Κέρδισαν ή έχασαν, με την πολιτική αυτή, τα προαναφερόμενα εθνικά συμφέροντα της Ελλάδας, στα 30 περίπου χρόνια, που πέρασαν από το 1974; Η απάντηση είναι ολοφάνερη. Η επιθετικότητα της Αγκυρας είναι σήμερα περισσότερο ενισχυμένη και έχει πλέον συγκεκριμενοποιηθεί με τις γκρίζες ζώνες, τις διεκδικήσεις στο Αιγαίο και τις καθημερινές πλέον εναέριες παραβιάσεις και διάφορες άλλες προκλήσεις, ενώ το Κυπριακό βυθίζεται όλο και περισσότερο στο γνωστό σε όλους βάλτο, πηγαίνοντας συνεχώς από το κακό στο χειρότερο.
Στην ίδια περίοδο, βέβαια, η επίσημη Ελλάδα πρόσφερε τη συμβολή της στην ανατροπή των σοσιαλιστικών καθεστώτων της Ευρώπης, αποδείχνοντας στην πράξη, ότι αυτή ήταν κίνδυνος για τους βόρειους γείτονές μας και όχι το αντίθετο. Εδωσε, επίσης, τη συμβολή της στο διαμελισμό της Πρώην Γιουγκοσλαβίας, στον πόλεμο ενάντια στη Σερβία, συμμετέχει στις Ενοπλες Δυνάμεις κατοχής (τις λεγόμενες ειρηνευτικές) στη Βοσνία και το Κοσσυφοπέδιο, συμπαρατάχτηκε στην «αντιτρομοκρατική» εκστρατεία του Τζ. Μπους, έχει στείλει στρατιωτικές δυνάμεις στο Αφγανιστάν και σε μια σειρά άλλες χώρες, κλπ., κλπ.
Στην ίδια περίοδο, επίσης, πάλι βγαίνουν κερδισμένα τα «εθνικά συμφέροντα» της ολιγαρχίας. Ενισχύουν παραπέρα τους δεσμούς τους, με το υπερατλαντικό και δυτικοευρωπαϊκό μεγάλο κεφάλαιο. Επεκτείνουν τις κερδοφόρες δραστηριότητές τους στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες της Βαλκανικής, κλπ., κλπ. Οι εργαζόμενοι και ο λαός υφίστανται τις χωρίς τέλος μονόπλευρες λιτότητες, την ανεργία, τις εντεινόμενες ανισότητες, κλπ., κλπ.