Οι αντιλαϊκές απαιτήσεις του Συνδέσμου Γερμανικών Βιομηχανιών, όπως διατυπώνονται στην επίσημη ιστοσελίδα του
Στην επίσημη ιστοσελίδα του BDI καταγράφονται οι προτεραιότητες των ισχυρότερων γερμανικών μονοπωλίων ανά τομέα και μάλιστα με ειδικές συστάσεις για την κυβέρνηση που θα προκύψει από τις εκλογές. Ενδεικτικά, υπογραμμίζεται για το ρόλο της πολιτικής και των κυβερνήσεων: «Ο κόσμος δεν ήταν ποτέ πιο δικτυωμένος. Ομως είναι μύθος πως γι' αυτό το λόγο τα καθήκοντα των εθνικών κυβερνήσεων είναι λιγότερο σημαντικά. Ακριβώς το αντίθετο». Για τη βιομηχανία και τις χρηματοπιστωτικές αγορές ο ρόλος των κυβερνήσεων «είναι υψίστης σημασίας», «η πολιτική πρέπει να διασφαλίσει ότι λειτουργούν καλά».
Σήμερα παρουσιάζονται τομείς όπως η παγκοσμιοποίηση και το ελεύθερο εμπόριο, η εξωτερική οικονομική πολιτική, η ΕΕ, ενώ φυσικά υπάρχουν και οι απαιτήσεις του γερμανικού κεφαλαίου για την εσωτερική πολιτική, που θα αποτελέσουν αντικείμενο άλλου δημοσιεύματος.
Οι μεγάλοι γερμανικοί επιχειρηματικοί όμιλοι - λόγω και των μεγάλων εμπορικών πλεονασμάτων, της ανταγωνιστικότητας της γερμανικής οικονομίας, των ρυθμών ανάπτυξης - τάσσονται υπέρ του «ελεύθερου εμπορίου» και θέλουν ενισχυμένο ρόλο της ΕΕ. Τουλάχιστον σε αυτή τη φάση. Ετσι ο BDI «εκφράζει ικανοποίηση για τον ισχυρό ρόλο της ΕΕ στην εξωτερική οικονομική πολιτική. Ως εκ τούτου, η γερμανική κυβέρνηση και το γερμανικό κοινοβούλιο θα πρέπει να υποστηρίζουν μια ενεργή εξωτερική οικονομική πολιτική της Γερμανίας στο πλαίσιο της ΕΕ». Οι βιομήχανοι ζητούν «πάλη και δέσμευση κατά του προστατευτισμού στη Σύνοδο Κορυφής της G20» και «άρση των εμποδίων στο εμπόριο». Αυτό άλλωστε έχει γίνει «σημαία» της Αγκελα Μέρκελ στις συναντήσεις της με ηγέτες κρατών προετοιμάζοντας τη Σύνοδο Κορυφής της G20 στο Αμβούργο (7 - 8 Ιούλη), αλλά και συνολικά της κυβέρνησης, στην οποία συμμετέχουν πολλοί Σοσιαλδημοκράτες υπουργοί.
Τα μέτρα προστατευτισμού που απειλεί να πάρει η κυβέρνηση των ΗΠΑ αποτελούν πεδίο έντονης διαπάλης των γερμανικών και των αμερικανικών επιχειρηματικών ομίλων. Ομως οι Γερμανοί βιομήχανοι σημειώνουν: «Οι ΗΠΑ είναι η σημαντικότερη εξαγωγική αγορά της Γερμανίας παγκοσμίως». Ετσι, οι συνομιλίες μεταξύ των δύο χωρών για τη συμφωνία ελεύθερου εμπορίου, γνωστή ως Διατλαντική Εταιρική Σχέση Εμπορίου και Επενδύσεων (TTIP) θα πρέπει να «συνεχιστούν ως κεντρικό στοιχείο της εμπορικής ατζέντας». Το ίδιο ζήτησε και η καγκελάριος από τον Αμερικανό υπουργό Εμπορίου Γουίλμπορ Ρος την περασμένη βδομάδα, σημειώνοντας ότι με μια τέτοια συμφωνία «θα διευθετηθούν όλα τα προβλήματα στο σύνολό τους».
