Κυριακή 3 Απρίλη 2005
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 6
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Ολοι οι δρόμοι οδηγούν στη ... Λισαβόνα

Από την υπογραφή της Συνθήκης του Μάαστριχτ (1991) έως σήμερα, η στρατηγική του κεφαλαίου στην Ευρωπαϊκή Ενωση βαφτίστηκε, κατά καιρούς, με διάφορα ονόματα, όπως «σύγκλιση των οικονομιών», «σταθεροποίηση» και τώρα «ανταγωνιστικότητα».

Με οποιοδήποτε όνομα, ο στόχος παραμένει ίδιος: Αύξηση των ποσοστών κέρδους, μείωση του μεριδίου της εργασίας στον συνολικά παραγόμενο πλούτο με τη διαρκή απαξίωση της εργατικής δύναμης, επέκταση των αγορών, οικειοποίηση των δημόσιων αγαθών, αντιμετώπιση των προκλήσεων στον ενδοϊμπεριαλιστικό ανταγωνισμό.

Στο διάστημα αυτό, τα κέρδη του κεφαλαίου τροφοδοτήθηκαν σταθερά από τη μείωση της αγοραστικής δύναμης των εργαζομένων, την αύξηση της ανεργίας, την κατάργηση θεμελιακών δικαιωμάτων στην Κοινωνική Ασφάλιση και στο εργασιακό καθεστώς.

Σ' όλα τα στάδια αυτής της εξέλιξης η Ευρωπαϊκή Ενωση στάθηκε με αξιοζήλευτη συνέπεια στην πρώτη γραμμή της αντεργατικής «επέλασης». Στο τελευταίο στάδιο, μετά το 2000, σημαία αυτής της «επέλασης» έγινε η περιβόητη «Στρατηγική της Λισαβόνας».

Η «Στρατηγική της Λισαβόνας», όπως προσδιορίστηκε στη Σύνοδο Κορυφής του Μάρτη του 2000, συνίσταται σε μια απλή συνταγή: Ολο το δυναμικό, ανθρώπινο, ή μη, των χωρών- μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης τίθεται στην υπηρεσία των μονοπωλίων, με όρους ιδιαίτερα ευνοϊκούς για τα μονοπώλια, με σκοπό την ενίσχυση της συγκέντρωσης του κεφαλαίου και της συγκεντροποίησής του και με στόχο την ενίσχυση της θέσης του στην «παγκοσμιοποιημένη» αγορά.

Στην πρόσφατη Σύνοδο Κορυφής (22 και 23 του Μάρτη) οι «είκοσι πέντε» χαρακτήρισαν «μέτριο» τον απολογισμό της πενταετίας ως προς τους στόχους της «Στρατηγικής της Λισαβόνας» και ειδικότερα το στόχο που ήθελε την οικονομία της Ευρωπαϊκής Ενωσης ως την «ανταγωνιστικότερη» οικονομία στον κόσμο μέχρι το 2010. Σε «χάσμα δυναμικού οικονομικής αύξησης μεταξύ της Ευρώπης και των οικονομικών της εταίρων» αναφέρεται η απόφαση της Συνόδου.

Με τις αποφάσεις αυτής της Συνόδου, η Ευρωπαϊκή Ενωση επιχειρεί να καλύψει ένα μέρος του «χάσματος» και καλεί σε συστράτευση τις επιχειρήσεις, τις κυβερνήσεις, αλλά και τους «κοινωνικούς εταίρους» για τον «κοινό σκοπό». Προς την ίδια κατεύθυνση με την αναθεωρημένη «Στρατηγική της Λισαβόνας» κινείται και η απόφαση για την αναθεώρηση του «Συμφώνου Σταθερότητας».

