Ενώ συνεχίζεται η ένταση μεταξύ Κίνας και Ιαπωνίας
2025 The Associated Press. All |
Από την επίσκεψη του Αυστραλού υπουργού Αμυνας στο Τόκιο |
Υποδεχόμενος τον Αυστραλό ομόλογό του που είχε διήμερες επαφές στην Ιαπωνία, ο Κοϊζούμι δήλωσε πως στόχος του Πλαισίου είναι να διασφαλιστεί ότι οι δύο πλευρές θα συνεργαστούν πιο αποτελεσματικά και ευθυγραμμιζόμενες στρατηγικά «σε όλα τα επίπεδα και σε όλες τις καταστάσεις». Υπογράμμισε δε ότι αυτή η συνεργασία θα καλύπτει «όλους τους τομείς», από τον κυβερνοχώρο και το Διάστημα, μέχρι τις εφοδιαστικές αλυσίδες και τη διαχείρισή τους. Από την πλευρά του, ο Μαρλς τόνισε πως «πρόκειται για την εμβάθυνση της αμυντικής σχέσης, η οποία είναι ήδη πολύ σημαντική, και την επίτευξη αυτής της μέγιστης φιλοδοξίας σε κάθε έναν από αυτούς τους τομείς για να διασφαλίσουμε ότι συνεργαζόμαστε όσο το δυνατόν πιο στενά στο μέλλον... για να υποστηρίξουμε έναν ελεύθερο και ανοιχτό Ινδο-Ειρηνικό».
«Επικίνδυνο και εξαιρετικά λυπηρό» συμβάν χαρακτήρισε στο μεταξύ ο Κοϊζούμι το «κλείδωμα» καταδιωκτικών αεροσκαφών της χώρας του από κινεζικά ραντάρ, ενώ παραμένει η ένταση στις διμερείς σχέσεις, μετά τις δηλώσεις της Γιαπωνέζας πρωθυπουργού, Σαναε Τακαΐτσι για ενδεχόμενη ενεργοποίηση των γιαπωνέζικων Ενόπλων Δυνάμεων για τυχόν εξελίξεις στην Ταϊβάν.
Ο Γιαπωνέζος υφυπουργός Εξωτερικών Τακεχίρο Φουνακόσι κάλεσε τον Κινέζο πρέσβη στο Τόκιο, Γου Τζιανγκχάο, εκφράζοντάς του την «έντονη διαμαρτυρία» της κυβέρνησής του και ζητώντας από την κινεζική κυβέρνηση να εγγυηθεί πως «δεν θα επαναληφθούν τέτοιες ενέργειες».
Τα ραντάρ στρατιωτικού αεροσκάφους «κλειδώνουν» στόχους όταν σταματούν απλώς να σαρώνουν τον εναέριο χώρο και ξεκινούν να παρακολουθούν συγκεκριμένο στόχο, ώστε τα υπολογιστικά συστήματα να καταλήξουν σε «λύση» πυρός.
Σύμφωνα με το ιαπωνικό υπουργείο Αμυνας, κινεζικά μαχητικά «κλείδωσαν» ιαπωνικά καταδιωκτικά αεροσκάφη σε δυο περιπτώσεις, στον εναέριο χώρο κοντά στη νήσο Οκινάουα (νότια Ιαπωνία) το περασμένο Σάββατο.
Από κινεζικής πλευράς, εκπρόσωπος του Πολεμικού Ναυτικού υποστήριξε ότι ιαπωνικά καταδιωκτικά πλησίασαν επανειλημμένα δικά του στοιχεία και επιχείρησαν να εμποδίσουν τη διεξαγωγή αεροναυτικών γυμνασίων, χαρακτηρίζοντας τις κατηγορίες του Τόκιο «εντελώς αντίθετες με τα γεγονότα».
Με «απρόβλεπτες συνέπειες για το δυτικό ημισφαίριο» απειλεί η σύγκρουση Ηνωμένων Πολιτειών και Βενεζουέλας, εκτίμησε το ρωσικό υπουργείο Εξωτερικών (ΥΠΕΞ), καθώς οι ΗΠΑ επιμένουν σε στρατιωτικά πλήγματα κατά στόχων που συνδέουν με διακινητές ναρκωτικών και κατηγορούν το Καράκας ότι συνδέεται μαζί τους.
