Αγραφα. Λίμνη Πλαστήρα. Περπατήσαμε στα χωριά της Αύγουστο μήνα. Ελατόφυτες βουνοκορφές, πλατανοφορεμένες λαγκαδιές γαλαζοπράσινα νερά, εικόνες απερίγραπτης ομορφιάς. Και αυτή η ομορφιά σε κατακλύζει από παντού. Αύγουστος μήνας στα Αγραφα και η φύση ήταν στην "καλή και τη γλυκιά της ώρα...". Ομως ο ογδοντατετράχρονος γέροντας στο καφενείο της Πεζούλας είχε τον καημό του. "Το χειμώνα εδώ, ούτε κόκορας λαλεί ούτε σκύλος γαβγίζει. Σε πιάνει κατάθλιψη. Τίποτα, ντιπ... Μόνο εμείς τα γερόντια μείναμε". Και ο χειμώνας στα χωριά της Νεβρόπολης όπως και σε όλα τα Αγραφα κρατάει πολύ... Ο Αγγελος Λιαπής,μόνιμος κάτοικος του χωριού, θα επιμείνει. "Πόλεμο γνωρίσαμε, πείνα γνωρίσαμε, είμαι 84 χρόνων, αλλά δε ματάδα τέτοιο ρημαδιό".
Στην παρέα θα προστεθεί και ο καφετζής Αντώνης Μαλέτσικας,αφού πρώτα φέρει το κέρασμα. Από όλους ακούς το ίδιο παράπονο: "Τώρα βλέπεις κάποιες κούρσες. Είναι αυτοί που ήρθαν για παραθερισμό. Μετά τις 17 του μηνός ρημαδιό. Κρατώ αυτό το μαγαζί, αλλά το χειμώνα κάνω το γιατρό, το νοσοκόμο, τα πάντα...". Πριν τον πόλεμο το χωριό ήταν παραθεριστικό κέντρο. Εδώ - θα μας πουν - έρχονταν οι άρρωστοι για να γιατρέψουν τη φθιματίωση. Από δω περνούσαν και οι βλάχοι για ανεφοδιασμό. Ολα τα σπίτια δίπατα πέτρινα "και ήταν όλα αρχοντόσπιτα". Ομως το χωριό το έκαψαν οι Γερμανοί το Δεκέμβρη του 1943. Σαν αντίποινα για την προσφορά του στην αντίσταση δεκαοχτώ κάτοικοι εκτελέστηκαν. Ακολούθησε ο εμφύλιος... Οι ντόπιοι εξαναγκάστηκαν να αφήσουν τα χωριά τους και να κατέβουν στον κάμπο για να μη βρίσκουν βοήθεια από πουθενά οι αντάρτες. Αλλά και μετά τον εμφύλιο ο τόπος δεν μπόρεσε να πάρει ποτέ ξανά "τ' απάνω του".
"Από το 1926 μέχρι το 1983 είχαμε μόνο έναν λασπόδρομο για επικοινωνία με τ' άλλα χωριά. Μετά τον πόλεμο οι βουλευτές μας έλεγαν: "Εχετε μόνο δέκα στρέμματα χωράφι. Τι κάνετε εδώ; Πάρτε την κουρελού σας και δρόμο"". Και ο κόσμος θέλοντας και μη εγκατέλειψε. Στην απογραφή του 1981 ο πληθυσμός θα φτάσει στο κατώτατο σημείο και θα είναι περίπου ίσος με τον πληθυσμό που ζούσε στην περιοχή της Νεβρόπολης 100 χρόνια πριν, δηλαδή τη χρονιά της απελευθέρωσης από τον τουρκικό ζυγό. Το αποφασιστικό χτύπημα στην ίδια την ύπαρξη της περιοχής έδωσε η κατασκευή, στα τέλη της δεκαετίας του 1950, της τεχνητής λίμνης, που στέρησε από τους κατοίκους της 25.000 στρέμματα εύφορης καλλιεργήσιμης γης. Η αντίστροφη μέτρηση για τη Νεβρόπολη, που για αιώνες ήταν ο συνδετικός κρίκος της πεδινής Θεσσαλίας με τον ορεινό όγκο της Πίνδου και την Ηπειρο είχε αρχίσει.
