Σ' αυτή την πλευρά του ανατολικού Αιγαίου που αντικρίζει στο ανοιχτό πέλαγο από την Αργαλαστή, την Πλάκα, τον Αϊ - Γιάννη, το Παπά Νερό και ως την Νταμούχαρη, το ποικιλόμορφο πράσινο βουτάει κατ' ευθείαν στη θάλασσα. Στην οριογραμμή, μεταξύ του νερού και του δάσους ξανοίγονται μικροί όρμοι, αγκάλες με χοντρόκοκκη άμμο, βότσαλα και μια σειρά γιγαντόβραχοι και μικρές θαλασσοσπηλιές που η είσοδός τους βρίσκεται λίγο πάνω από την επιφάνεια του νερού.
Μια από τις θαλασσοσπηλιές αυτές - και όχι η μόνη - έγινε κατά τη διάρκεια των γερμανικών εκκαθαριστικών επιχειρήσεων στο Πήλιο, το καταφύγιο μιας ομάδας 17 αγωνιστών που είχαν απομονωθεί. Ανάμεσά τους βρέθηκε μια έγκυος και ένα δωδεκάχρονο αγόρι. Η διαφυγή προς τα πάνω, προς τις Τσαγκαράδες οδηγούσε στο γερμανικό κλοιό.
Η μόνη ελπίδα ήταν προς τη θάλασσα και τις σπηλιές. Βάρκα δεν μπορούσαμε να ρίξουμε, διηγείται ο Αποστόλης. Κατεβήκαμε από ένα φιδομονοπάτι ως τα ριζά των θαλασσόβραχων, στη θέση Τσουνάγκα και από εκεί, βρεμένος ως τη μέση, συρθήκαμε από ένα μικρό άνοιγμα που άρχιζε λίγο πάνω από τη θάλασσα, στη θαλασσοσπηλιά, όπου κάθε τόσο εισχωρούσε το κύμα. Τρία μερόνυχτα μείναμε εκεί, βρεμένοι, πεινασμένοι και προπαντός διψασμένοι.
Τη δεύτερη μέρα, ένας από τους αντάρτες του ΕΛΑΣ, παλιός τσοπάνης, σύρθηκε ως το άνοιγμα και σκαρφάλωσε ως τον κατάκρημνο άγριο βράχο. Γύρισε με μια αγκαλιά κρίταμα που μαζί με την κάπαρη στολίζουν τα βράχια, βυζαίνοντας την αλισάχνη της θάλασσας.
- Δεν είναι ωραία, ωμά, αλλά μασήστε τα λίγο και ρουφήξτε τις λίγες σταγόνες δροσιάς που αποθηκεύουν στα φυλλαράκια τους. Ηταν, στυφά, πικρά, με μυρωδιά... βερνικιού. Τα μασάγαμε και τα φτύναμε, βρασμένα με ξίδι και λίγο λάδι είναι διαφορετικά. Αυτά ήταν τα κρίταμα των βράχων, που μας κράτησαν ως την Τρίτη μέρα, όπου κατά το σύθαμπο, ξεμυτίσαμε από τη σπηλιά της σωτηρίας. Μισό και πάνω αιώνα από τότε συναντήσαμε και πάλι τα κρίταμα και την ανθισμένη κάπαρη με τα μεγάλα, σαν αχνορόδινες πεταλούδες λουλούδια της που στολίζουν τους "απορώγες" βράχους.