«Από το μέλλον και τη δουλειά των εργατών της ΛΑΡΚΟ εξαρτάται ολόκληρη σχεδόν η οικονομία της περιοχής», δηλώνει χαρακτηριστικά στον «Ριζοσπάστη» ο Παναγιώτης Καπουκίνης, πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου Μαρτίνου και γραμματέας της Ομοσπονδίας Εμπορικών Συλλόγων Ανατολικής Στερεάς.
Σημειώνει επίσης ότι «ως Σύλλογος στηρίζουμε από την πρώτη στιγμή τον αγώνα των εργαζομένων, συμμετέχοντας ενεργά στις κινητοποιήσεις τους. Για τη σημερινή μέρα πήραμε απόφαση να παραμείνουν τα καταστήματα κλειστά κατά τη διάρκεια της συγκέντρωσης», ενώ τονίζει ότι «οι καθυστερήσεις στις πληρωμές τόσο των μόνιμων εργαζομένων όσο και των εργολαβικών έχουν ήδη αφήσει τα σημάδια τους στην κίνηση των εμπορικών καταστημάτων και μια αρνητική εξέλιξη για τη ΛΑΡΚΟ θα οδηγήσει με μαθηματική ακρίβεια στο μαρασμό ολόκληρης της περιοχής. Σαν Σύλλογος καλούμε όλους τους συναδέλφους της περιοχής να αναλογιστούν την κατάσταση για το πρόβλημα και να σταθούν στο πλευρό των εργαζομένων της ΛΑΡΚΟ».
«Αμα τελειώσει η ΛΑΡΚΟ, εκτός από τους εκατοντάδες εργαζόμενους, θα τελειώσουν μαζί της δεκάδες ακόμη επαγγελματίες που δραστηριοποιούμαστε στη γύρω περιοχή», συμπληρώνει χαρακτηριστικά ο Αρης, ιδιοκτήτης καταστήματος στον οικισμό της ΛΑΡΚΟ στη Λάρυμνα, σημειώνοντας παράλληλα ότι «αυτό δεν αφορά τους επαγγελματίες σε Λάρυμνα και Μαρτίνο, αλλά αφορά ολόκληρη την περιοχή της Λοκρίδας, κάτι που φαίνεται ότι δεν το έχουν ακόμη συνειδητοποιήσει καλά».
«Η εικόνα που αντίκρισα σήμερα εδώ, με εργαζόμενους γονείς, μικρά παιδιά, γιαγιάδες και παππούδες, ήταν σαν να ξαναζωντάνεψαν στη μνήμη μου εικόνες από την παιδική μου ηλικία. Από τη μεγάλη και νικηφόρα απεργία του 1977, που την έζησα από κοντά, κοριτσάκι 8 χρόνων», δηλώνει χαρακτηριστικά η Βαγγελιώ Καρκάνη, κόρη παλιού εργαζομένου και συνδικαλιστή της ΛΑΡΚΟ.
Και προσθέτει: «Ημασταν εμείς τα παιδιά και οι μανάδες μας που μπαίναμε μπροστά στα λεωφορεία με τους απεργοσπάστες, στις κλούβες με τους αστυνομικούς, εικόνες που ποτέ δεν πρόκειται να σβήσουν από το μυαλό μου, όσα χρόνια και να περάσουν. Αν και πλέον δεν ζω στην περιοχή, θεωρώ καθήκον μου στη μνήμη του πατέρα μου, καθήκον μου απέναντι στους σημερινούς εργαζόμενους της ΛΑΡΚΟ, να σταθώ στο πλευρό τους. Καθήκον απέναντι στη μάνα μου που ακόμα και τώρα δεν σταματά να εξιστορεί τα όσα έζησε εκείνες τις μέρες της μεγάλης απεργίας του 1977. Να μιλάει για την αλληλεγγύη που έδειξαν απέναντι στους απεργούς και τις οικογένειές τους οι κάτοικοι της γύρω περιοχής, αλλά και εργάτες από κάθε γωνιά της Ελλάδας. Να μιλάει για το κυνηγητό που έζησε, για τότε που μαζί με άλλες γυναίκες έπεσαν από το γεφυράκι στη θάλασσα προκειμένου να γλιτώσουν το ξύλο και τη σύλληψη. Για τα συσσίτια που οργάνωναν όλες μαζί, με ό,τι φαγώσιμο μπορούσαν να συγκεντρώσουν ή τους έστελναν από τη γύρω περιοχή και από αλλού.
Σήμερα περπάτησα στα γνώριμα σοκάκια του οικισμού της ΛΑΡΚΟ στη Λάρυμνα. Συνάντησα παλιούς γνωστούς. Χάρηκα με τις εικόνες που αντίκρισα στη συγκέντρωση. Θα κάνω ό,τι μπορώ να βρεθώ ξανά και την επόμενη φορά δίπλα στους εργάτες και απευθύνω κάλεσμα σε όλους όσοι μεγαλώσαμε στον οικισμό και τη γύρω περιοχή να εκφράσουμε την αλληλεγγύη και τη στήριξή μας στον αγώνα που δίνουν οι σημερινοί εργαζόμενοι για το μέλλον της εταιρείας και για την ίδια τους τη ζωή».
«Θεωρώ υποχρέωσή μου να στέκομαι δίπλα στους ανθρώπους και στα καλά και στα δύσκολα. Αυτές οι μέρες είναι δύσκολες για τους εργαζόμενους της ΛΑΡΚΟ, αλλά και γενικότερα για την κοινωνία της περιοχής. Θέλησα να βρεθώ σήμερα εδώ, αφουγκραζόμενος την αγωνία τους και να τους δείξω έμπρακτα τη στήριξή μου», τονίζει χαρακτηριστικά ο π. Ανδρέας, εφημέριος σε ενορία της περιοχής, ο οποίος στάθηκε ανάμεσα στους απεργούς της ΛΑΡΚΟ και στις οικογένειές τους στη χτεσινή συγκέντρωση διαμαρτυρίας. «Θα είμαι και αύριο εδώ, όπως θα είμαι και οπουδήποτε νιώθω ότι μπορώ να βοηθήσω με την παρουσία μου», συμπληρώνει.