Στο Μορφοβούνι (Βουνέσι) στη γενέτειρα του Νικόλαου Πλαστήρα, η εικόνα που αντικρίσαμε την Κυριακή το μεσημέρι εύκολα μπορεί να ξεγελάσει τον περαστικό. Το προαύλιο της εκκλησίας γεμάτο από κόσμο το ίδιο και τα καφενεία του χωριού. Ο Φώτης Γρηγορίου που κρατάει ένα απ' αυτά, φρόντισε να μας ξεκαθαρίσει την κατάσταση. "Στις 16 του μήνα έχουμε πανηγύρι, στις 20 το χωριό ερημώνει". Αλλά και αυτοί που μένουν, η καρδιά τους το ξέρει. "Δεν υπάρχει επιστροφή, θα μας πει ο συνταξιούχος Βαγγέλης Σταμογιώργος.Και εγώ, αν με έφτανε η σύνταξη θα 'μουνα κοντά στα παιδιά μου στην Αθήνα. Εδώ, παιδί μου πέθαναν τα καμποχώρια και η Καρδίτσα, για τα χωριά μας θα συζητάμε...". Στη συζήτηση πέφτουν και μερικές ιδέες: Να γίνει βιομηχανία επεξεργασίας ξυλείας. Αν γινόταν εργοστάσιο για το βαμβάκι στα ριζά του βουνού, θα μπορούσε να κατεβαίνει ο κόσμος και να δουλεύει. Ο αντίλογος από τη διπλανή παρέα είναι ισχυρός. "Μα δε βλέπετε το εργοστάσιο της Βαμβακουργίας στο Βόλο, έκλεισε". Αδιέξοδο; "Θα μπορούσε να γίνει το χιονοδρομικό κέντρο, αλλά θέλει χρήματα ποιος θα τα δώσει;". Και οι πολιτικοί; "Αυτοί θα φανούν εδώ πάνω άμα ζυγώσουνε οι εκλογές".
Ο Φώτης Γρηγορίου είναι κατηγορηματικός. "Χάθηκαν πολλές ευκαιρίες. Τώρα είναι αργά. Οταν η ΔΕΗ πλημμύρισε τον κάμπο για να φτιάξει το φράγμα, μετά και από τις διαμαρτυρίες μας, πήραμε κάποια λεφτά. Αλλά έφτασαν μόνο για να χτίσουμε τα σπίτια μας που είχαν καεί στον πόλεμο. Δεν μπορέσαμε να τ' αξιοποιήσουμε. Ο κόσμος αγαπάει το χωριό του, αλλά χωρίς δουλιά η οικογένεια δεν μπορεί να στεριώσει. Και τα κορίτσια κοιτάνε κατά τον κάμπο και τις πόλεις".
Λαμπερό.Μόνιμοι κάτοικοι 160, η πλειοψηφία, όπως και στ' άλλα χωριά, είναι συνταξιούχοι του ΟΓΑ. Δέκα μόνο νέοι ασχολούνται με την υλοτομία. Το χωριό ζει με τον εφιάλτη της κατολίσθησης, μας δηλώνει ο πρόεδρός του Νίκος Γκληρίτσης.Δεκαπέντε χρόνια το χωριό δεν πήρε ούτε δραχμή για έργα υποδομής. Ο δρόμος απέχει μόνο 800 μέτρα από την κύρια οδική αρτηρία αλλά ασφαλτόστρωση δε γίνεται. Το χειμώνα κινδυνεύουμε κάθε στιγμή να μείνουμε χωρίς συγκοινωνία. Αν και έχουν απαλλοτριωθεί 160 στρέμματα δίπλα στη λίμνη για τη μετεγκατάστασή μας, το Προεδρικό Διάταγμα αργεί να υπογραφεί. Θα περιμένουμε μέχρι το Σεπτέμβρη, αν δεν υπογραφεί το διάταγμα της μετεγκατάστασης, θα κάνουμε κινητοποιήσεις.
Τον δάσκαλο της Καστανιάς τον βρήκαμε στον ξενώνα της κοινότητας. Η κουβέντα μας δεν περιορίστηκε στα προβλήματα της εκπαίδευσης, ο ίδιος καταλαβαίνει πολύ καλά πως για να παραμείνει ανοιχτό το σχολείο πρέπει οι οικογένειες να μείνουν στον τόπο τους. "Το δάσος - θα μας πει - είναι παρατημένο. Στο δασικό συνεταιρισμό θα μπορούσαν ν' απασχολούνται 35 νέοι στη συντήρηση και την ανάπτυξη του δάσους. Το κόστος αποσβαίνεται από το ίδιο το δάσος γιατί βελτιώνεται η εκμετάλλευσή του. Επειτα υπάρχουν χιλιάδες στρέμματα δάσους που είναι τσιφλίκια. Σήμερα το χωριό έχει χίλια αιγοπρόβατα, το περιβάλλον αντέχει τουλάχιστον άλλα τόσα. Αλλά και η εμπειρία με τους 4 κοινοτικούς ξενώνες μας απέδειξε ότι είναι βιώσιμοι. Ομως η όποια τουριστική ανάπτυξη πρέπει να γίνει ισορροπημένα και να προσανατολιστεί στις οικογενειακές εκμεταλλεύσεις. Οι μεγάλες μονάδες, αντί να βοηθήσουν μπορεί να δημιουργήσουν πρόσθετα προβλήματα σ' αυτές που ήδη λειτουργούν".