Κυριακή 12 Οχτώβρη 2008
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 4
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Σιωπηλές ιστορίες του βλέμματος

Εως τις 9 Νοέμβρη διαρκεί η αναδρομική έκθεση έργων του Γιάννη Μιγάδη στο Μουσείο Μπενάκη

«Κρητικοί», 1951 (κάρβουνο σε χαρτί)
«Κρητικοί», 1951 (κάρβουνο σε χαρτί)
«Τα θέματά μου καμιά φορά είναι ασήμαντα, γίνονται όμως σημαντικά από τον τρόπο που επικοινωνώ εγώ μαζί τους. Τα συνθέτω. Εχω αμέτρητα πράγματα στο ατελιέ, τα οποία ζουν μαζί μου, είναι σύντροφοί μου. Η ζωγραφική είναι για μένα το ίδιο όπως τρώω, αναπνέω, αγαπώ. Είμαι ρεαλιστής, αλλά με ένα φίλτρο δικό μου. Δε φωτογραφίζω, κάνω απεικονίσεις μέσα από τη δική μου όραση, τις δικές μου αισθήσεις». Γιάννης Μιγάδης. Ενας σεμνός και αθόρυβος εικαστικός δημιουργός, που με «τα σύνεργα του μυαλού και της καρδιάς» χάραξε την πολύχρονη εικαστική του πορεία. Με συνέπεια και πολλή αγάπη, μετέφερε στον καμβά του «σιωπηλές ιστορίες του βλέμματος», που «μιλούν» για τον κόσμο και τον άνθρωπο.

«Το χρώμα της μνήμης» είναι ο τίτλος της έκθεσης έργων του Γ. Μιγάδη στο Μουσείο Μπενάκη (Κουμπάρη 1). Η παρουσίαση συγκεντρώνει εκατό περίπου έργα - πολλά από τα οποία εκτίθενται για πρώτη φορά - και καλύπτει ολόκληρο το φάσμα της εξηντάχρονης δουλειάς του, με έμφαση στους τρεις μεγάλους θεματικούς κύκλους της ζωγραφικής του: Πορτρέτα εμπνευσμένα κυρίως από παλιές φωτογραφίες, αντικείμενα του ιδιωτικού χώρου και του μικρόκοσμου της καθημερινότητας, τοπία (αστικό και φυσικό περιβάλλον). Πρώιμα έργα, σχέδια - τα οποία εκτίθενται για πρώτη φορά - καθώς και μακέτες σκηνικών και κοστουμιών για το θέατρο πλαισιώνουν τον κορμό της έκθεσης, μαζί με κείμενα του ίδιου του καλλιτέχνη, που φωτίζουν από πολλές απόψεις την προσωπικότητα και το έργο του.

Προσωπικός, αναγνωρίσιμος δρόμος

«Ακάλυπτος», 1977
«Ακάλυπτος», 1977
Ο Γιάννης Μιγάδης δεν μπορεί να καταταχθεί σε κινήματα. Οπως μας λέει η επιμελήτρια της έκθεσης Αφροδίτη Κούρια, «ο καλλιτέχνης χάραξε με συνέπεια έναν προσωπικό, αναγνωρίσιμο δρόμο. Εχει καταθέσει ένα έργο που οξύνει τη νεοελληνική ευαισθησία μας και ενεργοποιεί - ερεθίζει τη βιωματική, αλλά και την πολιτισμική μας μνήμη. Ο Γ. Μιγάδης είναι καλλιτέχνης με μια ιδιαίτερα δεκτική, όσο και καλλιεργημένη ευαισθησία».

«Το έργο του σφραγίζει το βιογραφικό αυτοβιογραφικό στοιχείο, τόσο στη ζωγραφική του, όσο και στα πολύ ενδιαφέροντα γραπτά του, στα κείμενά του με το καθαρά ιδιοσυγκρισιακό ύφος. Γι' αυτό το λόγο έχουν σημαίνουσα παρουσία μέσα στην έκθεση ορισμένα κείμενά του, τα οποία φωτίζουν από πολλές πλευρές, τόσο το έργο, όσο και την προσωπικότητα του δημιουργού. Επιδιώξαμε να είναι μία έκθεση ατμοσφαιρική, όπως ταιριάζει στη ζωγραφική του. Ακόμα, να υπάρχει μια θεατρικότητα, ιδιαίτερα στο χώρο με τα πορτρέτα του. Δυνατές και υποβλητικές παρουσίες ενός άλλου κόσμου, πρόσωπα που στοιχειώνουν το νου και την ευαισθησία του Μιγάδη εδώ και πολλά χρόνια».

Η έκθεση «ανοίγει» με κάποια πρώιμα έργα από το 1943 και μετά, φιλοτεχνημένα - μερικά από αυτά - τη δεκαετία του '40, στη γενέτειρά του, το Ηράκλειο της Κρήτης. Ανάμεσά τους, το «Ερωτικό» του 1959, με φανερή την επίδραση του φίλου του και «δασκάλου του» εκτός Σχολής, του Γιάννη Τσαρούχη. Πλάι τους, δείγματα από τη σκηνογραφική και ενδυματολογική δουλειά του Γ. Μιγάδη στο θέατρο: Μακέτες κοστουμιών για το έργο «Οι πονηριές του Σκαπίνου» του Μολιέρου, οι μακέτες σκηνικών για τα έργα «Ο Γενικός γραμματεύς» του Η. Καπετανάκη (Εθνικό Θέατρο) και «Η γυναίκα των ονείρων μου» («Ελεύθερο θέατρο» Λεωνίδα Τριβιζά).

