Κυριακή 3 Απρίλη 2005
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 11
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΙΣΤΟΡΙΑ
Η Παρισινή Κομμούνα

Η ανακήρυξη της Κομμούνας του Παρισιού
Η ανακήρυξη της Κομμούνας του Παρισιού
«Η πάλη της εργατικής τάξης με την τάξη των κεφαλαιοκρατών και με το κράτος της μπήκε σε νέα φάση χάρη στον παρισινό αγώνα. Οποια κι αν είναι η άμεση έκβαση της υπόθεσης έχει πια κερδηθεί ένα καινούριο σημείο αφετηρίας κοσμοϊστορικής σημασίας».

Καρλ Μαρξ1

Στις 18 Μάρτη του 1871, η εργατική τάξη και ο λαός της πόλης του Παρισιού αρνήθηκαν να αφοπλιστούν, να παραδώσουν δηλαδή στη γαλλική κυβέρνηση τον οπλισμό τους και κυρίως τα πυροβόλα που έστεκαν στη Μονμάρτη. Η αντίσταση αυτή πολύ γρήγορα μετατράπηκε σε πραγματική εξέγερση. Τα κυβερνητικά στρατεύματα υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν την πόλη, δυο στρατηγοί σκοτώθηκαν, πολλοί στρατιώτες πέρασαν με το μέρος των εξεγερμένων και το βράδυ της ίδιας μέρας το Παρίσι βρισκόταν κάτω από πλήρη επαναστατικό έλεγχο.

Τι είχε συμβεί και ο λαός της γαλλικής πρωτεύουσας αντιστάθηκε κατ' αυτόν τον τρόπο στην επίσημη κυβέρνηση της χώρας; Γιατί τα πράγματα είχαν οδηγηθεί έως αυτό το σημείο και ποια θα ήταν η εξέλιξη στο εξής; Για να δοθούν απαντήσεις σ' όλα αυτά τα ερωτήματα, οφείλουμε να κάνουμε μια σύντομη ιστορική αναδρομή και να δούμε τους βασικότερους σταθμούς της γαλλικής και ευρωπαϊκής ιστορίας, που συνδέονται άμεσα με την προαναφερόμενη επαναστατική εξέγερση του λαού της πόλης του Παρισιού. Τέτοια γεγονότα, για παράδειγμα, είναι ο Κριμαϊκός πόλεμος, η Ενωση της Ιταλίας και στη συνέχεια της Γερμανίας, ο Γαλλοπρωσικός πόλεμος του 1870, αλλά και η θεωρητική - πολιτική ισχυροποίηση του παγκόσμιας εργατικής τάξης - και κυρίως της ευρωπαϊκής - με την ίδρυση της Α' Διεθνούς στα 1864 και την έκδοση του πρώτου τόμου του κεφαλαίου στα 1867. Ας περάσουμε όμως αναλυτικότερα στα γεγονότα, ξεκινώντας από την κατάσταση στην οποία βρισκόταν η ίδια η Γαλλία την εποχή της Δεύτερης Αυτοκρατορίας.

Η Δεύτερη Γαλλική Αυτοκρατορία

Τα μέλη της ΚΕ της Κομμούνας συσκέπτονται με αξιωματικούς
Τα μέλη της ΚΕ της Κομμούνας συσκέπτονται με αξιωματικούς
Η βασιλεία του Ναπολέοντα του Γ`, που κράτησε 18 ολόκληρα χρόνια (από το 1852 έως το 1870), έμεινε στην ιστορία της Γαλλίας με την ονομασία «Δεύτερη Αυτοκρατορία» (Πρώτη Αυτοκρατορία θεωρείται η περίοδος του Ναπολέοντα Α`). Ο παλιός Καντέτος και μετέπειτα διακεκριμένος Σοβιετικός ιστορικός Ε. Β. Ταρλέ χωρίζει τη Δεύτερη Γαλλική Αυτοκρατορία σε δύο φάσεις: Η πρώτη φάση καλύπτει τα έτη 1852-1866 και η δεύτερη τα έτη 1866-1870. «Τα πρώτα 14 χρόνια - γράφει ο Ταρλέ2 - ο Ναπολέων Γ` βάδιζε από επιτυχία σε επιτυχία: Ο επιτυχής πόλεμος με τη Ρωσία, ο επιτυχής πόλεμος με την Αυστρία, η γενική επιτυχία στην εξωτερική πολιτική δυναμώνουν σοβαρά την εξουσία του και κυβερνώντας τη Γαλλία σχεδόν απολυταρχικά δε συναντά αντιπολίτευση. Η πλειοψηφία της αγροτιάς και της αστικής τάξης συνεχίζει, όπως και πρώτα, να υποστηρίζει απόλυτα το καθεστώς. Η εργατική τάξη ανοργάνωτη δεν είχε συνέλθει ακόμα απ' τη φοβερή ήττα που δοκίμασε τον Ιούνη του 1848. Μια σειρά χρόνια με καλή σοδειά, το ζωντάνεμα του εμπορίου και της βιομηχανίας, η σταθεροποίηση και η άνθηση των κρατικών οικονομιών, όλα αυτά ευνόησαν την ησυχία στη χώρα. Απ' το 1866 όμως, αρχίζουν οι διπλωματικές αποτυχίες, ταυτόχρονα παρατηρείται μια σχετική κρίση στη βιομηχανία, μια στασιμότητα στο εμπόριο και η αντιπολίτευση, που έβλεπε με εχθρότητα τη Δεύτερη Αυτοκρατορία, αρχίζει να σηκώνει κεφάλι».