Ο υφυπουργός Εξωτερικών, Σεργκέι Ριαμπκόφ, κάλεσε τις ΗΠΑ να απέχουν από μια «διολίσθηση» σε σύγκρουση ευρείας κλίμακας, προσθέτοντας ότι οι εξελίξεις «συνδέονται κυρίως με την επιθυμία της Ουάσιγκτον να διεκδικήσει αδιαμφισβήτητη κυριαρχία στην περιοχή, σήμα κατατεθέν της κυβέρνησης Τραμπ». Ο ίδιος τόνισε ότι η Μόσχα διατηρεί ισχυρή αλληλεγγύη απέναντι στη Βενεζουέλα, αναφερόμενος στην πρόσφατα συναφθείσα συμφωνία στρατηγικής εταιρικής σχέσης και συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών. «Υποστηρίζουμε τη Βενεζουέλα, όπως μας υποστηρίζει... Σε αυτή τη δύσκολη στιγμή, στεκόμαστε στο πλευρό του Καράκας και της ηγεσίας του ώμο με ώμο», είπε ο Ριάμπκοφ.
Αναφέρθηκε δε στις πρόσφατες συμφωνίες που υπέγραψαν οι δύο πλευρές, με χαρακτηριστικότερη τη Συνθήκη για τη Στρατηγική Εταιρική Σχέση και Συνεργασία, σε πεδία όπως Ενέργεια, Ορυκτά, Μεταφορές, Επικοινωνίες, αλλά και Ασφάλεια, καταπολέμηση τρομοκρατίας και εξτρεμισμού.
Στο μεταξύ, τηλεφωνική επικοινωνία είχε με τον Πρόεδρο της Βενεζουέλας Νικολάς Μαδούρο ο Τούρκος ομόλογός του, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, που εξέφρασε «βαθιά ανησυχία για τις απειλές που αντιμετωπίζει η Βενεζουέλα, ιδιαίτερα για τη στρατιωτική ανάπτυξη και διάφορες ενέργειες που στοχεύουν στη διατάραξη της ειρήνης και της ασφάλειας στην Καραϊβική». Σύμφωνα με την ανακοίνωση του Καράκας, ο Μαδούρο «εξήγησε λεπτομερώς στον Τούρκο Πρόεδρο την παράνομη, δυσανάλογη, περιττή, ακόμη και υπερβολική φύση αυτών των απειλών». Οι δύο ηγέτες συζήτησαν και για την επανέναρξη των πτήσεων της «Turkish Airlines» μεταξύ των δύο χωρών, που διεκόπησαν πρόσφατα, αφού οι ΗΠΑ - κλιμακώνοντας και στρατιωτικές απειλές κατά της Βενεζουέλας - κάλεσαν τις αεροπορικές εταιρείες να θεωρήσουν τον εναέριο χώρο πάνω και γύρω από αυτήν ως «εντελώς κλειστό».
Σε τεντωμένο σκοινί βρίσκεται ξανά η κατάσταση στα σύνορα Ταϊλάνδης - Καμπότζης, μετά τις νέες εχθροπραξίες που ξέσπασαν και για τις οποίες κάθε πλευρά κατηγορεί την άλλη πως τις ξεκίνησε.
Στρατιώτης της Ταϊλάνδης σκοτώθηκε και άλλοι τέσσερις τραυματίστηκαν, έπειτα από επίθεση των καμποτζιανών δυνάμεων στην επαρχία Ούμπον Ράτσατανι, όπως υποστήριξε ο εκπρόσωπος των ταϊλανδέζικων Ενόπλων Δυνάμεων, Βιντάι Σουβαρί. Μάλιστα, αργότερα, η Μπανγκόκ ανακοίνωσε και ότι αεροσκάφη της χώρας έπληξαν στρατιωτικούς στόχους «σε διάφορες τοποθεσίες για να τερματίσει τα καμποτζιανά πυρά υποστήριξης».
