Η προσπάθεια της κυβέρνησης Τραμπ να διασφαλίσει την κυριαρχία των αμερικανικών μονοπωλίων στην εκμετάλλευση των κοιτασμάτων Ενέργειας και των δρόμων μεταφοράς Ενέργειας και εμπορευμάτων στη λεκάνη της Ανατολικής Μεσογείου επιταχύνει το «ανακάτεμα της τράπουλας» σε γεωπολιτικό επίπεδο στην ευρύτερη περιοχή, ενώ παράλληλα δίνει «φτερά» στην επιθετικότητα του ισραηλινού κράτους - δολοφόνου.
Σε αυτό το πλαίσιο, προκειμένου να ικανοποιηθούν τα συμφέροντα των αμερικανικών μονοπωλίων Ενέργειας («Chevron» κ.ά.) προωθούνται στην περίπτωση του Λιβάνου άμεσες συνομιλίες με το Ισραήλ, υπό την «αιγίδα» των ΗΠΑ, εν μέσω συνεχιζόμενων επιδρομών από τον ισραηλινό στρατό, ο οποίος εξακολουθεί να κατέχει στρατηγικά λιβανέζικα εδάφη, αλλά και εν μέσω σαφών απειλών για γενικευμένη σύγκρουση.
Ο πρώτος γύρος τέτοιων επαφών πραγματοποιήθηκε την Τετάρτη στη Νακούρα του νότιου Λιβάνου, με τη μεσολάβηση της αναπληρώτριας απεσταλμένης των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή, Μόργκαν Ορτέιγκους.
Επικεφαλής της αντιπροσωπείας του Λιβάνου ήταν ο πρώην πρέσβης της χώρας στις ΗΠΑ, Σιμόν Καράμ, και επικεφαλής της ισραηλινής αντιπροσωπείας ο αναπληρωτής επικεφαλής του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας, Γκιλ Ράιχ.
Η άμεση συνάντηση Ισραηλινών και Λιβανέζων αξιωματούχων ήταν η πρώτη του είδους της από το 1983. Πραγματοποιήθηκε - σύμφωνα με συγκλίνουσες δηλώσεις αξιωματούχων των δύο πλευρών - σε «θετικό κλίμα» και αποφασίστηκε η πραγματοποίηση και δεύτερου γύρου στις 18 Δεκέμβρη.
Το γραφείο του Ισραηλινού πρωθυπουργού Μπ. Νετανιάχου παρουσίασε τη συνάντηση ως μια αρχή για πιθανή διμερή συνεργασία σε οικονομία, εμπόριο και Ενέργεια.
Ο δε Λιβανέζος Πρόεδρος Ζ. Αούν δήλωσε πως η συνάντηση επιχειρεί τάχα την αποτροπή περισσότερων ισραηλινών επιθέσεων. Στην πραγματικότητα, βέβαια, την Πέμπτη, πριν καν συμπληρωθεί 24ωρο από τις επαφές, ο ισραηλινός στρατός βομβάρδισε τουλάχιστον τρία χωριά του νότιου Λιβάνου...
Παρ' όλα αυτά, ο Αούν στην ανακοίνωση που εξέδωσε την Παρασκευή ισχυρίστηκε ότι οι άμεσες συνομιλίες επιδίωξαν «να σταματήσουν τις εχθρικές ενέργειες του Ισραήλ στο έδαφος του Λιβάνου, να εξασφαλίσουν την επιστροφή αιχμαλώτων, να προγραμματίσουν την αποχώρηση από κατεχόμενες περιοχές και να επιλύσουν διαφιλονικούμενα σημεία γης πάνω στην Μπλε Γραμμή», στα σύνορα των δύο χωρών.
Την ίδια μέρα, συναντώντας αντιπροσωπεία του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ στη Βηρυτό ο Αούν υποστήριξε ότι ο Λίβανος χαιρετίζει «κάθε χώρα που διατηρεί δυνάμεις» στο νότιο τμήμα του, για να υποστηρίξει τον λιβανέζικο στρατό στο πλαίσιο της αποστολής κυανοκράνων του ΟΗΕ (UNIFIL), που αναμένεται να ολοκληρώσει το έργο της στα τέλη 2026, μετά από δεκαετίες.
Ο στρατός του Ισραήλ πάντως εντείνει όλη αυτήν την περίοδο τα γυμνάσια και τις προετοιμασίες για κλιμάκωση των επιθέσεων στον Λίβανο (ενδεχομένως και με χερσαίες δυνάμεις), αν όχι στο τέλος του 2025, πιθανώς στις αρχές του 2026, επιδιώκοντας τη στρατιωτική συντριβή της Χεζμπολάχ, σε μια περίοδο κατά την οποία έχει καταφέρει να ανακόψει τις παλιότερες γραμμές ανεφοδιασμού που είχε αυτή από Συρία και Ιράκ.
Σε ένα τέτοιο φόντο, στο μεταξύ, την Πέμπτη το Ιράν ξεκίνησε κι αυτό πολεμικά γυμνάσια στον Περσικό Κόλπο, δηλώνοντας με κάθε αφορμή ετοιμοπόλεμο μπροστά σε νέα πιθανά ισραηλινο-αμερικανικά σχέδια επίθεσης. Τα σχέδια αυτά δεν αποκλείεται να τεθούν για άλλη μια φορά επί τάπητος κατά την επίσκεψη που θα πραγματοποιήσει ο Νετανιάχου στην Ουάσιγκτον και στον Λευκό Οίκο στα τέλη του μήνα.
Προκειμένου δε να προχωρήσουν πιθανά σχέδια κλιμάκωσης των επιθέσεων κατά της Χεζμπολάχ ή και του Ιράν, η κυβέρνηση Τραμπ προσπαθεί να «περιορίσει» την επιθετικότητα του Ισραήλ στη Συρία, προωθώντας μια «συνεννόηση» με το καθεστώς των τζιχαντιστών.
Σε τηλεφωνική επικοινωνία των ηγετών ΗΠΑ - Ισραήλ στις αρχές της βδομάδας η πλευρά Τραμπ έδειξε ότι δεν είναι σύμφωνη με τη συνέχιση των στρατιωτικών επιχειρήσεων του Ισραήλ στη νότια Συρία, όπως συνέβη στα τέλη Νοέμβρη σε μεθοριακές περιοχές.