Μελαγχολικό οδοιπορικό προς τον εξωτικό Βορρά που παραμένει κολλημένο στη Δύση η ταινία των Μπαμπινέ - Κιν που τελικά αποδεικνύεται ζεστή, φιλική και παιδική. Ηθελημένα «γελοία» η ιστορία, ισχνό το σενάριο, με «κατασκευασμένες» δραματικές προκλήσεις. Η ταινία υφαίνει μυθολογίες, ρεαλισμό και αθώο κιτς σε έναν απίθανο καμβά με διάχυτο συμβολισμό. Το φιλμ διαθέτει μια παράξενη εσωτερική ομορφιά, σαν ένα ποίημα απόγνωσης που μας αγγίζει με την ταπεινότητά του, σαν ένα ποιητικό μανιφέστο... Οπως λέει η ταινία, «πρέπει να κάνουμε κάτι με ό,τι έχουμε κι ας μην είναι μεγάλο πράγμα». Αυτή η σύμβαση διέπει το φιλμ από την αρχή μέχρι το τέλος.
Ο Αρσέν, ατζέντης του αξιολύπητου Φράνκι, είναι ένας γεννημένος looser. Κι ο Φράνκι με το ψόφιο του βλέμμα και το κουρασμένο του βάδισμα που σέρνει οκάδες θανατηφόρας κατάθλιψης, περνιέται για ηθοποιός και ζει με φαντασιώσεις για καριέρα χολιγουντιανή. Ενας και μοναδικός είναι εκείνος που διατείνεται ότι πιστεύει στη διεθνή κινηματογραφική καριέρα του... ο Αρσέν: «Πρέπει να κάνουμε κάτι με αυτό που έχουμε κι ας μην είναι μεγάλο πράγμα», επαναλαμβάνει όπου σταθεί κι όπου βρεθεί ο ατζέντης στη διάρκεια του ταξιδιού τους προς βορρά, σε αναζήτηση ενός φανταστικού συμβολαίου που τους περιμένει στον πολικό κύκλο... Η περιπέτεια, εισαγωγικά, είναι καταπιεστική και ζοφερή, αρχίζει όμως να απογειώνεται από την ώρα που η απογοητευτική συσσώρευση δημοφιλών φουσκωμένων προσώπων και ο Αρσέν παραμερίζουν από το πρώτο πλάνο, αφήνοντάς μας να ανακαλύπτουμε σιγά σιγά τον Φράνκι και τον τρυφερά ποιητικό του κόσμο. Μόνο στο τέλος του ταξιδιού, όταν η δράση έχει πλήρως ξεδιπλωθεί, η ταινία ωριμάζει ανατρεπτικά.
Κορεσμένη από αναφορές - επίσκεψη στην περίφημη κινηματογραφική σχολή του Λοτζ, ο «Ροβεσπιέρος» του Βάιντα υποδύεται τον διευθυντή σχολής, ο Φράνκι που βγαίνει από το λήθαργό του «παίζοντας» ατάκες του Ρόμπερτ Μίτσαμ από το σινεμά, αλλά κορεσμένη κι από «κατασκευασμένες» παραδοξότητες η ταινία, με πληθώρα προσώπων, το ένα πιο παράξενο απ' το άλλο, εμφανίζονται στη διάρκεια του ταξιδιού. Το ντουέτο έχει και περιστασιακούς συνταξιδιώτες. Τον μειλίχιο Μπακαρί Σανγκαρέ, τον πρώτο Αφρικανό διπλωματούχο της Κομεντί Φρανσέζ και την γοητευτική Πολωνέζα Ντανούτα Στένκα, που το μόνο που ζηλεύει από τον Βορρά είναι τα μικρά άσπρα αγριολούλουδα. Ο Αρσέν και ο Φράνκι θα φθάσουν στον προορισμό τους αλλά δεν θα δουν ποτέ τον Καουρισμάκι. Θα ερωτευθούν το περιβάλλον, θα βλέπουν σινεμά στις 3 το πρωί πίνοντας τη μια βότκα πίσω από την άλλη.
Οι σκηνοθέτες αγαπούν την αμερικάνικη κουλτούρα, τους αντισταθμιστικούς χαρακτήρες και τις σουρεαλιστικές καταστάσεις. Η προσπάθειά τους να συνθέσουν μια χλομή υπαρξιακή φάρσα σε ατμόσφαιρα ψυχολογικού μινιμαλισμού, στο ύφος του δασκάλου τους Καουρισμάκι, διατηρεί παρά ταύτα μια παράλογη αυθεντικότητα. Τρυφερή κι ενδιαφέρουσα!
Παίζουν: Ολιβιέ Γκουρμέ, Πάμπλο Νικομεντές, Αντρέ Βιλμς, Μπακαρί Σανγκαρέ, Ντανούτα Στένκα, κ.ά.
Παραγωγή: Γαλλία, Νορβηγία, Βέλγιο, Πολωνία (2010).