Τρίτη 21 Οχτώβρη 2014
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Η ΑΠΟΨΗ ΜΑΣ
Καλέσματα «συνεννόησης»

«Αυξάνουν την πίεση οι αγορές, γιατί τρομάζουν από την πολιτική αστάθεια, υπάρχει επείγουσα ανάγκη για εθνική συνεννόηση», σάλπιζε όλη την προηγούμενη βδομάδα ο αστικός Τύπος. Σε ένα από τα άρθρα, υπήρχε και ο ισχυρισμός πως η κυβέρνηση δεν έχει να κάνει τίποτα άλλο από το να πείσει με καθαρές κουβέντες το λαό ότι πρέπει να ψηφιστούν «λίγες διαρθρωτικές αλλαγές» ακόμα, ώστε να κλείσει η διαπραγμάτευση με την τρόικα (το βάρος πέφτει στη λέξη «λίγες» κατά το «φάγαμε το γάιδαρο, μένει μόνο η ουρά»).

Απέναντι στην έκκληση «να μην τρομάζουν οι αγορές» ανταποκρίθηκαν τόσο τα κόμματα της συγκυβέρνησης ΝΔ - ΠΑΣΟΚ όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ. Οι αλληλοκατηγορίες τους για το ποιος αποσταθεροποιεί τη χώρα δεν μπορούν να κρύψουν ότι όλοι μαζί με διαφορετικό τόνο διαβεβαίωσαν ότι προσβλέπουν σε «εθνική συνεννόηση».

Ο καθένας, βεβαίως, θέλει αυτή η συνεννόηση να γίνει με διαφορετικούς όρους. Ολοι, όμως, έχουν έναν κοινό παρονομαστή. Το στόχο της στήριξης της ανάκαμψης των κερδών των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων, τη συνέχιση του αντιλαϊκού δρόμου της ΕΕ και της ανάπτυξης, με σκοπό τα κέρδη του κεφαλαίου. Με βάση αυτό το στόχο, ανοίγεται και η συζήτηση για τη διαπραγμάτευση του χρέους.

Οπως και να έχει, η σχεδιασμένη «εθνική συνεννόηση» είναι η αφαίρεση κι άλλων δικαιωμάτων, η αποδοχή, από την εργατική τάξη, μιας ζωής με μειωμένες απαιτήσεις και χωρίς δικαιώματα.

Σε αυτές τις μειωμένες απαιτήσεις παραπέμπουν τόσο το κάλεσμα για «λίγες αναδιαρθρώσεις» της συγκυβέρνησης όσο και η θέση του ΣΥΡΙΖΑ ότι πεδίο συνεννόησης είναι η αναγνώριση από την κυβέρνηση πως το χρέος δεν είναι βιώσιμο και άρα απαιτείται «κούρεμα».

Ούτε ένα σεντ από το δημόσιο χρέος δεν αφορά το λαό. Ομως, μια από τις προϋποθέσεις για να ανακάμψουν τα κέρδη των μεγάλων καπιταλιστικών επιχειρήσεων είναι ο λαός να συνεχίζει να το πληρώνει. Ο στόχος της απομείωσής του δε σημαίνει ξαλάφρωμα των εργαζομένων από τα βάρη, αλλά την εξεύρεση πόρων που και αυτοί θα πάνε στην ενίσχυση του κεφαλαίου. Θυμίζουμε πως ήδη πλήρωσε ο λαός το προηγούμενο «κούρεμα». Ούτε, βεβαίως, σημαίνει ότι θα παρθούν πίσω τα αντιλαϊκά μέτρα, που ήρθαν για να μείνουν, γιατί η εφαρμογή τους αποτελεί άλλη μια προϋπόθεση για να ανασάνει το κεφάλαιο και τα οποία όχι μόνο η συγκυβέρνηση αλλά ούτε και ο ΣΥΡΙΖΑ δεσμεύονται ότι θα καταργηθούν μετά την περιβόητη «έξοδο από τα μνημόνια».

Η κυβέρνηση καλεί το λαό να ανταποκριθεί στις «υποχρεώσεις» του προς τους δανειστές, ενώ η αξιωματική αντιπολίτευση προαναγγέλλει ότι θα υπάρξει συνέχεια στο «αίμα και δάκρυα» αν γίνει κυβέρνηση, γιατί «οι αγορές - είπε προχτές μόλις ο Α. Τσίπρας - θα είναι σκληρές». Η διαφορά τους είναι ποιος θα έχει το πάνω χέρι σε αυτήν τη διαδικασία.

Η «συνεννόηση» στο έδαφος του κοινού τους αντιλαϊκού δρόμου, από τη μια, φανερώνει την αντιλαϊκή τους κοινή στρατηγική ότι οι διαφορές τους είναι σε δευτερεύοντα ζητήματα, από την άλλη επιχειρείται μια μαζική ζύμωση στους εργαζόμενους, στο λαό, της ανάγκης «εθνικής συναίνεσης», δηλαδή πλήρους υποταγής των εργαζομένων στους στόχους του κεφαλαίου. Προσπάθεια, βεβαίως, που περνά και μέσα από την ένταση της επίθεσης στο ΚΚΕ από όλες τις πλευρές.

