Πέμπτη 8 Δεκέμβρη 2011
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΑΝΤΡΙΟΥ ΝΙΚΟΛ
In time

Ο Γουίλ και η - μονίμως ανεβασμένη σε άγρια ψηλοτάκουνα - Σύλβια, το ερωτικό ζευγάρι της ταινίας - από το γκέτο εκείνος, πάμπλουτη εκείνη - αρχίζει ως Ρωμαίος και Ιουλιέτα, συνεχίζει με πρακτική Μπόνι και Κλάιντ και καταλήγει Ρομπέν των δασών και Μαριάν, ληστεύοντας από τους πλούσιους «χρόνο» και μοιράζοντάς τον στους φτωχούς. Γιατί ο χρόνος - εδώ, στην κυριολεξία - είναι χρήμα. Με χρόνο πληρώνουν οι άνθρωποι οποιεσδήποτε ανάγκες και αγορές τους - από την μπίρα τους ως τα διόδια και τους φόρους. Το χρόνο του κανείς τον δωρίζει, τον δανείζει ή τον ληστεύει από όποιου βρει.

Καταρχήν, η ιδέα, στη βάση της οποίας στηρίζεται η υπόθεση εργασίας είναι όντως ενδιαφέρουσα και με φιλοσοφικές προεκτάσεις. Η φανταστική ιστορία εκτυλίσσεται σε ένα όχι και τόσο μακρινό μέλλον που ο κόσμος όλος έχει αφεθεί στην απόλυτη εξουσία του κεφαλαίου που κρατά τους υπηκόους με σιδερένια πυγμή, σε ένα σύστημα που περιορίζει και ελέγχει απόλυτα τη ζωή τους. Σε αυτό το μοντέλο κατέληξαν οι σοφοί, για να σωθεί ο πλανήτης από τον υπερπληθυσμό! Μετάλλαξαν και τη φύση του ανθρώπου που πια γεννιέται με ένα ενσωματωμένο στο βραχίονά του χρονομετρητή, ένα πράσινο φωσφορίζον ρολόι με 13ψήφιο αριθμό και χτύπους που ηχούν όσο υπάρχει χρόνος προς διάθεση. Οι άνθρωποι σταματούν να γερνούν στα 25 τους. Μετά το όριο αυτό ή πεθαίνουν μέσα σε ένα χρόνο ή συνεχίζουν να ζουν στον αιώνα τον άπαντα με την προϋπόθεση ότι καταφέρνουν συνεχώς να κερδίζουν χρόνο.

Η ζώνη που ζει και κινείται κάποιος καθορίζει και το χρόνο που του αναλογεί. Στα γκέτο των φτωχών ζουν οι πολλοί, στους οποίους παρέχεται ελάχιστος χρόνος. Στις ζώνες των πάμπλουτων ζουν οι λίγοι, οι υπεραιωνόβιοι καπιταλιστές, με εκατομμύρια χρόνια ζωής, σωρευμένα στα θησαυροφυλάκιά τους. Η μετακίνηση από τη μια ζώνη στην άλλη είναι πρακτικά αδύνατη γιατί κοστίζει υπερβολικό χρόνο. Οταν ο ήρωας, ο Γουίλ κληρονομεί 100 χρόνια από έναν φίλο, τολμά και μπαίνει στη ζώνη των πλουσίων για να εκδικηθεί την αδικία.

Ο χρόνος σαν «ισχυρό» νόμισμα και η διαχείρισή του από μια οικονομία των γκάνγκστερ! Εστω και μέσα από τον παραλογισμό της, η κινηματογραφική αλληγορία παραπέμπει κριτικά στο σημερινό οικονομικό σύστημα. Η θέση αποκτά θεωρητική κάλυψη μέσα από τις συνεχείς αναφορές στον κοινωνικό δαρβινισμό για το δίκιο του ισχυρού να καταβροχθίζει τον αδύναμο, με τη βοήθεια των νόμων και των κατασταλτικών μηχανισμών που στηρίζονται βέβαια στους ίδιους τους ανθρώπους των γκέτο. Ο χρονοφύλακας ντυμένος σαν αξιωματικός των SS προέρχεται από το γκέτο, τώρα υπηρετεί την εξουσία και αισθάνεται κομμάτι της, πιθηκίζει ότι κάνει απλά το επαγγελματικό του καθήκον όταν προασπίζεται το σύστημα των καπιταλιστών που ξεγελά τους υπηκόους, ανεβάζοντας συνεχώς το κόστος ζωής, άρα καταδικάζοντάς τους σε φυσικό θάνατο...