Στην απόφαση της Συνόδου τονίζεται ότι «οι δημοσιονομικές προοπτικές για την περίοδο 2007-2013 θα πρέπει να εφοδιάσουν την Ενωση με τα κατάλληλα μέσα για την εφαρμογή των πολιτικών της εν γένει και, μεταξύ αυτών, των πολιτικών που συντείνουν στην υλοποίηση των προτεραιοτήτων της Λισαβόνας». Ετσι, το σύνολο της οικονομικής πολιτικής των κυβερνήσεων των κρατών-μελών υπάγεται πλέον στην εξυπηρέτηση των στόχων που θέτει η «Στρατηγική της Λισαβόνας».

Ουσιαστικά, από δω και πέρα, η αξιολόγηση των επιδόσεων κάθε κράτους-μέλους θα γίνεται υπό το πρίσμα της «Λισαβόνας». Απ' την άποψη αυτή είναι χαρακτηριστικό το απόσπασμα της απόφασης της Συνόδου όπου αναφέρεται: «Τυχόν υπέρβαση με μικρή διαφορά της τιμής αναφοράς (σ.σ. εννοεί τους δείκτες του ελλείμματος και του χρέους), εφόσον αντανακλά την εφαρμογή συνταξιοδοτικών μεταρρυθμίσεων οι οποίες εισάγουν ένα σύστημα πολλαπλών πυλώνων που περιλαμβάνει έναν υποχρεωτικό πυλώνα με πλήρη χρηματοδότηση, χρειάζεται προσεκτική εξέταση».

Με δυο λόγια, δηλώνεται ότι θα επιτρέπεται η «παρεκτροπή» από το Σύμφωνο Σταθερότητας, αν το παρεκτραπέν κράτος-μέλος έχει θέσει σε εφαρμογή πρόγραμμα μεταρρύθμισης του ασφαλιστικού συστήματος με τις προδιαγραφές που ορίζει η «Στρατηγική της Λισαβόνας».

Δηλαδή, θα μπορεί ένα κράτος-μέλος να έχει έλλειμμα μεγαλύτερο από 3% του ΑΕΠ αρκεί να προωθεί το ασφαλιστικό σύστημα των τριών πυλώνων, όπου ο ένας πυλώνας (που θα χρηματοδοτείται από το δημόσιο) θα δίνει ένα ελάχιστο ποσό, το οποίο θα κρατάει τον συνταξιούχο στα όρια της επιβίωσης, ο δεύτερος πυλώνας θα είναι «ανταποδοτικός» και θα στηρίζεται στις ασφαλιστικές εισφορές των εργαζομένων και των εργοδοτών, ενώ ο τρίτος πυλώνας θα είναι η ιδιωτική ασφάλιση. Φυσικά, στο σύστημα αυτό, τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης θα είναι σημαντικά αυξημένα σε σχέση με τα σημερινά, ενώ και οι συντάξιμες αποδοχές θα είναι μικρότερες. Ετσι, θα «επιβραβεύονται» τα κράτη-μέλη που θα υλοποιούν την αντιασφαλιστική μεταρρύθμιση και θα «τιμωρούνται» όσα καθυστερούν.

Οι «αναδιαρθρώσεις»

Για τους ιθύνοντες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, προϋπόθεση της επιτυχίας των στόχων της «Λισαβόνας» είναι ο επαναπροσδιορισμός των ορίων του κράτους στις οικονομικές του δραστηριότητες και των σχέσεων κράτους-επιχειρήσεων, όπου βεβαίως το κράτος θα λειτουργεί ως εγγυητής της «επιχειρηματικότητας», της εφαρμογής των αντεργατικών πολιτικών και της απρόσκοπτης προσφυγής στις χρηματοοικονομικές πηγές.

Πρόκειται για την επαναδιατύπωση της κρατικομονοπωλιακής ρύθμισης στο περιβάλλον που δημιουργούν η ύφεση στις μεγάλες οικονομίες (Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία, κλπ.) αλλά και ο ανταγωνισμός μεταξύ των μονοπωλίων στο καθεστώς των «τεσσάρων ελευθεριών».

