Τρεις βδομάδες μετά την καταστροφική πυρκαγιά στη Ραφήνα, οι κάτοικοι που είδαν το βιος τους να καταστρέφεται, περιμένουν - μάταια - να δουν όσα τους υποσχέθηκαν οι κυβερνώντες
Ραφήνα. Συνοικισμοί Αγίας Τριάδας και Αγίας Κυριακής. Ο «Ρ» επισκέφθηκε την περιοχή 20 μέρες μετά την πυρκαγιά. Το μόνο που αντικρίζουμε είναι αποκαΐδια. Καμένα σπίτια, καμένες ζωές. Σπίτια καμένα, που σε πολλές περιπτώσεις δεν έχουν μείνει ούτε τα ντουβάρια. Παράθυρα που χάσκουν στο πουθενά. Κουφάρια δέντρων στέκουν όρθια για να θυμίζουν το μέγεθος του εγκλήματος. Και ανάμεσα σε όλα αυτά, άνθρωποι, που προσπαθούν κάτι να κάνουν...
Εκατοντάδες κάτοικοι μετρούν τις πληγές τους. Μεροκαματιάρηδες στη συντριπτική τους πλειοψηφία, που είδαν τις περιουσίες τους να καίγονται μέσα σε μια μέρα, προσπαθούν να στήσουν το βιος μιας ζωής απ' την αρχή. Σε πολλές περιπτώσεις το σπίτι που κάηκε ήταν η πρώτη και μοναδική κατοικία των πληγέντων. Τα βράδια, αρκετοί από αυτούς, κοιμούνται στις κατασκηνώσεις του Αγίου Ανδρέα. Τις μέρες παλεύουν, με ό,τι έχουν και δεν έχουν, να στήσουν τη ζωή τους από την αρχή.
Μέχρι και σήμερα έχουν γίνει περίπου 170 αυτοψίες από τα συνεργεία της νομαρχίας. 44 σπίτια καταστράφηκαν ολοσχερώς. 85 πληγέντες πήραν την αποζημίωση των 580 ευρώ. 35 αιτήσεις έγιναν για την αποζημίωση των 6.000 ευρώ, που ως προϋπόθεση για να πάρουν τα χρήματα είναι το σπίτι να έχει δηλωθεί στην εφορία ως πρώτη κατοικία. Ωστόσο, το ποσοστό είναι πολύ υψηλότερο, αφού συναντήσαμε ανθρώπους που, αν και είχαν ως πρώτη κατοικία το καμένο, επειδή έκαναν αλλού τη φορολογική τους δήλωση - είχαν δηλαδή άλλη δηλωμένη ως πρώτη κατοικία - δεν μπορούν να πάρουν την αποζημίωση!
Μπαίνοντας από τη Ραφήνα στην Αγία Τριάδα, συναντούμε μόνο καμένα. Φτάνουμε στο σπίτι του Δημήτρη Λυμπερόπουλου. Ο 84χρονος κάθεται στη μικρή αυλή μπροστά από το καμένο βιος του. Κοιτάει χωρίς να μιλάει. Δίπλα του, υπάρχει ένας εξώστης, γεμάτος χαλάσματα. «Αυτό εκεί ήταν το σπίτι μου» - μας λέει και δείχνει το κενό. «Αυτό εκεί ήταν το κρεβάτι μου. Εκεί ήταν το σαλόνι. Παραδίπλα η κουζίνα. Εκεί η τουαλέτα». Ολα έχουν καταστραφεί. Ούτε τα ντουβάρια δεν έχουν μείνει. Πάνω σε ένα μικρό ψυγειάκι βλέπουμε τα κλειδιά. Αυτά ήταν τα κλειδιά που κάποτε άνοιγαν την πόρτα του σπιτιού του.
Οπως μας εξηγεί, το μικρό αυτό σπίτι ήταν η κατάθεση κόπων μιας ολόκληρης ζωής. Το έχτισε πέτρα - πέτρα, από το 1970 που βγήκε από τη φυλακή, όπου τον είχε κλείσει η χούντα. «Είχα ένα μικρό οικόπεδο που αγόρασε η γυναίκα μου όταν ήμουν φυλακή», μας λέει. «Οταν μου το πούλησαν δεν ήξερα ότι δεν μπορούσα να χτίσω. Κάπου έπρεπε να βάλω το κεφάλι μου και της οικογένειάς μου». Η γυναίκα του τώρα έχει πεθάνει. Η κόρη του είναι ανάπηρη. Το μόνο του εισόδημα είναι τα 630 ευρώ της σύνταξης. Η ενίσχυση από το κράτος ήταν τα 585 ευρώ.
