Πέμπτη 9 Ιούνη 2011
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 48
ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ
ΑΛΕΚΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΑΚΗΣ
Συνοικία το όνειρο

Αρχές της δεκαετίας του '60, στις φτωχότερες γειτονιές, μισό βήμα από το κέντρο της Αθήνας. Φτώχεια, οικονομική εξαθλίωση για το λαό και κύματα μετανάστευσης προς τα εργασιακά δυτικοευρωπαϊκά σκλαβοπάζαρα. Συντριπτικός ο αριθμός των ανέργων και των μισοανέργων που επιβιώνουν - αν επιβιώνουν - όπως όπως και των απόρων ... Την εποχή που η Ελλάδα συνδέεται με την ΕΟΚ, λειτουργούν ακόμα στρατοδικεία, υπάρχει πλήθος φυλακισμένων πολιτικών κρατούμενων και εξόριστων και εξακολουθούν αμείωτες οι συλλήψεις και οι παντός είδους διώξεις των κομμουνιστών, ενώ τελούσε σε ισχύ το καθεστώς των «έκτακτων μέτρων» και οι δεξιές εφημερίδες της εποχής αρθρογραφούσαν εκβιαστικά υπέρ του μονοκομματισμού και σε περίπτωση αποτυχίας του «άλλος δρόμος από την δικτατορία δεν υπάρχει». Εγκλωβισμένοι σε αυτό το κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο, κινούνται οι χαρακτήρες της αριστουργηματικής ταινίας του Αλέκου Αλεξανδράκη, πνιγμένης στην εμπνευσμένη μουσική του Μίκη Θεοδωράκη.

Επετειακή επανέκδοση για τα πενήντα χρόνια από την πρώτη προβολή της ταινίας, πετσοκομμένης από την αδυσώπητη λογοκρισία γιατί «δυσφημούσε την εικόνα της ευημερούσας Ελλάδας». Την εικόνα της Ελλάδας στο εξωτερικό (sic) - καλή ώρα! «Τι πράγματα είναι αυτά που δείχνετε; Στην Ελλάδα δεν υπάρχουν πεινασμένοι, ούτε τρελοί που να κυκλοφορούν ελεύθεροι. Κάνετε κομμουνιστική προπαγάνδα». Απαγορεύτηκε αυστηρά η προβολή της ταινίας στην επαρχία - ιδιαίτερα στις εθνικά ευαίσθητες περιοχές - ενώ στην Αθήνα η προβολή της συνοδεύτηκε από επεισόδια, καθώς η αστυνομία αποπειράθηκε να εμποδίσει την είσοδο του κοινού στις κινηματογραφικές αίθουσες.


Μικρές ιστορίες συνδεδεμένες με ανάγκες της καθημερινής επιβίωσης για τους προδομένους ανθρώπους αυτής της λαϊκής γειτονιάς, με τα μικρά ασήμαντα όνειρα και τα απλοϊκά οράματα για ένα καλύτερο μέλλον, για ένα μικρό κομμάτι ευτυχίας ... Ελλείψει ύπαρξης δουλειάς, εξωθούνται στην μικροαπατεωνιά, που, όμως, τυλίγεται στην ανθρωπιά τους και στην εγγενή τους ευγένεια... Η Στεφανία, η όμορφη της γειτονιάς, θέλει να φύγει για την Ρώμη - την συγγενή πόλη που έχει ρίζες, έχει ιστορία - και όχι για οπουδήποτε! Ξέρει, το βλέπει, ότι είναι παρακατιανή, ξένο σώμα, στην παρέα που έχει εισχωρήσει, στην παρέα των γόνων των αστών που πάσχουν από ακατάσχετη ανία, από κείνο το είδος της ιδιάζουσας - ιταλικής - αστικής ανίας που βρίσκουμε στον Τσέζαρε Παβέζε, στον Αλμπέρτο Μοράβια και τον Αντονιόνι... Η Στεφανία είναι αποφασισμένη να πληρώσει κάποιο τίμημα, δεν της βγαίνει, όμως, να ξεπουληθεί εντελώς μόνο για να πάει στην Ρώμη... Οι άνθρωποι της συνοικίας θέλουν να αλλάξουν τη ζωή τους, προσπαθούν να οικειοποιηθούν τις αγοραίες αρχές της κοινωνίας των δωσίλογων νικητών, αλλά τους είναι αδύνατον να μετακινηθούν από τις δικές τους αξίες και την ανθρώπινή τους αξιοπρέπεια, τόσο βαθιά ριζωμένες μέσα τους... γι' αυτό και φτωχοί και άμοιροι!