Η Δεύτερη Γαλλική Αυτοκρατορία υπό τον Λουδοβίκο Βοναπάρτη ήταν ένα ακραίο αυταρχικό - αντιδραστικό καθεστώς, που συνέτριψε ανελέητα το εργατικό και δημοκρατικό κίνημα της Γαλλίας, χάριν της αντιδραστικής αφρόκρεμας της αστικής τάξης. Με το πρόσχημα ότι αγωνιζόταν εναντίον των μυστικών εταιριών, η κυβέρνηση διέλυσε όλες τις δημοκρατικές οργανώσεις. Οι πολιτικές λέσχες απαγορεύτηκαν, οι εφημερίδες και τα περιοδικά της αντιπολίτευσης απαγορεύτηκαν, τα σχολεία, τα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα και τα θέατρα τα επιτηρούσε η αστυνομία. Ο ρόλος του αυτοκράτορα διογκώθηκε, ενώ τα αντιπροσωπευτικά σώματα (Νομοθετικό, Γερουσία, Συμβούλιο της Επικρατείας) ουσιαστικά εκμηδενίστηκαν.

Ολα αυτά, βέβαια, συμβαίνουν σε μια περίοδο που η χώρα ζει έντονη καπιταλιστική ανάπτυξη με την ολοκλήρωση στο έδαφός της της βιομηχανικής επανάστασης. Οι ατμοκίνητοι κινητήρες στα χρόνια της Δεύτερης Αυτοκρατορίας σχεδόν τετραπλασιάστηκαν στη Γαλλία. Η μεταλλουργία γνώρισε μεγάλη άνοδο. Το ίδιο και η Βαμβακουργία, η Εριουργία και η Μεταξουργία. Μεγάλη επίσης άνθηση γνωρίζει το χρηματιστικό κεφάλαιο. Ετσι, στα 1863, ιδρύεται η «Πιστωτική Τράπεζα της Λυών», στα 1864 η Τράπεζα Παρακαταθηκών, στα 1865 η «Γαλλική Αγροτική Πιστωτική Τράπεζα». Μεγάλη επίσης ανάπτυξη σημειώνεται στην αγροτική οικονομία, ενώ ο πληθυσμός στις πόλεις συνεχώς αυξανόταν. Στα 1850-1870 αυξήθηκαν αρκετά οι εργάτες που δούλευαν στη βιομηχανία. Μόνο στο Παρίσι, σε μία δεκαετία, 1860-1870, οι εργάτες αυξήθηκαν κατά 100 χιλιάδες. Ταυτόχρονα, όμως, αυξάνεται και η εκμετάλλευση της εργατικής τάξης από την αστική. Τα χρονικά όρια της εργάσιμης μέρας αυξάνονται (σε ορισμένους κλάδους φτάνουν τις 16-18 ώρες), ανελέητη είναι η εκμετάλλευση γυναικών και παιδιών που εργάζονται3.

Μάχες στο Ελιζέο
Μάχες στο Ελιζέο
Η Γαλλία θα γνωρίσει - όπως και άλλες καπιταλιστικές χώρες - ισχυρή οικονομική κρίση, αρχικά το 1857, με αποτέλεσμα να περιοριστεί αισθητά η παραγωγή. Ενα νέο κρισιακό κύμα θα αγκαλιάσει τη χώρα στα 1866, γεγονός που θα οξύνει πιο πολύ την εσωτερική πολιτική κατάσταση, θα δυναμώσει το εργατικό και το δημοκρατικό κίνημα και θα κλονίσει αισθητά το καθεστώς. Ας δούμε, όμως, τι ακριβώς γινόταν την ίδια περίοδο στην υπόλοιπη Ευρώπη και πρώτα απ' όλα στη Ρωσία.

Η Ρωσία και ο Κριμαϊκός Πόλεμος 1854-1856

Η Ρωσία, για την εποχή που μιλάμε, ήταν μία από τις ισχυρότερες, αλλά και αντιδραστικότερες δυνάμεις της Ευρώπης. Ερχόταν συχνά σε αντιπαράθεση με τις υπόλοιπες μεγάλες δυνάμεις (Αγγλία, Γαλλία Αυστρία) και προέβαλε, ή, καλύτερα, επιδίωκε να είναι ο κληρονόμος της καταρρέουσας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, κάτι που, όπως ήταν φυσικό, δεν επιθυμούσαν καθόλου οι ανταγωνιστές της. Η Ρωσία αύξανε διαρκώς την πίεσή της πάνω στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, εμφανιζόμενη ως προστάτης των υπόδουλων, στην τελευταία, χριστιανικών πληθυσμών. Μάλιστα, στα 1853, η ρωσική πλευρά απαίτησε από τον σουλτάνο να ασκεί δικαίωμα προστασίας όλων των ορθοδόξων χριστιανών που ζούσαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Η απαίτηση αυτή οδήγησε καταρχήν σε ρωσοτουρκικό πόλεμο, δεδομένου ότι τον Ιούλη του 1853 τα ρωσικά στρατεύματα κατέλαβαν τις παραδουνάβιες ηγεμονίες (Μολδαβία και Βλαχία) και η τουρκική πλευρά ενθαρρύνθηκε και υποκινήθηκε από τους Αγγλογάλλους να αντιδράσει. Ετσι, το Σεπτέμβρη του ίδιου έτους, η τουρκική κυβέρνηση ζήτησε από τη Ρωσία να αποσύρει το στρατό της από τις εν λόγω ηγεμονίες και ταυτόχρονα κινήθηκε στρατιωτικά εναντίον των ρωσικών δυνάμεων. Η εξέλιξη του πολέμου ήταν αρνητική για τους Οθωμανούς. Ο στρατός τους ηττήθηκε στη μάχη του Μπασκαντικλάρ (κοντά στο Καρς) και ο στόλος τους καταστράφηκε στη Σινώπη. Τώρα πια, οι Αγγλογάλλοι δεν μπορούσαν να μένουν θεατές. Μπροστά στον κίνδυνο να καταρρεύσει η Οθωμανική Αυτοκρατορία προς όφελος της Ρωσίας, κήρυξαν τον πόλεμο στην τελευταία το Μάρτη του 1854. Εναντίον της Ρωσίας θα κινηθεί και η Αυστρία, που θα βάλει πόδι στις παραδουνάβιες ηγεμονίες. Η πίεση της δυτικής συμμαχίας ήταν ισχυρή και η ρωσική πλευρά αναγκάστηκε να συγκεντρώσει τις δυνάμεις της από την Πολωνία και τις χώρες της Βαλτικής.