Δυστοπία, επιστημονική φαντασία, πολιτικό θρίλερ και roadmovie με ρετρό φουτουριστική αισθητική, κλισέ και δάνεια σε σκηνές και στιλ. Η ταινία δεν παρουσιάζει κάποια έκπληξη και στερείται εσωτερικής ζωής λόγω έλλειψης - έστω σπινθήρα - αυθεντικής ρομαντικής και δραματικής διάστασης. Παρά τη λειτουργική αλληγορία και τις συμπαθείς εικόνες, άτσαλα όμως οργανωμένες στην αφήγηση, το φιλμ μοιάζει να δυσκολεύεται αφενός να ισορροπήσει ανάμεσα στα βλέμματα όλο σημασία, στο κυνηγητό των αυτοκινήτων, στον ήχο του χρονομετρητή και τα μελοδραματικά ηλιοβασιλέματα, ενώ δεν αφήνει αφετέρου το θεατή να σκεφτεί μόνος παρά συνεχώς του προσδιορίζει τον τρόπο.

Οταν πια ο επαναστάτης Γουίλ χαρίζει ζωή/χρόνο στις ορδές των εξαθλιωμένων εκείνοι τι κάνουν; Δεν σκέφτονται καν με όρους μέλλοντος, να ανατρέψουν δηλαδή την τυραννία των πλουσίων αλλά, πλημμυρίζουν τις πλούσιες ζώνες να γευτούν κι αυτοί την στερημένη πολυτέλεια! Εξοχα.

Παίζουν: Ολίβια Γουάιλντ, Αλεξ Πέτιφερ, Αμάντα Σίφριντ, Τζάστιν Τίμπερλεϊκ, Τζόνι Γκαλέκι, Ματ Μπόμερ, Σίλιαν Μέρφι, κ.α.

Παραγωγή: ΗΠΑ (2011).

ΜΑΡΙΟΥΣ ΧΟΛΣΤ
Βασιλιάς σε μια κόλαση

Νορβηγική ταινία κλασικής γραφής με αύρα κάπως παλιομοδίτικη, καλά όμως γραμμένη και ακόμα καλύτερα παιγμένη. Η τέταρτη μεγάλου μήκους ταινία του Μάριους Χολστ, γεννημένου στο Οσλο το 1965, περιγράφει ένα οδυνηρό παιχνίδι εξουσίας και μια αποτυχημένη εξέγερση. Δυνατό φιλμ με τέμπο που αυξάνει με το ξεδίπλωμα της ιστορίας, αποκαλύπτοντας ποιοτικές ιδιότητες που παραπέμπουν στη σκανδιναβική κινηματογραφία των μέσων του '60. Η ιστορία διαδραματίζεται μια δεκαετία μετά την ανεξαρτητοποίηση της Νορβηγίας το 1905, στο απομονωμένο νησί Μπαστέι, στα φιορδ του Οσλο, την εποχή που το νεαρό κράτος ίδρυε ένα σύγχρονο σπίτι για «παραβατικά αγόρια» 11-18 ετών, που κατέληξε μια ακόμα κηλίδα ντροπής στην κοινωνικοπολιτική ιστορία του πολυδιαφημιζόμενου Βορρά.

Στόχος του πρότυπου αναμορφωτηρίου - ιδρύθηκε και διευθύνεται από πλούσιους, χριστιανούς φιλάνθρωπους - η επαναφορά των τροφίμων στον ίσιο δρόμο, ώστε κάποια μέρα να επανενταχθούν στην κοινωνία χρηστοί πολίτες. Το 1915 πραγματοποιήθηκε εξέγερση των καταπιεσμένων, των υποσιτιζόμενων και ταπεινωμένων εφήβων, της φτηνής εργατικής δύναμης του ιδρύματος Μπαστέι. Την περίοδο εκείνη, αρχές του 20ούαιώνα, σημάδεψαν όλο το Βορρά εργατικές εξεγέρσεις που η ανερχόμενη σοσιαλδημοκρατία φρόντισε κυνικά να αποκεφαλίσει ώστε η εργατική τάξη να μην ξανασηκώσει κεφάλι. Μια τέτοια εξέγερση στη διπλανή Σουηδία αφηγείται αριστουργηματικά στο φιλμ «ΑDALEN 31» ο σπουδαίος σκηνοθέτης Μπο Βίντερμπεργκ.

