Αύριο, Τετάρτη 20 Οκτώβρη, στις 12.30 το μεσημέρι, στο Νεκροταφείο Καισαριανής, θα γίνει η κηδεία του
Η κηδεία του θα γίνει αύριο, Τετάρτη 20 Οκτώβρη, στις 12.30 το μεσημέρι, στο Νεκροταφείο Καισαριανής.
Ο Γιώργος Κακουλίδης γεννήθηκε το 1956. Ηταν ο τρίτος, στη σειρά, καλλιτέχνης που βγάζει η γενιά του. Ο παππούς του ο Γιώργος ήταν γλύπτης και ήρθε στην Καισαριανή από την Κερασούντα του Πόντου. Ο πατέρας του, Δημήτρης, ζωγράφος με σπουδαίο έργο, γεννήθηκε το 1931.
Η Καισαριανή, η πόλη όπου μεγάλωσε, τον σημαδεύει. Πάντα επέστρεφε σε αυτήν. Αλλωστε, σε αυτήν τη γειτονιά χρωστά το «είναι» του. «Πάντοτε στα δύσκολα ακούω τον ψίθυρο των Διακοσίων του Σκοπευτηρίου, που μου λένε πως ό,τι κάνουμε το κάνουμε για λόγους "ορθοστασίας" ενάντια στην άβυσσο που μας περιβάλλει», αναφέρει στον «Ριζοσπάστη». «Το σπίτι μου ήταν κοντά στο Σκοπευτήριο. Εκεί γεννήθηκε ο ήρωάς μου. Το όνομά του είναι Ναπολέων Σουκατζίδης... Ο άνθρωπος αυτός είναι κομμάτι της Καισαριανής και είναι ο μόνος ήρωας που αγάπησα. Αλλοι στη γενιά μου μπορεί να είχαν ήρωα έναν κινηματογραφικό αστέρα, έναν ποδοσφαιριστή. Εγώ ποτέ δεν σήκωσα τα μάτια μου από τον Ναπολέοντα Σουκατζίδη. Χάρις σε αυτή τη γειτονιά που θα προσκυνώ πάντα, σχημάτισα έναν άνθρωπο», θα αναφέρει σε άλλη του συνέντευξη.
Περνά πολλές ώρες στο ατελιέ του πατέρα του. Η φυσιογνωμία, η συμπεριφορά, οι αρχές του πατέρα του τον επηρεάζουν βαθιά. «Ο πατέρας μου μου έμαθε σχέδιο. Από εκεί και πέρα μου ήταν εύκολο να συνεχίσω. Μόνος μου έμαθα πώς να πλάθω τα χρώματα. Τη συνέχεια θα τη μάθεις εσύ, μου είχε πει ο πατέρας μου».
Εφηβος αποφασίζει να μπαρκάρει σε καράβι. Ο πατέρας του, στην αρχή, αρνείται. Ο νεαρός Γιώργος δεν το βάζει κάτω. Προσπαθούσε με κάθε τρόπο να αντιγράψει την υπογραφή του πατέρα του για κάτι χαρτιά που ήταν απαραίτητα για το μπάρκο. «Προσπαθούσα να την αντιγράψω από τα λάδια που ήταν πιο εμφανή τα γράμματα. Στην αστυνομία μου έλεγαν: "Γιατί δεν φέρνεις τον πατέρα σου να υπογράψει;"». Προσπάθησε να βάλει σαν μέσο και τον Τσαρούχη, για να πειστεί ο πατέρας του. «Παίρνει τηλέφωνο τον πατέρα μου και του λέει: "Αστον να φύγει και σε δύο μήνες θα είναι πίσω. Είναι βαριά η δουλειά". Γύρισα μετά από 2,5 χρόνια».
Καθοριστική ήταν και η «συνάντησή» του με τον Κωστή Μοσκώφ. Παλιός γνώριμος κι αυτός από το ατελιέ και τις εκθέσεις του πατέρα του. Γνωρίστηκαν ουσιαστικά, όταν ο Μοσκώφ ανέλαβε μορφωτικός ακόλουθος στο Κάιρο και στην Αλεξάνδρεια. Ηταν εκείνος που δημιούργησε τα «Καβάφεια» και τον κάλεσε κοντά του ως συνεργάτη.