Το δίλημμα, λοιπόν, για το λαό, τους εργαζόμενους είναι, αν θα διαλέξουν τον τρόπο με τον οποίο θα υποταχθούν στην πολιτική που θα συνεχίσει να τους φτωχαίνει, ελπίζοντας μάταια κάτι καλό από τις εναλλαγές των αστικών κυβερνήσεων ή αν θα διαλέξουν το δρόμο της οργανωμένης αντίστασης στην πολιτική υπέρ του κεφαλαίου. Της πάλης, δηλαδή, για τις σύγχρονες εργατικές - λαϊκές ανάγκες, με προοπτική ο ίδιος ο λαός να έρθει στην εξουσία. Το δρόμο που του δείχνει το ΚΚΕ και που γι' αυτό το λόγο είναι αναγκαία η ολόπλευρη ισχυροποίησή του.

Για το νέο σχέδιο νόμου για την έρευνα

Το σχέδιο νόμου για την Ερευνα, την Τεχνολογική Ανάπτυξη και την Καινοτομία (ΕΤΑΚ), που πρόσφατα κατατέθηκε στη Βουλή, αποτελεί συνέχεια του αντίστοιχου σχεδίου νόμου που τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση το Δεκέμβρη του 2013.

Για μια συνολική εκτίμηση της αστικής στρατηγικής για την ανάπτυξη της έρευνας, πρέπει να λάβουμε υπόψη τις σχετικές εξελίξεις σε επίπεδο ΕΕ, αλλά και τους συνολικούς σχεδιασμούς της αστικής τάξης για την πορεία εξόδου της καπιταλιστικής οικονομίας της χώρας από την κρίση, τις αντιπαραθέσεις για την επόμενη μέρα, τις προτεραιότητες που τίθενται, το μείγμα διαχείρισης που θα εφαρμοστεί, ποιοι θα αναλάβουν την υλοποίηση του σχεδίου ανάκαμψης της κερδοφορίας του κεφαλαίου και ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητάς του. Αλλωστε, στην αιτιολογική έκθεση, οι προωθούμενες κατευθύνσεις εντάσσονται στην «εθνική συνολική μεταρρυθμιστική προσπάθεια».

Προτάσσεται το ιδεολόγημα ότι «η ενίσχυση της έρευνας και της καινοτομίας αποτελεί μοχλό ανάπτυξης, εργαλείο για την έξοδο από την κρίση». Η θέση αυτή αναπαράγεται από την αξιωματική αντιπολίτευση και τα υπόλοιπα αστικά κόμματα. Πίσω από την ευλογοφάνειά της, όμως, αποσιωπάται, ότι η έρευνα και η ανάπτυξη δεν είναι ταξικά ουδέτερες, είναι δέσμιες των σχέσεων παραγωγής, του καπιταλιστικού δρόμου στις σημερινές συνθήκες. Αλλωστε, η επιδιωκόμενη αύξηση της ανταγωνιστικότητας, δεν επιφυλάσσει τίποτε θετικό για τα λαϊκά στρώματα, αφού όλες οι αντιλαϊκές ανατροπές έχουν γίνει με την επίκλησή της.

Το ΚΚΕ δημοσίευσε το καλοκαίρι σε ηλεκτρονική μπροσούρα τις θέσεις του για το νέο νομοσχέδιο και το Εθνικό Στρατηγικό Πλαίσιο για την Ερευνα και την Καινοτομία
Το ΚΚΕ δημοσίευσε το καλοκαίρι σε ηλεκτρονική μπροσούρα τις θέσεις του για το νέο νομοσχέδιο και το Εθνικό Στρατηγικό Πλαίσιο για την Ερευνα και την Καινοτομία
Σε σχέση με το σχέδιο νόμου, που κατατέθηκε το Δεκέμβρη του 2013, καμία ουσιαστικά θετική αλλαγή δεν υπάρχει. Αντίθετα, το νέο σχέδιο νόμου είναι πιο επιθετικό, προσφέρει μεγαλύτερη ευελιξία για την προώθηση των στρατηγικών κατευθύνσεων για το χώρο της έρευνας.

Ταυτόχρονα, δε θα πρέπει να υποτιμηθούν οι δυνατότητες που προσφέρει, ώστε να διαμορφωθεί μια σχετικά διευρυμένη μάζα ερευνητών που έχει υλικό συμφέρον από την προώθηση των αναδιαρθρώσεων, άρα αντικειμενικά θα πιέσει για την ταχύτερη υλοποίησή τους. Αυτοί δεν έχουν καμία σχέση με τη μεγάλη πλειοψηφία των εργαζομένων στο χώρο της έρευνας, ιδιαίτερα στους νέους επιστήμονες, στους οποίους το ΚΚΕ απευθύνει κάλεσμα οργάνωσης της πάλης, ώστε να αποτραπούν αυτές οι αναδιαρθρώσεις, να μπει άλλη ρότα στην ανάπτυξη της έρευνας.

