Ξεχωρίζει η με ιδιαίτερη έμφαση αναφορά στις σχέσεις με Τουρκία και Βραζιλία
«Συνεκτική εμπλοκή», ένας νέος όρος στη στρατηγική εθνικής ασφάλειας του Ομπάμα, που βασίζεται στον «ακρογωνιαίο λίθο» των παραδοσιακών συμμαχιών των ΗΠΑ, κι επεκτείνεται για να συμπεριλάβει «αποτελεσματικότερες συνεργασίες με άλλα κομβικά κέντρα ισχύος». Βέβαια, το νέο δόγμα αναγνωρίζει ότι υπάρχει ανάγκη σύζευξης διπλωματικής συνεργασίας, οικονομικής πειθαρχίας και στρατιωτικής δύναμης για την ενίσχυση της θέσης των ΗΠΑ στον κόσμο. Οπερ τονίζεται και η ανάγκη ενίσχυσης των διεθνών οργάνων και της συλλογικής δράσης για την «εξυπηρέτηση κοινών συμφερόντων», δηλαδή των πολυεθνικών μονοπωλίων.
Είναι αξιοσημείωτο ότι πέραν της διαφορετικής ορολογικής προσέγγισης η στρατηγική Ομπάμα λίγες διαφορές παρουσιάζει από τη στρατηγική εθνικής ασφαλείας του Προέδρου Μπους που έδινε έμφαση στην «αποτελεσματική», προσανατολισμένη στη «δράση», συγκρότηση πολυμερών συμμαχιών για να αντιμετωπιστούν οι εκάστοτε προκλήσεις: Για να «ενισχυθούν οι συμμαχίες ώστε να νικηθεί η παγκόσμια τρομοκρατία και να αποτραπούν επιθέσεις εναντίον μας και εναντίον των φίλων μας», και να «αναπτυχθούν προγράμματα συνεργατικής δράσης με τα άλλα κύρια κέντρα παγκόσμιας ισχύος».
Η στρατηγική εθνικής ασφάλειας του Μπους τόνιζε ότι η εθνική ασφάλεια των Ηνωμένων Πολιτειών δε στηρίζεται αποκλειστικά σε στοιχεία όπως η ισορροπία των στρατιωτικών δυνάμεων, αλλά και στην ισχύ και την ελκυστικότητα των «ηθικών αξιών» της Αμερικής, ειδικά στη δέσμευση των ΗΠΑ να υπερασπιστούν και να προωθήσουν «τα ανθρώπινα δικαιώματα που προστατεύονται από δημοκρατικούς θεσμούς». Η στρατηγική εθνικής ασφάλειας του Ομπάμα επισημαίνει το ίδιο πράγμα: «Οι Ηνωμένες Πολιτείες απορρίπτουν το ψευδές δίλημμα ανάμεσα στην επιδίωξη των στενών τους συμφερόντων και μια εκστρατεία δίχως τέλος για την επιβολή των αξιών μας».
Η στρατηγική εθνικής ασφάλειας του Μπους αναγνώριζε ότι οι διεθνείς οργανισμοί έχουν μειονεκτήματα, αλλά η ύπαρξή τους είναι ουσιώδης, και άρα χρειάζεται η «μεταρρύθμισή τους». Η στρατηγική εθνικής ασφάλειας του Ομπάμα κάνει ακριβώς την ίδια επισήμανση: «Χρειάζεται να έχουμε ξεκάθαρο όραμα όσον αφορά τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα των διεθνών θεσμών, οι οποίοι αναπτύχθηκαν για την αντιμετώπιση των προκλήσεων μιας παλαιότερης εποχής και το έλλειμμα πολιτικής βούλησης, η οποία ορισμένες φορές παρεμπόδισε την επιβολή των διεθνών κανόνων. Αλλά θα ήταν καταστροφικό τόσο για την αμερικανική εθνική ασφάλεια όσο και για την παγκόσμια ασφάλεια εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες χρησιμοποιούσαν τις νέες προκλήσεις που ανακύπτουν και τα μειονεκτήματα του συστήματος των διεθνών οργανισμών ως δικαιολογία για να αποχωρήσει από αυτό. Αντίθετα, πρέπει να επικεντρώσουμε την αμερικανική πολιτική στην ενίσχυση των διεθνών θεσμών και να ενισχύσουμε τη συλλογική δράση που μπορεί να εξυπηρετήσει κοινά συμφέροντα». . . και ως διεθνείς οργανισμούς αναφέρει τους γνωστούς, όπως τον ΟΗΕ, το ΝΑΤΟ, τον ΟΟΣΑ, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και περιφερειακούς οργανισμούς όπως τον Οργανισμό Αμερικανικών Κρατών, τον ASEAN και άλλους, οργανισμούς που χρησιμοποιούνται από τις ΗΠΑ ήδη από το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου για την αποτελεσματική άσκηση της εξωτερικής τους πολιτικής.
