Κυριακή 27 Νοέμβρη 2005
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 3
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΤΑΞΗ ΚΑΙ «ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ» ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ
Τους εξαθλιώνουν και μετά τους λένε «βάρβαρους»

Γρηγοριάδης Κώστας

«Η πολιτιστική πολιτική που εφάρμοζαν οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και συνεχίζει (με πιο εντατικούς ρυθμούς) η κυβέρνηση της ΝΔ, πολιτική που έχει τη βάση της στις κατευθύνσεις και στις επιδιώξεις της ΕΕ, διογκώνει μέρα με τη μέρα τα καταστροφικά αποτελέσματά της για το λαό και τη νεολαία της χώρας μας, καθώς και για τους δημιουργούς και γενικά τον κόσμο των τεχνών».

Με την παραπάνω διαπίστωση ξεκινά η σημαντική Επερώτηση του ΚΚΕ για τον Πολιτισμό, που συζητήθηκε πρόσφατα στη Βουλή και θα εξακολουθεί να συζητιέται όπου υπάρχει πραγματική αγωνία για το πολιτιστικό επίπεδο του λαού.

Φυσικά, από τη συζήτηση στη Βουλή έγινε καθαρό, πως το ΚΚΕ εκλαμβάνει τελείως διαφορετικά τους όρους «πολιτιστικό επίπεδο» και «πολιτιστική ανάπτυξη» από τον τρόπο που τους εκλαμβάνουν οι πολιτικοί διαχειριστές του συστήματος. Οι οποίοι άλλωστε, διά στόματος του υφυπουργού Πολιτισμού, Π. Τατούλη, δεν μπήκαν καν στον «κόπο», όχι μόνο να απαντήσουν στο θεωρητικό μέρος της Επερώτησης, αλλά και στα συγκεκριμένα ζητήματα που αυτή έθετε. Οχι λόγω έλλειψης θέσης. Αλλά ακριβώς γιατί η θέση τους για τον πολιτισμό δε «χωρά», π.χ., μια Λυρική με όρους λειτουργίας που να της αξίζουν, η οποία να είναι προσανατολισμένη στην αισθητική καλλιέργεια της εργατικής τάξης. Δε «χωρά» πολιτιστικούς φορείς που να μη μετατρέπονται σε «ζητιάνους» του «χορηγικού» κεφαλαίου. Ούτε βέβαια «χωρά» στο εκπαιδευτικό σύστημα, που είναι κατασκευασμένο ώστε να προλαβαίνει τις μελλοντικές ανάγκες του κεφαλαίου, η ουσιαστική μετάδοση της γνώσης του έργου κορυφαίων προοδευτικών διανοουμένων και δημιουργών που έκαναν σκοπό της ζωής τους την πνευματική καλλιέργεια του λαού.

Το κεφάλαιο γνωρίζει πολύ καλά πως «γνώση σημαίνει δύναμη». Γι' αυτό προτιμούν όρους όπως «πληροφορία» και «εξειδίκευση». Το «μοντέλο» του απόλυτα εξειδικευμένου εργαζόμενου, ο οποίος θα μπορεί να «λύνει» και να «δένει» μια μηχανή, αλλά δε θα μπορεί να βρει τη χώρα του στο χάρτη, δεν είναι ένα εφιαλτικό μέλλον, αλλά επιχειρείται να γίνει το παρόν. Ηδη, άλλωστε, αυτό το «μοντέλο» είναι κυρίαρχο στις ανεπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες.

Από την Οπερα του Κιέβου... στο Αρχαιολογικό Μουσείο

Λίγα χρόνια πριν την επικράτηση της αντεπανάστασης στην πρώην ΕΣΣΔ, το φοιτητικό εισιτήριο για μια παράσταση στην Οπερα του Κιέβου με τους σολίστες της (αυτούς που όταν περιόδευαν στο εξωτερικό, η τιμή των εισιτηρίων στα μεγάλα θέατρα της Δύσης για να τους δουν ήταν απαγορευτική για τους εργαζόμενους εκεί) στοίχιζε κάτι λιγότερο από ένα μπουκάλι γάλα. Η Οπερα όμως δε γέμιζε με οικογένειες εργαζομένων μόνο λόγω του φθηνού εισιτηρίου. Το προσιτό εισιτήριο ήταν μόνο ένα μέρος μιας πολιτιστικής πολιτικής προσανατολισμένης στο να δημιουργεί ισχυρή γνωσιολογική και γενικότερα πνευματική βάση στη νεολαία, ανεξάρτητα από το επάγγελμα που θα ακολουθούσε. Γι' αυτό και ήταν πολύ δυσκολότερο να βρεις εισιτήρια για θεατρικές παραστάσεις και συναυλίες από το να βρεις εισιτήριο για τρένο. Γι' αυτό και οι βιβλιοθήκες ήταν πάντα γεμάτες και οι ουρές έξω από τις πινακοθήκες ή τα μουσεία ήταν σύνηθες φαινόμενο.

