Με μαχητική κινητοποίηση απάντησαν τη Δευτέρα το πρωί τα εκπαιδευτικά σωματεία (ΕΛΜΕ και ΣΕΠΕ) και η Ενωση Γονέων Κεντρικής Κέρκυρας στην επίσκεψη της υπουργού Παιδείας Σοφίας Ζαχαράκη στο νησί. Τη στήριξή του εξέφρασε έμπρακτα και το Εργατικό Κέντρο Κέρκυρας με την παρουσία πλήθους συνδικαλιστών. Οι συγκεντρωμένοι, αγνοώντας το τείχος αστυνομικών δυνάμεων και τα μπλόκα στο κέντρο της πόλης, επέβαλαν τελικά συνάντηση με την υπουργό, προκειμένου να της μεταφέρουν την ασφυκτική πραγματικότητα της δημόσιας Εκπαίδευσης στην Κέρκυρα.
Στη συνάντηση, εκπαιδευτικοί και γονείς έθεσαν επιτακτικά τα προβλήματα: Πάνω από 200 κενά στα σχολεία, κλειστά ολοήμερα και τμήματα ένταξης, εκατοντάδες χαμένες ώρες, παράλληλη στήριξη που ουσιαστικά δεν υπάρχει, απαράδεκτα κτιριακά προβλήματα, αλλά και τους πενιχρούς μισθούς που, σε συνδυασμό με την ακρίβεια και τα ενοίκια, καθιστούν τη διαβίωση των εκπαιδευτικών στο νησί σχεδόν αδύνατη.
«Μεταφέραμε στην υπουργό την αλγεινή εντύπωση που προκάλεσε στον κόσμο της Εκπαίδευσης αυτή η εικόνα αποκλεισμένης πόλης», σημείωσε ο Αντώνης Κουρσάρης, πρόεδρος του ΣΕΠΕ, υπογραμμίζοντας παράλληλα την καθημερινή πίεση και τον αυταρχισμό που βιώνουν οι εκπαιδευτικοί με πειθαρχικές κλήσεις και διαλυμένες σχολικές υποδομές. «Η κυβέρνηση δεν παίρνει κανένα μέτρο ούτε για τους μισθούς ούτε για την ακρίβεια. Η εκπαιδευτική κοινότητα, όμως, θα συνεχίσει να διεκδικεί, γιατί δεν έχει άλλη επιλογή», σημείωσε ο Αχ. Καπετάνιος, πρόεδρος της ΕΛΜΕ.
Από την πλευρά του, ο Λεωνίδας Τράντος, πρόεδρος της Ενωσης Γονέων, τόνισε: «Υπάρχουν παιδιά που δεν πάνε ακόμα σχολείο γιατί δεν έχουν την υποστήριξη που δικαιούνται», προσθέτοντας ότι ακόμα και το περσινό σχολικό έτος στην Πρωτοβάθμια έκλεισε με 70 κενά.
Σύμφωνα με τους συνδικαλιστές, η υπουργός αρκέστηκε σε γενικές αναφορές και ευχές για... βελτίωση της κατάστασης και ανακοίνωσε την πρόθεση για «τρίτη φάση προσλήψεων αναπληρωτών».
Οσον αφορά το κρίσιμο ζήτημα της σχολικής στέγης, η Σ. Ζαχαράκη ανέδειξε ως «λύση» τις Συμπράξεις Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ), αποκαλύπτοντας ξεκάθαρα την προτεραιότητα της κυβέρνησης: Την εξυπηρέτηση των συμφερόντων του κατασκευαστικού κεφαλαίου και όχι την κάλυψη των μορφωτικών αναγκών των παιδιών του λαού. Αντί για άμεση κρατική χρηματοδότηση - παρά τα αιματηρά πρωτογενή πλεονάσματα και τη βαριά φορολογία που τσακίζει τα λαϊκά στρώματα - η υπουργός έσπευσε να ξεκαθαρίσει πως για τα σχολεία δεν περισσεύει ούτε ευρώ. Την ίδια ώρα, βέβαια, δισεκατομμύρια ευρώ ρέουν απλόχερα σε επιχειρηματικούς ομίλους και εξοπλιστικά προγράμματα...