Οι ανήλικοι τρόφιμοι είναι συνονθύλευμα νεαρών εγκληματιών και παιδιών με μόνο κρίμα ότι γεννήθηκαν σε φτωχά σπίτια. Ο διευθυντής κυβερνά με σιδερένια πειθαρχία. Κύριο στήριγμα της εξουσίας του ο θαλαμάρχης, που επιπλέον εκμεταλλεύεται σεξουαλικά τα αγόρια που τιμωρούνται στο όνομα του Θεού. Αυτά τα έχουμε ξαναδεί, η ιστορία δεν είναι καινούρια και η ταινία ακολουθεί τη φόρμουλα παρεμφερών αφηγήσεων για αναμορφωτήρια, ιδρύματα, φυλακές, σχολεία και μοναστήρια. Στο κολαστήριο Μπαστέι φέρνουν τον 17χρονο Ερλινγκ, τον C 19, που μοναδική του σκέψη έχει πώς να το σκάσει. Το C 19 παραπέμπει και στο σήμερα, γιατί απαξάπαντες οι κάτοικοι στο Βορρά έχουν προσωπικό αριθμό και διευθετούν οποιαδήποτε υπόθεσή τους μέσω αυτού. Δε χρειάζεται πουθενά να πεις το όνομά σου, μόνο το δεκαψήφιο αριθμό σου...

Ο πειστικός Ερλινγκ, που έχει κάτι από Μάρλον Μπράντο, είναι η αποκάλυψη της ταινίας. Στέκει επάξια πλάι στον Στέλαν Σκάρσγκορντ, το γενικό διευθυντή, που μπορεί για το Χόλιγουντ να είναι σταθερή αξία για Β' ρόλους, αλλά τις καλύτερες ερμηνείες του έκανε και κάνει στο Βορρά. Είναι σπουδαίο να παρατηρείς έναν ηθοποιό να χειρίζεται τα εκφραστικά του μέσα με τέτοια ακρίβεια, σαν σχιζοφρενής σαδιστής που παλεύει με όσα ψήγματα ηθικής του απόμειναν, έτοιμος να θυσιάσει κι αυτά για μια ανέξοδη ζωή. Αυτός δεν λερώνει τα χέρια του, αφήνει τους άλλους, που υποτίθεται ότι βρίσκονται εκεί για να φροντίζουν τα αγόρια, να κάνουν τη βρώμικη δουλειά.

Δυνατή η αφήγηση του αποκρουστικά βρώμικου κόσμου του ιδρύματος, κλασικά ανδρική όσο και αποτελεσματική, διασχίζει την ιστορία του σινεμά. Η αίσθηση του εγκλωβισμού σε μια δραματουργία που δεν κρύβει εκπλήξεις διαπερνά κάθε καρέ.

Η ταινία είναι σε οπτικό επίπεδο εντυπωσιακή. Καθαρό στιλ, χρώματα στην κλίμακα του γκρίζου. Το άγονο νησί, το φωτογραφημένο στο παγωμένο μουντό φως του πολικού χειμώνα, είναι ένας από τους σημαντικούς πρωταγωνιστές του δράματος. Καθώς και το τεράστιο πλοίο της απάνθρωπης καταστολής που ξεπηδά από την ομίχλη και οι παραταγμένοι σαν από ταινία του Αϊζενστάιν στρατιώτες. Ο σκηνοθέτης Μάριους Χολστ αναδεικνύεται πειστικός σκηνοθέτης ταινιών δράσης και επιπλέον φαίνεται ότι έχει ταλέντο στο να «πιάνει» τους ηθοποιούς του στις καλύτερες στιγμές τους.

Παίζουν: Στέλαν Σκάρσγκορντ, Μπένιαμιν Χέλσταντ, Κριστόφερ Γιούνερ, Τροντ Νίλσεν, Μόρτεν Λέβσταντ, Ντάνιελ Μπεργ κ.ά.

Παραγωγή: Νορβηγία, Γαλλία, Σουηδία (2010).