Τι προβλέπει το σχέδιο νόμου

Κεντρικός άξονας είναι η ενίσχυση της εμπορευματοποίησης της έρευνας, η ακόμα πιο στενή σύνδεσή της με τις επιχειρήσεις, η διευκόλυνση της προσέλκυσης ιδιωτικών επενδύσεων. Η έμφαση αυτή αφορά την αγωνία της αστικής τάξης να αντιμετωπιστούν οι δυσκολίες μεταφοράς των αποτελεσμάτων της παραγόμενης ακαδημαϊκά έρευνας στην αγορά. Η ανάπτυξη επιχειρηματικής δραστηριότητας από ερευνητικούς φορείς, οι κάθε είδους συμπράξεις με επιχειρηματικούς ομίλους και η εμπορική εκμετάλλευση των ερευνητικών αποτελεσμάτων και υποδομών αποκτούν προτεραιότητα για τη χρηματοδότηση της έρευνας. Είναι σαφής η στόχευση να λειτουργούν οι ερευνητικοί φορείς με όρους επιχειρηματικής μονάδας.

Είναι χαρακτηριστικό ότι από τα 10 αναφερόμενα κριτήρια για την αξιολόγηση του ερευνητικού προσωπικού, μόλις 4 αφορούν αποκλειστικά την επιστημονική - ερευνητική του εργασία. Αλλωστε, στα ελάχιστα προσόντα που προβλέπονται για την πρόσληψη ερευνητικού προσωπικού, σε περίοπτη θέση βρίσκεται η ικανότητα «να αναζητεί και να προσελκύει οικονομικούς πόρους από εξωτερικές πηγές για τη χρηματοδότηση των δραστηριοτήτων του ινστιτούτου ή του ερευνητικού κέντρου».

Είναι ενδεικτικό ότι για τη σύνθεση των περιφερειακών ερευνητικών συμβουλίων - με δεδομένο ότι οι περιφερειακές διοικήσεις αποκτούν αναβαθμισμένο ρόλο στον αστικό αναπτυξιακό σχεδιασμό, άρα και στην έρευνα - δίνεται προτεραιότητα στην εκπροσώπηση της τοπικής διοίκησης, των «παραγωγικών φορέων» και του «επιχειρηματικού κόσμου», με 4 εκπροσώπους έναντι 3 του ερευνητικού δυναμικού, αντιστρέφοντας την ποσόστωση του προηγούμενου νομοσχεδίου.

Εφόσον, λοιπόν, το επιχειρηματικό κέρδος ανάγεται σε βασικό κίνητρο της ερευνητικής δραστηριότητας, εύκολα βγαίνει το συμπέρασμα ότι η βασική έρευνα θα παραμείνει καθηλωμένη, καθώς και ότι διάφορα ερευνητικά πεδία θα εξοβελιστούν. Πώς, για παράδειγμα, μπορεί να ενταχθεί σε ένα τέτοιο πλαίσιο μεγάλο μέρος των κοινωνικών επιστημών;

Μια ακόμα σημαντική πλευρά, είναι ότι δε διασφαλίζεται η πλήρης κάλυψη των αναγκών των ερευνητικών κέντρων. Ακόμα και η ροή της σημαντικά περικομμένης κρατικής επιχορήγησης (που έως το 2015 θα έχει μειωθεί σε ποσοστό 68% από το 2008) συνδέεται με τα αποτελέσματα της αξιολόγησης των ερευνητικών φορέων, δηλαδή με την αποτελεσματικότερη προώθηση των κατευθύνσεων ενίσχυσης της επιχειρηματικής - εμπορευματικής δραστηριότητας. Τίθεται, έτσι, σε κίνδυνο ακόμα και η διασφάλιση της μισθοδοσίας των εργαζομένων. Αλλωστε, δεν είναι σπάνιο φαινόμενο οι καθυστερήσεις. Η κατάσταση επιτείνεται, καθώς νομοθετείται σχετική εξαγγελία του υπουργού Παιδείας, σπρώχνοντας μέσα από την αποδέσμευση από την Ενιαία Αρχή Πληρωμών τους ερευνητικούς φορείς ΙΔ να αναζητούν με ίδια μέσα οικονομικούς πόρους. Είναι προφανές τι σημαίνει κάτι τέτοιο. Σε κάθε περίπτωση, απελευθερώνεται πλήρως η οικονομική δραστηριότητα των ερευνητικών φορέων που είναι ΝΠΙΔ και με σαφή τρόπο ορίζεται ότι, όπως και οι ΕΛΚΕ, θα λειτουργούν με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια. Το επιχειρηματικό κέρδος, έτσι, ανάγεται σε βασικό κίνητρο της ερευνητικής δραστηριότητας.

Ανοίγει ο δρόμος για νέο γύρο συγχωνεύσεων - καταργήσεων ερευνητικών κέντρων, εργαστηρίων και ινστιτούτων, καθώς και για την αλλαγή του καθεστώτος των ερευνητικών κέντρων που είναι ΝΠΔΔ σε ΝΠΙΔ, αφού για όλα αυτά θα αρκεί πλέον ένα Προεδρικό Διάταγμα. Υπάρχει ήδη πείρα από τις αρνητικές για τους εργαζομένους επιπτώσεις τέτοιων αναδιαρθρώσεων: Απολύσεις, κινητικότητα, ανατροπή εργασιακών σχέσεων, μειώσεις σε μισθούς κ.ά.