Στο λόφο της Μονμάρτης, παραμονές της εξέγερσης
Στο λόφο της Μονμάρτης, παραμονές της εξέγερσης
Το Σεπτέμβρη του 1854 αποβιβάζεται στην Κριμαία αγγλο-γαλλο-τουρκικός στρατός, ο οποίος, ύστερα από νικηφόρα πορεία, φτάνει έξω από τη Σεβαστούπολη. Ενα χρόνο αργότερα, η πόλη θα καταληφθεί από τα στρατεύματα των δυτικών δυνάμεων και των Οθωμανών και, τελικά, ο πόλεμος θα λήξει, τυπικά, με την υπογραφή συνθήκης ειρήνης στο Παρίσι, στις 30 Μάρτη του 1856. Η Συνθήκη έδωσε στους Αγγλογάλλους τα πιο πολλά από εκείνα που είχαν επιδιώξει με τον πόλεμο. Ανάμεσα στις πιο σημαντικές ρήτρες ήταν: Η Μαύρη Θάλασσα θεωρήθηκε ζώνη ουδέτερη για πολεμικά πλοία. (Η Ρωσία και η Οθωμανική Αυτοκρατορία δεν επιτρεπόταν να έχουν πολεμικά πλοία μέσα σ' αυτήν). Η ρωσική απαίτηση για προστασία επί των Ορθόδοξων Χριστιανών στις βαλκανικές κτήσεις του σουλτάνου απορρίφθηκε. Απλή υπόσχεση έγινε δεκτή από τον σουλτάνο ότι θα μεταχειριζόταν τους χριστιανούς υπηκόους του σ' αυτές τις περιοχές ισότιμα προς τους μουσουλμάνους (ομοεθνείς τους και άλλους). Η Μολδαβία και η Βλαχία, διευρυμένες και με τη νότια Βεσαραβία, που αφαιρέθηκε από τη Ρωσία, απόκτησαν πλήρη ανεξαρτησία, εκτός από το ότι αναγνωριζόταν τυπικά η επικυριαρχία του σουλτάνου. Ανάλογη ρύθμιση έγινε δεκτή για τη Σερβία4.

Η Ενωση της Ιταλίας και της Γερμανίας

Ο Κριμαϊκός Πόλεμος είχε ως αποτέλεσμα την αποδυνάμωση της Ρωσίας, αλλά ο Λουδοβίκος Βοναπάρτης (Ναπολέων Γ`) και η Γαλλία προέβαλαν ως μια ισχυρή δύναμη που μπορούσε να επεμβαίνει στις ξένες υποθέσεις, όπως, για παράδειγμα, στο ζήτημα της ένωσης της Ιταλίας.

Η Ιταλία, ύστερα από μια αποτυχημένη προσπάθεια για ένωση, στα 1848, παρέμεινε κάτω από την εξουσία πολλών κυβερνήσεων. Ομως, η αστική τάξη, που για ν' αναπτυχθεί είχε ανάγκη τη μεγάλη αγορά, ουδέποτε εγκατέλειψε την προσπάθεια της Ενωσης. Υπήρχαν, μάλιστα, δύο σχέδια προς αυτήν την κατεύθυνση: Το πρώτο του παλιού ριζοσπάστη Ματσίνι (που ζούσε αυτοεξόριστος στο Λονδίνο) προϋπέθετε για την ένωση το διώξιμο όλων των επιμέρους ιταλικών κυβερνήσεων. Το δεύτερο σχέδιο έβλεπε πως η ένωση μπορούσε να πραγματοποιηθεί με τη συγκέντρωση όλης της Ιταλίας γύρω από ένα ισχυρό ιταλικό κράτος και τέτοιο κράτος θεωρούνταν το βασίλειο της Σαρδηνίας με πρωτεύουσα το Τορίνο. Η βασική δυσκολία για την πραγματοποίηση αυτού του σχεδίου συνίστατο στο γεγονός ότι έπρεπε να αποχωρήσει η Αυστρία από τη Λομβαρδία και τη Βενετία, κάτι που μπορούσε να συμβεί μόνο με πόλεμο, τον οποίο δεν μπορούσε να πραγματοποιήσει μόνο του το Βασίλειο της Σαρδηνίας, χωρίς τη συνδρομή μιας μεγάλης δυτικής δύναμης. Η δύναμη αυτή βρέθηκε στο πρόσωπο της Γαλλίας του Λουδοβίκου Βοναπάρτη. Η Γαλλία θα βοηθούσε τη Σαρδηνία να διώξει τους Αυστριακούς από τη Λομβαρδία και τη Βενετία και η Σαρδηνία θα έδινε στη Γαλλία τη Σαβοΐα και τη Νίκαια που είχε στην κατοχή της.

Ομάδα Παρισινών εργατών, που συμμετείχαν στην εξέγερση της Παρισινής Κομμούνας
Ομάδα Παρισινών εργατών, που συμμετείχαν στην εξέγερση της Παρισινής Κομμούνας
Ο πόλεμος της Γαλλίας και του Βασιλείου της Σαρδηνίας εναντίον της Αυστρίας έγινε το 1859 και ύστερα από δύο αιματηρές ήττες, στη Μαγιέντα και στο Σολφερίνο, οι Αυστριακοί συνθηκολόγησαν και αποχώρησαν τη Λομβαρδία, αλλά κράτησαν τη Βενετία. Υστερα από αυτήν την εξέλιξη, τα ιταλικά κρατίδια - πλην των κρατιδίων της Ρώμης και της Νεάπολης - ενώθηκαν με τη Σαρδηνία. Το 1860 στην Ενωση προσχώρησε και η Νεάπολη υπό την ηγεσία του λαϊκού ήρωα Γαριβάλδη. Την ίδια περίοδο, ένα ισχυρό ενωτικό κίνημα ξεκινάει στη Γερμανία.