ΜΠΕΝΕΤ ΜΙΛΕΡ
Moneyball

Οχι μάθημα επιλογής αλλά υποχρεωτικό homework προς όλους τους επίδοξους - και μετεξεταστέους - εκσυγχρονιστές. Η ταινία δεν είναι αθλητική. Δεν έχει καθόλου να κάνει με αυτό καθαυτό το άθλημα του baseball (μπέιζμπολ) και ας κινείται στο περιβάλλον. Η φέρουσα ιδέα της είναι αμιγώς πολιτική και σαφώς προπαγανδιστική - με όρους μυθοπλασίας - σε ό,τι αφορά τη μέθοδο αναβάθμισης της επιχειρηματικότητας μέσα από τη σύνδεσή της με την επιστήμη - ήτοι την εκπαίδευση γενικότερα. Στόχος του παντρέματος η «προοδευτική» θέση που απορρέει από το συνδυασμό μείωσης του εργασιακού κόστους, αύξησης της παραγωγικότητας, άρα υπερ-αύξηση του κέρδους, που θα ενθυλακώσουν οι ίδιες και γνωστές τσέπες. Το διά βίου μάθησης σχολειό μην παραλείψει να δώσει στο πόνημα την αρμόζουσα προσοχή...

Με όρους καλής και λειτουργικής κλασικής αφήγησης, με μοντάζ που υπηρετεί εξαιρετικά το πνεύμα της ταινίας, διασχίζουμε το κατώφλι της ομάδας baseball «Oakland Athletics». Καλή ομάδα επαγγελματικού αθλητισμού, πλην φτωχή. Πώς να μπορέσει να παραμείνει στο στερέωμα του ανταγωνισμού με ομάδες πλούσιες, που έχουν και ξοδεύουν αστρονομικά ποσά για αγορά μυθικών παικτών... Το ζήτημα μπαίνει μαστορικά, σφαιρικά, απλώνεται, γενικοποιείται, θεωρητικοποιείται. Πρέπει λοιπόν να βρεθεί μια λύση που και θα μειώνει το κόστος των παικτών και η ομάδα θα παραμένει ανταγωνιστική...

Οι ηλικιωμένοι στο ΔΣ όσο κι αν στύβουν το μυαλό τους είναι εγκλωβισμένοι στη λογική και τα δεδομένα του παρελθόντος. Εχεις; Μπορείς. Δεν έχεις; Δεν μπορείς... Ο πεισματάρης αλλά «ανθρώπινος» νεαρός διευθυντής είναι πνεύμα ανήσυχο και αναπτυξιακό. Βάζει στόχο αμετακίνητο να αναστήσει την ομάδα. Και το κάνει. Μέχρι το τέλος της ταινίας βλέπουμε βήμα - βήμα πώς ο στόχος πραγματώνεται και επιτυγχάνει. Πλησιάζει άνεργους αθλητές που η αγορά «ξέρασε» είτε λόγω ηλικίας, είτε τραυματισμών και ψυχολογικών προβλημάτων. Τους δίνει δουλειά «εδώ και τώρα» με το 1/5 του μισθού, τους εκπαιδεύει, τους εμψυχώνει... Μάλιστα τους παρέχει και σόδα δωρεάν!!! Και όποτε γουστάρει αλλαγές τους απολύει, έτσι απλά...

Στα παραδοσιακά αξιωματικά εργαλεία των μπίζνες - πανουργία στο ξεγέλασμα, ευθύτητα και αιφνιδιασμός στο ρίξιμο, αναλγησία στο πούλημα των πάντων - προστίθεται η επιστήμη, η οικονομία με βούλα στο πτυχίο αυθεντική, από τα καλύτερα ιδιωτικά ιδρύματα του κόσμου και το δυναμικό όραμα του «αμερικάνικου ονείρου». Η τήξη των παραπάνω υλικών είναι το χαρακτηριστικό της νέας αναπτυξιακής εποχής. Μειώνοντας λοιπόν τα εργασιακά κόστη - αυξάνοντας βεβαίως την αμοιβή του γιατί ο διευθυντής δεν είναι τεμπέλης, δουλεύει χωρίς ωράριο, μπορεί επιτέλους να κομπάζει ότι από «moneyball» ξανάκανε το άθλημα «baseball». Το εξυγίανε, το νοικοκύρεψε, επέβαλε τις δέουσες διαρθρωτικές αλλαγές... Αλλά τα υπερκέρδη - τα έσοδα ντε - μ' αυτά τι γίνεται; Εδώ πέφτουν οι τίτλοι του τέλους...

Παίζουν: Μπραντ Πιτ, Τζόνα Χιλ, Ρόμπιν Ράιτ, Φίλιπ Σέιμουρ Χόφμαν, Κάθριν Μόρις, Κέρις Ντορσέ κ.ά.

Παραγωγή: ΗΠΑ (2011).

