Κυριακή 9 Γενάρη 2000
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 12
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Εχθροί του ΕΑΜ

Εφιπποι Ιταλοί καραμπινιέροι επιτίθενται ενάντια σε λαϊκή διαδήλωση στην Αθήνα (23 Μάρτη 1942)
Εφιπποι Ιταλοί καραμπινιέροι επιτίθενται ενάντια σε λαϊκή διαδήλωση στην Αθήνα (23 Μάρτη 1942)
Το πρώτο που πρέπει να σημειωθεί είναι, ότι και οι φιλελεύθερες πολιτικές δυνάμεις άλλες φορές πολέμησαν ανοιχτά το ΕΑΜ ή το υπονόμευσαν εντέχνως. Το ίδιο και οι Εγγλέζοι «σύμμαχοι» μέσω της «Ιντέλιτζενς Σέρβις» και των στρατιωτικών μηχανισμών τους στην Ελλάδα και στη Μ. Ανατολή. Οι Εγγλέζοι προσπάθησαν να αξιοποιήσουν σ' ένα βαθμό τη δύναμη του ΕΛΑΣ στο συμμαχικό πόλεμο, και το έκαναν. Ταυτόχρονα, όμως, επιχειρούσαν την υπονόμευση και τη χειραγώγησή του, ώστε να τον εξουδετερώσουν μεταπελευθερωτικά. Ο Εντι Μάγερς είναι αποκαλυπτικός ως προς αυτό. Εγραψε: «Η ρίζα του αγγλοαμερικάνικου προβλήματος στην Ελλάδα μεταξύ 1941 - 1944 ήταν ότι παρά τις προσπάθειές μας να κάνουμε την Αντίσταση και την εξόριστη κυβέρνηση περισσότερο αντιπροσωπευτικές, ώστε να μειώσουμε τις δυσχέρειες της Ελλάδας όταν θα κέρδιζε την ελευθερία της, η άμεση στρατιωτική μας πολιτική υποστήριξης του ΕΑΜ - ΕΛΑΣ (του μεγαλύτερου μέχρι τότε Κινήματος Αντίστασης) ήρθε σε άμεση αντίθεση με τα μακροπρόθεσμα πολιτικά μας σχέδια» (Έντι Μάγερς: «Η ελληνική περιπλοκή», σελ. 280 - 281, εκδόσεις ΕΞΑΝΤΑΣ).

Ο αστικός πολιτικός κόσμος είχε βαθύτατη συνείδηση, ότι ο λαϊκός αγώνας κατά των καταχτητών είχε κατά βάθος ταξικό περιεχόμενο. Δεν ξεγελιόταν από το εθνικοαπελευθερωτικό στοιχείο του, που «υπερκάλυπτε», σε μεγάλο βαθμό, το κοινωνικό. Κατανοούσε καλά, πως ο ερχομός των λαϊκών μαζών στο προσκήνιο, έστω με αφετηρία την εθνική απελευθέρωση, δε γινόταν να περιοριστεί σ' αυτήν, απ' τα ίδια τα πράγματα, αφού τα δύο παραπάνω στοιχεία συνυπήρχαν. Και ότι, στην πορεία της πάλης, έτσι κι αλλιώς, θα οξύνονταν και τα αντικαπιταλιστικά κριτήρια των λαϊκών μαζών. Γιατί την ίδια στιγμή, που 100άδες χιλιάδες άνθρωποι πέθαιναν από την πείνα κι η δυστυχία ήταν ο καθημερινός σύντροφος των υπολοίπων, κάποιοι θησαύριζαν. Η εκμετάλλευση της εργατικής τάξης από το κεφάλαιο και η εξαθλίωση μεγάλου τμήματος της αγροτιάς δεν οφειλόταν μόνο στους καταχτητές. Μαζί με τους τελευταίους υπήρχε και η ντόπια αστική τάξη. Κατά συνέπεια κατανοούσαν, ότι σε κάποια στιγμή η λαϊκή αντίθεση μπορούσε να στραφεί εναντίον όλων.

Τη συνύπαρξη του εθνικοαπελευθερωτικού με το κοινωνικό στοιχείο του αγώνα, την εξέφρασε πολύ χαρακτηριστικά ο συνταγματάρχης Ψαρρός, αν και αναφερόταν σ' αυτήν αρνητικά, εξορκίζοντας το πραγματικά σύνθετο περιεχόμενο του αγώνα, λες κι αυτό δεν υπήρχε εξ αντικειμένου, λες και το εθνικοαπελευθερωτικό στοιχείο δεν αναπτυσσόταν στη βάση του ταξικού, αλλά δήθεν την... εξάλειφε!