Το όραμα της δημιουργίας ενιαίου γερμανικού κράτους συνόδευε τη γερμανική αστική τάξη από τις αρχές του 19ου αιώνα, ενώ διαδόθηκε πλατιά τις παραμονές της επανάστασης του Μάρτη του 1848. Επιτακτική, όμως, σημασία αποκτά μετά τον Κριμαϊκό πόλεμο και τον πόλεμο κατά της Αυστρίας, όταν η αυξανόμενη ισχύς της Γαλλίας αρχίζει να εκλαμβάνεται ως απειλή για τους κυρίαρχους γερμανικούς κοινωνικοπολιτικούς κύκλους. Αυτή τη φορά, την πρωτοβουλία για την ένωση ανέλαβε η πρωσική κυβέρνηση, επικεφαλής της οποίας, από το 1862, βρισκόταν ένας από τους πιο επιφανείς διπλωμάτες και κρατικούς παράγοντες ο Οτο φον Βίσμαρκ, ο οποίος είχε συλλάβει σε βάθος τη σημασία του εγχειρήματος.

Η Ενωση της Γερμανίας επιταχύνθηκε καθοριστικά με τρεις πολέμους: Με τον πόλεμο της Πρωσίας και της Αυστρίας κατά της Δανίας (1864), με τον πόλεμο της Πρωσίας κατά της Αυστρίας (1866) και με τον πόλεμο της Πρωσίας κατά της Γαλλίας (1870 - 1871). Από τους δύο πρώτους πολέμους, δημιουργήθηκε, το 1867, με την πολιτική σφραγίδα του Βίσμαρκ, η Βορειογερμανική Ομοσπονδία που συμπεριέλαβε όλα τα γερμανικά κράτη εκτός τεσσάρων του νότου: του Eσσεν, της Βαυαρίας, της Βυρτεμβέργης και του Μπάντεν5. Ο τρίτος, ο γαλλοπρωσικός πόλεμος θα οδηγούσε στο τέλος τη Δεύτερη Γαλλική Αυτοκρατορία, αλλά και θα γεννούσε ένα νέο τύπο κράτους στην ιστορία της ανθρωπότητας, το κράτος της εργατικής τάξης, δηλαδή την Κομμούνα του Παρισιού.

Ο Γαλλοπρωσικός πόλεμος και η πτώσης της Δεύτερης Γαλλικής Αυτοκρατορίας


Ο Γαλλοπρωσικός πόλεμος ξέσπασε στις 20 Ιούλη του 1870, όταν ο Ναπολέων ο Γ΄ κήρυξε για λογαριασμό της Γαλλίας τον πόλεμο στην Πρωσία. Η αιτία ήταν προσχηματική κι αφορούσε τον ισπανικό θρόνο που η γερμανική πλευρά επιδιώκει να δοθεί στον πρωσικό βασιλικό οίκο των Χοετζόλερν, ενώ η γαλλική ιθύνουσα τάξη αντέδρασε σφόδρα μπρος σ' ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Και οι δύο πλευρές αρπάχτηκαν από αυτή την αιτία, την οποία είδαν ως δώρο θεόσταλτο, για να θέσουν σε εφαρμογή τα πολεμικά τους σχέδια. Η Πρωσία, όπως έχουμε ήδη αναφέρει, μέσω του πολέμου έβρισκε την ευκαιρία να ολοκληρώσει την ενότητα της Γερμανίας, να εξασθενίσει τη Γαλλία, αλλά και να καταλάβει τις στρατηγικής σημασίας γαλλικές επαρχίες Αλσατία και Λωραίνη. Από την άλλη, η Γαλλία, στην ενότητα της Γερμανίας διαπίστωνε ένα σοβαρό κίνδυνο για τα συμφέροντά της που έπρεπε μέσω του πολέμου να αποτρέψει, καταλαμβάνοντας ταυτόχρονα την αριστερή όχθη του Ρήνου που πάντοτε η γαλλική αστική τάξη επιθυμούσε6.

Στον πόλεμο αντιτάχθηκαν τα γαλλικά και τα γερμανικά τμήματα της Διεθνούς και στις 23 Ιούλη του 1870 το Γενικό Συμβούλιο της Διεθνούς απηύθυνε έκκληση στους εργάτες όλων των χωρών, συγγραφέας της οποίας ήταν ο Κ. Μαρξ. «Τη στιγμή που η επίσημη Γαλλία και η επίσημη Γερμανία - έλεγε η έκκληση7- ρίχνονται σε έναν αδελφοκτόνο αγώνα, οι εργάτες της Γαλλίας και της Γερμανίας ανταλλάσσουν μηνύματα ειρήνης και φιλίας. Το μεγάλο αυτό γεγονός, που όμοιό του δεν υπάρχει στην ιστορία, ανοίγει ένα πιο φωτεινό μέλλον. Αποδείχνει ότι, αντίθετα απ' την παλιά κοινωνία, με την οικονομική της αθλιότητα και την πολιτική της παραφροσύνη, ξεπηδάει μια νέα κοινωνία που διεθνής της κανόνας θα είναι η ειρήνη, γιατί σ' όλα τα έθνη θα κυριαρχεί η ίδια αρχή - η εργασία». Στην ίδια έκκληση, ο Μαρξ διαπίστωνε με εκπληκτικά επιστημονικό - ως προς την ακρίβεια της πρόβλεψης - τρόπο ότι οποιαδήποτε κι αν ήταν η έκβαση του πολέμου, η δεύτερη αυτοκρατορία είχε φτάσει στο τέλος της. «Οποιαδήποτε κι αν είναι η έκβαση του πολέμου του Λουδοβίκου Βοναπάρτη με την Πρωσία - έλεγε η έκκληση8- σήμανε κιόλας στο Παρίσι η νεκρική καμπάνα της δεύτερης αυτοκρατορίας».