Ο Γ. Κακουλίδης στη μακρά, δημιουργική του διαδρομή εξέδωσε 16 ποιητικές συλλογές, 7 πεζογραφήματα, 2 θεατρικά και 2 μαρτυρίες, «Η μαύρη κούρσα του κυρίου Καρούζου» και «Το απόλυτο ρόδο (κείμενα πολιτικής και κοινωνικής καθημερινότητας)».Ποιήματά του έχουν μελοποιηθεί από συνθέτες μας, όπως οι Θάνος Μικρούτσικος, Νίκος Κυπουργός, Τάσος Μελετόπουλος, Στάμος Σέμσης κ.ά. Παράλληλα, ασχολούνταν και με τη ζωγραφική πραγματοποιώντας πολλές ατομικές εκθέσεις. Αλλωστε, για εκείνον η ζωγραφική ήταν ένα άλλο είδος τέχνης, που αντί για λέξεις επέλεγε τα χρώματα...
Και πράγματι, η ποίησή του δεν είναι «καθωσπρέπει». Είναι μαχητική και ασυμβίβαστη. Είναι καταγγελτική. Είναι απότομη και δύσκολη, αλλά και «πλασμένη με εικόνες που λάμπουν σαν πετράδια». Μέσα από την ποίησή του μας έμαθε για εκείνο το λουλούδι που μπορεί να «κρατά τον ουρανό». Στέκεται με συμπάθεια μπροστά στον κατατρεγμένο, μπροστά σε ιστορικά πρόσωπα που δεν φοβήθηκαν το τέλος. Αλλωστε, και ο ίδιος, όπως έλεγε, ήταν «ολόκληρος μια μνήμη».
Δεν είναι ένας συνηθισμένος ποιητής. «Η καθημερινότητα τον μαγεύει»... Τα άσχημα που συμβαίνουν τον «θυμώνουν και γράφει». Απέναντι «στη βαρβαρότητα της αστικής τάξης αντιδρά με κυνισμό».
Είναι χαρακτηριστικά τα λόγια του Θάνου Μικρούτσικου, που όπως αναφέραμε έχει μελοποιήσει ποιήματά του. «Αρχισα να καταλαβαίνω ότι είχα να κάνω μ' ένα πρόσωπο πρωτογενές στην ποίηση. Αρχικά τον κατέταξα στους Ελληνες καταραμένους. Στον Ρώμο Φιλύρα, τον Γιαννόπουλο, τον Βιζυηνό του "Μετεβλήθη εντός μου και ο ρυθμός του κόσμου". Με τα χρόνια κατάλαβα ότι αυτή η σύγκριση ήταν ανεπαρκής. Και αν ακούγεται ως βλασφημία η συνάφεια με στίχους από το "Μια εποχή στην κόλαση" του μέγιστου Αρθούρου, εγώ θα την αποτολμήσω. Η κόλαση στον Κακουλίδη υπάρχει χωρίς δάνεια, αλλά με ένταση. Επιπροσθέτως, ο διάβολός του, παρότι περπατάει στη Φιλελλήνων, ξεβράστηκε εκεί αφού απέδρασε με περίτεχνο τρόπο από τον Ιερώνυμο Μπος και αφού έκανε μια στάση να τα πει με τον πανέξυπνο - μπαγαμπόντη Βιγιόν...».
«Αυτό το στοίχημα που επέβαλαν οι κομμουνιστές του "εμείς", μακριά από το "εγώ"», τον τραβά για να συναντηθεί με το ΚΚΕ, τους αγώνες και τα ιδανικά του. Συμπαρατάσσεται με τους κομμουνιστές στον αγώνα για να ανθρωπέψει ο άνθρωπος. «Είμαι με τους κόκκινους. Προστατεύουν την ορθοστασία μου, την αξιοπρέπειά μου. Είναι το τελευταίο καταφύγιο για κάθε πνευματικό άνθρωπο», ανέφερε σε δήλωση στήριξης στο Κόμμα στις εκλογές του 2015.
Πάνω από 20 χρόνια ήταν σταθερό το ραντεβού του με τους αναγνώστες του «Κυριακάτικου Ριζοσπάστη». Μέσα από τη στήλη του, «Το απόλυτο ρόδο», επιδίωκε να έχει τακτική, ουσιαστική επαφή με τους ανθρώπους που «καίγονται πραγματικά». «Αυτός είναι ο λόγος που γράφω στην εφημερίδα», είχε αναφέρει κάποτε. Αλλωστε, χαρακτήριζε καθοριστική στη ζωή του την παρουσία του στην εφημερίδα.