Κυριακή 27 Νοέμβρη 2005
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 4
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Τα «κουνέλια»

Ερχονται στιγμές, που αισθάνεσαι τη διάθεση να γυρίσεις στα παλιά, για να ξεφύγεις από τα όσα σε πνίγουν. Να απομακρυνθείς όσο γίνεται πιο πολύ από αυτούς που σε κοροϊδεύουν, που υποτιμούν τη νοημοσύνη σου και σε μεταχειρίζονται σαν να είσαι ένα «πράγμα», που δε σκέφτεται, ούτε θυμάται, ένα «πράγμα», που δε στενοχωριέται, ούτε λυπάται και απλώς βρίσκεται στο δρόμο των άλλων, που κρατάνε στα χέρια τους τα «πράγματα» και μπορούν όποτε θέλουν να παίξουν μαζί σου ή να σε αγνοήσουν και να παίξουν μόνοι τους, χωρίς εσένα, το γλυκό παιχνίδι της Ζωής. Ετσι ακριβώς ένιωσα από τη στιγμή που άρχισαν οι συζητήσεις για τον Προϋπολογισμό. Ενιωσα σαν ένα «πράγμα», που θέλουν να παίξουν μαζί μου ή να με βάλουν στην άκρη και να παίξουν αυτοί μόνοι τους το παιχνίδι. Το άγριο παιχνίδι των αριθμών, που δεν μπορεί να είναι ζωή ούτε όραμα. Των αριθμών, που ούτε μιλούν τη δική μου γλώσσα, ούτε σκέφτονται, όπως και γω. Απλώς, υπάρχουν σκόρπια ριγμένοι μέσα σε εκατοντάδες σελίδες, για να δηλώσουν ποσοστά, ελλείμματα και χρέη, για να περιγράψουν απερίγραπτες προοπτικές, δύσκολες μέρες, άγρια εκμετάλλευση.

Και προπαντός για να μου ξαναθυμίσουν πως βρίσκομαι ακόμα μέσα στο αδιέξοδο «τούνελ» της Ιστορίας, ένας θλιβερός «αρουραίος» κι εγώ, που δεν έχω δικαίωμα να αναζητήσω την έξοδο, ούτε να διεκδικήσω κάτι από το φως, της ζωής που εμείς, ναι, εμείς οι «αρουραίοι», τη φτιάχνουμε, με τα χέρι μας και το μυαλό μας.

Και έτσι που τα σκεφτόμουνα όλα αυτά, για να πω, όσο πιο δυνατά μπορούσα, στον ίδιο μου τον εαυτό πως δεν είμαι ούτε «πράγμα» όπως με θέλουν ούτε και «αρουραίος», πήρα το δρόμο της επιστροφής, όπως το κάνω συχνά, όχι για να χαθώ, μα για να πάρω δύναμη. Και είπα να επιστρέψω έτσι, στην τύχη, σε έναν κόσμο απλής, ανθρώπινης ευδαιμονίας και απλών λέξεων. Σε έναν κόσμο ανεπίστρεπτων χρωμάτων και ήχων, που δεν έστηναν μπροστά μου αριθμούς, ούτε ακατανόητους υπολογισμούς, που προσπαθούσαν να μου περιγράψουν την εφιαλτική «εντροπία» της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης που απεργάζεται το «θερμικό μου θάνατο», όπως λένε οι κοσμολόγοι. Την ομορφιά της Ζωής μου περιέγραφαν και το δικαίωμά μου να τη διεκδικήσω.

Επιστρέφαμε, θυμάμαι, από ένα ταξίδι. Τα παιδιά μικρά. Η Αναστασία σαν το κυκλάμινο, η Ελένη σαν την ανεμώνη, εμείς οι δυο γελούσαμε και τραγουδούσαμε Θεοδωράκη. Ο δρόμος ίσιος σαν τουφεκιά, όπως έγραφε ένας μαθητής στην έκθεσή του. Δεξιά η θάλασσα, απέραντη, χωρίς την προοπτική του τέλους. Ενας απαστράπτων «οίνοψ πόντος», θα έλεγε ο Ομηρος. Μια θάλασσα, δηλαδή, που είναι ανάμεσα στο κρασί και το αίμα. Αριστερά μας το βουνό, τα δέντρα, οι μυστικές φωνές των άγνωστων ζώων και ένα πράσινο χρώμα να κατρακυλάει, όπως παλιά στη Θεσσαλονίκη κατρακυλούσαν από το Σέιχ Σου οι πενιές του Τσιτσάνη «πάμε τσάρκα στην ακρόπολη, στη Βάρνα», έλεγαν. Τον ωραίο δρόμο τον ...έσπαγαν κάθε τόσο τα περίφημα τούνελ των ιταλικών δρόμων, γιατί στην Ιταλία, όπου ταξιδεύαμε, οι δρόμοι τρυπάνε ό,τι βρεθεί μπροστά τους, ούτε ανηφορίζουν, ούτε κατηφορίζουν, ούτε στρίβουν, ούτε λοξοδρομούν. Τα τούνελ, όμως, είναι εκεί, άλλα μικρά και άλλα μεγάλα, για να σου κλέβουν το φως. Η μικρή Ελένη θύμωσε μ' αυτό, και φώναξε «δεν τα αντέχω αυτά τα κουνέλια». Και γω δεν τα αντέχω. Γι' αυτό αφήστε να εγκαταλείψω τον ίσιο το δρόμο και να πάρω τον άλλο. Το δρόμο της αντίστασης και της απειθαρχίας, όπου δε θα υπάρχουν «τούνελ» και γω θα πάψω να είμαι ένας θλιβερός Αρουραίος!


Του
Γιώργου ΧΟΥΡΜΟΥΖΙΑΔΗ


Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