Στη σφοδρή σύγκρουση στη Συρία, που γίνεται με τη στήριξη των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, χιλιάδες είναι οι άμαχοι νεκροί |
Κατά τη διάρκεια των προηγούμενων ημερών, ο Μπραχίμι είχε συναντήσεις στη Δαμασκό με τον Σύρο Πρόεδρο, Μπ. Ασαντ, αλλά και αλλού με εκπροσώπους των αντικαθεστωτικών. Ο Αλγερινός διπλωμάτης δεν έχει αποκαλύψει τίποτε ως προς το ακριβές περιεχόμενο των συζητήσεών του. Αρκέστηκε, απλώς, να απευθύνει άλλη μια έκκληση για «πραγματική αλλαγή» στη Συρία, την οποία γενικόλογα τοποθέτησε στο πολυσυζητημένο σχήμα της σύστασης «μεταβατικής κυβέρνησης» με πλήρεις εξουσίες, η οποία θα οδηγήσει τη χώρα σε εκλογές, είτε προεδρικές είτε βουλευτικές, ανάλογα με το ποιο σύστημα θα θελήσει ο συριακός λαός να υιοθετήσει, αποτρέποντας την κατάρρευση των κρατικών δομών και θεσμών.
Και αυτή τη φορά, όπως και τις τουλάχιστον άλλες δύο φορές που ο Μπραχίμι έκανε «γύρους επαφών» με ιμπεριαλιστικές δυνάμεις αλλά και με τη συριακή ηγεσία, δεν αποσαφήνισε τι ακριβώς προβλέπει το συγκεκριμένο σχέδιο. Στο γενικότερο περίγραμμά του, θεωρητικώς, όλοι συμφωνούν. Μόνο που στις κομβικές λεπτομέρειες, όπως είναι, παραδείγματος χάριν, η απαίτηση των αντικαθεστωτικών και ορισμένων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, όπως είναι η Γαλλία, η οποιαδήποτε «μετάβαση» να αρχίζει με την αποχώρηση Ασαντ από την εξουσία, αρχίζουν τα προβλήματα και οι διαφωνίες.
Μέχρι στιγμής δεν υπάρχει κανένα συγκεκριμένο στοιχείο που να δείχνει ότι αυτή η νέα απόπειρα διαμεσολάβησης του Μπραχίμι θα έχει καλύτερη τύχη από τις προηγούμενες, οι οποίες απέβησαν άκαρπες λόγω των αγεφύρωτων ενδοϊμπεριαλιστικών διαφωνιών. Είναι, όμως, γεγονός ότι ορισμένα δεδομένα έχουν αλλάξει σε σχέση με τους προηγούμενους μήνες.
Ενα από τα σημαντικότερα νέα στοιχεία είναι η απόπειρα στοιχειώδους συντονισμού και συνεργασίας μεταξύ των διαφορετικών τμημάτων των συριακών αντικαθεστωτικών, η οποία είναι το αποτέλεσμα πολύμηνων ασφυκτικών ιμπεριαλιστικών πιέσεων, κυρίως από την πλευρά της Ουάσιγκτον. Ο λόγος απλός: Πίσω από κάθε ξεχωριστή ομάδα αντικαθεστωτικών κρύβονται τα συμφέροντα μιας άλλης δύναμης τα οποία μόνο ως ένα βαθμό συγκλίνουν με τους υπόλοιπους διαγκωνιζόμενους.
Με τις αιματηρές συγκρούσεις στη Συρία να κοντεύουν πλέον να συμπληρώσουν σχεδόν δύο χρόνια, ο ρόλος ορισμένων δυνάμεων της ευρύτερης περιοχής είναι πια ξεκάθαρος. Η Τουρκία, εξαρχής, απροκάλυπτα και κυνικά, στήριξε το τμήμα εκείνο των αντικαθεστωτικών που εκφράζεται από τους ισλαμιστές «Αδελφούς Μουσουλμάνους», δρομολόγησε τη δημιουργία του Συριακού Εθνικού Συμβουλίου και αποτέλεσε τον κύριο δίαυλο εξοπλισμού και επαφής τους με τον έξω κόσμο.
