Την αποφασιστικότητα, με την οποία το ιταλικό κεφάλαιο (και το πολιτικό του προσωπικό) θέλει να εργαστεί, για να ενισχύσει τη θέση του, αποτυπώνουν και οι «γέφυρες» που θέλει ανοιχτές με διάφορα ιμπεριαλιστικά κέντρα, ενώ μην ξεχνάμε ότι διευρύνεται η «κόντρα», που συνεχίζεται μέσα στην ίδια την Ευρωζώνη για το μείγμα διαχείρισης της εξόδου από την κρίση.
Είναι χαρακτηριστική η συνέντευξη που έδωσε ο Ρέντσι στο οικονομικό πρακτορείο «Μπλούμπεργκ» τις μέρες που βρέθηκε στις ΗΠΑ για τις εργασίες της ΓΣ του ΟΗΕ.
«Τα τελευταία επτά χρόνια η πολιτική της ΕΕ ήταν λάθος», υποστήριξε, συμπληρώνοντας ότι στο χρονικό διάστημα 2008 - 2015 η ΕΕ έχασε από τις ΗΠΑ σε κάθε τομέα, «έχασε θέσεις εργασίας, έχασε ΑΕΠ, έχασε ανταγωνιστικότητα».
«ΗΠΑ και κυβέρνηση Ομπάμα επέλεξαν την ανάπτυξη», υπογράμμισε ο Ρέντσι, ενώ όταν ο δημοσιογράφος του «Μπλούμπεργκ» έσπευσε να προσθέσει ότι (αντιθέτως) «η ΕΕ επέλεξε τη λιτότητα», ο Ρέντσι χαμογέλασε όλο νόημα και, παίρνοντας την πάσα, συνέχισε: «Σέβομαι το συλλογισμό σας... Προφανώς αυτό για τη Γερμανία είναι καλό, γιατί η Γερμανία έχει πολλές ευκαιρίες στον τομέα των εξαγωγών, πολύ καλή σχέση με άλλα κράτη - μέλη της ΕΕ...».
Δεν είναι, άλλωστε, μυστικό ότι χώρες όπως η Ιταλία, αλλά και η Γαλλία διαφωνούν με τη Γερμανία ως προς τη δοσολογία επεκτατικής - περιοριστικής πολιτικής, το βαθμό δηλαδή και την ευελιξία, με την οποία τα ταμεία των αστικών κρατών θα μπορούν να προσφέρουν νέα «κίνητρα» και «αναπτυξιακά πακέτα» σε μονοπώλια, επιδρώντας έτσι στις ισορροπίες που διαμορφώνονται ευνοϊκές για τις δυνάμεις που ωφελούνται από την ανισομετρία της καπιταλιστικής ανάπτυξης, ή δεν αντιμετωπίζουν τον ίδιο βαθμό δυσκολίας στη διαχείριση της οικονομικής κρίσης, λόγω μικρού βάθους ή μικρών κρατικών χρεών και ελλειμμάτων, όπως η Γερμανία.
Εξίσου χαρακτηριστική είναι και η στάση που η Ιταλία επιλέγει να κρατά απέναντι σε εστίες σφοδρής αντιπαράθεσης όπως αυτή μεταξύ Δύσης - Ρωσίας. Απαντώντας σε ερώτημα για το πώς θα βρεθεί έξοδος από την «κρίση στη Συρία», ο Ρέντσι δήλωσε ότι «οι ΗΠΑ αποτελούν σημείο αναφοράς ως προς διεθνείς επιλογές, έτσι συζητάμε πρώτα με τις ΗΠΑ και όλους τους εταίρους μας...» «Πρώτη μας (σημαντική) σχέση συνεργασίας είναι αυτή με τις ΗΠΑ, γιατί αναγνωρίζουμε τον πολύ σημαντικό ρόλο των ΗΠΑ... Αλλά, έχω μια πολύ σαφή θέση ως προς τη Ρωσία: θεωρώ ότι χρειαζόμαστε τη Ρωσία "αναμεμειγμένη"... Προτιμώ η Ρωσία να αναμειχθεί στη λύση του ζητήματος (του Συριακού)», συνέχισε. Ενώ, αντιδρώντας στο ότι «κάποιοι θεωρούν τη Ρωσία ως τον εχθρό μας στην Ευρώπη», επισήμανε: «Πρέπει να διατηρήσουμε την κυριαρχία και την ταυτότητα της Ουκρανίας, τα σύνορα αυτής της χώρας, και για αυτούς τους λόγους είναι σωστές οι κυρώσεις ενάντια στον Πούτιν, αλλά, την ίδια στιγμή, χρησιμοποίησα τον πρώτο χρόνο της θητείας μου στην κυβέρνηση για να επαναλαμβάνω κάθε μέρα το ίδιο πράγμα: είναι σημαντικό να έχουμε σχέσεις με τη Ρωσία... Το να φανταστεί κανείς ένα μέλλον χωρίς τη Ρωσία είναι λάθος».
Βεβαίως, τα παραπάνω ειπώθηκαν πριν την έναρξη των ρωσικών βομβαρδισμών στη Συρία, που προσθέτουν νέα δεδομένα περιπλέκοντας ανταγωνισμούς που είναι θανάσιμα επικίνδυνοι για τους λαούς.
Ωστόσο, είναι καθαρό ότι η ιταλική αστική τάξη αναζητά «ανοιχτές πόρτες» με πολλά κέντρα, ζυγίζοντας πώς κάθε φορά καλύτερα ευνοούνται τα σχέδιά της. Ολη αυτή η «ρευστότητα» ως προς τις ενδοϊμπεριαλιστικές σχέσεις και αντιθέσεις δημιουργεί όλο και ευρύτερη βάση για την εκδήλωση νέων συγκρούσεων, με τον ένα ή άλλον τρόπο. Η ανάγκη κάθε αστικής τάξης να επανεξετάζει τις συμμαχίες μεγαλώνει από την πίεση που γεννά η κρίση και η δυσκολία καπιταλιστικής ανάκαμψης, προμηνύει το μέγεθος της νέας θύελλας που θα ξεσπάσει κατά των λαών, σε κάθε χώρα χωριστά αλλά και γενικότερα.