Η θεατρική του διαδρομή ξεκίνησε παράλληλα με τις σπουδές του στην ΑΣΚΤ και η πρώτη επαγγελματική δουλειά του ήταν τα σκηνικά και τα κοστούμια της «Ιφιγένειας» του Γκαίτε με το θίασο του Στ. Ληναίου. Ακολούθησε η συνεργασία του με τον Κουν και το θέατρο Τέχνης, με τον Ζ. Ντασσέν, τον Λ. Τριβιζά, δύο ταινίες του Ροβήρου Μανθούλη, «Ο καπετάν Μιχάλης» με τον Κατράκη, «Γλυκιά Ιρμα» με την Ελλη Λαμπέτη, «Η θυσία του Αβραάμ» με τον Μινωτή... μία μεστή πορεία στο θέατρο, που σφραγίστηκε το 2003 με το βραβείο «Πάνος Αραβαντινός».

«Σύνεργα» του μυαλού και της καρδιάς

«Οικογένεια», 1984
«Οικογένεια», 1984
«Χρόνια μαζεύω παλιές φωτογραφίες και ενθύμια, κόκκινα βελούδινα άλμπουμ... Καρφιτσώνω το χρόνο με μεταξωτές κλωστές και σύνεργα του μυαλού και της καρδιάς» έγραφε ο ίδιος ο δημιουργός για την έκθεση έργων του στην «Ωρα» του Ασ. Μπαχαριάν το 1970 (εξέθεσε επίσης το 1974). Τα ζωγραφικά πορτρέτα που εμπνέονται από φωτογραφίες, κυρίως της παλιάς εποχής, αποτελούν ένα μεγάλο μέρος της δουλειάς του Γ. Μιγάδη. «Ο κύκλος αυτός δεν έκλεισε οριστικά το 1974», σημειώνει στον καλαίσθητο κατάλογο που συνοδεύει την έκθεση, η Αφ. Κούρια «καθώς νέα κεφάλαια έχουν προστεθεί από τότε στο διάλογο του Μιγάδη με τους ανώνυμους ανθρώπους των φωτογραφιών και των καρτ - ποστάλ περασμένων εποχών, εμπλουτίζοντας με αποχρώσεις και σημασίες την ανθρωπογραφία των έργων του».

Εναν από τους σημαντικούς θεματικούς κύκλους των έργων του Γ. Μιγάδη κατέχουν τα αντικείμενα. Οπως έγραφε ο καλλιτέχνης το 1992, «η άφωνη συμπαράστασή τους έγινε η γέφυρα του χρόνου, τα τηλέφωνα ανεξιχνίαστων ήχων». Μέσα σε ένα κλίμα που κάποτε θυμίζει μαγικό ρεαλισμό, ο καλλιτέχνης παίζει συχνά με παράταιρες συνευρέσεις αντικειμένων που ξαφνιάζουν. Οπως αναφέρει η Αφ. Κούρια, «βασικός γενεσιουργός παράγοντας του ύφους και του ήθους των εικόνων είναι το φως στη συνέργειά του με το χρώμα. Οι θαμπές ματιέρες που φέρνουν, θαρρείς, πάνω τους την πατίνα του χρόνου, η συνήθως ήπια, διακριτική τονικότητα και το μαλακό, φιλτραρισμένο φως που αγκαλιάζει θωπευτικά το χώρο και τα πράγματα, όλα δημιουργούν την αίσθηση της οικειότητας και ταυτόχρονα υποδηλώνουν την ψυχολογική εγγύτητα του ζωγράφου με το θέμα».

Σ' αυτό το πνεύμα κινούνται και τα τοπία του, έργα που αναφέρονται στον αστικό, κατοικημένο χώρο, καθώς και στο φυσικό τοπίο, κυρίως το θαλασσινό. Εξαιρετικός σχεδιαστής με μεγάλη χρωματική ευαισθησία, ο Γ. Μιγάδης δημιουργεί μεγάλες ενότητες με «Εσωτερικά» και «Ακάλυπτους», ενώ τα «τοπία» του αποτελούν «καταφύγια - λίκνα, συμπυκνωμένα από σιωπή ή μουσική πέτρινη, από νερό, φως ή τη φωνή των Σειρήνων». Γνωρίζοντάς τα σε βάθος, γίνονται μετά, στο εργαστήρι του από μνήμης, χωρίς να επιδιώκει ο δημιουργός το «ωραίο» τοπίο ή την αναγνωρισιμότητά του.

Μακέτες κοστουμιών για το έργο «Οι πονηριές του Σκαπίνου» του Μολιέρου. Παρίσι 1961-1963
Μακέτες κοστουμιών για το έργο «Οι πονηριές του Σκαπίνου» του Μολιέρου. Παρίσι 1961-1963
Τέλος, η έκθεση στο Μουσείο Μπενάκη αποκαλύπτει μία ενδιαφέρουσα πτυχή του έργου του Γ. Μιγάδη, η οποία καλύπτει ένα ευρύ χρονικό φάσμα (από τη δεκαετία του 1950 μέχρι σήμερα) και δεν είναι επαρκώς γνωστή. Πρόκειται για τα σχέδια. Σχέδια του Γ. Μιγάδη από την Αθήνα, την Κρήτη, την Υδρα, τη Μύκονο, το Παρίσι, την Κόρντοβα και τη Συρία. «Οξυδερκής παρατηρητής του κόσμου και της ανθρώπινης ύπαρξης» καταλήγει η Αφ. Κούρια «με μία ιδιαίτερα δεκτική όσο και καλλιεργημένη ευαισθησία, ο καλλιτέχνης καταθέτει με τα σχέδιά του μια σημαίνουσα μαρτυρία στο πεδίο της ανθρώπινης εμπειρίας και της εικαστικής διαχείρισής της».


Η. ΜΟΡΤΟΓΛΟΥ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