Σάββατο 27 Αυγούστου 2016
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 11
ΔΙΕΘΝΗ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ (ΤΕΤΡΑΣΕΛΙΔΟ)
Με αφορμή τη συνάντηση Ρέντσι - Ολάντ - Μέρκελ στην Ιταλία

Οι Φρ. Ολάντ - Α. Μέρκελ - Μ. Ρέντσι κατά την πρόσφατη συνάντησή τους στην Ιταλία

Copyright 2016 The Associated

Οι Φρ. Ολάντ - Α. Μέρκελ - Μ. Ρέντσι κατά την πρόσφατη συνάντησή τους στην Ιταλία
Αν και ελάχιστα πράγματα είδαν το φως της δημοσιότητας από τη συνάντηση Ρέντσι - Μέρκελ - Οκάντ στην Ιταλία την περασμένη Δευτέρα, άλλωστε πέρα από τις δηλώσεις που έκαναν προσερχόμενοι στη συνάντηση τίποτε άλλο δεν βγήκε απ' αυτήν, εντούτοις και απ' αυτή τη φειδωλή δημοσιοποίηση δηλώσεων μπορεί κανείς να ανιχνεύσει και το γιατί έγινε η συνάντηση, τι προσδοκά κάθε κυβέρνηση για τη χώρα της μέσω της Ευρωζώνης και της ΕΕ, αλλά και για την πορεία των Ευρωζώνης - ΕΕ, για την οποία δεν υπάρχει κοινή αντίληψη, πιο σωστά κοινή στρατηγική.

Ολα τα ρεπορτάζ των αστικών ΜΜΕ έδιναν ως κεντρική ιδέα της συνάντησης την «επανεκκίνηση της Ευρώπης» μετά το Brexit. Οι ίδιοι οι ηγέτες των τριών μεγαλύτερων κρατών και οικονομιών των Ευρωζώνης - ΕΕ έδιναν αυτόν τον τόνο, όχι μόνο με τις δηλώσεις τους πριν κλειστούν στο ιταλικό αεροπλανοφόρο για να συζητήσουν, αλλά από τότε που «έκλεισαν» τη συνάντησή τους. Αλλά δεν μπορεί κανείς να μη συμπληρώσει ότι αυτή η συνάντηση έγινε μπροστά στη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ στην Μπρατισλάβα, στις 15 Σεπτέμβρη, με θέμα την πορεία της ΕΕ, την ανάπτυξη της οικονομίας της, μετά το Brexit, το ίδιο το Brexit αφού εκκρεμεί η διαδικασία ενεργοποίησης του άρθρου 50 της Συνθήκης της Λισαβόνας από τη Βρετανία για την αποχώρησή της και το περιεχόμενο των νέων σχέσεων Βρετανίας - ΕΕ, το Προσφυγικό, ζητήματα ασφάλειας.

Επίσης, δεν μπορεί κανείς να μην παρατηρήσει ότι η συνάντηση των τριών ηγετών έγινε πριν από τη συνάντηση των 7 ηγετών των κρατών του λεγόμενου από τους ίδιους Νότου της ΕΕ, στην Αθήνα, όπου θα συμμετάσχουν οι Ολάντ και Ρέντσι. Με περιεχόμενο, όπως λένε, το ίδιο με αυτό της Συνόδου Κορυφής στην Μπρατισλάβα, αλλά κυρίως με την επιδίωξη αναζήτησης μείγματος πολιτικής χαλάρωσης, ως μέσου συμβολής στην καπιταλιστική ανάκαμψη των οικονομιών τους, στο πλαίσιο βεβαίως των Ευρωζώνης - ΕΕ. Αυτό φαίνεται να είναι το βασικό ζήτημα, χωρίς να υποτιμούν τα άλλα, άλλωστε όταν «κλείστηκε» και αυτή η συνάντηση, από κύκλους της γερμανικής κυβέρνησης διαρρεόταν σε γερμανικά αστικά ΜΜΕ η δυσφορία της για τη συγκεκριμένη συνάντηση με το συγκεκριμένο περιεχόμενο.