Σε πολλές παραγράφους της απόφασης της τελευταίας Συνόδου Κορυφής γίνεται αναφορά στη συνεργία δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, όπως στον τομέα της έρευνας, όπου το δημόσιο- κράτος αναλαμβάνει να χρηματοδοτήσει τα σχετικά προγράμματα Πανεπιστημίων και άλλων ιδρυμάτων και φορέων ενώ ο ιδιωτικός τομέας θα καρπωθεί άνευ κόστους το προϊόν αυτών των προγραμμάτων. Δίνεται, εξάλλου, η δυνατότητα στις ίδιες τις επιχειρήσεις να έχουν προνομιακή πρόσβαση στα εκπαιδευτικά και ερευνητικά ιδρύματα, ώστε να ενσωματώνουν άμεσα στις δραστηριότητές τους τα αποτελέσματα και τις τεχνολογικές εξελίξεις που θα προκύπτουν.

Η ιδιωτικοποίηση της εκπαίδευσης και η άμεση σύνδεσή της με τις ανάγκες των επιχειρήσεων αποκτούν κεντρικό ρόλο στη «Στρατηγική της Λισαβόνας», αφού, όπως τονίζεται στην απόφαση της Συνόδου, «προέχει να αναπτυχθούν η έρευνα, η εκπαίδευση και η καινοτομία σε όλες τους τις μορφές, καθότι επιτρέπουν τη μετατροπή της γνώσης σε προστιθέμενη αξία...».

Δηλαδή, χωρίς περιστροφές, η Ευρωπαϊκή Ενωση διακηρύσσει ένα εκπαιδευτικό σύστημα το οποίο θα λειτουργεί και θα αξιολογείται με κριτήριο τη συμβολή του στην «ανταγωνιστικότητα» των επιχειρήσεων, δηλαδή την αύξηση των κερδών του κεφαλαίου και μόνο.

Αλλά και στον τομέα της Υγείας η συνεργία δημόσιου και ιδιωτικού τομέα οδηγεί στην παραπέρα προώθηση της εμπορευματοποίησης των υπηρεσιών της, ζήτημα το οποίο υλοποιεί η κυβέρνηση. Για παράδειγμα, σε νομοσχέδιο που έχει ήδη κατατεθεί αναφέρεται η «σύσταση ανωνύμων εταιριών για τη μελέτη, κατασκευή ή συντήρηση κτιριακών υποδομών και του εξοπλισμού, τη διενέργεια διαγωνισμών για τη σύναψη συμβάσεων, για υπηρεσίες όπως καθαριότητα, φύλαξη, διαχείριση νοσοκομειακών αποβλήτων ή την τροφοδοσία των μονάδων της Υγειονομικής Περιφέρειας».

Δημιουργεί σε κάθε Υγειονομική Περιφέρεια τμήμα Ερευνας και Ανάπτυξης, με αρμοδιότητα:

«1. Να διαχειρίζεται κονδύλια ερευνητικών, αναπτυξιακών και εκπαιδευτικών προγραμμάτων, που προέρχονται από χρηματοδότηση αντίστοιχων επιστημονικών προτάσεων... από εξωτερικούς φορείς...(δηλαδή και επιχειρήσεις).

2. Να προκηρύσσει και να χρηματοδοτεί ερευνητικά, αναπτυξιακά ή εκπαιδευτικά προγράμματα... για τη βελτίωση της ποιότητας και αποτελεσματικότητας...

3. Μέριμνα για την εκμετάλλευση των αποτελεσμάτων των ερευνητικών προγραμμάτων...». Αν όλ' αυτά δεν είναι εμπορευματοποίηση τι είναι;

Σχετικά με τους ψυχασθενείς και ΑμεΑ, δίνει το «δικαίωμα σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα, δημόσιου ή ιδιωτικού δικαίου, κερδοσκοπικού ή μη χαρακτήρα, να οργανώνουν και να λειτουργούν υπηρεσίες αποϊδρυματοποίησης, αποκατάστασης και επανένταξης των Ατόμων με Αναπηρίες, όπως προστατευόμενα διαμερίσματα, ξενώνες και οικοτροφεία, προστατευόμενα εργαστήρια και εργαστήρια επαγγελματικής κατάρτισης και επανένταξης».