Ειδική μνεία υπάρχει για κάθε περιοχή του πλανήτη και πρωτίστως καταγράφεται ότι η συνεργασία της Ουάσιγκτον με τους Ευρωπαίους συμμάχους εξακολουθεί να παραμένει ο ακρογωνιαίος λίθος της παγκόσμιας αμερικανικής παρουσίας και καταλύτης στη διεθνή δράση. Εμφαση δίνεται φυσικά στο ΝΑΤΟ και τη «νέα στρατηγική αντίληψη που θα παρέχει την ευκαιρία να ανανεώσει και να μετασχηματίσει τη συμμαχία. Είμαστε δεσμευμένοι να εξασφαλίσουμε ότι το ΝΑΤΟ είναι ικανό να αντιμετωπίσει ένα ευρύ φάσμα προκλήσεων του 21ου αιώνα ενόσω εξυπηρετεί ως θεμέλιο της ευρωπαϊκής ασφάλειας»...
Οι ΗΠΑ, επίσης, παραμένουν δεσμευμένες στην προώθηση της σταθερότητας και της δημοκρατίας στα Βαλκάνια και «παραμένουν αφοσιωμένες στην επίλυση διαφορών της Τουρκίας στον Καύκασο και στην Κύπρο...» αναφέρει το νέο δόγμα για την εθνική ασφάλεια. «Οι ΗΠΑ θα συνεχίσουν να συνεργάζονται με την Τουρκία σε ένα ευρύ φάσμα αμοιβαίων στόχων και ιδιαίτερα στην επιδίωξη σταθερότητας στην περιοχή της», δηλαδή στην περιοχή της Τουρκίας. Ισως, πλέον, μπορεί να κατανοηθεί περισσότερο η τελευταία υπερκινητικότητα της Τουρκίας τόσο όσον αφορά το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν όσο και τα τελευταία γεγονότα στη Γάζα. Αλλά και όχι μόνο.
Μια ακόμη ειδική μνεία αφορά στη Βραζιλία, έναν ακόμη «υπερκινητικό παίκτη» παγκοσμίως το τελευταίο χρονικό διάστημα που στο παρελθόν αποτελούσε μόνο μία αναφορά και αυτή φευγαλέα. Και όμως σε αυτό το κείμενο αναφέρεται με πολύ χαρακτηριστικό τρόπο: «Καλωσορίζουμε την ηγεσία της Βραζιλίας και επιδιώκουμε να κινηθούμε πέραν των παλαιών διχασμών Βορρά - Νότου για να επιδιώξουμε πρόοδο σε διμερή ζητήματα, ζητήματα του ημισφαιρίου (σ.σ. της αμερικανικής ηπείρου και της Καραϊβικής), και παγκόσμια ζητήματα. Η μακροοικονομική επιτυχία της Βραζιλίας, μαζί με τα βήματα που κάνει για να περιορίσει τα κοινωνικοοικονομικά της χάσματα, δίνουν σημαντικά μαθήματα σε χώρες σε ολόκληρη την αμερικανική ήπειρο και την Αφρική. Θα ενθαρρύνουμε τις προσπάθειες της Βραζιλίας για την καταπολέμηση των παράνομων διεθνικών δικτύων. Ως θεματοφύλακας ενός μοναδικού εθνικού περιβάλλοντος και χώρα που ηγείται στον τομέα των καυσίμων από ανανεώσιμες πηγές, η Βραζιλία είναι σημαντικός εταίρος στις προσπάθειες αντιμετώπισης της παγκόσμιας κλιματικής αλλαγής και προώθησης της ενεργειακής ασφάλειας. Και στο πλαίσιο του G-20 και του γύρου της Ντόχας, θα συνεργαστούμε με τη Βραζιλία για να διασφαλίσουμε ότι η οικονομική ανάπτυξη και η ευημερία θα μοιραστούν πλατιά».