Αυτή η κινητικότητα μπορεί να πει κανείς ότι ήταν αναμενόμενη μετά την απόφαση του δημοψηφίσματος στη Βρετανία για έξοδο της χώρας από την ΕΕ. Αλλά η κεντρική ιδέα της συνάντησης των τριών στην Ιταλία, δηλαδή «η επανεκκίνηση της Ευρώπης», είναι το ζήτημα που απασχολεί Ευρωζώνη - ΕΕ, Γερμανία, Γαλλία, όλα τα κράτη - μέλη, πολύ πριν και ανεξάρτητα από την έξοδο της Βρετανίας. Η συνάντηση έγινε με πρωτοβουλία του Μ. Ρέντσι. Φαίνεται ότι ο ίδιος διεκδικεί για την Ιταλία, την τρίτη σε δύναμη οικονομία της ΕΕ, αναβαθμισμένο ρόλο στις διεργασίες και τις εξελίξεις, μετά την Μέρκελ και τον Ολάντ, αλλά και το Brexit.

Το βασικό μήνυμα από τις φειδωλές δηλώσεις

Τι βγαίνει από τις δηλώσεις των τριών; Σύμφωνα με ρεπορτάζ του ιταλικού πρακτορείου «ΑΝΣΑ», σε συνέντευξη Τύπου που δόθηκε πριν από το γεύμα εργασίας που είχε προγραμματιστεί, ο Ρέντσι δήλωσε ότι «η ΕΕ δεν τελείωσε με το Brexit, ας γράψουμε το μέλλον», αλλά και ότι «επιθυμούμε ισχυρά αναπτυξιακά μέτρα», υποστήριξε ότι «η Ευρώπη δεν είναι το πρόβλημα αλλά η λύση. Η Ευρώπη αποτελεί τη μεγαλύτερη ευκαιρία». Οτι «θέλουμε περισσότερη Ευρώπη», με τολμηρά βήματα στο θέμα της ευρωπαϊκής ενοποίησης, ιδιαίτερα στα πεδία της οικονομικής πολιτικής, της Αμυνας, της ψηφιακής καινοτομίας, της Παιδείας και του Πολιτισμού.

Ο Φρ. Ολάντ, συμφωνώντας γενικά με τον Μ. Ρέντσι, είπε ότι χωρίς να προχωρήσει η ευρωπαϊκή ενοποίηση, ιδιαίτερα στην οικονομική πολιτική, η ΕΕ αντιμετωπίζει τον κίνδυνο «του κατακερματισμού και της διαίρεσης».

Η Α. Μέρκελ, όμως, αντέτεινε στα παραπάνω μιλώντας για καλύτερη και όχι περισσότερη Ευρώπη: «Πιστεύω ότι το Σύμφωνο Σταθερότητας έχει πολλές πιθανότητες ευελιξίας», αλλά είναι ζήτημα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να διαπραγματευτεί με τα κράτη - μέλη. «Θέλουμε η Ιταλία, η Γαλλία και η Γερμανία να αναπτυχθούν για να δημιουργήσουν θέσεις εργασίας και τις (κατάλληλες) συνθήκες για το μέλλον των ιδιωτικών επενδύσεων».

Φαίνεται λοιπόν ότι το κεντρικό ζήτημα που απασχολεί, είναι το περιεχόμενο της οικονομικής πολιτικής, η χάραξη στρατηγικής για την πορεία των Ευρωζώνης - ΕΕ, στο πλαίσιο της επιβράδυνσης της παγκόσμιας οικονομίας, και της οικονομίας των ΗΠΑ, αλλά κυρίως της ίδιας της Ευρωζώνης, της ΕΕ, των κρατών - μελών τους, που έχουν ασθενική ανάκαμψη, κάποια ύφεση, άλλα επιβράδυνση, άλλα τεράστια ελλείμματα και χρέη. Και όλ' αυτά στο πλαίσιο της αλληλεξάρτησης των καπιταλιστικών οικονομιών, των οξύτατων ανταγωνισμών διεθνώς και στο εσωτερικό των Ευρωζώνης - ΕΕ, της διεύρυνσης της ανισομετρίας κ.λπ.

Φαίνεται επίσης ότι, μεταξύ άλλων, συνεχίζουν ξανά τη συζήτηση που έχει ανοίξει από τον Ιούνη του 2015 για την «οικονομική διακυβέρνηση».

Τα βασικό της περιεχόμενο είναι η «έκθεση των 5 προέδρων» των οργάνων της ΕΕ, Κομισιόν, Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Γιούρογκρουπ, Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (Γιούνκερ, Τουσκ, Ντάισελμπλουμ, Ντράγκι, Σουλτς, αντίστοιχα) για την «ολοκλήρωση της ΟΝΕ», ή για τη «διακυβέρνηση», όπως έλεγαν.