Ο κύριος Δημήτρης βουρκώνει. «Αν είχα χρόνια μπροστά μου, αν ήμουν 50-60 χρονών, θα άρχιζα από την αρχή. Ομως μου στοιχίζει που δεν έχω περιθώρια χρόνου. Είμαι 84 χρονών. Τι να κάνω; Τι περιθώρια χρόνου έχω». Η περηφάνια του, όμως, δεν τον αφήνει να δακρύσει. «Ολο το ιστορικό μου κάηκε - συνεχίζει. Οι φωτογραφίες μου από τη δεύτερη πορεία του Λαμπράκη. Οι αποφάσεις που με καταδίκαζαν σε θάνατο. Τα πορτρέτα μου από τον Γιώργη τον Φαρσακίδη. Ολα κάηκαν».
Και σα να μην έφταναν όλα αυτά, ο «Τζίμης» - έτσι τον ξέρουν όλοι στη γειτονιά - έχει να αντιμετωπίσει την κοροϊδία από το κράτος, αλλά και από τις ασφαλιστικές εταιρίες. Οι ασφαλιστικές εταιρίες - είχε ασφαλίσει το σπιτάκι του στην «Εθνική Ασφαλιστική» σε περίπτωση φωτιάς - του ζητάνε τώρα 25 δικαιολογητικά για να τον αποζημιώσουν! Του ζητάνε να φέρει μηχανικό - τον οποίο θα πληρώσει ο ίδιος - για να κάνει εκτιμήσεις. «Και πού να τα βρω όλα αυτά; Κάθε χρόνο πλήρωνα κανονικά τα ασφάλιστρα. Και τώρα, αφού πήραν τόσα λεφτά, δε με αποζημιώνουν. Δε μου δίνουν αυτά που δικαιούμαι...». Τώρα μένει στις κατασκηνώσεις του Αγ. Ανδρέα.
Ο Αριστείδης Μινέτας ζει μαζί με τη γυναίκα και την κόρη του στο δεύτερο όροφο ενός δίπατου σπιτιού. Η οροφή έχει πέσει. Μόνο ορισμένα ντουβάρια έχουν μείνει. Ολα τα υπάρχοντα έχουν μεταφερθεί στον κάδο με τα μπάζα. Στον κάτω όροφο έμενε ο παππούς, όμως ούτε εκεί μπορείς να ζήσεις, αφού η βροχή - που ξέσπασε λίγες μέρες μετά την πυρκαγιά - μπήκε μέσα και κατέστρεψε και αυτό το σπίτι. Ο κυρ-Αριστείδης, είναι άνεργος, η κόρη του δουλεύει λογίστρια. Αυτό το σπίτι ήταν η μοναδική τους περιουσία και το έφτιαξαν με τα λεφτά από την αποζημίωση του Αρ. Μινέτα. Επειδή, όμως, το σπίτι - ο δεύτερος όροφος - δε δηλώθηκε στην εφορία, όταν πήγε να δηλώσει την καταστροφή, η εφορία του ζήτησε ...«πόθεν έσχες»!
Η «ενίσχυση» ήταν τα 585 ευρώ. Ολοι τους μένουν στις κατασκηνώσεις του Αγ. Ανδρέα. «Μερικές φορές, νομίζω ότι είμαι σε διακοπές και κάποια στιγμή θα γυρίσω στο σπίτι μου. Αλλά μετά συνειδητοποιώ πως αυτό δεν πρόκειται να γίνει, γιατί όλα κάηκαν», μας λέει η κόρη του και εκείνη την ώρα παίζει με ένα «καπνισμένο» λουκέτο. «Ηταν το λουκέτο που κλείδωνα το ημερολόγιό μου, από τότε που ήμουν δημοτικό». Είναι το μοναδικό από τα υπάρχοντα που «έζησαν» από την καταστροφική πυρκαγιά. Ενα λουκέτο οι αναμνήσεις μιας ζωής, ένα λουκέτο ό,τι απέμεινε...