Είναι σαφές, λοιπόν, ότι το νομοσχέδιο έρχεται να ενισχύσει τις αρνητικές εξελίξεις που βιώνουν οι εργαζόμενοι στο χώρο της έρευνας όλα τα τελευταία χρόνια. Είναι χαρακτηριστικό ότι, ενώ σήμερα μεγάλο μέρος των εργαζομένων στα ερευνητικά κέντρα είναι νέοι ερευνητές, που εργάζονται υπό το καθεστώς συμβάσεων έργου ή ορισμένου χρόνου, ως post-doc, υποψήφιοι διδάκτορες, μεταπτυχιακοί φοιτητές κ.λπ., το νομοσχέδιο δεν εξασφαλίζει την κάλυψη των αμοιβών τους από την κρατική χρηματοδότηση. Ετσι, για μια ακόμα φορά παραμένουν στο έλεος της «απορροφητικότητας» των πόρων των ερευνητικών προγραμμάτων και σε εργασιακή ανασφάλεια. Η πλευρά αυτή αναδεικνύεται σήμερα ακόμα πιο έντονα, αφού πολύ πρόσφατα εξαγγέλθηκαν περικοπές στα προγράμματα αυτά.

Η προώθηση των ελαστικών σχέσεων εργασίας γίνεται με πιο επιθετικό τρόπο, αφορά μεγαλύτερο μέρος εργαζομένων. Καταργείται η βαθμίδα του ερευνητή Δ', κατ' αντιστοιχία με την κατάργηση της βαθμίδας του λέκτορα στα ΑΕΙ. Οι ερευνητές Γ' συνάπτουν σχέση ορισμένου χρόνου και η μετατροπή της σε αορίστου συναρτάται με την αξιολόγησή τους. Ολα αυτά αποδεικνύουν ότι η μονιμότητα αποτελεί εμπόδιο στην περαιτέρω προσαρμογή της έρευνας στις ανάγκες της αγοράς, δίνοντας τη θέση της στις νέες εργασιακές σχέσεις.

Η αποτελεσματική υλοποίηση των παραπάνω κατευθύνσεων απαιτεί αναδιοργάνωση των σχετικών δομών και υπηρεσιών του αστικού κράτους, για να εξυπηρετηθεί η μεγαλύτερη συμμετοχή δραστηριοτήτων ΕΤΑΚ στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και κερδοφορίας των επιχειρηματικών ομίλων. Ετσι, η ΓΓΕΤ, με τη νέα της διάρθρωση και λειτουργία, έχει ενισχυμένο ρόλο στην προώθηση της ευρωενωσιακής στρατηγικής, τον έλεγχο και συντονισμό της συμβολής της έρευνας στην υλοποίηση των στόχων του κεφαλαίου. Από τη σκοπιά αυτή, κρίνεται και η πρόβλεψη για τους «συνδέσμους» ΕΤΑΚ σε όλους τους εμπλεκόμενους κρατικούς φορείς. Ζητούμενο είναι να διευκολυνθεί η πιο βαθιά εισχώρηση των επιχειρήσεων στην ερευνητική παραγωγή, η διασύνδεσή τους με τους ερευνητικούς φορείς, ο συντονισμός όλων των εμπλεκόμενων φορέων.

Ιδιαίτερο στοιχείο είναι η πρόβλεψη για αντίστοιχους «συνδέσμους» στα σχολεία, που εξυπηρετεί την προώθηση της «επιχειρηματικότητας». Τη δηλητηρίαση, δηλαδή, των νεανικών συνειδήσεων με τη δήθεν αειφορία της καπιταλιστικής ανάπτυξης, την αποδοχή της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο, την εκπαίδευση του αυριανού εργατικού και επιστημονικού δυναμικού στην υποταγή.

Οι αναπροσαρμογές αυτές κρίνονται αναγκαίες από τη σκοπιά του κεφαλαίου. Το κύριο ζητούμενο είναι να συγκεντρωθεί η κρίσιμη μάζα που απαιτείται για την εξυπηρέτηση της λειτουργίας των ερευνητικών φορέων με όρους επιχειρηματικής ανταγωνιστικότητας. Υπ' αυτό το πρίσμα, κρίνονται και οι αλλαγές στη δομή διοίκησης των ερευνητικών κέντρων. Είναι χαρακτηριστικό ότι προβλέπεται μυστικότητα για τις συνεδριάσεις των ΔΣ και απαγορεύεται η παρουσία τρίτων. Είναι σαφές ότι η προκλητική αυτή ρύθμιση αποσκοπεί στο να παρεμποδίσει και να αποτρέψει ενδεχόμενες παρεμβάσεις των συλλογικών φορέων των εργαζομένων.

Η θέση του ΚΚΕ

Από τα παραπάνω, γίνεται σαφές ότι για το ΚΚΕ είναι επιβεβλημένη η απόρριψη του νομοσχεδίου, όπως και συνολικά του προσανατολισμού της ΕΕ και του στρατηγικού σχεδιασμού της αστικής τάξης, η αποκάλυψη των αντιλαϊκών στοχεύσεων που υπηρετούν.

