Τετάρτη 4 Ιούνη 1997
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 8
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΜΦΥΛΙΟΥ
Στη μάχη με τη χιονοθύελλα

Βαγγελίτσα Κουσιάντζα. Μια ηρωίδα του λαού. Το χρονικό μιας τραγωδίας

ΜΕΡΟΣ 3ο

Δεν ξέραμε αν πηγαίναμε ανατολικά ή δυτικά. Δεν ξέραμε αν θα βρίσκαμε μπροστά μας στρατό δικό μας ή τους άλλους.

Σαν από ένστικτο τρέχαμε κυνηγημένοι από τη χιονοθύελλα, μυρμήγκια ανυπεράσπιστα μπροστά στη δύναμη μιας ανελέητης σκούπας που σάρωνε τα πάντα!..

Προχωρούσα σφίγγοντας τα δόντια, συγκεντρώνοντας όσο μπορούσα τις δυνάμεις μου. Εβαζα το χέρι μου μπροστά στα ρουθούνια, για να τα προφυλάξω. Μου φαινόταν πως ανάπνεα κάτι φλογισμένο, που μ' έκαιγε μέχρι μέσα στα πλεμόνια. (Αυτό το κάψιμο στα ρουθούνια και βαθιά μέσα στο λάρυγγα, μια γεύση και μια μυρωδιά σαν από καμένη γη, το αιστανόμουν για χρόνια μετά).

Πιο κάτω, στην πλαγιά, ακούγονται φωνές, φασαρία.

"Εδώ πέσανε κι άλλοι!"

"Πάρτε τους οι άλλοι στον ώμο! Οποιος μπορεί".

Ο Βαγγέλης Ταγκούλης, ο Σούλας Τσιαμανής, νεκροί. Αλλα παιδιά, αντάρτες, καμιά δεκαριά άνθρωποι ξαπλωμένοι πάνω στον πάγο να χαροπαλεύουν.

Τους φορτώνονται στην πλάτη άλλοι αντάρτες, που αντέχουν ακόμα, να τους βγάλουν πιο κάτω, ίσως μπορέσουν να τους σώσουν.

Ο Ταγκούλης, ο Σούλας Τσιαμανής μαζί με τη γυναίκα του την Κούλα, η Ελένη Μπουλτζή, η γυναίκα του Γιώργου Ράγια με τα δυο παιδιά της, ο Κωστάκης Πατρίκης και τόσοι άλλοι, έμειναν ξυλιασμένοι απάνω στον πάγο, άψυχα κουφάρια εκεί στην αφιλόξενη ράχη της Νιάλας...

Μπροστά μου, δίπλα στο μονοπάτι, για να μην εμποδίζει τους άλλους να περνούν, είδα γονατισμένη μια γνωστή γυναικεία σιλουέτα. Εσκυψα αμέσως και την έπιασα απ' τους ώμους. Ηταν η Βαγγελίτσα Κουσιάντζα. Η δασκάλα απ' τον Παλαμά της Καρδίτσας. Στέλεχος του Κόμματος. Η πιο φλογερή αγωνίστρια που γνώρισα. Τη θαύμαζα, μ' έναν θαυμασμό απέραντο. Μιλούσε στις συγκεντρώσεις και ξεσήκωνε θύελλες ενθουσιασμού. Είχε δόσει όλες τις δυνάμεις της, όλη τη ζωή της στον Αγώνα. Είχε μείνει κι είχε δουλέψει στο χωριό μας αρκετό καιρό, στα χρόνια της Αντίστασης και μετά την απελευθέρωση. Με την αδερφή μου ήταν συνομήλικες και φιλενάδες.

Μάζευε στο σχολείο τις αγράμματες γυναίκες του χωριού μας και τους μάθαινε την αλφαβήτα. Ακόμα και σε κείνες τις ζοφερές μέρες, μετά τη Βάρκιζα, μιλούσε με μια θέρμη και με μια σιγουριά στη φωνή της, που έλεγες πως τίποτα δε χάθηκε ακόμα.

- Βαγγελίτσα!.. Την κούνησα δυνατά απ' τους ώμους. Σήκω, Βαγγελίτσα!

Τη σήκωσα με κόπο. Γύρισε και με κοίταξε.

- Βασιλάκη... (Ετσι με φώναζαν τότε όλοι στη Νομαρχιακή). Φύγε, εσύ, Βασιλάκη. Προχώρα. Θάρθω εγώ... Προσπαθούσε να με διώξει κι ας ήξερε πως την περίμενε σίγουρα ο θάνατος.

Εσφιξα το ένα χέρι μου γύρω στη μέση της, γαντζώθηκε και κείνη με τα χέρια της απ' το λαιμό μου και ξεκινήσαμε πάλι.

Είναι απίστευτο, πόση αντοχή μπορεί να κρύβει μέσα του ο άνθρωπος και να τη φανερώνει σε κάτι τέτοιες στιγμές. Ενιωθα τα νεύρα μου να τεντώνουν σαν σύρματα, και τα ποδάρια μου να πατάνε σίγουρα κι αποφασιστικά σε κείνον το γυάλινο ανεμοδαρμένο αυχένα. Μου φαινόταν μάλιστα πως πήρα πιο πολλή δύναμη. Δεν ήμουν πια μόνος μέσα σε κείνη τη συντέλεια. Σε κείνη τη θανατερή χιονοθύελλα. Δεν είχα στους ώμους μου ένα βαρύ φορτίο. Είχα κοντά μου, δίπλα μου, έναν πολύτιμο σύντροφο. Πολύτιμο για τον αγώνα, για το λαό, αλλά και για μένα τον ίδιο.