«Ολα για τις επενδύσεις», θα μπορούσε να είναι το σύνθημα αυτής της Συνόδου Κορυφής, αφού οι «είκοσι πέντε» δηλώνουν έτοιμοι να δώσουν τα πάντα για τη διασφάλιση των επενδύσεων και των επενδυτών. Και πριν απ' όλα να εξασφαλίσουν ακόμη φθηνότερη εργατική δύναμη και τους εργαζόμενους χειροπόδαρα δεμένους με αντεργατικούς νόμους και «αναδιαρθρώσεις» στα συστήματα Κοινωνικής Ασφάλισης και στην αγορά εργασίας.

Απ' αυτή την άποψη παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον η απόφαση της Συνόδου όπου τονίζεται ότι στους άμεσους στόχους περιλαμβάνεται: «Αύξηση των ποσοστών απασχόλησης και παράταση της διάρκειας της επαγγελματικής ζωής, σε συνδυασμό με τη μεταρρύθμιση των συστημάτων κοινωνικής προστασίας».

Δεν είναι δύσκολη η «μετάφραση» του παραπάνω αποσπάσματος αν λάβει κανείς υπόψη και τα άλλα ντοκουμέντα όπως η «έκθεση Κοκ» και το «Μανιφέστο Μπαρόζο». Με δύο λόγια, προωθείται ως στόχος άμεσης προτεραιότητας η αύξηση του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης, η μείωση των συντάξεων, η ενίσχυση του ιδιωτικού πυλώνα της ασφάλισης, δηλαδή των ιδιωτικών ασφαλιστικών εταιριών, η απαλλαγή των εργοδοτών από τις ασφαλιστικές εισφορές, κ.ά.

Πώς όλα τα παραπάνω μέτρα ενισχύουν τη μεγέθυνση των διαστάσεων των μονοπωλίων; Ολ' αυτά τα μέτρα φτηναίνουν την τιμή της εργατικής δύναμης (μειώνουν αυτό που οι καπιταλιστές ονομάζουν κόστος εργασίας), επομένως αυξάνουν τα κέρδη και τη συσσώρευση σε συνδυασμό με το ότι τομείς κρατικών υπηρεσιών τους διαχειρίζονται οι μεγαλοεπιχειρηματίες αποκομίζοντας κέρδη. Διπλό το όφελος για τις επιχειρήσεις ή τριπλό, αν μετρήσουμε και τις κρατικές επιχορηγήσεις που απολαμβάνουν.

Γιατί προωθούν αυτά τα μέτρα; Το ΚΚΕ στο 17ο Συνέδριό του εκτιμά τα εξής σχετικά με την επιθετικότητα του κεφαλαίου: «Η στρατηγική του ιμπεριαλισμού αποβλέπει, από τη μια μεριά να αντιμετωπίσει τη δυσκολία που έχει σήμερα το καπιταλιστικό σύστημα να αναπαράγει το κοινωνικό κεφάλαιο με τον ίδιο τρόπο, με την ίδια σχετική ευκολία που είχε πριν».

Από τα παραπάνω προκύπτει ότι τα φορολογικά μέτρα που ανακοινώθηκαν την περασμένη Τρίτη, από την κυβέρνηση, είναι μόνο το προανάκρουσμα μιας πολιτικής που θα τη δούμε να υλοποιείται πολύ σύντομα και θα συνιστά τη μεγαλύτερη πρόκληση των τελευταίων δεκαετιών για την εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα στην Ελλάδα, αλλά και σε όλες τις χώρες-μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης.


Δ. Π.


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