Πολύ γρήγορα στο «παιχνίδι» εισήλθαν και οι πετρελαιομοναρχίες του Κόλπου. Η χρηματοδότηση και ο εξοπλισμός ιδιαίτερα των πιο ακραίων ισλαμιστικών ομάδων των συριακών αντικαθεστωτικών, οι οποίες συχνά απαρτίζονται από μισθοφόρους ενόπλους - κάτι που αποδεικνύεται και στα πεδία των μαχών από την εμπειρία που επιδεικνύουν - από τις πετρελαιομοναρχίες δεν επιβεβαιώθηκαν επισήμως ποτέ αλλά ούτε και διαψεύστηκαν, ενώ το Κατάρ δεν έχει πάψει ούτε στιγμή να θέτει το ζήτημα του επίσημου εξοπλισμού τους.
Το δικό του «ζωτικό χώρο» επιδίωξε ν' αποκτήσει και ο γαλλικός ιμπεριαλισμός, ο οποίος δεν αρκέστηκε στην ανοιχτή διπλωματική υποστήριξη των αντικαθεστωτικών. Εσπευσε να «υιοθετήσει», το καλοκαίρι, ορισμένα «τοπικά συμβούλια διοίκησης» που φέρεται να προέρχονται από τις περιοχές που βρίσκονται υπό τον πλήρη έλεγχο των αντικαθεστωτικών. Με διαδικασίες που παραμένουν αδιευκρίνιστες, το Παρίσι χρηματοδοτεί και προσφέρει «ανθρωπιστική βοήθεια», όπως λέει, στα συμβούλια αυτά, διεκδικώντας εμφανώς ευρύτερο ρόλο στις τρέχουσες εξελίξεις αλλά και στο τοπίο που θα διαμορφωθεί την «επόμενη μέρα».
Απέναντι σε αυτό το τοπίο ήταν μάλλον αναμενόμενη η αντίδραση των ΗΠΑ. Η Ουάσιγκτον δε θα μπορούσε να αποδεχτεί μια σειρά αντικαθεστωτικών οργανώσεων επί των οποίων θα είχε ελάχιστο έλεγχο, όχι μόνο σήμερα αλλά και αύριο. Υπό τις ασφυκτικές της πιέσεις, παραγκωνίστηκε το Εθνικό Συριακό Συμβούλιο και συστάθηκε, στις αρχές Νοέμβρη, η «Εθνική Συμμαχία», με τη συμμετοχή, θεωρητικώς, περισσότερων αντικαθεστωτικών ομάδων, με μικρότερο ρόλο για τους ισλαμιστές «Αδελφούς Μουσουλμάνους» και μεγαλύτερο για «καθαρούς συμμάχους» του αμερικανικού ιμπεριαλισμού και με ταυτόχρονη σύσταση ενός κοινού κέντρου διοίκησης επί των ένοπλων ομάδων που δρουν εντός Συρίας.
Τη σημασία του έχει το γεγονός ότι στο ενιαίο αυτό κέντρο διοίκησης αρνήθηκαν να συμμετάσχουν ορισμένες από τις ισχυρότερες ισλαμιστικές ομάδες ενόπλων, όπως το Μέτωπο «αλ Νούσρα», που αποτελεί ίσως το πλέον εμπειροπόλεμο και σκληρό τμήμα των αντικαθεστωτικών. Διαθέτοντας τον πιο εξελιγμένο εξοπλισμό - το πιθανότερο με την υποστήριξη των πετρελαιομοναρχιών - και τους πιο έμπειρους και πειθαρχημένους μαχητές, πρακτικά το Μέτωπο «αλ Νούσρα» και άλλες παρόμοιες οργανώσεις διαμορφώνουν τέτοια δεδομένα στο έδαφος που να τους επιτρέψουν αν όχι να επιβάλουν, τουλάχιστον να διαπραγματευτούν με αξιώσεις το ρόλο το δικό τους, και των χρηματοδοτών τους, στην επόμενη μέρα.