ΡΟΜΠΕΡΤ ΡΕΝΤΦΟΡΝΤ
Υποπτη συνωμοσίας

©2009 The Conspirator

Η όγδοη - διδακτικής λογικής - ιστορική ταινία του σκηνοθέτη Ρόμπερτ Ρέντφορντ μπορεί να μη φθάνει σε ιλιγγιώδη ύψη, αλλά στη διάρκεια αποδεικνύεται στέρεο και καλοφτιαγμένο χειροτέχνημα κι ας υποφέρει από κάποιο πρόβλημα στις ισορροπίες ρυθμού.

Το δικαστικό αυτό δράμα με την κλασική αφηγηματική δομή και την ακαδημαϊκή αντίληψη, αρχίζει αργά και χαλαρά για να υποχρεώσει το ενδιαφέρον σε επιταχυνόμενη κλιμάκωση με το ξεδίπλωμα της ίντριγκας και το πλησίασμα των χαρακτήρων.

Στο αμερικανικό σινεμά αυτό καθαυτό το δικαστικό δράμα συνιστά κινηματογραφικό είδος. Παράλληλα και το ιστορικό φιλμ είναι ένα είδος κατ' εξοχήν σύνθετο που μπορεί πολύ εύκολα να απομακρύνει το ενδιαφέρον του θεατή. Ο Ρέντφορντ, συνδυάζοντας τα δύο αυτά είδη, επέλεξε να χτίσει την αφήγησή του σε συστηματικές εναλλαγές, τόσο από το ακροατήριο του δικαστηρίου, τα flash back, αλλά κύρια από τις αναστολές του δικηγόρου, του συνήγορου υπεράσπισης της κατηγορούμενης που φέρεται ως ύποπτη - δεν ξέρουμε αν είναι - και αυτό είναι το ζητούμενο. Η ιστορία εκτυλίσσεται την περίοδο που επακολούθησε τη δολοφονία του Προέδρου Λίνκολν, το 1865, μετά το πέρας του αμερικανικού εμφύλιου. Αναφέρεται και αναμοχλεύει πτυχές και γεγονότα της πολιτικής αυτής δολοφονίας που κρατήθηκαν άγνωστα και έρχονται να ανατρέψουν θεωρίες που ισχυρίζονται ότι τον Αμερικανό Πρόεδρο δολοφόνησε αυθόρμητα ένας ηθοποιός εν ώρα θεατρικής παράστασης. Πίσω από το δολοφόνο, ονόματι Τζον Γουίλκς Μπουθ, βρισκόταν - λέει η ταινία - μια καλά οργανωμένη συνωμοσία του ηττημένου Νότου. Ως ύποπτη συνωμοσίας φέρεται και η κατηγορούμενη Μαίρη Σουράτ, ιδιοκτήτρια πανσιόν, που δικάζεται από στρατοδικείο μαζί με άλλους τρεις συνωμότες που συνελήφθησαν επ' αυτοφώρω.

Η καταδίκη της Σουράτ διαγράφεται προαποφασισμένη και δικαιολογείται με υπαινιγμούς για πολιτική σκοπιμότητα, είναι ένα πιόνι στο πολιτικό παιχνίδι ή καλύτερα μια «παράπλευρη απώλεια». Η ταινία, μια εκτυφλωτική μεταφορά που αναφέρεται στο σήμερα, αναδεικνύει αιώνιες συγκρούσεις και θέτει ρητορικά ερωτήματα. Οπως π.χ. το θέμα της διάστασης μεταξύ της Δικαιοσύνης ως θεσμού που ως επί το πλείστον δεν αντικατοπτρίζει το αίσθημα δικαίου ή τη θέση «πάνω απ' όλα η υπεράσπιση της χώρας». Δηλαδή η παραπάνω θέση μπορεί να δικαιολογήσει κυνικά ως «παράπλευρη απώλεια» την όποια στυγνή καταπάτηση των ανθρωπίνων, εργασιακών, κοινωνικών, και πάει λέγοντας, δικαιωμάτων που οδηγεί στην απώλεια της ανθρώπινης ζωής; Κάπως ετεροχρονισμένα και ξεδοντιασμένα τα ερωτήματα που θέτει το φιλμ, μια που η πραγματικότητα έχει ήδη δώσει αποστομωτικές απαντήσεις. Για τους νεοφώτιστους, εδώ και τουλάχιστον μια δεκαετία, με το Γκουαντάναμο, με το Ιράκ και άπειρα παρεμφερή τινά, κυρίως όμως με την καθημερινότητα όλων ημών, αλλά και όσων, τρομάρα τους, συνεχίζουν ακόμα να πιστεύουν ότι είναι «πολίτες» και όχι υπήκοοι της κεφαλαιοκρατίας και των κρίσεών της.