Θυμίζουμε ότι στη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ στις 25 - 26/6/2015, έγινε συζήτηση με βάση το κείμενο των 5 προέδρων, που είχε τίτλο «Ολοκλήρωση της οικονομικής και νομισματικής πολιτικής της Ευρωζώνης». Στόχος, η μεγαλύτερη συγκέντρωση εξουσιών στις Βρυξέλλες με στόχο τον καλύτερο συντονισμό της οικονομικής και δημοσιονομικής πολιτικής στην Ευρωζώνη. Επιδίωξη, όπως έλεγαν, πώς στο μέλλον, Ευρωζώνη και ΕΕ θα μπορούσε να γίνουν πιο ισχυρές και πιο ανθεκτικές σε οικονομικές καπιταλιστικές κρίσεις.

Η υλοποίηση του στόχου προβλέπεται να γίνει σε τρεις φάσεις. Στην πρώτη περιλαμβάνεται η εμβάθυνση της τραπεζικής ένωσης. Στη δεύτερη, ο ορισμός ενός υπουργού Οικονομικών της Ευρωζώνης, με ένα υπουργείο Οικονομικών με δικό του προϋπολογισμό (έγινε λόγος να είναι υπουργός ο πρόεδρος του Γιούρογκρουπ και υπουργείο Οικονομικών το Γιούρογκρουπ).

Το κείμενο άφηνε ανοιχτό εάν προχωρήσουν ώστε από τη νομισματική ένωση να προκύψει και μια πολιτική ένωση για να υπάρχει ενιαία οικονομική και πολιτική διακυβέρνηση. Εδώ υπήρξαν διαφωνίες από τους πέντε προέδρους.

Πορεία σημειωτόν εν μέσω οξύτατων ανταγωνισμών

Από τότε μέχρι σήμερα οι ανταγωνισμοί για την εφαρμογή αυτών των θεσμικών αλλαγών είναι τόσο έντονοι, που το μόνο που έχουν προχωρήσει είναι η Τραπεζική Ενωση - και αυτή ατελής. Βασικά, δύο κεντρικά ζητήματα είχαν προκύψει. Το αν τα ζητήματα αντιμετώπισης της οικονομικής κρίσης, διαχείρισης για την έξοδο απ' αυτήν σε όφελος του κεφαλαίου, ανάπτυξης, αντιμετώπισης των χρεών ενός κράτους - μέλους θα πάρουν ευρωενωσιακό χαρακτήρα (θυμίζουμε την ιδέα του ευρωομόλογου για το χρέος ενός κράτους - μέλους), ή θα συνεχίζει η αντιμετώπιση όλων αυτών των ζητημάτων από κάθε κράτος - μέλος χωριστά, παίρνοντας μέτρα ώστε οι συνέπειες της κρίσης να μην πλήξουν άλλες καπιταλιστικές οικονομίες της ΕΕ.

Την πρώτη άποψη πρόβαλλε η Γαλλία, συμφωνούσε γενικά η Ιταλία, αλλά και η Ελλάδα. Τη δεύτερη πρόβαλλε η Γερμανία, συμφωνούσαν γενικά Φινλανδία, Ολλανδία. Η αντιπαράθεση έχει πάρει μεγάλη οξύτητα.

Δεν γίνονται πρώτη φορά συζητήσεις σε διάφορα επιτελεία για την πορεία της καπιταλιστικής Ευρωπαϊκής Ενοποίησης και για το αν αρκούν οι Συνθήκες πάνω στις οποίες συγκροτήθηκε και λειτουργεί. Η οικονομική κρίση βεβαίως και η διαχείρισή της σε όφελος του κεφαλαίου προκάλεσε για τους αστούς των Ευρωζώνης - ΕΕ πρωτόγνωρα προβλήματα, λόγω κοινού νομίσματος σε διαφορετικές οικονομίες. Η καπιταλιστική πορεία της Ευρωζώνης συνδέεται με την καπιταλιστική πορεία 19 σήμερα κρατών με διαφορετικό επίπεδο καπιταλιστικής ανάπτυξης, άρα και τεράστια ανισομετρία, βασικός παράγοντας που δημιουργεί δυσκολίες στην «κοινή πορεία», και πάσχιζαν να ανοίξουν δρόμους με κοινές πολιτικές, σε όλους τους κρίκους της οικονομίας (π.χ. φορολογική πολιτική). Βεβαίως, λόγω της ανισόμετρης ανάπτυξης αφενός και αφετέρου του ότι μέσα στην ίδια την καπιταλιστική ενοποίηση, ακόμη και στην Ευρωζώνη, συνυπάρχουν οι ανταγωνισμοί των κρατών - μελών που την απαρτίζουν, με βάση τα ιδιαίτερα συμφέροντα των καπιταλιστών τους, τέτοιες κοινές πολιτικές δε στάθηκε δυνατό να θεσμοθετηθούν σε όλους τους κρίκους της οικονομίας, πολύ περισσότερο ενιαία διαχείριση της οικονομίας της Ευρωζώνης. Είναι ουτοπία λόγω ανισομετρίας και καπιταλιστικού ανταγωνισμού. Ετσι, και η πολιτική σύγκλισης που προπαγάνδιζαν είναι ουτοπία.