Στη χώρα μας, τα καταστροφικά αποτελέσματα της ασκούμενης πολιτικής για τον πολιτισμό, για τα οποία κάνει λόγο η Επερώτηση, τεκμηριώνονται και με αριθμούς. Η πρόσφατη έρευνα για την «πολιτιστική συμπεριφορά των Ελλήνων» από τη «Μέτρον Ανάλυσις» δείχνει ότι το 60% των ερωτηθέντων δεν έχει επισκεφθεί ποτέ χώρους τέχνης, ενώ το 67% επισκέπτεται σπάνια ή ποτέ αρχαιολογικούς χώρους. Το 13% των ερωτηθέντων που κατοικούν στην Αττική δεν έχει ανέβει ποτέ στην Ακρόπολη. Το 73% δεν έχει επισκεφθεί ποτέ το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο και το 77% δεν πήγε ποτέ στην Εθνική Πινακοθήκη. Η έρευνα σημειώνει ότι οι χώροι τέχνης και τα μουσεία «έχουν σαφώς χαμηλότερη επισκεψιμότητα, η οποία σε όλες τις περιπτώσεις αυξάνεται στην ανώτερη κοινωνική τάξη, στο ανώτερο εκπαιδευτικό επίπεδο και όσους έχουν εντοπιότητα». Πρόκειται για αναμενόμενο αποτέλεσμα μιας πολιτιστικής πολιτικής που ασκείται με ταξικά κριτήρια, προς όφελος φυσικά της κυρίαρχης τάξης και των διαστρωματώσεών της.

Επιπλέον, αυτό το σημείο της έρευνας υπογραμμίζει και το μέγεθος του ψέματος που εμπεριέχεται στη ρητορική όλων των κυβερνήσεων όταν μιλάνε για «προσβασιμότητα» των «πολιτών» στην πολιτιστική τους κληρονομιά. Η αποσπασματικότητα και η μη πραγματική στήριξη σχετικών προγραμμάτων - με αποτέλεσμα να καταντούν άλλοθι της ασκούμενης πολιτικής - δεν αποτελούν ενδείξεις της θρυλούμενης «ανοργανωσιάς» του ελληνικού κράτους, αλλά αποδείξεις της αδιαφορίας του για την πνευματική καλλιέργεια του λαού.

Ενα «αύριο» χωρίς αναγνώστες

Η σχέση, ή, για να ακριβολογούμε, η μη-σχέση των Ελλήνων με το διάβασμα είναι γνωστή. Το γεγονός ότι δεν υπάρχουν βιβλιοθήκες στις γειτονιές και στα σχολεία (στα τελευταία, όπου υπάρχουν, σπανίως λειτουργούν) είναι το πιο απτό παράδειγμα της ασκούμενης «πολιτιστικής» πολιτικής. Δεδομένου όμως του γεγονότος πως η σχέση με το διάβασμα «χτίζεται» εξ απαλών ονύχων, δηλαδή από την παιδική ηλικία και απαιτεί εξίσου τη συμβολή μιας καλλιεργημένης οικογένειας και φυσικά του σχολείου, είναι φανερό πως το έγκλημα στα μυαλά του ελληνικού λαού είναι διαχρονικό. Το 68% δεν πάτησε ποτέ το πόδι του σε βιβλιοθήκη ή δημόσια βιβλιοθήκη και το 86% στην Εθνική Βιβλιοθήκη. Το 82% δε διαβάζει ποτέ βιβλία, είτε αν αυτά σχετίζονται με το επάγγελμά τους (30%) είτε όχι (52%).

