Την ώρα των χτεσινών διαδηλώσεων στις Βρυξέλλες, η ΣΕΣ και οι Ευρωπαίοι εργοδότες συμφωνούσαν στην υλοποίηση της στρατηγικής «Ευρώπη 2020»
Τις κλιμακούμενες αγωνιστικές διαθέσεις των εργαζόμενων της ΕΕ και ταυτόχρονα τη λυσσαλέα προσπάθεια των συμβιβασμένων συνδικαλιστικών ηγεσιών, με κυρίαρχη την Ενωση Ευρωπαϊκών Συνδικάτων (ETUC) να τις καναλιζάρουν σε ανώδυνα για την κυρίαρχη στρατηγική αιτήματα, ανέδειξαν οι εργατικές κινητοποιήσεις που έγιναν χτες στις Βρυξέλλες, με αφορμή τη Σύνοδο.
Εργαζόμενοι από το Βέλγιο και άλλες χώρες της Ευρώπης διαδήλωσαν στους δρόμους των Βρυξελλών, ξεκινώντας από πέντε διαφορετικά σημεία της βελγικής πρωτεύουσας, για να συγκλίνουν στο κτίριο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, όπου είχαν αναπτυχθεί ισχυρές αστυνομικές δυνάμεις. Στο περιθώριο της διαδήλωσης σημειώθηκαν επεισόδια.
Την ίδια ώρα των διαδηλώσεων, διεξαγόταν στις Βρυξέλλες η τριμερής «κοινωνική» Σύνοδος Κορυφής, που συνέρχεται δύο φορές το χρόνο, πριν από κάθε Εαρινή και Φθινοπωρινή Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ και στην οποία συμμετέχουν η Συνομοσπονδία Ευρωπαϊκών Συνδικάτων (ETUC), οι Ενώσεις των Ευρωπαίων εργοδοτών (Businesseurope, CEEP, UEAPME) Κομισιόν. Εργατοπατέρες, εργοδότες και το πολιτικό προσωπικό του κεφαλαίου, συμφώνησαν στην υλοποίηση των αντιδραστικών μεταρρυθμίσεων που προωθούνται στο πλαίσιο της στρατηγικής «Ευρώπη 2020».
Σύμφωνα με το δελτίο Τύπου της Κομισιόν, «στο πλαίσιο της Συνόδου οι Ευρωπαίοι κοινωνικοί εταίροι συμφώνησαν στην ανάγκη εντονότερου οικονομικού συντονισμού και μεταρρυθμίσεων στην αγορά εργασίας. Ζήτησαν τη μεγαλύτερη συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων στην κατάρτιση των εθνικών σχεδίων μεταρρύθμισης και στην υλοποίηση της στρατηγικής "Ευρώπη 2020" συνολικά».
Δεν αποτελεί έκπληξη η συμφωνία των εργοδοτών και του εργοδοτικού κυβερνητικού συνδικαλισμού στην πολιτική της ΕΕ, που προωθεί την καρατόμηση των εργασιακών, ασφαλιστικών, συνταξιοδοτικών και μισθολογικών δικαιωμάτων σε όλα τα κράτη - μέλη της ΕΕ. Αλλωστε, αυτά τα μέτρα, όπως προωθούνται μέσα από τη «στρατηγική 2020» και το «σύμφωνο για το ευρώ», αποτελούν ικανοποίηση χρόνιων αιτημάτων της πλουτοκρατίας που επιδιώκουν πιο φτηνή εργατική δύναμη, με λιγότερα δικαιώματα.