Από την πλευρά της Καμπότζης, η εκπρόσωπος του υπουργείου Αμυνας, Μάλι Σοτσεάτα, μίλησε για «βάρβαρη, σκληρή, βάναυση και πολεμοκάπηλη πράξη επιθετικότητας κατά της κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας της Καμπότζης», κάνοντας λόγο για ταϊλανδέζικες «προκλητικές δραστηριότητες» που είχαν ξεκινήσει εδώ και μέρες.
Οι δύο χώρες διαφιλονικούν για σημαντικές ζώνες στην πάνω από 800 χιλιομέτρων μεθόριό τους, με τις διαφορές τους να χρονολογούνται από τις αρχές του 20ού αιώνα, μετά την αποχώρηση των Γάλλων αποικιοκρατών και τη διάλυση της Ινδοκίνας, που περιλάμβανε εκτός από τα δύο συγκεκριμένα και άλλα κράτη που σήμερα είναι ανεξάρτητα στη Νοτιοανατολική Ασία.
Τον περασμένο Ιούλη είχε καταγραφεί μία από τις σοβαρότερες αναφλέξεις στις διμερείς τους σχέσεις, με δεκάδες νεκρούς εκατέρωθεν και χιλιάδες που αναγκάστηκαν να μεταφερθούν σε ασφαλέστερα σημεία, που «έληξε» μετά και από παρέμβαση του Αμερικανού Προέδρου, Ντόναλντ Τραμπ και παζάρια για εμπορικές συμφωνίες με την Ουάσιγκτον.
Οι εργαζόμενοι απεργούν απ' τη Δευτέρα
Οι κίνδυνοι που αντιμετωπίζει το διεθνούς σημασίας Μουσείο του Λούβρου στο Παρίσι ήρθαν στο φως, αυτήν τη φορά μετά από διαρροή νερού που σημειώθηκε και προκάλεσε ζημιές σε αρκετές εκατοντάδες βιβλία της βιβλιοθήκης, που χρονολογούνται από τα τέλη του 19ου αιώνα και μέχρι τις αρχές του 20ού. Σύμφωνα με τον Φρανσίς Σταϊνμπόκ, αναπληρωτή διευθυντή του Λούβρου, επλήγησαν περίπου 300 με 400 βιβλία, κυρίως περιοδικά και επιστημονικά έγγραφα που χρησιμοποιούνται για έρευνα στην Αιγυπτιολογία - υλικό που θεωρείται εξαιρετικά χρήσιμο για τους μελετητές. Ο ίδιος ωστόσο υποστήριξε ότι τα έγγραφα μπορούν να αποκατασταθούν από βιβλιοδέτες και στη συνέχεια να επιστρέψουν στη βιβλιοθήκη.
Η διαρροή προκλήθηκε από το υδραυλικό σύστημα που τροφοδοτεί τον εξοπλισμό θέρμανσης και εξαερισμού της πτέρυγας Μογιέν της βιβλιοθήκης, μετά από λάθος άνοιγμα μιας βαλβίδας που ωστόσο δεν διευκρινίστηκε πώς έγινε.
Το Νοέμβρη, η γκαλερί Καμπανά του Μουσείου - με εννέα αίθουσες αφιερωμένες μάλιστα στην αρχαία ελληνική κεραμική - έκλεισε εξαιτίας σοβαρών ζημιών που εντοπίστηκαν στο κτίριο που τη στεγάζει.
Οι εργαζόμενοι στο Μουσείο προγραμματίζουν επαναλαμβανόμενες απεργίες από τη Δευτέρα 15 Δεκεμβρίου, καταγγέλλοντας τις «κακές συνθήκες εργασίας».
Ολα αυτά ενώ πρόσφατα ανακοινώθηκε ότι το εισιτήριο για τους μη Ευρωπαίους επισκέπτες θα αυξηθεί κατά 45%, από το 2026.
Συνάντηση με τον αρχηγό του «Λιβυκού Εθνικού Στρατού» Χαλίφα Χάφταρ στο Κάιρο είχε χτες ο Αιγύπτιος Πρόεδρος Αμπντέλ Φατάχ Σίσι, στη διάρκεια της οποίας ο τελευταίος επιβεβαίωσε την υποστήριξη του Καΐρου στην εδαφική ακεραιότητα, την κυριαρχία και τη σταθερότητα της Λιβύης.