Ως εκ τούτου είναι μάλλον «μοιραία» τα αποτελέσματα στις ερωτήσεις «αν μπορείτε να αναφέρετε» έναν Ελληνα και έναν ξένο συγγραφέα. Στην πρώτη περίπτωση απάντησε «δε γνωρίζω» το 68% και στη δεύτερη «δε γνωρίζει» το 78%. Τον Νίκο Καζαντζάκη ανέφερε μόλις το 3% και τον Οδυσσέα Ελύτη το 2%. Ο Λουντέμης και ο Παπαδιαμάντης δεν καταχωρήθηκαν καν, γιατί αναφέρθηκαν από λιγότερο από το 1% των ερωτηθέντων. Οι ερευνητές αναφέρουν ότι το 91% των αποφοίτων του Δημοτικού δε γνωρίζουν κάποιον Ελληνα συγγραφέα και 98% δε γνωρίζουν κάποιον ξένο συγγραφέα. Το υπουργείο Παιδείας, βέβαια, αγωνιά περισσότερο για το αν οι μαθητές γνωρίζουν τα «αγαθά» της ιδιωτικής ασφάλισης, γι' αυτό και διοργανώνει και σχετικούς διαγωνισμούς στα σχολεία μαζί με το ασφαλιστικό κεφάλαιο.

Σε αντίστοιχη ερώτηση για Ελληνα συνθέτη «διασώζεται» κάπως ο Μίκης Θεοδωράκης με ένα 22%, ενώ ο Μάνος Χατζιδάκης πάει... «παρέα» με τον Φοίβο με ένα 3%. Το 41% των ερωτηθέντων δεν ήταν σε θέση να αναφέρει κάποιο όνομα!

Το σύστημα έχει «μαντρώσει» τους εργαζόμενους στα σπίτια τους. Ο όλο και λιγότερος ελεύθερος χρόνος αποτελεί προνομιακό πεδίο άσκησης κερδοσκοπίας και ιδεολογικής χειραγώγησης από το κεφάλαιο. Η μεγάλη πλειοψηφία πηγαίνει από σπάνια έως και μία φορά το χρόνο στον κινηματογράφο, αλλά είναι γνωστό πως τη «μερίδα του λέοντος» την παίρνουν οι πολυεθνικές του οπτικοακουστικού τομέα μέσω των πολυ-κινηματογράφων («μούλτιπλεξ») και των υπερπαραγωγών του Χόλιγουντ. Παρ' όλ' αυτά, το 27% δεν πηγαίνει καθόλου κινηματογράφου. Οι περισσότεροι πάντως (91%) πηγαίνουν σε ταβέρνες και μπαρ (με διαφορετικές συχνότητες), ενώ το 59% νοικιάζει βίντεο ή DVD στο σπίτι.

Ο ταξικός διαχωρισμός της ελληνικής κοινωνίας στον τομέα της διασκέδασης και της ψυχαγωγίας, μετρήσιμος με ποιοτικά κριτήρια, αναδεικνύει για μια ακόμη φορά το μέγεθος της χυδαιότητας της γνωστής φράσης «αυτά θέλουν αυτά δείχνουμε ή κάνουμε», που εντέχνως εκστομίζεται από τους κάθε είδους και κάθε πόστου διαχειριστές του συστήματος. Ομως το «θέλω», όπως αναφέραμε και πιο πάνω, είναι επίκτητο στοιχείο και σχετίζεται άμεσα με το μέγεθος και το είδος των προσφερόμενων δυνατοτήτων, κυρίως μέσω της Παιδείας. Οταν το 88% των ερωτηθέντων δηλώνει πως βλέπει καθημερινά αυτήν την τηλεόραση, ενώ το συνολικό ποσοστό που βλέπει τηλεόραση φτάνει το 99% και όταν το 41% απαντά πως ενημερώνεται για θέματα... «πολιτισμού» από την τηλεόραση, όλη η γνωστή και ως «βιομηχανία του ελεύθερου χρόνου» τρίβει τα χέρια από τη χαρά της.

Το συμπέρασμα ευνόητο: Το κάλεσμα του ΚΚΕ προς το λαϊκό κίνημα να εντάξει στις διεκδικήσεις του και το αίτημα για μια διαφορετική πολιτιστική ανάπτυξη, προς όφελος των εργαζομένων, είναι περισσότερο ίσως από ποτέ επίκαιρο.


Γρηγόρης ΤΡΑΓΓΑΝΙΔΑΣ


Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