Οντως έτσι είχαν τα πράγματα. «Ο πόλεμος γράφει ο Ε. Ταρλέ9- άρχισε με πολύ ευνοϊκές συνθήκες για την Πρωσία. Πρώτα - πρώτα στο πλευρό της βρέθηκαν όλα τα γερμανικά κράτη, συμπεριλαμβανομένων και των νοτίων (πράγμα που δεν το περίμενε ο Ναπολέων Γ'). Δεύτερον, σ' όλη την Ευρώπη υπαίτιο του πολέμου θεωρούσαν τη Γαλλία... και σε πολλές χώρες (π.χ. στην Αγγλία) η γενική συμπάθεια ήταν με το μέρος της Πρωσίας. Τρίτον, σ' όλη τη Γερμανία παρατηρούνταν μεγάλος ενθουσιασμός σ' όλες τις τάξεις του λαού. Τέταρτο, ο πρωσικός στρατός... ήταν περίφημα οργανωμένος, εφοδιασμένος με όλα τα μέσα, αριθμητικά υπερείχε σημαντικά του γαλλικού». Ακριβώς αντίθετη ήταν η πραγματικότητα για τη Γαλλία.

Οι πρώτες μάχες έγιναν τον Αύγουστο του 1870 και ήταν όλες αποτυχημένες για τη γαλλική πλευρά. Ο Λουδοβίκος Βοναπάρτης κατέβηκε στο στράτευμα, αλλά απέφυγε να αναλάβει τη διοίκηση και τις τελευταίες μέρες του Αυγούστου βρέθηκε κλεισμένος και πολιορκημένος με μεγάλο τμήμα στρατού στο φρούριο του Σεντάν. Η απόπειρα διάσπασης του κλοιού απέτυχε και στις 2 Σεπτέμβρη ο Αυτοκράτορας μαζί με το στρατό του αιχμαλωτίστηκαν.

Από τη Δημοκρατία στην Κομμούνα

Μόλις έγινε γνωστή στο Παρίσι η αιχμαλωσία του αυτοκράτορα, ο λαός ξεσηκώθηκε και ανακήρυξε τη Δημοκρατία, την Τρίτη Δημοκρατία στην Ιστορία της Γαλλίας, αφού ως Πρώτη θεωρείται εκείνη του 1792 και ως Δεύτερη εκείνη που ανακηρύχτηκε στις 24 Φεβρουαρίου του 1848, με τη Φεβρουαριανή Επανάσταση. Στις 9 Σεπτέμβρη το Γενικό Συμβούλιο της Πρώτης Διεθνούς εξέδωσε και δεύτερη έκκληση για τον πόλεμο, συγγραφέας της οποίας ήταν πάλι ο Μαρξ. Στην έκκληση ξεσκεπάζονταν τα κατακτητικά σχέδια των γιούνκερς και της αστικής τάξης της Πρωσίας και καλούνταν οι Γερμανοί εργάτες να αντισταθούν σε αυτά, να μην επιτρέψουν την προσάρτηση της Αλσατίας και της Λωραίνης και να αγωνιστούν για την αναγνώριση της Γαλλικής Δημοκρατίας. Με την έκκληση η Διεθνής χαιρετίζει την εγκαθίδρυση της Δημοκρατίας στη Γαλλία, εκφράζοντας όμως αμφιβολίες αν πρόκειται για πραγματικό βήμα προς τα εμπρός. «Η δημοκρατία - λέει χαρακτηριστικά η έκκληση - δεν ανέτρεψε το θρόνο, πήρε μόνο τη θέση του που είχε αδειάσει. Δεν ανακηρύχτηκε σαν κοινωνική κατάκτηση μα σαν εθνικό μέτρο άμυνας. Βρίσκεται στα χέρια μιας προσωρινής κυβέρνησης, που αποτελείται εν μέρει από γνωστούς ορλεανικούς και εν μέρει από αστούς δημοκράτες, και ανάμεσα σε αυτούς είναι και μερικοί που η εξέγερση του Ιούνη 1848 άφησε πάνω τους τα ανεξίτηλο στίγμα της. Ο καταμερισμός της δουλιάς ανάμεσα στα μέλη της κυβέρνησης δε φαίνεται να υπόσχεται πολλά καλά. Οι ορλεανικοί κατέλαβαν τις ισχυρές θέσεις του στρατού και της αστυνομίας, ενώ στους λεγόμενους δημοκρατικούς έπεσαν οι θέσεις με τα παχιά λόγια»10.

Η προσωρινή κυβέρνηση που ανακηρύχτηκε στις 4 Σεπτέμβρη αποφάσισε να συνεχίσει τον πόλεμο, αλλά οι Πρώσοι συνέχισαν να νικούν. Στις 16 Σεπτέμβρη του 1870, τα γερμανικά στρατεύματα έφτασαν έξω από το Παρίσι και στις 19 Σεπτέμβρη, ύστερα από την αποτυχημένη για τους Γάλλους μάχη κοντά στο Σατιγιόν, τα γερμανικά στρατεύματα απέκλεισαν την πόλη.

Η πολιορκία του Παρισιού κράτησε πιο πολύ από τέσσερις μήνες. Οι εργαζόμενες μάζες της πόλης υπέφεραν αβάσταχτα, η θνησιμότητα αυξήθηκε πάρα πολύ, η επισιτιστική κατάσταση επιδεινώθηκε. Η αστοτσιφλικάδικη τάξη από την αρχή επιδίωκε να σώσει τα συμφέροντά της και να προδώσει το λαό ερχόμενη σε συμφωνία με τους Πρώσους. Διαπραγματεύσεις για ανακωχή προωθούνταν τον Οκτώβριο του 1870, ενώ στις 27 του ίδιου μήνα ο στρατάρχης Μπαζέν παρέδωσε στον εχθρό το Μετς με όλο το στρατό του. Στην προδοτική συμπεριφορά της αστική τάξης, το προλεταριάτο απάντησε με εξέγερση στις 31 Οκτώβρη 1870, που όμως δεν είχε επιτυχία, διότι η εργατική τάξη ήταν ακόμη ανοργάνωτη. Εδειχνε όμως το δρόμο που θα ακολουθούσαν τα πράγματα μερικούς μήνες αργότερα.