Ενώ οι «σύμμαχες» ιμπεριαλιστικές δυνάμεις διαγκωνίζονται για το εύρος της επιρροής τους στους Σύρους αντικαθεστωτικούς, συνεχίζεται και εντείνεται η ενδοϊμπεριαλιστική αντιπαράθεση για τον τρόπο επίλυσης του «γόρδιου δεσμού» της Συρίας. Ρωσία και Κίνα, εξαρχής, τάχθηκαν απέναντι στους αντικαθεστωτικούς και στους συμμάχους τους, με την πρώτη, σε πολλές ευκαιρίες, να διευκρινίζει με περισσή κυνικότητα και ειλικρίνεια ότι η στάση αυτή δεν είχε να κάνει με κάποιου είδους «συμπάθεια» προς το καθεστώς Ασαντ αλλά με τα συμφέροντα της ρωσικής αστικής τάξης στην περιοχή.
Επανειλημμένως η ρωσική ηγεσία αναφέρθηκε στα τεκταινόμενα στη Λιβύη πριν, κατά και μετά την ανατροπή του καθεστώτος Καντάφι από την ιμπεριαλιστική επέμβαση, ως παράδειγμα προς αποφυγήν. Επίσης, προσπάθησε και πέτυχε να έχει επαφές με ένα τμήμα των Σύρων αντικαθεστωτικών, όπως και η Κίνα, το οποίο, όμως, δε συμπράττει με τα υπόλοιπα και δε φαίνεται να μπορεί να παίξει κυρίαρχο ρόλο στις εσωτερικές εξελίξεις. Επιπλέον, στο συριακό έδαφος βρίσκεται η μοναδική ναυτική στρατιωτική βάση της Ρωσίας στη Μεσόγειο (Ταρτούς), η οποία της διασφαλίζει πρόσβαση στην πολύτιμη, γεωστρατηγικά και ενεργειακά, ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής.
Είναι μάλλον προφανές ότι η Μόσχα δεν πρόκειται να εγκαταλείψει χωρίς ανταλλάγματα τη θέση αυτή αλλά και τα συμφέροντά της στην περιοχή, γνωρίζοντας πολύ καλά ότι η Συρία είναι το μαλακό υπογάστριο του Ιράν, το οποίο, λόγω θέσης και πλουτοπαραγωγικών πηγών, είναι «κόμβος» τόσο για την ενεργειακή παραγωγή όσο και για τη μεταφορά πετρελαίου και αερίου. Αυτό το γνωρίζει και η ιρανική ηγεσία, η οποία με πολλούς τρόπους έχει εκδηλώσει την υποστήριξή της προς τον Σύρο Πρόεδρο, γνωρίζοντας πολύ καλά ότι αποτελεί τον επόμενο, ή ίσως και τον σημαντικότερο, στόχο των ιμπεριαλιστικών σχεδιασμών.
Στο πλαίσιο αυτών των παζαριών θα μπορούσε κανείς να εντάξει και τους ελιγμούς που φαίνεται να κάνει η ρωσική διπλωματία. Ισως η πιο σημαντική παρέμβαση στο επίπεδο αυτό είναι η ταύτιση απόψεων που φάνηκαν να έχουν η ρωσική διπλωματία και ο Σύρος αντιπρόεδρος, Φαρούκ αλ Σάρα'α - τον οποίο πολλά και διαφορετικά κέντρα «προαλείφουν» ως ενδεχόμενο πρόσωπο που ίσως θα μπορούσε να ηγηθεί μιας «μεταβατικής κατάστασης» κοινά αποδεκτής από όλους. Συμφώνησαν ότι δεν μπορεί να υπάρξει στρατιωτική νίκη.
Οποιος ελέγχει την Ευρασία, ελέγχει τις ροές ενέργειας, άρα έχει κυρίαρχο ρόλο στο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα, έγραφε πολλά χρόνια νωρίτερα στη «Μεγάλη Σκακιέρα» ο Ζμπίγκνιου Μπρεζίνσκι. Σήμερα, η αντίληψη αυτή έχει λάβει σάρκα και οστά και υλοποιείται υπό τη μορφή ευρύτερων ιμπεριαλιστικών σχεδιασμών υπό τη γενικόλογη επωνυμία «Μεγάλη Μέση Ανατολή» και με το αίμα των λαών της περιοχής που βρίσκονται στο στόχαστρο, με το συριακό να πληρώνει βαρύ «φόρο» σε ζωές.