνητικών κέντρων. Ακόμα και η ροή της σημαντικά περικομμένης κρατικής επιχορήγησης (που έως το 2015 θα έχει μειωθεί σε ποσοστό 68% από το 2008) συνδέεται με τα αποτελέσματα της αξιολόγησης των ερευνητικών φορέων, δηλαδή με την αποτελεσματικότερη προώθηση των κατευθύνσεων ενίσχυσης της επιχειρηματικής - εμπορευματικής δραστηριότητας. Τίθεται, έτσι, σε κίνδυνο ακόμα και η διασφάλιση της μισθοδοσίας των εργαζομένων. Αλλωστε, δεν είναι σπάνιο φαινόμενο οι καθυστερήσεις. Η κατάσταση επιτείνεται, καθώς νομοθετείται σχετική εξαγγελία του υπουργού Παιδείας, σπρώχνοντας μέσα από την αποδέσμευση από την Ενιαία Αρχή Πληρωμών τους ερευνητικούς φορείς ΙΔ να αναζητούν με ίδια μέσα οικονομικούς πόρους. Είναι προφανές τι σημαίνει κάτι τέτοιο. Σε κάθε περίπτωση, απελευθερώνεται πλήρως η οικονομική δραστηριότητα των ερευνητικών φορέων που είναι ΝΠΙΔ και με σαφή τρόπο ορίζεται ότι, όπως και οι ΕΛΚΕ, θα λειτουργούν με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια. Το επιχειρηματικό κέρδος, έτσι, ανάγεται σε βασικό κίνητρο της ερευνητικής δραστηριότητας.

Ανοίγει ο δρόμος για νέο γύρο συγχωνεύσεων - καταργήσεων ερευνητικών κέντρων, εργαστηρίων και ινστιτούτων, καθώς και για την αλλαγή του καθεστώτος των ερευνητικών κέντρων που είναι ΝΠΔΔ σε ΝΠΙΔ, αφού για όλα αυτά θα αρκεί πλέον ένα Προεδρικό Διάταγμα. Υπάρχει ήδη πείρα από τις αρνητικές για τους εργαζομένους επιπτώσεις τέτοιων αναδιαρθρώσεων: Απολύσεις, κινητικότητα, ανατροπή εργασιακών σχέσεων, μειώσεις σε μισθούς κ.ά.

Είναι σαφές, λοιπόν, ότι το νομοσχέδιο έρχεται να ενισχύσει τις αρνητικές εξελίξεις που βιώνουν οι εργαζόμενοι στο χώρο της έρευνας όλα τα τελευταία χρόνια. Είναι χαρακτηριστικό ότι, ενώ σήμερα μεγάλο μέρος των εργαζομένων στα ερευνητικά κέντρα είναι νέοι ερευνητές, που εργάζονται υπό το καθεστώς συμβάσεων έργου ή ορισμένου χρόνου, ως post-doc, υποψήφιοι διδάκτορες, μεταπτυχιακοί φοιτητές κ.λπ., το νομοσχέδιο δεν εξασφαλίζει την κάλυψη των αμοιβών τους από την κρατική χρηματοδότηση. Ετσι, για μια ακόμα φορά παραμένουν στο έλεος της «απορροφητικότητας» των πόρων των ερευνητικών προγραμμάτων και σε εργασιακή ανασφάλεια. Η πλευρά αυτή αναδεικνύεται σήμερα ακόμα πιο έντονα, αφού πολύ πρόσφατα εξαγγέλθηκαν περικοπές στα προγράμματα αυτά.

Η προώθηση των ελαστικών σχέσεων εργασίας γίνεται με πιο επιθετικό τρόπο, αφορά μεγαλύτερο μέρος εργαζομένων. Καταργείται η βαθμίδα του ερευνητή Δ', κατ' αντιστοιχία με την κατάργηση της βαθμίδας του λέκτορα στα ΑΕΙ. Οι ερευνητές Γ' συνάπτουν σχέση ορισμένου χρόνου και η μετατροπή της σε αορίστου συναρτάται με την αξιολόγησή τους. Ολα αυτά αποδεικνύουν ότι η μονιμότητα αποτελεί εμπόδιο στην περαιτέρω προσαρμογή της έρευνας στις ανάγκες της αγοράς, δίνοντας τη θέση της στις νέες εργασιακές σχέσεις.

Η αποτελεσματική υλοποίηση των παραπάνω κατευθύνσεων απαιτεί αναδιοργάνωση των σχετικών δομών και υπηρεσιών του αστικού κράτους, για να εξυπηρετηθεί η μεγαλύτερη συμμετοχή δραστηριοτήτων ΕΤΑΚ στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και κερδοφορίας των επιχειρηματικών ομίλων. Ετσι, η ΓΓΕΤ, με τη νέα της διάρθρωση και λειτουργία, έχει ενισχυμένο ρόλο στην προώθηση της ευρωενωσιακής στρατηγικής, τον έλεγχο και συντονισμό της συμβολής της έρευνας στην υλοποίηση των στόχων του κεφαλαίου. Από τη σκοπιά αυτή, κρίνεται και η πρόβλεψη για τους «συνδέσμους» ΕΤΑΚ σε όλους τους εμπλεκόμενους κρατικούς φορείς. Ζητούμενο είναι να διευκολυνθεί η πιο βαθιά εισχώρηση των επιχειρήσεων στην ερευνητική παραγωγή, η διασύνδεσή τους με τους ερευνητικούς φορείς, ο συντονισμός όλων των εμπλεκόμενων φορέων.