Οι λαοί στο δικό τους δρόμο

Η καπιταλιστική οικονομική κρίση, διευρύνοντας την ανισομετρία, ακόμη και μεταξύ Γερμανίας - Γαλλίας, όξυνε ακόμη πιο πολύ τα παραπάνω ζητήματα. Οι ανταγωνισμοί για το μείγμα διαχείρισης, για τους δείκτες του Συμφώνου Σταθερότητας κ.λπ., εκτός από το ότι οξύνονται στο πλαίσιο των Ευρωζώνης - ΕΕ, οξύνονται και στο εσωτερικό των κρατών - μελών και των ισχυρών, ανάμεσα σε διαφορετικά τμήματα του κεφαλαίου, ενώ φαίνεται να δημιουργούνται και διαφορετικές ομάδες κρατών σε αντιπαράθεση μεταξύ τους, π,χ οι τέσσερις του Βίσεγκραντ (Πολωνία, Τσεχία, Σλοβακία, Ουγγαρία), και ενισχύονται ταυτόχρονα φυγόκεντρες τάσεις (δυνάμεις του λεγόμενου ευρωσκεπτικισμού).

Φαίνεται δε ότι οι δείκτες του Συμφώνου Σταθερότητας ως εργαλείο προστασίας των οικονομιών και του ευρώ έχουν προκαλέσει τεράστια προβλήματα στο πλαίσιο της επιδίωξης εξόδου από την κρίση. Αυτοί οι δείκτες αποτελούν άλλο ένα κρίσιμο ζήτημα που οξύνει τους ανταγωνισμούς. Γαλλία και Ιταλία έχουν κρατικό χρέος πάνω από 2,3 τρισ. ευρώ και τεράστια ελλείμματα. Αυτό εμποδίζει τις κυβερνήσεις να χρηματοδοτήσουν με κρατικό χρήμα δημόσιες και ιδιωτικές καπιταλιστικές επενδύσεις. Αποφάσισαν λοιπόν να χαλαρώσουν τα δημοσιονομικά μέτρα για τη συμμόρφωση με τους δείκτες. Και σ' αυτό το ζήτημα η αντιπαράθεση με τη Γερμανία οξύνεται. Δεν είναι τυχαίο ότι η απάντηση της Μέρκελ σε Ρέντσι - Ολάντ είναι «η ευελιξία του Συμφώνου Σταθερότητας».

Οντως η δήλωση της Μέρκελ «θέλουμε η Ιταλία, η Γαλλία και η Γερμανία να αναπτυχθούν για να δημιουργήσουν θέσεις εργασίας και τις (κατάλληλες) συνθήκες για το μέλλον των ιδιωτικών επενδύσεων», μπορεί να εκφράζει «την κοινή τους απόφαση να εργασθούν για την επανεκκίνηση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης», όπως λένε αστικά ΜΜΕ, αλλά στο πώς θα γίνουν αυτά δεν έχουν συμφωνήσει σε κοινή στρατηγική, οι οξύτατοι ανταγωνισμοί συνεχίζονται. Πονοκέφαλοι του κεφαλαίου είναι. Οι λαοί δεν πρέπει να συνταχτούν μαζί τους, ανεξάρτητα από την όποια κατάληξη υπάρξει, γιατί θα είναι εχθρική γι' αυτούς. Η ΕΕ δε γίνεται φιλολαϊκή. Η εργατική τάξη, τα άλλα φτωχά λαϊκά στρώματα να οργανώσουν τη δική τους συμμαχία σε αντικαπιταλιστική - αντιμονοπωλιακή κατεύθυνση, να ακολουθήσουν το δικό τους δρόμο, αυτοτελή από το κεφάλαιο, στην πάλη για τις δικές τους ανάγκες και όχι του κεφαλαίου.


Σ.


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