Από την άλλη πλευρά του χαρακώματος η κυβέρνηση συνεχίζει να τρενάρει τη δημοσιοποίηση των αποφάσεών της, σε μια προσπάθεια να διευκολύνει την ηγετική ομάδα της ΓΣΕΕ για το συνέδριο που γίνεται στα μέσα Μάρτη. Ετσι πληροφορίες τη φέρουν να γνωστοποιεί τις προτάσεις του αγγλικού οίκου κατά το τρίτο δεκαήμερο του Μάρτη.
Παρ' όλα αυτά, η αντιασφαλιστική της επίθεση, που έρχεται να συμπληρώσει το πρόσφατο αντεργατικό νομοσχέδιο, έχει περιγραφεί αρκετά ευκρινώς από τα κυβερνητικά στελέχη και επικεντρώνεται:
Ακόμα περισσότερο: «Η οργάνωση της πάλης πρέπει να επικεντρώνει την προσοχή στην αντιμετώπιση της ουσίας των αντιλαϊκών μέτρων, να μην περιορίζεται στο ιδιαίτερο πρόβλημα του κάθε κλάδου. Να στηρίζεται στη συλλογική δράση, στο συντονισμό του αγώνα, να συμβάλλει στη δημιουργία μαζικού, μαχητικού κινήματος, που θα μπει εμπόδιο στην προώθηση των αντιδραστικών μέτρων στη Βουλή και θα είναι πανέτοιμο για σκληρές αναμετρήσεις».
Η κυβέρνηση στην προσπάθειά της να θολώσει τα νερά, να κάμψει τις αντιστάσεις, βάζει μπροστά ένα νέο επικοινωνιακό τρικ. Διακηρύσσει ότι η επόμενη τριετία θα είναι τριετία κοινωνικής πολιτικής με τη δημιουργία «ενός δικτύου κοινωνικής αλληλεγγύης για τις ιδιαίτερα ευπαθείς ομάδες», όπως αποφασίστηκε στη διυπουργική σύσκεψη την περασμένη Τετάρτη υπό την προεδρία του Κ. Σημίτη.
Στην πράξη πρόκειται για ένα «δίχτυ» αντιπερασπασμού, γιατί τη στιγμή που η κυβέρνηση βάλλει κατά κατακτήσεων των εργαζομένων, όπως τα κατώτατα όρια συντάξεων, που πρωθυπουργικοί σύμβουλοι προπαγανδίζουν ανοιχτά την ολοκληρωτική άρνηση του κράτους να συμμετάσχει στο σύστημα της κοινωνικής ασφάλισης, φτιασιδώνει το «κοινωνικό της προσωπείο» με επιδόματα, βοηθήματα ακόμα και σε είδος - π.χ. τροφή - στους «αποκλεισμένους». Υποκρίνεται για τις εκατοντάδες χιλιάδες του «περιθωρίου» που η ίδια η πολιτική της καταδίκασε και ενώ η αντιασφαλιστική της επίθεση θα έχει ως αποτέλεσμα να οδηγήσει στον αποκλεισμό ακόμα περισσότερους.
Επί του πρακτέου, όμως, κοινώς, «ποιούν την νήσσαν». Γι' αυτό απέρριψαν την πρόταση της ΔΑΣ για 24ωρη απεργία το δεύτερο δεκαήμερο του Μάρτη. Είπαν «όχι» και στο ενδεχόμενο ενός συλλαλητηρίου. Και στη συνέχεια ολοκλήρωσαν το ρόλο τους με ανοιχτή επίθεση κατά του Πανεργατικού Αγωνιστικού Μετώπου, κατηγορώντας το για διασπαστική τακτική. Αλλά αν είναι «διάσπαση του συνδικαλιστικού κινήματος» η δράση εκείνων που, με όσες δυνάμεις διαθέτουν, συσπειρώνουν, κινητοποιούν τους εργαζόμενους και καλούν όλους, συνδικάτα και συνδικαλιστές χωρίς εξαιρέσεις στον αγώνα, τότε πώς να χαρακτηρίσουμε τους συνδικαλιστές αυτούς που μπροστά στην αντιασφαλιστική πλημμυρίδα επιδιώκουν να κρατήσουν καθηλωμένα τα συνδικάτα, τα οδηγούν σε παραλυτική ακινησία, στραγγαλίζουν κάθε σκέψη για αντίσταση;