Για τη Σύνοδο Κορυφής της G20 στο Αμβούργο οι βιομήχανοι ζητούν επίσης να «ευθυγραμμιστεί με συγκεκριμένα μέτρα και συνεπή εφαρμογή» και να τεθούν στον πυρήνα των αποφάσεων «η ψηφιοποίηση και οι παγκόσμιες λύσεις στην αγορά για την προστασία του κλίματος».
Για την Ευρωπαϊκή Ενωση σημειώνουν: «Ασφάλεια, μετανάστευση, ανάπτυξη, απασχόληση, κλιματική αλλαγή, έλλειψη πόρων: Αποτελεσματικές λύσεις μπορούν να βρεθούν μόνο σε ευρωπαϊκό επίπεδο, είτε με ευρωπαϊκή συμμετοχή». Και ο BDI πιο συγκεκριμένα ζητά από την γερμανική κυβέρνηση να θέσει ως προτεραιότητα:
Την «ολοκλήρωση της Οικονομικής και Νομισματικής Ενωσης»: «Η πολιτική πρέπει τώρα να λάβει περαιτέρω μέτρα για την εμβάθυνση της οικονομικής και νομισματικής ένωσης. Για το σκοπό αυτό, ένας κοινός προϋπολογισμός και ένας υπουργός Οικονομικών της Ευρωζώνης έχουν ιδιαίτερο νόημα. Ο γαλλογερμανικός άξονας θα παίξει καθοριστικό ρόλο. Η βιομηχανία χρειάζεται μια σταθερή και χωρίς κρίσεις ζώνη του ευρώ. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα μετά την απογοητευτική Σύνοδο Κορυφής της G7 στη Σικελία», λένε.
Καθόλου τυχαία, επανέρχονται οι συζητήσεις με πρωτοστάτες τη Γερμανία και τη Γαλλία («σχέδιο Μερκρόν») για Ευρωπαίο υπουργό Οικονομικών και για κοινό προϋπολογισμό για την Ευρωζώνη. Σύμφωνα με τον πρόεδρο του BDI, Ντίτερ Κεμπφ, απαραίτητα στοιχεία είναι η «μεταρρυθμιστική πειθαρχία», η «ενίσχυση των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων» και «νέα εργαλεία για ανθεκτικότερη Ευρωζώνη», ενώ θα μπορούσε να συμπεριληφθεί και ένα Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο, κάτι στο οποίο έχει κατά καιρούς αναφερθεί και ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Ολα τα παραπάνω αποτελούν επίσης διαχρονικές προτάσεις των Σοσιαλδημοκρατών (SPD) του Μάρτιν Σουλτς.
Στόχος η μεγαλύτερη δημοσιονομική σύγκλιση των χωρών της Ευρωζώνης και η ενίσχυση του ευρωπαϊκού - γερμανικού κεφαλαίου έναντι των ανταγωνιστών του (ΗΠΑ, Κίνα, Ρωσία κ.ά.), σε μια περίοδο μάλιστα που οι αντιθέσεις και μέσα στην ΕΕ «φουντώνουν», ενώ παράλληλα παρατηρούνται και ευρωσκεπτικιστικές τάσεις. Πάντως καμία σχέση δεν έχει με οποιαδήποτε «ελάφρυνση» των ευρωπαϊκών λαών, οι οποίοι θα συνεχίσουν να πληρώνουν το «μάρμαρο» της καπιταλιστικής κρίσης και ανάπτυξης.
