Την αναντιστοιχία μεταξύ της «πυκνότητας και ποιότητας των διμερών σχέσεων» Ελλάδας - Γαλλίας και των «μεριδίων αγοράς» του γαλλικού κεφαλαίου υπογραμμίζει ο Μ. Βαλς...
Επίσημη επίσκεψη στην Ελλάδα πραγματοποιεί από χτες ο Γάλλος πρωθυπουργός, Μ. Βαλς, συνοδευόμενος από τον υπουργό Οικονομικών, Μ. Σαπέν, και τον υφυπουργό Ευρωπαϊκών Υποθέσεων, Α. Ντεζίρ.
Ο Μ. Βαλς συναντήθηκε χτες με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Πρ. Παυλόπουλο, ο οποίος τον ευχαρίστησε για την «καθοριστική συμβολή της Γαλλίας στην παραμονή της Ελλάδας στην ΕΕ και στον σκληρό πυρήνα της».
«Η Ελλάδα θα συνεχίσει, με μεγάλες θυσίες του λαού», ανέφερε ο Πρ. Παυλόπουλος, παρουσιάζοντας ως λαϊκή βούληση τη στρατηγική επιλογή του κεφαλαίου για παραμονή στη λυκοσυμμαχία. Ζήτησε ταυτόχρονα «να υπάρξουν διαφορετικές κινήσεις στο πλαίσιο της Ευρωζώνης για να μη θιγεί το ήδη βεβαρημένο οικοδόμημα του κοινωνικού κράτους δικαίου»...
Επιπλέον, ζήτησε από κοινού αντιμετώπιση του Προσφυγικού, με εφαρμογή των συμφωνιών, μετατροπή της FRONTEX σε πραγματική Ακτοφυλακή και αντιμετώπιση της τρομοκρατίας με «στενή συνεργασία» ΕΕ - ΗΠΑ - Ρωσίας για τον τερματισμό του πολέμου στη Συρία.
Ο Μ. Βαλς, απ' την πλευρά του, δήλωσε ότι «θέλουμε να συσφίξουμε σχέσεις και συνεργασία», εξέφρασε τη διάθεση της Γαλλίας να συμβάλει στην αντιμετώπιση του Προσφυγικού, χαρακτήρισε προτεραιότητα την ασφάλεια των συνόρων και την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας.
Σήμερα, Παρασκευή, ο Μ. Βαλς θα συναντηθεί με τον πρωθυπουργό, Αλ. Τσίπρα, ενώ θα γίνουν και διευρυμένες συνομιλίες μεταξύ των δύο αντιπροσωπειών.
Στο μεταξύ, σε συνέντευξή του στην «Καθημερινή», ο Μ. Βαλς δίνει το στίγμα των στόχων της επίσκεψής του, σημειώνοντας ότι υπάρχει ενδιαφέρον του γαλλικού κεφαλαίου για επενδύσεις στην Ελλάδα και απόκτηση μεγαλύτερων «μεριδίων αγοράς».
Δηλώνει συγκεκριμένα: «Επειδή θέλουμε να συνοδεύσουμε την οικονομική ανάκαμψη της Ελλάδας, παροτρύνουμε περισσότερες γαλλικές επιχειρήσεις να εξετάσουν τις προοπτικές επενδύσεων. Αδιαμφισβήτητα υπάρχει μεγάλο περιθώριο προόδου, γιατί η παρουσία των γαλλικών επιχειρήσεων στην ελληνική αγορά παραμένει συνολικά ανεπαρκής. Τα μερίδια αγοράς που διαθέτουμε δεν αντικατοπτρίζουν την πυκνότητα και την ποιότητα των διμερών μας σχέσεων. Ελπίζω ότι η επίσκεψή μου θα συμβάλει ώστε να δοθεί μια νέα ώθηση. Υπάρχουν πολλά υποσχόμενοι τομείς. Σκέφτομαι ειδικότερα τον τομέα της Ενέργειας, συμπεριλαμβανομένων και των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, τον τομέα των μεταφορών ή ακόμα του περιβάλλοντος, του βιώσιμου πολεοδομικού σχεδιασμού, τον αγροτοδιατροφικό τομέα και τον τουρισμό. Τέλος, δυνατοί δεσμοί έχουν ήδη αναπτυχθεί μεταξύ του οικοσυστήματος ελληνικών και γαλλικών νεοφυών επιχειρήσεων: Θα εμβαθύνουμε και θα πολλαπλασιάσουμε τους δεσμούς αυτούς».
Απ' τη σκοπιά, εξάλλου, της απόδοσης των επενδύσεων του γαλλικού κεφαλαίου, προσθέτει πως «η θέση της Ελλάδας είναι στους κόλπους της ΕΕ και της Ζώνης του Ευρώ», και σπεύδει να επικροτήσει τις αντιλαϊκές μεταρρυθμίσεις που διαμορφώνουν προϋποθέσεις κερδοφορίας. «Η Γαλλία στηρίζει επίσης την Ελλάδα με την παροχή τεχνικής συνδρομής σε πολλούς τομείς και ειδικότερα στις μεταρρυθμίσεις που αφορούν τη δημόσια διοίκηση και τη φορολογία. Είναι πολύ σημαντικό να βοηθήσουμε την κυβέρνησή σας να οικοδομήσει ένα πλήρως λειτoυργικό και ισχυρό κράτος. Αποτελεί προϋπόθεση για την εμπιστοσύνη, για την επιστροφή των επενδύσεων, με μια λέξη, για την ανάπτυξη», δηλώνει.
Σχολιάζοντας την απόφαση του τελευταίου Γιούρογκρουπ, υποστηρίζει ότι «ήταν σημαντική για τη διασφάλιση της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους» και «στέλνει ένα καλό μήνυμα προς τα έξω: Προσδίδει αξιοπιστία στη δυνατότητα, μέχρι τη λήξη του προγράμματος το 2018, επιστροφής της Ελλάδας στις αγορές για την αναχρηματοδότησή της και έτσι δεν θα εξαρτάται πλέον από χρηματοδοτική συνδρομή».
Αντανακλώντας, τέλος, την καπιταλιστική διαπάλη στο εσωτερικό της ΕΕ, υποστηρίζει για «τα διακυβεύματα της ανάπτυξης και της απασχόλησης» ότι, «από το 2012, το μήνυμα της Γαλλίας παραμένει το ίδιο: Η ευρωπαϊκή οικονομική στρατηγική πρέπει να βασίζεται στις μεταρρυθμίσεις και να αντιμετωπίζει με σοβαρότητα τον προϋπολογισμό, αλλά αυτό δεν είναι αρκετό. Πρέπει επίσης να δοθεί ο απαραίτητος χώρος στον τομέα των επενδύσεων. Το θέμα αυτό καθίσταται ακόμα σημαντικότερο, τη στιγμή που η Ευρώπη δεν έχει ακόμα ανακτήσει τα επίπεδα επενδύσεων που βρισκόταν πριν από την κρίση του 2008. Εχει σημειωθεί πρόοδος, με την αύξηση του κεφαλαίου της ΕΤΕπ και με το πακέτο Γιούνκερ, αλλά θα πρέπει να γίνουν περισσότερα».