Τα σχέδια των μεγάλων μονοπωλιακών ομίλων στα κράτη - μέλη της ΕΕ, που τελικά αυτά είναι που αντανακλώνται και σε επίπεδο πολιτικών αποφάσεων, στο πλαίσιο του οξυμένου ανταγωνισμού, όχι απλά δε λαμβάνουν υπόψη, αλλά αντιστρατεύονται τις ανάγκες των λαών τους, καταστρέφουν παραγωγικές δυνάμεις, στρεβλώνουν παραγωγικές δυνατότητες. Αυτός είναι ο δρόμος της καπιταλιστικής ανάπτυξης και με αυτήν την έννοια, η έρευνα, στα χέρια των καπιταλιστών, από δύναμη που απελευθερώνει δυνατότητες του ανθρώπου μετατρέπεται σε δυνάστη.

Για όλους αυτούς τους λόγους, είναι ανάγκη η ανάπτυξη αγωνιστικής δράσης από τους συλλογικούς φορείς που δραστηριοποιούνται στο χώρο της έρευνας, με στόχο να παρεμποδιστεί και να ακυρωθεί στην πράξη η υλοποίηση των αντιδραστικών αναδιαρθρώσεων.

Μια τέτοια προσπάθεια μπορεί να είναι αποτελεσματική, αν συνοδεύεται από μια συνολική πρόταση του κινήματος, ώστε η ανάπτυξη της έρευνας στη χώρα να αποκτήσει άλλο προσανατολισμό, που να δένεται με τον άλλο δρόμο ανάπτυξης που έχει ανάγκη ο λαός μας, όπου η εργασία και η επιστήμη θα έχουν απαλλαχτεί από τα βαριά δεσμά των καπιταλιστικών σχέσεων και θα αποσκοπούν στην εξύψωση της λαϊκής ευημερίας, την ικανοποίηση των σύγχρονων, διευρυμένων λαϊκών αναγκών.

Σε αυτήν τη βάση, το ΚΚΕ απευθύνει κάλεσμα στους εργαζομένους στο χώρο της έρευνας, όλους όσοι νιώθουν εγκλωβισμένοι στα δεσμά της επιχειρηματικής λειτουργίας και θέλουν να απελευθερώσουν τις δυνατότητες της ερευνητικής δουλειάς, ιδιαίτερα στους νέους επιστήμονες, να συναντηθούν με το ταξικό εργατικό κίνημα, να συμβάλουν στην ισχυροποίηση της Λαϊκής Συμμαχίας.


Του
Δημήτρη ΚΟΙΛΑΚΟΥ*
*Ο Δημήτρης Κοιλάκος είναι μέλος του Τμήματος Παιδείας και Ερευνας της ΚΕ του ΚΚΕ

Πες μου τους «συμμάχους» σου... να σου πω ποιος είσαι

Πολύς λόγος γίνεται τις τελευταίες μέρες για τις πολιτικές και εκλογικές συμμαχίες του ΣΥΡΙΖΑ, με αφορμή και τη συνεδρίαση της ΚΕ. Πολύς λόγος γίνεται, επίσης, για τη δήθεν αντιπαράθεση ηγεσίας ΣΥΡΙΖΑ και Αριστερής Πλατφόρμας γι' αυτό το ζήτημα.

Ποια είναι η θέση της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ γι' αυτό το θέμα, όπως διατυπώθηκε στην εισήγηση του Αλ. Τσίπρα προς την ΚΕ;

«...Να συγκροτήσουμε και τα ψηφοδέλτιά μας. Ανοιχτά, πολυσυλλεκτικά, ανοιχτά στην κοινωνία.»... «Χωρίς να ξεπλένουμε κανένα, αλλά κυρίως χωρίς να στρουθοκαμηλίζουμε».

Στο όνομα, δηλαδή, της πολυσυλλεκτικότητας και του ανοίγματος στην κοινωνία προετοιμάζονται οι συνεργασίες του ΣΥΡΙΖΑ με τη μέχρι πρότινος «μνημονιακή αριστερά» της ΔΗΜΑΡ (χαρακτηρισμός που δόθηκε από τον ίδιο τον ΣΥΡΙΖΑ στη ΔΗΜΑΡ), με τους ΑΝΕΛ, ή με βουλευτές όπως η Ραχήλ Μακρή που δήλωσε ότι «θα στηρίξει ΣΥΡΙΖΑ με όλες της τις δυνάμεις».

Αλλωστε, στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ έχουν δηλώσει εμμέσως πλην σαφώς ότι η στάση των ανεξάρτητων βουλευτών στο ζήτημα της εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας θα κρίνει και τη σχέση τους με τον ΣΥΡΙΖΑ. Με αυτόν τον τρόπο, εξελίσσονται τα πολιτικά παιχνίδια και παζάρια και «ξεπλένονται» βουλευτές που έχουν στηρίξει τα τελευταία χρόνια ουκ ολίγες φορές τόσο τα μνημόνια όσο και άλλες αντιλαϊκές επιλογές.

