Ακρογωνιαίος λίθος του παγκόσμιου σινεμά η ταινία, δουλεμένο στις τελευταίες λεπτομέρειες, οι διάλογοι σε συνεργασία με τον Τενεσί Γουίλιαμς, η σκηνογραφία και η μουσική (Βέρντι, Μπρούκνερ) να υπογραμμίζουν την ρυπαρότητα αυτού του έρωτα, τον ξεπεσμό μιας κοινωνίας και το τέλος ενός βασιλείου. Από ιστορία έρωτα το εξαιρετικής απεικονιστικής ομορφιάς «ΣΕΝΣΟ» μετατρέπεται σε ιστορικό ντοκουμέντο, που παντρεύει την Ιστορία, τον πατριωτισμό και το ρομαντισμό. Με κριτική ματιά πάνω στα γεγονότα και ξεκάθαρο ορθολογισμό κάθε χαρακτήρας σε αυτό το μελόδραμα λαγνείας και θανάτου φέρει χροιά κοινωνική και ιστορική. Θαυμαστή η χρωματική και σκηνογραφική συνοχή της ταινίας (βοηθοί σκηνοθεσίας οι νεαροί τότε Φραντσέσκο Ρόζι και Φράνκο Τζεφιρέλι) αναπτύσσεται με την αμείλικτη αναγκαιότητα μιας ρομαντικής τραγωδίας που στον επίλογο αποκηρύσσει ανελέητα το ρομαντισμό της. Την Λίβια Σερπιέρι ερμηνεύει η Αλίντα Βάλι. Ο Βισκόντι εξαρχής επέλεξε την Βάλι όχι απλά για την ομορφιά και το ταλέντο της, αλλά σε μεγάλο βαθμό, για το «φιζίκ του ρόλου» ιδιότητα εγγενή με τις αριστοκρατικές καταβολές της Βάλι (το πραγματικό της όνομα ήταν Αλίντα Μαρία Λάουρα Αλτενμπούργκερ βαρόνη φον Μάρκενσταϊν και Φράουενμπεργκ). Για το ρόλο του νεαρού Αυστριακού υπολοχαγού ο Βισκόντι ήθελε τον Μάρλον Μπράντο. Αυτός δεν ήταν διαθέσιμος κι έτσι επελέγη ο Φάρλεϊ Γκρέιντζερ από την Καλιφόρνια, γνωστός στην πατρίδα του αλλά άγνωστος στον υπόλοιπο κόσμο.
Η φιλμική Λίβια διαφέρει από τη λογοτεχνική. Αυτή του Μπόιτο είναι ψυχρή, παγερή ακόμα και στην εκδίκησή της. Γι' αυτό ο συγγραφέας τη βάφτισε Λίβια σαν τις σκληρές Ρωμαίες πατρίκιες. Η Λίβια του Βισκόντι θυμίζει μάλλον την Μαντάμ Μποβαρί του Φλομπέρ με το τυφλό της πάθος. Αλλοτε είναι παράλογη, άλλοτε παιδαριώδης. Συχνά θέλει να μη βλέπει και να μην ακούει, για να μην παραδοθεί στο προφανές και με την κρίση του μυαλού επιστρέψει στην γκρίζα, βολική βέβαια, συζυγική ζωή της. Το πραγματικό αποκορύφωμα στην επικείμενη τραγωδία της κοντέσας Σερπιέρι συνοψίζεται σε κείνο το «Ναι Φραντς, μείνε!»... Απελπισμένα ερωτευμένη, εγκλωβισμένη στη νεανική ζωτικότητα και την υποκρισία του γοητευτικού Αυστριακού αξιωματικού που με κυνικό οπορτουνισμό καταπατά τους στίχους του Χάινε, η Λίβια αναλώνεται - σε μια Βενετία τραγική που πεθαίνει - στην ύστατη ελπίδα μιας πραγματικής ζωής, ενός πάθους, πέρα από τις υποκριτικές συμβάσεις και τις κοινωνικές μάσκες.
Παίζουν: Αλίντα Βάλι, Μάσιμο Τζιρότι, Φάρλεϊ Γκρέιντζερ κ.ά.
Παραγωγή: Ιταλία (1954).