Τη «Συνοικία το όνειρο» πρέπει να τη δουν όλοι, μπήκε με το σπαθί της στην ισχνή ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου και πρέπει να γνωρίζουμε την ιστορία της εθνικής μας κινηματογραφίας, ώστε να είμαστε σε θέση να ξεχωρίσουμε το σιτάρι από την ήρα που παράγεται σήμερα αφειδώς ! Η βαθιά ελληνικότητα συνιστά την οικουμενικότητα της ταινίας, η οποία διαμορφώνεται από τις συνιστώσες του νεορεαλισμού στο ύφος, τις στιλιστικές επιρροές του γαλλικού ποιητικού ρεαλισμού και τα δομικά στοιχεία από την αρχαία τραγωδία, ειδικά στα χορικά του τέλους, όταν πια η ειμαρμένη και αυτήν τη φορά νίκησε τους μικρούς θνητούς ... Ο νεορεαλισμός εδώ εμφανίζεται σαν κινηματογραφική διάσταση της φτώχειας, της φτώχειας σαν μια από τις ευκρινέστερες πλευρές της πραγματικότητας, οργανικά ριζωμένης στην άμεση μεταπολεμική απαισιοδοξία, όταν, για ακόμα μια φορά, τα όνειρα και τα οράματα των λαϊκών ανθρώπων ξεπουλιόνταν. Ο νεορεαλισμός ανακάλυψε ότι η πραγματικότητα, ιδίως σε ό,τι αφορά τα αστικά προβλήματα των μεταπολεμικών μεγαλουπόλεων, ήταν ένας καμβάς απ' όπου μπορούσε κανείς να αντλήσει αστείρευτο θεματικό πλούτο, φτάνει να μάθαινε να την παρατηρεί και να την ερμηνεύει.

Αφηγηματική δομή με μικροελαττώματα, αποτελεσματικές αυτοσχέδιες τεχνικές και πολύ δυνατό καστ ηθοποιών, μείγμα πανάξιων επαγγελματιών και ερασιτεχνών, των κατοίκων της περιοχής. Με την ευαίσθητη σκηνοθετική ματιά του Αλέκου Αλεξανδράκη, το ταξίδι, η φυγή μακριά στη «Συνοικία το όνειρο» συνιστά κύρια θεματική. Το ίδιο θέμα αποτελεί θεματική σταθερά του ποιητικού ρεαλισμού, του μείγματος λυρισμού και ρεαλισμού που διαμορφώθηκε την περίοδο 1934-40 με κύρια επίδραση από το λογοτεχνικό νατουραλισμό, αλλά και την πρακτική, τις παραδόσεις και τους πειραματισμούς κινηματογραφιστών σαν του Ρενέ Κλερ και του Ζαν Βιγκό. Ο ποιητικός ρεαλισμός και οι δυο φάσεις που τον διέπουν, εκείνη της αισιοδοξίας (που ενέπνευσε η άνοδος του κινήματος, του Λαϊκού Μετώπου κατά τα χρόνια 1935-37) και η άλλη, της απαισιοδοξίας (προϊόν της απελπισίας για την πτώση του Μετώπου και το φασισμό που στεκόταν προ των θυρών), είναι αμφότερες παρούσες στην ελληνική ταινία του 1961.

Η ηθοποιός Αλίκη Γεωργούλη (στην ταινία υποδύεται την Στεφανία), σύζυγος τότε του Αλεξανδράκη και παραγωγός της ταινίας, ανέφερε στην «Επιθεώρηση Τέχνης» 50 χρόνια πριν, κάτι που και σήμερα ηχεί, τουλάχιστον, καινοτόμο και απαραίτητο: «Αυτοί που αποτελέσαμε την ομάδα της "Συνοικίας" δεν ξεκινήσαμε τυχαία - ούτε σμίξαμε τυχαία για να καταπιαστούμε με μια δουλειά τόσο δημιουργική και υπεύθυνη. Μας έφεραν κοντά, πάνω απ' όλα, τα κοινά ιδανικά μας, οι κοινοί μας στόχοι, η πίστη του ενός στον άλλον και πρωταρχικά η συναίσθηση πως έχουμε όλοι μας την υποχρέωση να προσφέρουμε κάτι ουσιαστικό στην ελληνική κινηματογραφία, ξεκόβοντας πια από τις ανούσιες υπηρεσίες που της προσφέραμε, οι περισσότεροί μας, από πολλά χρόνια, ως πριν λίγους μήνες ακόμα. Ολοι μας πιστέψαμε σε κάτι βασικό: Στο θετικό αποτέλεσμα που θα έβγαινε απ' τη δουλειά του συνόλου. Φυσικά, υπήρχαν οι προσωπικές φιλοδοξίες, για να υπηρετήσουν, όμως, την ίδια την προσπάθεια και μέσα από το αποτέλεσμα να γίνει η ατομική προβολή του καθενός μας».

Η Α. Γεωργούλη αναφέρεται στον Αλεξανδράκη, στον Κατράκη, στην Παΐζη, στην Νοταρά, στον Τάσο Λειβαδίτη, στον Κώστα Κοτζιά, στον Τάσο Ζωγράφο, στον Μπιθικώτση, στον Μίκη Θεοδωράκη... και τόσους άλλους ιδεολόγους καλλιτέχνες με ταλέντο, οράματα, επιμονή και πείσμα... Κάτι που χρειάζεται σήμερα ... όσο ποτέ άλλοτε!

«Μια ταινία ποιότητας - έγραψε ο Αλέκος Αλεξανδράκης για την ταινία - δεν είναι έργο ενός ανθρώπου. Είναι αποτέλεσμα σωστής συνεργασίας και ταυτότητας ιδεολογικού "πιστεύω" όλων των βασικών παραγόντων που την δημιουργούν».

Παίζουν: Αλέκος Αλεξανδράκης, Αλίκη Γεωργούλη, Μάνος Κατράκης, Αλέκα Παΐζη, Σαπφώ Νοταρά, Αθανασία Μουστάκα, Βασίλης Ανδρονίδης, Θανάσης Μυλωνάς, Γιώργος Τζώρτζης, Γιάννα Ολυμπίου, κ.ά.

Παραγωγή: (ΕΛΛΑΔΑ, 1961), Διάρκεια 95'.


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