Επίσης, το τελευταίο διάστημα έχουν πυκνώσει οι τοποθετήσεις στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ για «συνεννόηση», κάτι το οποίο χαιρετίζεται και από διάφορα κέντρα του συστήματος (βλ. κύριο άρθρο των ΝΕΩΝ, 20/10/2014). Οπως, επίσης, υπάρχουν τοποθετήσεις από τον ΣΥΡΙΖΑ ότι «τις συμμαχίες τις καθορίζει η κοινωνία». Αρα οι παραπάνω συμμαχίες ή ακόμη και μια πιθανή συνεργασία μεγάλου συνασπισμού δικαιολογείται, γιατί αυτό τάχα «θέλει η κοινωνία».

Οσο για τη θέση της Αριστερής Πλατφόρμας για το άνοιγμα σε «....πρόσωπα που μετατοπίζονται ειλικρινά προς τα αριστερά και δεν έχουν εμπλακεί με ευθύνες στη στήριξη, ψήφιση και εφαρμογή νεοφιλελεύθερων μνημονιακών επιλογών», εδώ η υποκρισία ξεπερνά κάθε όριο, γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ ήδη έχει στις γραμμές του τέτοια πρόσωπα.

Οπως π.χ. ο Βουδούρης (υποψήφιος με τον ΣΥΡΙΖΑ στην Περιφέρεια Πελοποννήσου) που έχει δηλώσει ότι δε μετανιώνει που ψήφισε το πρώτο μνημόνιο. 'Η ο Μιχελογιαννάκης (βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ) που μπορεί να μην ψήφισε μνημόνια (στο πρώτο δεν ήταν και βουλευτής), ψήφισε όμως το Μεσοπρόθεσμο της κυβέρνησης Παπανδρέου, όπως επίσης έδινε και ψήφο εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση Παπανδρέου, με ύμνους στο έργο της, από τις ιδιωτικοποιήσεις και τις fast track επενδύσεις μέχρι τη μείωση των δημόσιων υπαλλήλων και την απελευθέρωση των κλειστών επαγγελμάτων. (βλ. ομιλία του στη Βουλή, στις 20/06/2011).

Οσο για την ειλικρίνεια όσων έχουν αλλάξει τρία κόμματα σε 3 χρόνια, αυτό ας το εξηγήσει ο ΣΥΡΙΖΑ.

Η ουσία όμως είναι αλλού. Ο ΣΥΡΙΖΑ, προκειμένου να ψηφοθηρήσει και να καθίσει στην κυβερνητική καρέκλα, γίνεται «πλυντήριο» στελεχών που έχουν βάλει πλάτη όλα αυτά τα χρόνια - και όχι μόνο τα χρόνια της κρίσης - για να υλοποιηθεί η αντιλαϊκή πολιτική. Δείχνοντας όμως με αυτόν τον τρόπο, ακόμη και στον πιο δύσπιστο, προς τα πού θα κινηθεί και η δική του διακυβέρνηση.

Οσο για την αντιπαράθεση ηγεσίας ΣΥΡΙΖΑ και Αριστερής Πλατφόρμας, αυτή βολεύει για το «ψάρεμα σε θολά νερά» και δεξιά και αριστερά, σε μια περίοδο που ο ΣΥΡΙΖΑ εξελίσσεται στο «καλό παιδί του συστήματος». 'Η αλλιώς «ο καλός ο μύλος της αστικής διαχείρισης όλα τα αλέθει».


Γ. Κ.

Για τον καβγά σχετικά με την ΠΑΣΕΓΕΣ

Μεγάλος κουρνιαχτός σηκώθηκε αυτές τις μέρες για τη διαχείριση στα οικονομικά της Πανελλήνιας Συνομοσπονδίας Ενώσεων Αγροτικών Συνεταιρισμών (ΠΑΣΕΓΕΣ) από τις διοικήσεις της, σύμφωνα με τέσσερα πορίσματα, αποσπάσματα των οποίων διέρρευσε η κυβέρνηση. Η περίοδος, για την οποία έγιναν έλεγχοι, αφορά τη δεκαετία 2001 - 2011. Μεταξύ άλλων, από τα πορίσματα προκύπτει ότι δαπανήθηκαν μεγάλα ποσά για εφάπαξ και άλλες παροχές σε στελέχη της ΠΑΣΕΓΕΣ, δωρεάν κινητά, διαμονή σε ακριβά καταλύματα και άλλα. Από την πλευρά τους, οι εμπλεκόμενοι ισχυρίζονται ότι τα έξοδα είναι «σύννομα» με τις υποχρεώσεις τους στην Ελλάδα και στην ΕΕ, μιας και η ΠΑΣΕΓΕΣ αναπτύσσει δράση σαν «κοινωνικός εταίρος» στη διαμόρφωση της αντιαγροτικής πολιτικής και εκτός των ελληνικών συνόρων.