Σε ανακοίνωση της αιγυπτιακής προεδρίας τονίστηκε επίσης η ανάγκη «να αντιμετωπιστούν όλες οι ξένες παρεμβάσεις στη Λιβύη» και απαίτησε την «απομάκρυνση όλων των ξένων δυνάμεων και μισθοφόρων» (συμπεριλαμβανομένων των Τούρκων).
Σύμφωνα με σχετικό ρεπορτάζ της έγκυρης αιγυπτιακής εφημερίδας «Al Ahram», ο Λίβυος στρατάρχης, στρατηγός Χαλίφα Χάφταρ, από τη μεριά του εκτίμησε τον κομβικό ρόλο της Αιγύπτου στην περιοχή και τόνισε πως συζήτησαν «την οριοθέτηση κοινών θαλάσσιων συνόρων μεταξύ των δύο χωρών» και πως συμφώνησαν «στη σημασία συνέχισης της συνεργασίας με τρόπο που εξυπηρετεί τα συμφέροντα αμφοτέρων χωρών» στη βάση του «διεθνούς δικαίου».
Συζήτησαν επίσης την ανάγκη εντατικοποίησης των «διεθνών και περιφερειακών προσπαθειών» για την εξεύρεση ειρηνευτικής λύσης στον καταστροφικό διετή πόλεμο στο Σουδάν.
Ενώ η καταμέτρηση για τις εκλογές στην Ονδούρα - προεδρικές, βουλευτικές και τοπικές - στις 30 Νοέμβρη ακόμα δεν έχει ολοκληρωθεί (είναι κάπου στο 88%) και παρατηρήθηκαν μεγάλες διακοπές στη μετάδοση των αποτελεσμάτων από την Εθνική Εκλογική Επιτροπή, πυκνώνουν οι καταγγελίες για εκτεταμένη νοθεία και «μαγειρέματα» αποτελεσμάτων «made in ΗΠΑ».
Ο παλαιστινιακής καταγωγής Νάσρι Ασφούρα, επιχειρηματίας στις Κατασκευές, υποψήφιος του συντηρητικού Εθνικού Κόμματος, που έχει τη στήριξη του Αμερικανού Πρόεδρου Ντόναλντ Τραμπ, και ο Σαλβαδόρ Νασράλα, τηλεοπτικός παρουσιαστής με καταγωγή από τον Λίβανο, υποψήφιος του Φιλελεύθερου Κόμματος, εξακολουθούν να εμφανίζουν ελάχιστη διαφορά, με ποσοστά 40,1% και 39,8% αντίστοιχα. Η δε Ρίξι Μονκάδα, υποψήφια του Κόμματος Ελευθερίας και Ανανέωσης, υποστηριζόμενη από τη σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση της Σιομάρα Κάστρο ντε Σελάγια, με 19,2%, καταγγέλλει ανοιχτά εκτεταμένη νοθεία με παρέμβαση της κυβέρνησης των ΗΠΑ και μιλά για «διαφθορά» και «εμπλοκή» ναρκεμπόρων, αναφερόμενη στο γεγονός ότι ο πρώην Πρόεδρος Χουάν Ορλάντο Ερνάντες (2014 - 2022), από το Εθνικό Κόμμα, πήρε χάρη από τον Τραμπ ενώ εξέτιε ποινή κάθειρξης 45 ετών στις ΗΠΑ για λαθρεμπόριο ναρκωτικών (άνω των 400 τόνων) και πυροβόλων όπλων.
Η Μονκάδα και το κόμμα της κάνουν λόγο και για εκβιασμούς πολιτών ότι θα διακοπούν τα εμβάσματα που λαμβάνουν από συγγενείς τους στις ΗΠΑ, αν δεν στηρίξουν τον Ασφούρα.
Καταλήγοντας η Μονκάδα επεσήμανε ότι η παρέμβαση του Τραμπ «αλλάζει τη λαϊκή κυριαρχία» και ζήτησε «κινητοποιήσεις, τοπικές και νομαρχιακές συνελεύσεις, διαμαρτυρίες, απεργίες και καθιστικές διαμαρτυρίες», καθώς και να είναι πανεθνική μέρα διαμαρτυρίας το Σάββατο 13 Δεκέμβρη.