Η κυρίαρχη τάξη προχώρησε σε μια νέα προδοσία στις 19 Γενάρη του 1871, όταν οδήγησε σε μια βέβαιη καταστροφή την εθνοφρουρά, όπου χάθηκαν χιλιάδες λαϊκοί αγωνιστές, με την οργάνωση μεγάλης εξόδου στον τομέα του Μπινζαβάλ (κοντά στο Παρίσι). Ετσι, ξέσπασε καινούρια εξέγερση στο Παρίσι, στις 22 Γενάρη, που όμως ήταν και αυτή αποτυχημένη, με αποτέλεσμα η κυβέρνηση να προχωρήσει σε μαζικές συλλήψεις επαναστατών, στο κλείσιμο των πολιτικών λεσχών και των δημοκρατικών δημοσιογραφικών οργάνων, στην απαγόρευση των λαϊκών συγκεντρώσεων. Η προδοσία της αστοτσιφλικάδικης ολιγαρχίας ολοκληρώθηκε με την υπογραφή συνθήκης ανακωχής και την παράδοση του Παρισιού στον εχθρό στις 28 Γενάρη του 1871.

Στις 8 Φλεβάρη εκλέχτηκε νέα εθνοσυνέλευση, σύμφωνα με τους όρους της ανακωχής, στη σύνθεση της οποίας πλειοψηφούσαν οι μοναρχικοί. Στις 17 Φλεβάρη πρωθυπουργός ανέλαβε ο Θιέρσιος και στις 26 του ίδιου μήνα υπογράφηκε στις Βερσαλλίες η προκαταρκτική συμφωνία ειρήνης, η οποία επικυρώθηκε από την εθνοσυνέλευση την 1η Μάρτη.

Οι ληστρικοί όροι της προκαταρκτικής συνθήκης ειρήνης (η Γαλλία έχανε την Αλσατία και την Ανατολική Λωραίνη και υποχρεωνόταν να πληρώσει μια τεράστια πολεμική αποζημίωση από 5 δισεκατομμύρια χρυσά φράγκα) και η προδοσία των κυρίαρχων τάξεων της Γαλλίας οδήγησαν το παρισινό προλεταριάτο, το οποίο σημειωτέον δεν είχε αφοπλιστεί, σε νέα εξέγερση για ένα καινούριο κοινωνικό σύστημα.

Η Κομμούνα και το έργο της

Πριν ιδρυθεί η Παρισινή Κομμούνα, είχε προηγηθεί ένας μακροχρόνιος αγώνας της εργατικής τάξης της Γαλλίας ενάντια στην πολιτική αντίδραση και στην καπιταλιστική εκμετάλλευση. Από τον Ιούνη του 1848, οι εργάτες είχαν ρίξει το σύνθημα της κοινωνικής δημοκρατίας σε αντιπαράθεση με τη δημοκρατία του κεφαλαίου. Το 1865 ιδρύθηκαν στη Γαλλία τα πρώτα τμήματα της Α` Διεθνούς, που βοήθησαν το προλεταριάτο να ανεβάσει την ταξική του συνείδηση και οργάνωση, να απελευθερωθεί από την πολιτική κηδεμονία του αστικοδημοκρατικού κινήματος, να οριοθετηθεί απέναντι στις μικροαστικές τάσεις που αναπτύσσονταν στις γραμμές του. Ο γαλλοπρωσικός πόλεμος όξυνε ακόμη περισσότερο την ταξική πάλη στη Γαλλία, ενώ οι προδοσίες των αστοτσιφλικάδων ωρίμασαν ακόμη περισσότερο τις προλεταριακές μάζες.

Για να αντιμετωπίσουν την αστοτσιφλικάδικη αντίδραση που είχε συσπειρωθεί γύρω από την κυβέρνηση του Θιέρσιου, οι εργάτες και οι μικροαστοί του Παρισιού ίδρυσαν το Φλεβάρη - Μάρτη του 1871 μια μαζική πολιτική οργάνωση, τη «Δημοκρατική Ομοσπονδία της Εθνοφρουράς του Τμήματος του Σηκουάνα» με δύναμη 215 τάγματα που συγκροτήθηκαν στις εργατικές και σε άλλες δημοκρατικές συνοικίες. Η Κεντρική Επιτροπή της Οργάνωσης αυτής, με επικεφαλής επιφανείς δημοκράτες και σοσιαλιστές (ανάμεσά τους και μέλη της Διεθνούς), έγινε το έμβρυο της νέας λαϊκής εξουσίας που ξεπηδούσε μέσα από το λαό11.

Στις 18 Μάρτη του 1871, κυβερνητικά στρατεύματα εισέβαλαν στις εργατικές συνοικίες του Παρισιού, στο Μπελβίλ και αλλού, περικύκλωσαν τη Μονμάρτη και απαίτησαν την παράδοση των όπλων της Εθνοφρουράς. Οι εθνοφρουροί με την υποστήριξη του λαού προέβαλαν αντίσταση, οι στρατιώτες διατάχθηκαν να επιτεθούν, αλλά λίγοι από αυτούς υπάκουσαν. Δύο στρατηγοί, ο Λεκόντ και ο Τομά, συνελήφθησαν από τους στρατιώτες τους και τουφεκίστηκαν. Η ΚΕ της Εθνοφρουράς πέρασε στην επίθεση. Ετσι ξεκίνησε η εξέγερση. Οι εξεγερμένοι κατέλαβαν το Δημαρχείο, ενώ η εξουσία πέρασε στα χέρια της Κεντρικής Επιτροπής της Εθνοφρουράς. Στις 20 Μάρτη έγιναν προσπάθειες εξέγερσης και σε άλλες πόλεις, που όμως απέτυχαν. Εν τω μεταξύ, η κυβέρνηση της Γαλλίας μεταφέρθηκε στις Βερσαλλίες (17 με 18 χλμ. δυτικά του Παρισιού), που οι Γερμανοί είχαν, στο μεταξύ, εκκενώσει.