Δεν είναι τυχαίο ότι όλη η φασαρία επικεντρώνεται στην κακοδιαχείριση των οικονομικών της ΠΑΣΕΓΕΣ. Ούτε είναι τυχαίο ότι οι έλεγχοι που έγιναν αφορούν τη νομιμότητα και όχι τη σκοπιμότητα των δαπανών. Ελέγχουν, δηλαδή, αν για τις ...γαρδένιες στα νυχτερινά κέντρα που φέρονται να πετούσαν τα στελέχη της ΠΑΣΕΓΕΣ, υπάρχουν τα αντίστοιχα παραστατικά κι αυτό είναι όλο! Την ίδια ώρα, με τη συμφωνία όλων, μένει στο σκοτάδι ότι οι πλειοψηφίες στη διοίκηση της ΠΑΣΕΓΕΣ (ΠΑΣΟΚ - ΝΔ) έπαιξαν διαχρονικά και συνεχίζουν να παίζουν το πιο βρώμικο ρόλο σε βάρος των μικρομεσαίων αγροτών. Η υπεράσπιση της ΚΑΠ, το χαράτσωμα των καλλιεργητών, μέσω του ΟΣΔΕ, η συκοφάντηση των αγροτικών αγώνων, είναι μερικές μόνο από τις υπηρεσίες που πρόσφερε η ΠΑΣΕΓΕΣ τα προηγούμενα χρόνια, στηρίζοντας ανοιχτά τα συμφέροντα των αγροτοκαπιταλιστών.

Αλλωστε, και οι σημερινοί συνεταιρισμοί, στην πλειοψηφία τους, λειτουργούν σαν μεγάλες επιχειρήσεις, ή σαν εκπρόσωποι επιχειρηματικών ομίλων, που συγκεντρώνουν για λογαριασμό τους την παραγωγή και βέβαια μέσα στον καπιταλισμό, δεν μπορούν να υπηρετήσουν τα συμφέροντα των μικρών αγροτών. Να μην παρασυρθούν, λοιπόν, οι αγρότες από την «κάθαρση» που υπόσχεται η κυβέρνηση μέσα από πρόσωπα, σε έναν φορέα με τον οποίο το κράτος και οι κυβερνήσεις συνεργάστηκαν και συνεργάζονται στενά, για να προωθήσουν τις πολιτικές της ΚΑΠ, που ξεκληρίζουν την αγροτιά. Αλλωστε, αυτοί οι λεγόμενοι «συνεταιριστές» ποτέ και καμιά σχέση δεν είχαν με τα προβλήματα και τις αγωνίες των φτωχών αγροτών, που αφορούν το υψηλό κόστος της παραγωγής, το αν σαπίζει η παραγωγή, αν θα πουληθεί κοψοχρονιά κ.τ.λ.

Αλλος είναι ο λόγος που τώρα βγαίνουν στην επιφάνεια στοιχεία της σαπίλας τους. Αλλου είδους «ξεκαθάρισμα» αφορά το ενδιαφέρον τους για τα οικονομικά της ΠΑΣΕΓΕΣ, η οποία επιδοτήθηκε γενναία όλα τα προηγούμενα χρόνια και συνεχίζει να επιδοτείται από τις κυβερνήσεις και την ΕΕ. Μέσα από την ΠΑΣΕΓΕΣ διακινούνται εκατομμύρια ευρώ, καθώς έχει επιχειρηματική δράση και αυτό φαίνεται και από τις ανώνυμες εταιρείες που διαθέτει. Στη βάση αυτή αναπτύσσονται αντιθέσεις και ανταγωνισμοί, τόσο μέσα στην ΠΑΣΕΓΕΣ, όσο και στα κόμματα της διαχείρισης. Αυτό εκφράστηκε μέσα και από τις ομιλίες των βουλευτών της συγκυβέρνησης στη σχετική συζήτηση που έγινε στη Βουλή για τα πορίσματα σχετικά με τη ΠΑΣΕΓΕΣ...


Δ. Π.

ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΙΚΑ...
Για το «νόμος και τάξη» στα ΑΕΙ

Την ώρα που συζητιέται στη Βουλή το νομοσχέδιο για την Ερευνα, το οποίο ανοίγει δρόμους για τη μεγαλύτερη πρόσδεσή της στο κεφάλαιο, την ώρα που σε πανεπιστήμια και ΤΕΙ υπάρχουν ένα σωρό ελλείψεις, με μαθήματα να μη διδάσκονται και με σπουδαστές να στοιβάζονται σε λίστες αναμονής για τα εργαστήρια, την ώρα που φοιτητές μένουν εκτός των ελάχιστων φοιτητικών εστιών και μοχθούν για να τα βγάλουν πέρα... έχει αναχθεί σε μείζον ζήτημα από τα κυρίαρχα μέσα ενημέρωσης το θέμα της φύλαξης των χώρων των ΑΕΙ. Με τη διαθεσιμότητα των διοικητικών υπαλλήλων πριν από ένα χρόνο, ολόκληρες υπηρεσίες των ιδρυμάτων, όπως και αυτή της φύλαξης, πρακτικά καταργήθηκαν. Κάποια ιδρύματα τότε προχώρησαν (και άλλα σχεδιάζουν) συμβάσεις με ιδιωτικές εταιρείες σεκιούριτι για τη φύλαξή τους, πράγμα που προκάλεσε αντιδράσεις σε φοιτητές και άλλα μέλη της κοινότητας των ιδρυμάτων.