Η πλαγιά κατηφόριζε και γινόταν τώρα πιο ομαλή, χωρίς βράχια. Ενα μέρος ίσιο και στρωτό, σα λιβάδι, σκεπασμένο μ' ένα άσπρο στρώμα γυαλιού.Αθέλητα περπατούσαμε, σχεδόν τρέχαμε, σπρωγμένοι απ' τη χιονοθύελλα και το δυνατό αέρα που σφύριζε στις πλάτες μας.

Γύρω μας σε κάθε βήμα έβλεπα ανθρώπους που προσπαθούσαν να προχωρήσουν. Κι άλλους που δεν προσπαθούσαν πια... Είχαν γονατίσει. Είχαν πέσει, σ' αυτή την παράξενη μάχη που δίναμε, με αντίπαλο τη χιονοθύελλα, με μοναδικό όπλο μας τη θέληση και την αντοχή. Κι έμειναν, άταφοι νεκροί, εκεί στην ολόγυμνη ράχη της Νιάλας.

Σακίδια, όπλα, κουβέρτες, άλλες δεμένες ρολό, κι άλλες ανοιχτές, ξυλιασμένες, κιλίμια σπιτίσια χρωματιστά, ήταν πεταγμένα σ' όλο το μάκρος της βουνοπλαγιάς. Τα πιο ελαφριά τα 'παιρνε ο σίφουνας του χιονιού, τα στριφογύριζε λίγο σαν παιχνιδάκια, και μετά χάνονταν, σαν ιπτάμενοι δίσκοι στο άπειρο...

Σκοντάψαμε πάνω σ' ένα οπλοπολυβόλο, τυλιγμένο στον πάγο.

- Τα όπλα... αχ, τα όπλα μας!.. έλεγε σχεδόν κλαίγοντας η Βαγγελίτσα. Τ' αποχτήσαμε με τόσες θυσίες... Γιατί τα πετάξανε... Τα όπλα μας...

Ηταν κάτι σαν παραμιλητό. Σαν παράπονο και σαν κλάμα μικρού παιδιού...

Στον αυχένα ακριβώς, σ' ένα γουπατάκι, που έκοβε κάπως την ορμή της θύελλας, πέσαμε πάνω σ' ένα τσαντίρι. Ενα μικρό στρατιωτικό αντίσκηνο, μισοθαμμένο μέσα στο χιόνι!

Η Βαγγελίτσα είχε γίνει μολύβι στα χέρια μου. Την έσυρα, με όση δύναμη μου απόμενε, μέσα στο αντίσκηνο. Ηταν εκεί στριμωγμένοι κι άλλοι δικοί μας. Ο μπαρμπα - Μήτσιος ο Παπαγεωργίου, ο Βασίλης Τσιρώνης κι ο Αλέκος ο Γαλανίτσας απ' τη Νομαρχιακή, καθώς κι άλλα παιδιά, αντάρτες. Στριμώχτηκαν ακόμα πιο πολύ και ξαπλώσαμε ανάμεσά μας τη Βαγγελίτσα.

Ενα μικρό αντίσκηνο, ένα κομμάτι ύφασμα, ήταν εκείνη τη στιγμή η σωτηρία για οχτώ και δέκα ανθρώπους! Μια σανίδα που βρίσκει αναπάντεχα μπροστά του ο εξαντλημένος ναυαγός, μέσα στο φουρτουνιασμένο πέλαγος...

Ενιωθα τον αέρα χλιαρό στο πρόσωπό μου και οι δυνάμεις μου μ' ένα μυρμήγκιασμα σ' όλο μου το κορμί, άρχιζαν σιγά - σιγά να ανασυγκροτούνται.Η Βαγγελίτσα ήταν ξυλιασμένη, αναίσθητη. Με εντριβές στο λαιμό, στα χέρια, στα πόδια, κατορθώσαμε ύστερα από πολλές ώρες να τη συνεφέρουμε.

Ρούχο, φυσικά, δεν υπήρχε τίποτα στεγνό απάνω μας, αλλά έτσι στριμωγμένοι κοντά κοντά, δίναμε ο ένας στον άλλο μια ιδέα ζεστασιάς. Προσπαθούσαμε να μείνουμε ξύπνιοι και ζωντανοί, σκουντώντας ο ένας τον άλλο. Γιατί ο ύπνος, σε κείνες τις στιγμές, θα ήταν πραγματικά θάνατος.

Καταλαβαίναμε, βέβαια, πως το αντίσκηνο αυτό ήταν των αλλωνών. Είχαν βγάλει απ' την προηγούμενη μέρα φυλάκιο εδώ πάνω και έπιασαν θέση. Αλλά με το ξέσπασμα της χιονοθύελλας το εγκατέλειψαν και φύγαν κακήν κακώς για τ' Αγραφα. Αργότερα μάθαμε πως είχαν κι αυτοί αρκετούς νεκρούς, απ' το χιόνι, κι από μια συμπλοκή που έγινε με τους δικούς μας. Ενας ταγματάρχης τους, με μια μικρή δύναμη, προσπάθησε ν' ανέβει στο φυλάκιό τους. Πρέπει να είχαν χάσει κι αυτοί το δρόμο.

ΑΥΡΙΟ ΤΟ 4ο ΜΕΡΟΣ


Κορυφή σελίδας
Διακήρυξη της ΚΕ του ΚΚΕ για τη συμπλήρωση 80 χρόνων από το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και την Αντιφασιστική Νίκη των Λαών
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