«Επέκταση της Κοινής Πολιτικής Ασφάλειας και Αμυνας. Είναι δυνατή η βελτίωση της αποδοτικότητας πολλών δισ. ευρώ ετησίως μέσω μιας κοινής πολιτικής Αμυνας και Ασφάλειας και χρειάζονται νέες μορφές συνεργασίας». Στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, με τη συμμετοχή των Ευρωπαίων ηγετών, το περασμένο Σαββατοκύριακο αποφασίστηκε η δημιουργία του Ευρωπαϊκού Ταμείου Αμυνας, με τη Μέρκελ να τη χαρακτηρίζει ως τη «μεγαλύτερη ευρωπαϊκή συνεργασία στην αμυντική πολιτική». Μάλιστα η καγκελάριος αναφέρθηκε στην υπεράσπιση των ευρωπαϊκών συμφερόντων και τη διείσδυση των μονοπωλιακών ομίλων σε άλλες αγορές, υπογραμμίζοντας: «Η διαρκής αμυντική συνεργασία είναι μια πραγματική προστιθέμενη αξία. Διότι η ΕΕ μπορεί να διεξάγει αποστολές - π.χ. στην Αφρική - όχι μόνο στρατιωτικές, αλλά και για πιθανές πολιτικές λύσεις, για αναπτυξιακή συνεργασία».
«Η πλήρης ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς Ενέργειας αποφέρει 12 - 40 δισ. ευρώ το χρόνο, ενώ ο μεγαλύτερος εξευρωπαϊσμός των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας εξοικονομεί επιπλέον 16 - 30 δισ. ευρώ το χρόνο», λέει ο BDI και ζητά «ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς Ενέργειας» και «προώθηση της επέκτασης του δικτύου σε όλη την ΕΕ». «Ενσωμάτωση και επέκταση των ΑΠΕ στην αγορά, όπου επιτυγχάνεται η μέγιστη απόδοση». Η Ενέργεια είναι ένα θέμα που απασχολεί την ΕΕ και τη Γερμανία, καθώς έχουν μεγάλη εξάρτηση από άλλα καπιταλιστικά κράτη (π.χ. Ρωσία).
«Προώθηση στοχοθετημένης μετανάστευσης εργατικού δυναμικού»: «Το ποσοστό του πληθυσμού της ΕΕ που θα είναι ηλικιακά ικανό προς εργασία θα μειωθεί μέχρι το 2030 στο 55,9%. Ταυτόχρονα, περίπου 65 εκατ. άνθρωποι ανά τον κόσμο παίρνουν το δρόμο της προσφυγιάς και της μετανάστευσης», υπογραμμίζουν οι βιομήχανοι και ζητούν από τη γερμανική κυβέρνηση να «προωθήσει τη νόμιμη μετανάστευση» και να «καταπολεμηθούν οι αιτίες της προσφυγιάς και της μετανάστευσης». Ετσι η μετανάστευση γίνεται εργαλείο καπιταλιστικής εκμετάλλευσης και ανάπτυξης, με την επιλεκτική εισαγωγή εργατικού δυναμικού ανάλογα με τις ανάγκες της αγοράς και με τη διείσδυση μονοπωλιακών ομίλων στις χώρες προέλευσης.
Στην ενότητα «Διεθνείς αγορές» ο BDI αναφέρει: «Η Γερμανία έχει έντονο ενδιαφέρον να διατηρεί και να επεκτείνει τις στενές εμπορικές σχέσεις με τις σημαντικότερες αναπτυσσόμενες περιοχές».
Πιο συγκεκριμένα, για την Ασία απαιτούν: «Να συνεχιστούν ο διάλογος σε υψηλό επίπεδο και η στενή συνεργασία με τα ασιατικά κράτη, με έμφαση στα οικονομικά ζητήματα. Στο άνοιγμα των ασιατικών αγορών να συμμετέχουν γερμανικές εταιρείες. Να προωθηθεί το ελεύθερο εμπόριο με την Ασία: Το 2015 οι εξαγωγές στην Ασία ανήλθαν σε 154 δισ. ευρώ (13,3% των συνολικών). Ασιατικές αναπτυσσόμενες και αναδυόμενες χώρες συνεχίζουν να έχουν ρυθμούς ανάπτυξης άνω του παγκόσμιου μέσου όρου. Γι' αυτό πρέπει να κλειστούν φιλόδοξες συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου».