Ιδιαίτερο στοιχείο είναι η πρόβλεψη για αντίστοιχους «συνδέσμους» στα σχολεία, που εξυπηρετεί την προώθηση της «επιχειρηματικότητας». Τη δηλητηρίαση, δηλαδή, των νεανικών συνειδήσεων με τη δήθεν αειφορία της καπιταλιστικής ανάπτυξης, την αποδοχή της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο, την εκπαίδευση του αυριανού εργατικού και επιστημονικού δυναμικού στην υποταγή.

Οι αναπροσαρμογές αυτές κρίνονται αναγκαίες από τη σκοπιά του κεφαλαίου. Το κύριο ζητούμενο είναι να συγκεντρωθεί η κρίσιμη μάζα που απαιτείται για την εξυπηρέτηση της λειτουργίας των ερευνητικών φορέων με όρους επιχειρηματικής ανταγωνιστικότητας. Υπ' αυτό το πρίσμα, κρίνονται και οι αλλαγές στη δομή διοίκησης των ερευνητικών κέντρων. Είναι χαρακτηριστικό ότι προβλέπεται μυστικότητα για τις συνεδριάσεις των ΔΣ και απαγορεύεται η παρουσία τρίτων. Είναι σαφές ότι η προκλητική αυτή ρύθμιση αποσκοπεί στο να παρεμποδίσει και να αποτρέψει ενδεχόμενες παρεμβάσεις των συλλογικών φορέων των εργαζομένων.

Η θέση του ΚΚΕ

Από τα παραπάνω, γίνεται σαφές ότι για το ΚΚΕ είναι επιβεβλημένη η απόρριψη του νομοσχεδίου, όπως και συνολικά του προσανατολισμού της ΕΕ και του στρατηγικού σχεδιασμού της αστικής τάξης, η αποκάλυψη των αντιλαϊκών στοχεύσεων που υπηρετούν.

Τα σχέδια των μεγάλων μονοπωλιακών ομίλων στα κράτη - μέλη της ΕΕ, που τελικά αυτά είναι που αντανακλώνται και σε επίπεδο πολιτικών αποφάσεων, στο πλαίσιο του οξυμένου ανταγωνισμού, όχι απλά δε λαμβάνουν υπόψη, αλλά αντιστρατεύονται τις ανάγκες των λαών τους, καταστρέφουν παραγωγικές δυνάμεις, στρεβλώνουν παραγωγικές δυνατότητες. Αυτός είναι ο δρόμος της καπιταλιστικής ανάπτυξης και με αυτήν την έννοια, η έρευνα, στα χέρια των καπιταλιστών, από δύναμη που απελευθερώνει δυνατότητες του ανθρώπου μετατρέπεται σε δυνάστη.

Για όλους αυτούς τους λόγους, είναι ανάγκη η ανάπτυξη αγωνιστικής δράσης από τους συλλογικούς φορείς που δραστηριοποιούνται στο χώρο της έρευνας, με στόχο να παρεμποδιστεί και να ακυρωθεί στην πράξη η υλοποίηση των αντιδραστικών αναδιαρθρώσεων.

Μια τέτοια προσπάθεια μπορεί να είναι αποτελεσματική, αν συνοδεύεται από μια συνολική πρόταση του κινήματος, ώστε η ανάπτυξη της έρευνας στη χώρα να αποκτήσει άλλο προσανατολισμό, που να δένεται με τον άλλο δρόμο ανάπτυξης που έχει ανάγκη ο λαός μας, όπου η εργασία και η επιστήμη θα έχουν απαλλαχτεί από τα βαριά δεσμά των καπιταλιστικών σχέσεων και θα αποσκοπούν στην εξύψωση της λαϊκής ευημερίας, την ικανοποίηση των σύγχρονων, διευρυμένων λαϊκών αναγκών.

Σε αυτήν τη βάση, το ΚΚΕ απευθύνει κάλεσμα στους εργαζομένους στο χώρο της έρευνας, όλους όσοι νιώθουν εγκλωβισμένοι στα δεσμά της επιχειρηματικής λειτουργίας και θέλουν να απελευθερώσουν τις δυνατότητες της ερευνητικής δουλειάς, ιδιαίτερα στους νέους επιστήμονες, να συναντηθούν με το ταξικό εργατικό κίνημα, να συμβάλουν στην ισχυροποίηση της Λαϊκής Συμμαχίας.


Του
Δημήτρη ΚΟΙΛΑΚΟΥ*
*Ο Δημήτρης Κοιλάκος είναι μέλος του Τμήματος Παιδείας και Ερευνας της ΚΕ του ΚΚΕ


Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