Στις 26 Μάρτη, εκλέγεται η Παρισινή Κομμούνα και στις 28 ανακηρύχτηκε πανηγυρικά και επίσημα σε κυβέρνηση. «Το Παρίσι - γράφει ο Remi Gossez12 - άνοιγε μια λευκή σελίδα στο βιβλίο της Ιστορίας και έγραφε το πανίσχυρο όνομά του. Διακόσιες χιλιάδες ελεύθεροι άνθρωποι συγκεντρώθηκαν για να διακηρύξουν την ελευθερία τους και να διαδηλώσουν μέσα στο θόρυβο των κανονιών τη δημιουργία ενός νέου θεσμού... Τι γράψανε, όμως, στη λευκή σελίδα, οι εκλεκτοί του λαού; Την αντίληψη μιας νέα κοινωνίας. Την αντίληψη αυτή έμελλε να την κληρονομήσει, τελικά, η εργατική τάξη του Παρισιού».

Η Κομμούνα έπεσε στις 28 Μάη του 1871, αλλά μέχρι τότε πήρε μια σειρά ιστορικές αποφάσεις, εκ των οποίων τις σημαντικότερες αξίζει να αναφέρουμε εν συντομία. Συγκεκριμένα:

Κατάργησε την υποχρεωτική στρατιωτική θητεία και τον τακτικό στρατό και στη θέση του δημιούργησε την Εθνοφρουρά, που αποτελείτο από «όλους τους ικανούς άνδρες». Κατάργησε τα τυχερά παιχνίδια. Θεσμοθέτησε το χωρισμό της Εκκλησίας από το κράτος - κατάργησε τον εκκλησιαστικό προϋπολογισμό - εθνικοποίησε τα εκκλησιαστικά ακίνητα. Κατέστρεψε δημόσια τη λαιμητόμο και καθιέρωσε το μέτρο των αντιποίνων ενάντια στους αντεπαναστάτες. Απελευθέρωσε όσους κρατούμενους κρατούνταν χωρίς κατηγορία. Κατάργησε τις διώξεις για διαμαρτυρία γραμματίων. Καθιέρωσε τη δημοσιότητα των συνεδριάσεών της. Θεσμοθέτησε τη δημιουργία επιτροπής για την καταγραφή των επιχειρήσεων που εγκατέλειψαν οι ιδιοκτήτες τους και για την αποκατάσταση της λειτουργίας τους, σε συνεργασία με τους εργαζόμενους. Θέσπισε την ολοκληρωτική κατάργηση των προνομίων των δημοσίων υπαλλήλων, θεσμοθέτησε την εκλογή και την ανακλητότητά τους, καθόρισε νόμιμη αμοιβή τους. Διόρισε επιτροπή για τη δημιουργία «Ελεύθερων Πανεπιστημίων». Διόρισε επιτροπή για την αναδιοργάνωση των πολιτικών δικαστηρίων με βάση το καθολικό εκλογικό δικαίωμα. Προώθησε ολοκληρωτική κατάργηση ποινικής και αστικής δικαιοδοσίας των επιχειρηματιών στους τόπους δουλιάς. - Κατάργηση δικαιώματος προστίμων. - Επιστροφή όσων είχαν εισπραχθεί. Καθιέρωσε την ασυλία των ξένων ενάντια στις κατασχέσεις. Διόρισε επιτροπή για την αναδιοργάνωση της εκπαίδευσης. - Καθιέρωσε τη δωρεάν παιδεία. Κατάργησε την αστυνομία και την αντικατέστησε με την Πολιτοφυλακή κλπ13.

Αντί επιλόγου

«Τα μέλη της Κομμούνας - γράφει ο Ενγκελς14- χωρίζονταν σε μια πλειοψηφία, τους μπλανκιστές που επικρατούσαν στην Κεντρική Επιτροπή της Εθνοφυλακής, και σε μια μειοψηφία: μέλη της Διεθνούς Ενωσης των Εργατών, κυρίως από οπαδούς της σοσιαλιστικής σχολής του Προυντόν. Οι μπλανκιστές, στη μεγάλη τους πλειοψηφία, ήτανε την εποχή εκείνη σοσιαλιστές μόνον από επαναστατικό και προλεταριακό ένστικτο. Λίγοι μόνον είχαν αποκτήσει μεγαλύτερη σαφήνεια αρχών, χάρη στον Βαγιάν που γνώριζε το γερμανικό επιστημονικό σοσιαλισμό. Καταλαβαίνει κανείς, λοιπόν, ότι στον οικονομικό τομέα η Κομμούνα παρέλειψε αρκετά πράγματα, που, κατά τη σημερινή μας αντίληψη, έπρεπε να τα είχε κάνει. Δυσκολότερα, βέβαια, απ' όλα μπορεί να κατανοηθεί το γεγονός ότι η Κομμούνα στάθηκε ευλαβικά με ιερό σεβασμό μπροστά στις πόρτες της Τράπεζας της Γαλλίας. Αυτό ήταν επίσης σοβαρό πολιτικό λάθος. Η τράπεζα στα χέρια της Κομμούνας - αυτό θα άξιζε περισσότερο από δέκα χιλιάδες ομήρους. Θα σήμαινε την πίεση που θα ασκούσε στην κυβέρνηση των Βερσαλλιών ολόκληρη η αστική τάξη για να κλείσει ειρήνη με την Κομμούνα».

