Τη θέση του στην ατζέντα της κυβέρνησης έρχεται να πάρει ο «διάλογος» για το Εθνικό Απολυτήριο, ενώ τη «ζύμωση» φαίνεται να ανέλαβε να ανοίξει ο υπουργός Επικρατείας, Ακης Σκέρτσος, με άρθρο του στην «Καθημερινή».
Ο υπουργός, μέσα από πολλές αντιφάσεις, εντοπίζει ως βασικό πρόβλημα την απαξίωση του Λυκείου και την απομάκρυνσή του από τη γενική παιδεία - χωρίς ίχνος αυτοκριτικής για τις κυβερνητικές ευθύνες για αυτό - και παρουσιάζει τελικά την κυβερνητική πρόταση, που ούτε στο ελάχιστο δεν απαντάει σ' αυτό το κύριο πρόβλημα.
Συγκεκριμένα λέει:
Επιβεβαιώνει δηλαδή ότι το Εθνικό Απολυτήριο φέρνει τριπλές πανελλαδικού τύπου εξετάσεις, άρα εξ ορισμού αυξάνει τα φροντιστήρια για περισσότερα μαθήματα και από πολύ πιο νωρίς απ' ό,τι συμβαίνει σήμερα, αφού η δοκιμασία για την εισαγωγή στην Ανώτατη Εκπαίδευση θα αρχίζει από την Α' Λυκείου.
Απέναντι σε αυτή τη συζήτηση που είχε ανοίξει και στο παρελθόν, το πρώτο «επιχείρημα» που ακουγόταν ήταν περί αντικειμενικής βαθμολόγησης των μαθητών. Ετσι, η όλη προσπάθεια του Α. Σκέρτσου και της κυβέρνησης εξαντλείται να απαντήσει σε αυτά... «αντικειμενικοποιώντας» τάχα το σύστημα βαθμολόγησης στις εξετάσεις των τάξεων του Λυκείου. Και λέει:
Το τραγικό είναι ότι στο άρθρο του ξεκινάει με την αυθαίρετη διαπίστωση ότι τα «άριστα» πέφτουν βροχή στους βαθμούς των απολυτηρίων, ενώ στις πανελλαδικές οι ίδιοι αριστούχοι γράφουν κοντά στη βάση. Και ταυτόχρονα ισχυρίζεται ότι το Εθνικό Απολυτήριο έρχεται για «να μην κρίνεται το μέλλον ενός παιδιού σε μια τρίωρη εξέταση»... Με άλλα λόγια, λέει ακριβώς ότι πρέπει να κάνουμε το Λύκειο ένα εξεταστικό κέντρο στα πρότυπα των πανελλαδικών εξετάσεων, μετατρέποντας τους εκπαιδευτικούς από δασκάλους με μεράκι που θα πρέπει να σκύβουν πάνω από τις ανάγκες των μαθητών τους, σε... απρόσωπους βαθμολογητές. Δεν είναι τυχαίο εξάλλου ότι συνδέει τη «θεσμοθέτηση ενός πιο έγκυρου, αξιόπιστου και αδιάβλητου συστήματος αξιολόγησης στο λύκειο», όπως λέει για τη βαθμολόγηση των μαθητών, με την αξιολόγηση «των σχολείων και των εκπαιδευτικών».
Ολα αυτά όμως με μαθηματική ακρίβεια οδηγούν σε μεγαλύτερη απαξίωση του Λυκείου και απομάκρυνσή του από τη γενική παιδεία. Μοιάζουν με τεχνοκρατικές λύσεις, που σε τίποτα δεν εξασφαλίζουν αναβάθμισή του.
Κι επειδή και ο Α. Σκέρτσος αρέσκεται στο άρθρο του σε μια ιστορική αναδρομή για να πει ότι η συζήτηση για το Εθνικό Απολυτήριο δεν είναι καινούργια και για να αναζητήσει συναίνεση από τα υπόλοιπα συστημικά κόμματα, ας ανατρέξει πράγματι σε αυτή την ιστορική αναδρομή για να αναζητήσει τις αιτίες που μετά από κάθε «μεταρρύθμιση», η οποία τάχα θα αναβάθμιζε το Λύκειο και θα μείωνε την ανάγκη φροντιστηρίων, το αποτέλεσμα ήταν η όλο και μεγαλύτερη απομάκρυνση του Λυκείου από τη γενική παιδεία, ο όλο και μεγαλύτερος ανταγωνισμός, το άγχος και η οικονομική αφαίμαξη για το σύστημα πρόσβασης στην Ανώτατη Εκπαίδευση (βλ. και «Ριζοσπάστης» 5-6 Ιούλη, σελ. 20).
Οσο για τον ισχυρισμό του στην αρχή του άρθρου του ότι «το ελληνικό απολυτήριο Λυκείου δεν γίνεται αποδεκτό από χώρες όπως η Γερμανία», ας κοιταχτούν στον καθρέφτη κι ας το λύσουν, γιατί αυτά τα θέματα αναγνώρισης λύνονται με διακρατικές συμφωνίες, που για άλλα θέματα ξέρει η κυβέρνηση να τις κάνει στο πιτς φιτίλι...