***

Το θέμα όμως «φούντωσε» με αφορμή μια προγραμματισμένη κινητοποίηση φοιτητών, την περασμένη Δευτέρα, στα Προπύλαια. Λόγω της κινητοποίησης η Πρυτανεία επέλεξε να κλειδώσει το κεντρικό κτίριο του πανεπιστημίου και να ζητήσει «προληπτικά» τη συνδρομή της Αστυνομίας. Διατήρησε, δε, κλειδωμένο το κτίριο για όλη τη βδομάδα, προκαλώντας εύλογες αντιδράσεις των εργαζομένων στο χώρο, που διαμαρτύρονταν για τις συνθήκες εργασίας τους και την ασφάλειά τους. Ο πρύτανης δήλωσε ότι ο έλεγχος εισόδου στο κεντρικό κτίριο του πανεπιστημίου θα μονιμοποιηθεί, προσθέτοντας: «Δεν πρόκειται να εισέρχεται κανείς χωρίς να έχει δουλειά». Ο συγκεκριμένος πρύτανης, εξάλλου, ως πανεπιστημιακός την προηγούμενη δεκαετία, είχε πρωτομιλήσει για φοιτητικές ταυτότητες και έλεγχο εισόδου σε όλους τους χώρους του πανεπιστημίου.

***

Είναι παραπάνω από φανερό ότι όλη αυτή η συζήτηση περί «νόμου και τάξης» στα ΑΕΙ έχει στόχο τη νομιμοποίηση μέτρων που θα βάλουν στο στόχαστρό τους το κίνημα φοιτητών, εργαζομένων και διδασκόντων μέσα στα ιδρύματα. Το έδαφος προλειαίνεται εδώ και καιρό γι' αυτές τις αντιδραστικές εξελίξεις. Την τελευταία πενταετία έχουμε δει ορυμαγδό αναλύσεων, ρεπορτάζ και δηλώσεων περί δήθεν «ανομίας» που... «βασιλεύει» στα ΑΕΙ, αξιοποιώντας υπαρκτά ζητήματα που όμως σκόπιμα συνδέονται με κινητοποιήσεις μέσα στα ιδρύματα, όπως καταλήψεις ή παραστάσεις διαμαρτυρίας σε συνεδριάσεις οργάνων.

Βέβαια, «βούτυρο στο ψωμί» όσων θέλουν να παρουσιάσουν τις κινητοποιήσεις ως τμήμα της «ανομίας» έχουν «απλώσει» κατά καιρούς και διάφορες ομάδες που δρουν εκφυλιστικά για το φοιτητικό κίνημα, δίνοντας με τις ενέργειές τους το πάτημα για να συκοφαντηθεί και να απομαζικοποιηθεί. Αποτελούν την άλλη όψη του ίδιου νομίσματος στην επιχείρηση επιβολής του δόγματος «νόμος και τάξη» μέσα στις σχολές.

Ετσι, έχει φτιαχτεί ένα «κλίμα» (με ευθύνη συγκεκριμένων συγκροτημάτων του Τύπου και μερίδας πανεπιστημιακών, πολλοί από τους οποίους έχουν αναλάβει πλέον και διοικητικούς θώκους στα ιδρύματα) που εμφανίζει ότι τα ΑΕΙ κλείνουν με το παραμικρό, ότι τα όργανά τους τάχα δεν μπορούν να συνεδριάσουν, ακόμα και ότι απειλείται η σωματική ακεραιότητα στελεχών τους. Ομως, η πραγματικότητα που γνωρίζει και βιώνει η μεγάλη μάζα φοιτητών, πανεπιστημιακών και εργαζομένων στα ιδρύματα δεν είναι καθόλου έτσι.

***

Οι περισσότεροι φοιτητές αγωνιούν για τις σπουδές και το μέλλον τους, αγωνίζονται για να τα βγάλουν πέρα, αναγκαζόμενοι να βάζουν όλο και περισσότερο το χέρι στην τσέπη ή να δουλεύουν παράλληλα με τις σπουδές τους, έρχονται αντιμέτωποι με τις ελλείψεις και την υποχρηματοδότηση των ιδρυμάτων και έχουν κάθε λόγο να οργανώνονται και να διεκδικούν συλλογικά όλα όσα τους ανήκουν. Και πρώτ' απ' όλα συνθήκες να μπορούν να σπουδάσουν, όπως στέγαση, σίτιση, αποκλειστικά δωρεάν σπουδές σε όλα τα επίπεδα, επιστήμη και έρευνα σε όφελος των λαϊκών αναγκών και όχι του κεφαλαίου, κ.λπ. Αντίστοιχα οι εργαζόμενοι στα ιδρύματα βρίσκονται σε μια διαρκή ανασφάλεια, οι διδάσκοντες σπρώχνονται να λειτουργούν ως μάνατζερ, να φέρνουν χρηματοδότηση στο ίδρυμα και να κυνηγούν προγράμματα για να κάνουν τη δουλειά τους, οι οποίοι όμως έχουν δικαίωμα και υποχρέωση να αντιδράσουν στην κατάσταση που επιχειρείται να επιβληθεί. Γιατί όσο δυναμώνουν τα μέτρα καταστολής στα ιδρύματα, στο στόχαστρό τους θα μπαίνει όποιος αντιστέκεται.


Γ. Σ.



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