Στη δική του κριτική στην Κομμούνα του Παρισιού, ο Λένιν, ανάμεσα σε άλλα, γράφει15: «Δυο όμως λάθη κατάστρεψαν τους καρπούς της λαμπρής νίκης. Το προλεταριάτο σταμάτησε στη μέση του δρόμου: Αντί να αρχίσει την "απαλλοτρίωση των απαλλοτριωτών", παρασύρθηκε από το όνειρο να εγκαθιδρύσει ανώτερη Δικαιοσύνη σε μια χώρα που να την ενώνει το πανεθνικό καθήκον. Δεν κατέλαβε, λ.χ., τέτοια ιδρύματα, σαν την Τράπεζα, οι θεωρίες των προυντονιστών για "δίκαιη ανταλλαγή" κτλ. επικρατούσαν ακόμα ανάμεσα στους σοσιαλιστές. Το δεύτερο λάθος είναι η υπερβολική μεγαλοψυχία του προλεταριάτου: Επρεπε να εξοντώσει τους εχθρούς του. Απεναντίας, το προλεταριάτο του Παρισιού προσπαθούσε να επιδράσει ηθικά επάνω τους, περιφρόνησε τη σημασία των καθαρά πολεμικών ενεργειών στον εμφύλιο πόλεμο και, αντί να στεφανώσει τη νίκη του στο Παρίσι με αποφασιστική επίθεση ενάντια στις Βερσαλλίες, αργοπόρησε κι έδωσε στην κυβέρνηση των Βερσαλλιών τον καιρό να συγκεντρώσει τις σκοτεινές δυνάμεις και να προετοιμαστεί για τη ματωμένη εβδομάδα του Μάη».

Το τέλος της Κομμούνας υπήρξε τραγικό16. Οι κυρίαρχες τάξεις της Γαλλίας θέλησαν να τιμωρήσουν παραδειγματικά το προλεταριάτο για το γεγονός ότι αμφισβήτησε την εξουσία τους και στην επιδίωξή τους αυτή βρήκαν αρωγό τους πρώην εχθρούς τους, δηλαδή την πρωσική ολιγαρχία. Γράφει ο Denis Richards: «Αδυνατώντας να καταλάβει το Παρίσι με έφοδο και άγριο βομβαρδισμό, ο Thiers αναγκάστηκε να ζητήσει από τον Βίσμαρκ να του επιτρέψει να αυξήσει το στρατό της Γαλλίας από 80.000 σε 150.000. Αλλά και μετά από συνεχή επίθεση πέντε εβδομάδων, όταν ο στρατός της Συνέλευσης (φιλομοναρχικός) κατόρθωσε να μπει στο Παρίσι έπρεπε να παλέψει από δρόμο σε δρόμο, από σπίτι σε σπίτι έως ότου κυριαρχήσει σε όλη την πόλη». Η αγριότητα των νικητών ξεπερνούσε κάθε προηγούμενο. «Οι φυλακές του Παρισιού πλημμύρισαν από το αίμα, τα νεκροταφεία από τους άταφους νεκρούς... Εχει υπολογιστεί ότι το επεισόδιο της Κομμούνας την άνοιξη του 1871 κόστισε υλικές ζημιές 20.000.000 χρυσά φράγκα της εποχής, ενώ, παράλληλα, 100.000 Παριζιάνοι πλήρωσαν με φυλακή, εξορία, εκτόπιση ή θάνατο»17. Σ' ένα τηλεγράφημά του, εκείνων των ημερών, ο Θιέρσιος ομολογούσε18: «Η γη στρώθηκε από τα πτώματά τους και το φρικιαστικό αυτό θέαμα θα χρησιμεύσει για να δοθεί ένα μάθημα». Οντως, το μάθημα δόθηκε. Το προλεταριάτο στο εξής όφειλε να μη δείξει τόσο υπερβολική μεγαλοψυχία απέναντι στους ταξικούς εχθρούς του, όση έδειξε η Κομμούνα στις κυρίαρχες τάξεις της Γαλλίας.

1 Απόσπασμα από γράμμα του Κ. Μαρξ στον Κούγκελμαν 17/4/1871. Βλέπε: Μαρξ - Ενγκελς: «Διαλεκτά Εργα», έκδοση της ΚΕ του ΚΚΕ, τόμος Β`, σελ. 545

2 Ε. Β. Ταρλέ: «Σύντομη επιτομή της Νεώτερης Ιστορίας της Ευρώπης 1814-1919», εκδόσεις «ΓΙΑΝΝΙΚΟΣ», σελ. 82

3 Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ: «Παγκόσμια Ιστορία», εκδόσεις «Μέλισσα», τόμος ΣΤ2, σελ. 816-832

4 Denis Richards: «Ιστορία της Σύγχρονης Ευρώπης 1789- 2000», εκδόσεις «Παπαδήμα», σελ. 284

5 Ε. Β. Ταρλέ: «Σύντομη επιτομή της Νεώτερης Ιστορίας της Ευρώπης 1814-1919», εκδόσεις «ΓΙΑΝΝΙΚΟΣ», σελ. 95

6 Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ: «Παγκόσμια Ιστορία», εκδόσεις «Μέλισσα», τόμος ΣΤ2, σελ. 860-861

7 Μαρξ - Ενγκελς: «Διαλεκτά Εργα», έκδοση της ΚΕ του ΚΚΕ, τόμος Α`, σελ. 583-584

8 στο ίδιο, σελ. 581

9 Ε. Β. Ταρλέ, στο ίδιο, σε. 102

10 Μαρξ - Ενγκελς, στο ίδιο, σελ. 592

11 Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ: «Παγκόσμια Ιστορία», εκδόσεις «Μέλισσα», τόμος Ζ1, σελ. 30- 31

12 Remi Gossez: «Η Κομμούνα», στο «Ιστορία των Επαναστάσεων», εκδόσεις «ΑΚΜΗ», τόμος 3ος, σελ. 31

13 Ευάγγ. Παπαναστασίου: «Η Κομμούνα των Παρισίων», εκδόσεις «Μπάυρον», σελ. 31-40 κ.α.

14 Μαρξ - Ενγκελς, στο ίδιο σελ. 572

15 Β. Ι. ΛΕΝΙΝ: «Τα διδάγματα της Κομμούνας» ΑΠΑΝΤΑ, τόμος 16ος, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 476- 477

16 Αρτσιμπαλντ Φορμπς: «Η Κατάλυση της Παρισινής Κομμούνας», στο John Carey: «Τα μεγάλα Ρεπορτάζ», εκδόσεις «Νάρκισσος», σελ. 399-409

17 Denis Richards, στο ίδιο, σελ. 355

18 Remi Gossez: «Η Κομμούνα», στο ίδιο, σελ. 38


Γιώργος ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ


Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