Ωστόσο ο Ψαρρός, είτε από έκπληξη, είτε από υποκρισία, έλεγε: «Η έννοια του εθνικού αγώνος συγχέεται και με πολιτικόν και κοινωνικόν περιεχόμενον. Και το περιεχόμενον αυτό παίρνει ακόμη στενοτέραν έκφρασιν και εκδήλωσιν, εν σχέσει με την προσωπικότητα του επί κεφαλής των ανταρτικών τμημάτων. Εφ' όσον από την αρχήν ο ένοπλος ανταρτικός αγών δεν έχει ενοποιηθεί, ο στρατιωτικός ηγέτης μιας Οργανώσεως ή μιας περιοχής θα πρέπει να είναι έτοιμος, μαζί με τον αγώνα εναντίον του κατακτητού, να υποστεί ή να αντιμετωπίσει και τον εμφύλιον πόλεμον» (Κ. Πυρομάγλου, ο.π., σελ. 171).

Ταυτόχρονα ο αστικός πολιτικός κόσμος είχε καθαρό, ότι ο ξεσηκωμός του λαού θα τον αφύπνιζε και σε ό,τι αφορούσε στη στάση των αστικών κομμάτων στα προηγούμενα χρόνια, οπότε είχαν παραδώσει την εξουσία στην 4η Αυγούστου. Γι' αυτό και έκαναν ό,τι περνούσε απ' το χέρι τους, για να μείνει ο λαός υποταγμένος. Η καλλιέργεια της ηττοπάθειας, του «ρεαλισμού» (!) και της κινδυνολογίας - μαζί με τον αντικομμουνισμό - οργίασε!

Από την άλλη υπήρχαν - αυτό σαν δευτερεύον όμως στοιχείο - και οι προσωπικές πολιτικές φιλοδοξίες, να παίξουν κι αυτοί ρόλο στην κυβέρνηση του Καΐρου (στις κυβερνήσεις για την ακρίβεια που σχηματίζονταν στο εξωτερικό), ενώ άλλοι καιροσκοπούσαν έχοντας το βλέμμα τους στραμμένο σε ευνοϊκές γι' αυτούς εξελίξεις μετά την απελευθέρωση.

Είναι χαρακτηριστική η στάση που κράτησε ο Ι. Σοφιανόπουλος. Οταν το 1943 τον συνάντησαν εκ μέρους του ΚΚΕ οι Γιάννης Ιωαννίδης και Πέτρος Ρούσος, μέλη του ΠΓ, και του πρότειναν ν' αναλάβει την πρωθυπουργία «της κυβέρνησης του βουνού», που τότε υπήρχε η σκέψη να σχηματιστεί, ο Σοφιανόπουλος αρνήθηκε. «Συμφωνούσε πως ο άξονας θα χάσει τον πόλεμο, μα τόνε φόβιζε η στάση της Αγγλίας:

-Δε θ' αφήσει, είπε, η Αγγλία και ζητάτε πολλά οι κομμουνιστές.

-Δε ζητάμε, του είπα, παρά την κατοχύρωση των θυσιών που δίνει ο λαός για τη λευτεριά και την αναγέννηση του τόπου. Αλλωστε, σε άλλες συνθήκες είχαμε κιόλας κάνει την αρχή με το σύμφωνο που είχαμε υπογράψει μαζί του (με το Σοφιανόπουλο) το 1936. Δεν αντέταξε τίποτα σ' αυτά μα δεν το αποφάσισε» (Π. Ρούσου, ο.π., σελ.350). (σημείωση: Ο Π. Ρούσος αναφέρεται στο «Συμφωνητικό μεταξύ Αγροτικού Κόμματος και ΚΚΕ» που υπογράφτηκε την 22η Ιούλη 1936 από τον Ι. Σοφιανόπουλο, του Αγροτικού Κόμματος και τον Β. Νεφελούδη, του ΚΚΕ).

Οπως έγραψε ο Γιώργης Αθανασιάδης, «ήταν φανερό ότι ο Ι. Σοφιανόπουλος, όπως και άλλοι αστοί πολιτικοί, προτιμούσε να συχνάζει σε διάφορα στέκια (σαλόνια, καφενεία, βίλες κ.λπ.), όπου συζητούσαν για τις πολεμικές και πολιτικές εξελίξεις και καιροφυλακτούσαν να εκμεταλλευτούν αυτές τις εξελίξεις προς όφελός τους. Οι ηγέτες αυτοί τροφοδοτούσαν με πληροφορίες και σκέψεις τη συκοφαντική εκστρατεία των Αγγλων, του βασιλιά και της εξόριστης κυβέρνησης ενάντια στην Εθνική Αντίσταση. Σε κοινή δήλωσή τους π.χ. που στάλθηκε τηλεγραφικά στο Κάιρο στις 19 του Γενάρη 1944, υπογραμμένη από τους Σοφούλη, Παπανδρέου, Καφαντάρη, Γονατά, Μυλωνά, Ράλλη και Σοφιανόπουλο, χαρακτήριζαν την Εθνική Αντίσταση του ελληνικού λαού «αναρχουμένην ανταρτικήν κίνησιν» και αποφαίνονταν ότι «η κίνησις αυτή, η χρησιμοτάτη, παρεξέκλινε του προορισμού της και τείνει να μεταβληθεί, αν δε μετεβλήθη ήδη, από απελευθερωτικήν εις κίνησιν εξοντώσεως του ελληνικού πληθυσμού» («ΔΟΚΙΜΙΟ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΟΥ ΚΚΕ», σελ. 385, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή»).


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