Παίζουν: Τζέιμς Μακ Αβόι, Ρόμπιν Ράιτ, Τομ Γουίλκινσον, Κέβιν Κλάιν, Τζάστιν Λονγκ κ.ά.

Παραγωγή: ΗΠΑ (2010).

Ποικιλότροπα ενδιαφέρουσες καταθέσεις!

Ποικιλότροπα αξιόλογες και διαφοροποιημένα σημαντικές οι τέσσερις ταινίες στις οποίες αναφερόμαστε εκτενέστερα, όχι τόσο για την καλλιτεχνική τους αξία, αλλά γι' αυτό που θέλουν να «μας» πουν, ξεχωρίζουν από τις υπόλοιπες κοινότοπες πρεμιέρες της εβδομάδας, οι οποίες και είναι:

«NEW YEAR'S EVE» ο τίτλος της ρομαντικής, σπονδυλωτής αμερικάνικης κομεντί του 2011, σε σκηνοθεσία Γκάρι Μάρσαλ. Μια συρραφή πολλών γλυκόπικρων σύντομων ιστοριών που εκτυλίσσονται στη Νέα Υόρκη, τη βουτηγμένη στη γοητεία της λαμπερής ξάγρυπνης βραδιάς του πρωτοχρονιάτικου ρεβεγιόν. Παίρνουν μέρος πολλοί και γνωστοί σταρ: Ρόμπερτ Ντε Νίρο, Σάρα Τζέσικα Πάρκερ, Χίλαρι Σουάν κ.ά.

Με την πρώτη του σκηνοθετική δουλειά «ΑΛΛΗ ΜΙΑ ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΜΕΡΑ» ο νεαρός Σαμ Λέβινσον εισβάλλει στα ενδόμυχα μιας μεσοαστικής αμερικάνικης οικογένειας που συγκεντρώθηκε στο κτήμα της Ανάπολις για να παρευρεθεί σε ένα γάμο... Η ταινία καταγράφει χωρίς ενδοιασμούς τους δεσμούς που έχουν αναπτυχθεί ανάμεσά τους αλλά και τους σκελετούς που καθένας τους κρύβει στην ντουλάπα. Με τους: Ελεν Μπάρκιν, Κέιτ Μπόσγουορθ, Ελεν Μπέρστιν κ.ά.

Μέσα στο χειμώνα επιστρέφουν και οι δολοφόνοι καρχαρίες, τη φορά αυτή σε τρισδιάστατες εικόνες. «SHARK NIGHT 3D» τιτλοφορείται το αμερικάνικο θρίλερ τρόμου του 2011, σε σκηνοθεσία Ντέιβιντ Ελις. Το φιλμ χτίζεται πάνω στον πρωτόγονο φόβο για τους καρχαρίες και εκτυλίσσεται ένα ανέμελο καλοκαιρινό Σαββατοκύριακο, όταν μια παρέα έρχεται στο εξοχικό της Σάρα και ένας νεαρός που βουτά στη λίμνη, βγαίνει με κομμένο το ένα του χέρι... κάτι που σηματοδοτεί την αρχή του αγώνα εναντίον των τρομαχτικών υποβρυχίων εξολοθρευτών και της αιματοβαμμένης αγωνίας. Από τη μια είναι οι εχθροί καρχαρίες - έξι μάλιστα διαφορετικά είδη επιθετικών τέτοιων - και από την άλλη η παρέα των νεαρών που παλεύουν για τη ζωή τους. Στο φιλμ παίζουν οι Σάρα Πάξτον, Ντάστιν Μίλιγκαν, Κρις Κάρμακ κ.ά.

Τέλος, «Ο ΓΙΟΣ ΤΟΥ ΑΪ ΒΑΣΙΛΗ» είναι μια εξαιρετικά χαριτωμένη «χριστουγεννιάτικη» οικογενειακή ταινία κινουμένων σχεδίων, μια αμερικανοβρετανική συμπαραγωγή του 2011, σε σκηνοθεσία των Μπάρι Κουκ και Σάρα Σμιθ.


ΚΡΙΤΙΚΗ:
Τζία ΓΙΟΒΑΝΗ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