Προβλέπει ένα ισχυρό πλέγμα ενισχύσεων με έμφαση στις φοροαπαλλαγές και την στήριξη των μεγάλων επιχειρήσεων στο νέο πλαίσιο οικονομικής δραστηριότητας
Αυτή τη στιγμή, το μεγάλο κεφάλαιο απαιτεί να βγει από την κρίση πιο δυνατό από πριν, με ακόμη πιο ευνοϊκό έως ασύδοτο καθεστώς δράσης, ξεκαθαρίζοντας το «τοπίο» ακόμη και στο εσωτερικό του, εκτοπίζοντας τους πιο αδύναμους, αποσπώντας τα μερίδια αγοράς, σε μια προοπτική ακόμη μεγαλύτερης συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης |
Για άλλη μια φορά, οι μεγάλες επιχειρήσεις διασφαλίζουν προϋποθέσεις επιχειρηματικής ανάπτυξης με ελάχιστη ίδια συμμετοχή, περίπου 25% τυπικά, η οποία όμως μειώνεται όλο και περισσότερο στην πράξη, με την απόδοση των ενισχύσεων μακροχρόνιας διάρκειας του νόμου και ειδικότερα των φοροαπαλλαγών. Η ενίσχυση μέσω φοροαπαλλαγών έχει κυρίαρχη θέση στο νομοσχέδιο, που έχει προσαρμοστεί στο γενικότερο περιβάλλον έλλειψης ρευστότητας και αποδέχεται σημαντική μελλοντική μείωση δημόσιων εσόδων για να στηρίξει τους κεφαλαιοκράτες σε μια περίοδο που για να στηριχθούν τα δημόσια έσοδα λεηλατούνται μισθοί και συντάξεις.
Ωστόσο, η επιλογή τους έχει πολλαπλασιαστική θετική επίδραση για τις ισχυρότερες επιχειρήσεις που έχουν πρόσβαση σε κεφάλαια και τη δυνατότητα να πραγματοποιήσουν επιχειρηματικά σχέδια ασφαλούς απόδοσης. Από αυτή την πλευρά, οι φοροαπαλλαγές είναι μια εγγύηση υπερκερδοφορίας για τους μεγάλους «παίκτες» και ένα επίφοβο ρίσκο για τις πιο αδύναμες επιχειρήσεις, διευρύνοντας τις ανισότητες του νόμου υπέρ των πολύ μεγάλων επιχειρήσεων. Ετσι, ουσιαστικά ο νέος νόμος είναι ακόμη πιο ευνοϊκός για το μεγάλο κεφάλαιο από τους παλαιότερους, με αυστηρότερες ακόμη ρυθμίσεις που εξασφαλίζουν ότι οι μικρότερες επιχειρήσεις θα έχουν μόνο τυπική δυνατότητα προσφυγής σε αυτόν. Δεν είναι τυχαίο ότι πριμοδοτούνται τα επιχειρηματικά σχέδια που θα επιλέξουν κυρίως τις φοροαπαλλαγές, πολύ περισσότερο εάν αποποιηθούν και κάποιο τμήμα της άμεσης επιχορήγησης που δικαιούνται.
Η φύση των ενισχύσεων, σε συνδυασμό με ένα πλαίσιο «αντικειμενικών» κριτηρίων αξιολόγησης - αναμένεται να προσδιοριστούν - αλλά και τη θέσπιση του «συναγωνισμού» ανάμεσα στα επενδυτικά σχέδια, τα οποία θα μπαίνουν σε μια λίστα και θα εγκρίνονται μέχρι της εξάντλησης του ετήσιου προϋπολογισμού που θα ανακοινώνεται στην αρχή κάθε έτους, συναποτελούν το γενικότερο πλαίσιο αποκλεισμού των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων. Με μια συμμετοχή που υπονομεύεται εξαρχής, καθώς ισχύουν τα κριτήρια κατάταξης της ΕΕ, που αναγνωρίζουν ως μικρομεσαίες επιχειρήσεις ακόμη και αυτές που έχουν τζίρους εκατομμυρίων ευρώ και δεκάδες εργαζόμενους, οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις αποτελούν για μια ακόμη φορά ένα «άλλοθι» για τη διοχέτευση των πόρων του «αναπτυξιακού» στους ισχυρούς.
Παρ' ότι ο «αναπτυξιακός» της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ αντιγράφει στις προθέσεις και το αποτέλεσμα τους αντίστοιχους νόμους του παρελθόντος, από την κυβέρνηση και τον αρμόδιο υπουργό δόθηκε ιδιαίτερη έμφαση στη «διαφορετικότητα» αυτού του νόμου σε σχέση με όλους τους προηγούμενους. Ο Μ. Χρυσοχοΐδης δε δίστασε να ασκήσει κριτική και στην πρακτική προηγούμενων κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ, αναφέροντας στο Υπουργικό Συμβούλιο: «Είναι ανάγκη σήμερα να τραβήξουμε μια κόκκινη διαχωριστική γραμμή με το παρελθόν. Μέχρι σήμερα κινούμασταν σε μια εντελώς διαφορετική κατεύθυνση. Οπως αποδείχθηκε, η "αναπτυξιακή" μας πολιτική στόχευε λιγότερο στη βιώσιμη ανάπτυξη και περισσότερο στην εύκολη και βολική λογική της απορρόφησης πόρων χωρίς σχέδιο και στόχευση. Αντί να στηρίζουμε υγιή επιχειρηματικά σχέδια με σοβαρές προοπτικές οικονομικής απόδοσης, πριμοδοτούσαμε κατά περιόδους διάφορους "ημετέρους" επιδοτώντας πολυτελή αυτοκίνητα και βίλες.