Ταυτόχρονα όμως ζητούν και «προστασία της τεχνολογίας των γερμανικών επιχειρήσεων στις ασιατικές αγορές». «Η Γερμανία και η Ασία αλληλοσυμπληρώνονται τεχνολογικά εν μέρει, γι' αυτό πρέπει να απωθούνται κυβερνητικές ρυθμίσεις που υποχρεώνουν σε τεχνολογικές αποκαλύψεις», προσθέτουν.
Για την Εγγύς και Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική απαιτούν «οικονομική και πολιτική σταθερότητα», καθώς «γερμανικές επιχειρήσεις δραστηριοποιούνται στην περιοχή». Για τη «συνεχή καταπολέμηση των αιτιών της προσφυγιάς» ζητούν «μέτρα και εργαλεία που προωθούν το εμπόριο και τις επενδύσεις σε κάθε συγκεκριμένη χώρα». Επίσης τονίζουν ότι «τμήματα των γερμανικών επιχειρήσεων στην περιοχή αυτή εξαρτώνται στενά από την ανάθεση μεγάλων έργων».
Συγκεκριμένα, στο Ιράν θέλουν «να διατηρηθεί - τουλάχιστον - η πρόσβαση στην αγορά του», αφού «με την πυρηνική συμφωνία, το Ιράν εξελίσσεται δυνητικά στη μεγαλύτερη αναπτυσσόμενη αγορά στην περιοχή». Ομως «οι οικονομικές κυρώσεις των ΗΠΑ επιδεινώνουν τη χρηματοδότηση για τις γερμανικές εταιρείες. Γι' αυτό πρέπει να επιτευχθεί με τις ΗΠΑ μια ομόφωνη χαλάρωση των κυρώσεων και οι γερμανικές επιχειρήσεις στο Ιράν να εξαιρεθούν από τις δυσμενείς συνέπειες».
Ξεχωριστή θέση έχει η Αφρική, την οποία θέτει ως προτεραιότητα και η φετινή προεδρία της Γερμανίας στη G20. Οι βιομήχανοι αναφέρουν: «Η Αφρική πρέπει να κατανοείται σαν ήπειρος - ευκαιρία: Το 2017 αναμένεται οι 9 από τις 15 ταχύτερα αναπτυσσόμενες οικονομίες στον κόσμο να βρίσκονται στην υποσαχάρια Αφρική, όπως επίσης και οι 5 από τις 10 κορυφαίες στις μεταρρυθμίσεις χώρες». Ετσι απαιτούν «βελτίωση των οικονομικοπολιτικών συνθηκών» και «βελτίωση των υποδομών, προώθηση της εκπαίδευσης και κατάρτισης».
Θυμίζουμε το «Σύμφωνο με την Αφρική» της G20, δηλαδή την προώθηση «μεταρρυθμίσεων» και τη χρηματοδότηση για τη βελτίωση των υποδομών που θα κάνουν πιο ελκυστικές τις επενδύσεις. Επίσης, πρόσφατα η γερμανική κυβέρνηση ανακοίνωσε ένα πρόγραμμα επαγγελματικής κατάρτισης και απασχόλησης ύψους 300 εκατ. ευρώ για το 2017, σε κράτη που χαρακτηρίζονται «πρωταθλητές στις μεταρρυθμίσεις» (Τυνησία, Ακτή Ελεφαντοστού, Γκάνα). Ταυτόχρονα, η Γερμανία κάνει πιο έντονη τη στρατιωτική της παρουσία σε διάφορες περιοχές.
Επίσης ο BDI ζητά σύγχρονες εμπορικές συμφωνίες με χώρες της Λατινικής Αμερικής, και πιο συγκεκριμένα με το Μεξικό και τη Χιλή.