Ο «Λάκκος» θεωρητικά είναι ένα εγκαταλειμμένο ανθρακωρυχείο. Στην ταινία, όμως, ο «Λάκκος», το ανθρακωρυχείο, είναι η εργατική τάξη. Η οποία ζει και αγωνίζεται μέσα στην καταπίεση και στις δικές της αντιφάσεις. Και είναι επιρρεπής στις ξένες παρεμβάσεις. Οι οποίες, δρώντας ανεξέλεγκτες και χωρίς ηθικές αναστολές, προσπαθούν να σχεδιάσουν το μέλλον των εργατών, το μέλλον της εργατικής τάξης.
Στο πρώτο επίπεδο της ταινίας διαβάζουμε την ιστορία ενός ανθρακωρύχου, ο οποίος μην αντέχοντας την καταπίεση του αφεντικού του παίρνει το παιδί του και τραβάει για άλλες πιο οργανωμένες πολιτείες. Η ζωή του ανθρακωρύχου, όμως, είναι κάτω από παρακολούθηση. Ενας άγρυπνος φακός, που τον χειρίζεται ένας παράξενος άνθρωπος ντυμένος στα λευκά, καταγράφει κάθε του κίνηση. Σε κάποιο σημείο της πορείας του ανθρακωρύχου ο άνθρωπος με τα λευκά τον σκοτώνει. Αμέσως μετά το έγκλημα εξαγοράζει μια γυναίκα, η οποία ζει μόνη της κοντά στον τόπο που έγινε το έγκλημα και την υποχρεώνει να κατηγορήσει ένα συνδικαλιστή για δολοφόνο. Η ίντριγκα θα προχωρήσει μέχρι την αλληλοεξόντωση των ηγετών των συνδικαλιστών και τη διάλυση σχεδόν του συνδικάτου.
Ο Χιρόσι Τεσιγκαχάρα δε βολεύεται με το πρώτο επίπεδο. Ανοίγει διάπλατα τα ντουλάπια του σουρεαλισμού - και της αφηρημένης τέχνης - και δανείζεται διάφορες αλληγορίες. Ανασταίνει σκοτωμένους και βάζει τα φαντάσματά τους να ελέγχουν ανθρώπους που ποτέ δεν τολμούσαν να ελέγξουν όσο ήταν ζωντανοί. Τα φαντάσματα, οι νεκροί, οι οποίοι βέβαια δεν μπορούν να αλλάξουν τίποτα, βάζουν ερωτήματα που δε βάζουν οι ζωντανοί ενώ θα έπρεπε. Και είναι σαν να τους ελέγχουν, σαν να τους παροτρύνουν. Να κάνουν πράγματα που δεν έκαναν αυτοί, ενώ έπρεπε. Και ακόμα περισσότερο. Θεωρεί ότι η τράπουλα είναι σημαδεμένη. Και οι άνθρωποι πρέπει να ανατρέψουν αυτή τη δοσμένη και σημαδεμένη ζωή. Να ανατρέψουν τα προσχεδιασμένα.
Μη ζητήσετε να κατανοήσετε τα πάντα. Κρατήστε από την ταινία ό,τι σας ενδιαφέρει. Κρατήστε αυτά που διαβάζετε και κατανοείτε σε πρώτο επίπεδο. Μη διστάσετε, όμως, να ελευθερώσετε και το δικό σας σουρεαλισμό. Η αφηρημένη τέχνη δίνει τη δυνατότητα στο θεατή να φτιάξει τη δική του ζωγραφική, να δημιουργήσει τις δικές του εικόνες, τα δικά του συναισθήματα. Αυτό απαιτεί από εμάς η ταινία. Μας καλεί να συνδημιουργήσουμε. Να φτιάξουμε τη δική μας ιστορία. Να δώσουμε τις δικές μας εξηγήσεις.
Παίζουν: Χισάσι Ιγκάουα, Κούνι Τανάκα, Χιντέο Κάνζε, Καζούο Μιγιαχάρα κ.ά.