Δεν έχει νόημα να πω περισσότερα. Τα "κουφάρια" της Θράκης, μιας περιφέρειας που έτυχε ιδιαίτερου καθεστώτος ενισχύσεων, μιλούν από μόνα τους. Οι μονάδες που επιδοτήθηκαν και συνεχίζουν να παράγουν είναι ελάχιστες. Κατορθώσαμε να σπαταλήσουμε πολύτιμους πόρους με λίγα θετικά αποτελέσματα». Η... αυτοκριτική του ΠΑΣΟΚ είναι καθαρά δημαγωγική και υποκριτική, ενώ υποδηλώνει μόνο ένα πράγμα. Την ικανότητά του να προσφέρει στο κεφάλαιο αυτό που εκείνο αξιώνει και χρειάζεται σε κάθε δεδομένη χρονική στιγμή. Κι αυτή τη στιγμή, το μεγάλο κεφάλαιο απαιτεί να βγει από την κρίση πιο δυνατό από πριν, με ακόμη πιο ευνοϊκό έως ασύδοτο καθεστώς δράσης, ξεκαθαρίζοντας το «τοπίο» ακόμη και στο εσωτερικό του, εκτοπίζοντας τους πιο αδύναμους, αποσπώντας τα μερίδια αγοράς, σε μια προοπτική ακόμη μεγαλύτερης συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης.
Ενας τρόπος για να γίνει αυτό είναι να προσαρμοστεί και η ελληνική οικονομία στις νέες κατευθύνσεις της ΕΕ για την «οικονομία της γνώσης». Εξάλλου, είναι αναπόφευκτο να πριμοδοτηθούν εκείνες οι επιχειρηματικές δραστηριότητες που είναι διατεθειμένη να χρηματοδοτήσει η ΕΕ, στην κρίση της οποίας τίθεται και αυτό το σχέδιο νόμου. Ενα «νέο αναπτυξιακό μοντέλο» χτίζεται με εργαλεία όπως ο συγκεκριμένος νόμος και θέση σε αυτό έχουν μόνο οι «βιώσιμες» επιχειρήσεις που «καινοτομούν» και ενδυναμώνουν την «εξωστρέφειά» τους. Αυτά τα ζητήματα ξεκαθαρίστηκαν και στη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε ο υπουργός Περιφερειακής Ανάπτυξης την περασμένη Δευτέρα, χωρίς να γίνει περισσότερο διαφωτιστικός για τις λεπτομέρειες υλοποίησης του νόμου, καθώς βρίσκεται σε εξέλιξη νέος κύκλος διαβούλευσης με τους επιχειρηματίες για τα πεδία εφαρμογής του και διαμόρφωσης των πολλών υπουργικών αποφάσεων που απαιτεί. Με το νέο νόμο θα στηριχτεί η «υγιής επιχειρηματικότητα» και η «κοινωνική κινητικότητα σε όλες τις περιφέρειες», αλλά θα ενθαρρυνθεί και η «καινοτομία και οι επενδύσεις υψηλής απόδοσης».
Ολα τα παραπάνω διαμορφώνουν το πολιτικό, οικονομικό και «αναπτυξιακό» πλαίσιο στο οποίο κινείται το νομοσχέδιο, αλλά και επιδιώκει να διαμορφώσει. Οι βασικές ρυθμίσεις του νόμου, πάνω στις οποίες θα δομηθούν οι εξειδικεύσεις των υπουργικών αποφάσεων, προβλέπουν:
Η επικράτεια χωρίζεται σε 3 αντί για 4 ζώνες κινήτρων: Στην Α' Ζώνη ανήκουν οι Νομοί της Αττικής και Βοιωτίας. Στη Β' Ζώνη οι Νομοί με κατά κεφαλήν ΑΕΠ μεγαλύτερο από το 75% του μέσου όρου της χώρας. Στη Γ' Ζώνη ανήκουν οι Νομοί με κατά κεφαλήν ΑΕΠ μικρότερο από το 75% του μέσου όρου της χώρας, η Περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, τα νησιά των Περιφερειών Νοτίου και Βορείου Αιγαίου και Ιονίων Νήσων, καθώς και οι παραμεθόριοι Νομοί της χώρας.
Το ποσοστό ενίσχυσης κάθε επενδυτικού σχεδίου εξαρτάται από το μέγεθος της επιχείρησης και από το νομό υλοποίησης και δε θα μπορεί να υπερβαίνει το 50% του συνολικού κόστους και επιμερίζονται ως εξής:
Το ελάχιστο ύψος επένδυσης είναι: 1 εκατ. ευρώ για μεγάλες επιχειρήσεις, 500.000 ευρώ για μεσαίες, 300.000 ευρώ για μικρές και 200.000 ευρώ για πολύ μικρές. Τον Απρίλη του 2011 θα κατατεθούν οι πρώτες αιτήσεις. Ο νέος Επενδυτικός Νόμος προβλέπει 3 γενικές και 4 ειδικές κατηγορίες επενδυτικών σχεδίων και αντίστοιχα καθεστώτα επενδύσεων.
Τρεις γενικές και τέσσερις ειδικές κατηγορίες ενισχύσεων προβλέπει το νομοσχέδιο, ενώ απομένει ο σαφής προσδιορισμός για το ποιο είδος επένδυσης μπορεί να ενταχθεί στην κάθε κατηγορία και ο προϋπολογισμός των ενισχύσεων.
Γενικές κατηγορίες:
Ειδικές κατηγορίες: