Κυριακή 8 Αυγούστου 1999
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 8
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Εκτουρκισμός με σφραγίδα ελληνική!

Ο τρόπος με τον οποίο το ελληνικό κράτος και οι ελληνικές κυβερνήσεις αντιμετώπισαν το θέμα των μειονοτήτων στη χώρα μας έχει ως συνέπεια τη διαμόρφωση ενός ευνοϊκού εδάφους για τον εκτουρκισμό (!) - και πολλές φορές με βίαιο τρόπο - ολόκληρης της μουσουλμανικής μειονότητας. Μιας μειονότητας, που ακριβώς η τριχοτόμηση της εθνοτικής της καταγωγής (Τουρκογενείς, Πομάκοι, Τσιγγάνοι) καθόρισε και το θρησκευτικό της προσδιορισμό ως μουσουλμανικής, με τη Συνθήκη της Λωζάνης.

Ομως, το ελληνικό κράτος και η πολιτική του έκανε τα αδύνατα δυνατά - όχι αναίτια για τα συμφέροντα της ολιγαρχίας και τις σχέσεις της με τα ιμπεριαλιστικά κέντρα - ώστε να εκτουρκίσει το σύνολο του μουσουλμανικού πληθυσμού.

Αυτή η πολιτική είχε δυο εκφάνσεις ιστορικά:

Πρώτον,ο αντικομμουνισμός της καθεστηκυίας πολιτικής τάξης στην Ελλάδα λειτούργησε σε συγκεκριμένες περιόδους ως το υπόβαθρο του εκτουρκισμού της μειονότητας, αλλά και ως πυξίδα για την αντιμετώπιση των μειονοτικών ζητημάτων, είτε αφορούσε τους μουσουλμάνους της Θράκης, είτε τους Ελληνες της Κωνσταντινούπολης

Δεύτερον,η συμμαχική υποχρέωση της Ελλάδας να συνεισφέρει στην εκκοσμίκευση του καθεστώτος στην Τουρκία είχε, επίσης, ως εκδήλωση την πολιτική του εκτουρκισμού της συνείδησης της μειονότητας.

Σύμφωνο ...εκκοσμίκευσης

Με το Ελληνοτουρκικό Σύμφωνο Φιλίας του 1930, που υπεγράφη από τονΕ. Βενιζέλο,η Ελλάδα ανέλαβε την υποχρέωση - μετά την έμφαση που δόθηκε στις διαμειφθείσες συζητήσεις μεταξύ ελληνικής και τουρκικής αντιπροσωπείας - να ενισχύσει την προσπάθεια της "κεμαλικής" πολιτικής για την εκκοσμίκευση του καθεστώτος στην Τουρκία.

Εν προκειμένω, η συμβολή της Ελλάδας έγκειτο στο ότι έπρεπε να αποδιώξει από το έδαφος της Δυτικής Θράκης τους ηγέτες της μειονότητας, που συντηρούσαν τα ήθη, τις παραδόσεις και, κυρίως, τις θρησκευτικές αρχές μιας εξαιρετικά συμπαγούς ισλαμικής κοινότητας. Επρεπε να διώξει από τα εδάφη της μειονότητας τους αντίθετους με την πολιτική του Κεμάλ, οι οποίοι έβρισκαν καταφύγιο στη Δυτική Θράκη, φεύγοντας από την Τουρκία, λόγω της εκεί πολιτικής κατάστασης. Μάλιστα, με τις εφημερίδες τους, που εκδίδονταν στη Δυτ. Θράκη, ασκούσαν επιρροή ενοχλητική για το κεμαλικό καθεστώς και στους πληθυσμούς εντός της Τουρκίας.

Ο Βενιζέλος το έπραξε, απομακρύνοντας από την περιοχή, από τον Απρίλη του 1931, τους αντικεμαλικούς, τους λεγόμενους "ανεπιθύμητους", ενώ ταυτόχρονα έφθαναν βιβλία και δάσκαλοι από την Τουρκία, ασκείτο βία για τον "εκσυγχρονισμό" της ενδυμασίας κλπ. Οι οπαδοί του Κεμάλ, που ήταν μια "ασήμαντη μειοψηφία" (βλέπε: "Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις 1923 - 1987", Αλ. Αλεξανδρής, εκδόσεις "Γνώση") πήραν τα ηνία, προωθώντας την πολιτική του τουρκικού καθεστώτος σε θέματα Παιδείας, Δικαίου κλπ.

Η τακτική του ελληνικού κράτους προκάλεσε αισθήματα αποδοκιμασίας στον ελληνικό λαό. Ομως, ο Βενιζέλος δήλωνε στη Βουλή: "Την κοινήν γνώμην, αν δεν την έχω σύμφωνον, εννοώ να τη διαπαιδαγωγήσω και όχι να παρασύρομαι από αυτήν"... (βλέπε: Ιφιγένεια Αναστασιάδου, "Ο Βενιζέλος και το Ελληνοτουρκικό Σύμφωνο Φιλίας του 1930", εκδόσεις "Φιλιππότη").

Οταν οι μουσουλμάνοι διαμαρτύροντανγια τον εκτουρκισμό τους

Οι συνέπειες εκείνης της - εκ των συμμαχικών υποχρεώσεων προερχόμενης - πολιτικής, που - στο όνομα του "να χτυπηθεί το φέσι" και με επίκληση την ελληνοτουρκική φιλία - χτυπούσε τις μουσουλμανικές παραδόσεις των πληθυσμών της περιοχής, εξόντωνε τα έθιμα και αλλοίωνε τις σταθερές της ζωής τους, δεν άργησαν να φανούν αφού:

"Το φέσι δεν ήταν απολιθωμένο απομεινάρι παραδοσιακής ενδυμασίας, αλλά ζωντανή απόδειξη μιας θρησκευτικής και πολιτιστικής τοποθέτησης. Με το φέσι αποδείκνυαν ότι ήταν πρώτα μουσουλμάνοι και μετά Τούρκοι. Αποτέλεσμα, όμως, της υπόσχεσης που έδωσε ο Βενιζέλος για την απομάκρυνση των ανεπιθυμήτων ήταν η σταδιακή μεταμόρφωση των κοινοτήτων της Δυτ. Θράκης από μουσουλμανικές σε τουρκικές" (σ.σ.: ο.π. σελίδα 71).

Πρέπει να τονιστεί ότι στο πλαίσιο εκείνης της πολιτικής, με τη συγκατάθεση της κυβέρνησης Βενιζέλου, άρχισε το 1930 να λειτουργεί τούρκικο προξενείο στην περιοχή, που ως τότε ήταν απλώς προξενικό γραφείο.

Εχει μεγάλη σπουδαιότητα ο τρόπος που περιέγραφαν οι ίδιοι οι μουσουλμάνοι τα αποτελέσματα αυτής της πολιτικής. Η "Ενωση Μουσουλμάνων Ελλάδος" στέλνει το 1955 στον υπουργό Β. Ελλάδος υπόμνημα, όπου σημειώνεται:

"Συνεπήχθη η Ενωσις ημών με αντικειμενικόν σκοπόν τη διάσωσιν και διατήρησιν των κεκτημένων δικαιωμάτων των Μουσουλμάνων. Εφ' όσον όμως προχωρούν αι φιλικαί σχέσεις, επί τοσούτον η θέσις των Μουσουλμάνων εδυσχαιρένετο, μέχρις ότου κατέληξεν η μεν Μουσουλμανική μειονότης να μετονομασθή εις τουρκικήν μειονότητα, τα δε δικαιώματα των Μουσουλμάνων να αναγνωριστούν ως δικαιώματα των Τούρκων, και να καταργηθώσιν ουσιαστικώς τα πρώτα".

"Να τους λέτε
Τούρκους" (!)...

Το ελληνικό κράτος υπήρξε ανέκαθεν πιστός "σύμμαχος" των ιμπεριαλιστών. Την εποχή, λοιπόν, που θέριευε ο "ψυχρός" πόλεμος και η Ελλάδα ...εκπολιτιζόταν στους μετεμφυλιακούς αντικομμουνιστικούς "Παρθενώνες", η μειονότητα συνέχιζε να εκτουρκίζεται, αυτή τη φορά για λόγους καταπολέμησης του ...κομμουνισμού.

Η κυβέρνηση Παπάγου, το 1954, ενώ Ελλάδα και Τουρκία βρίσκονται ήδη στο ΝΑΤΟ, έπρεπε να τονώσει το δόγμα του "από Βορράν κομμουνιστικού κινδύνου". Επρεπε να δείξει, αντίθετα, ότι στην "ελευθέραν Δύσιν" οι σχέσεις μεταξύ των "συμμάχων" ήταν ...αγγελικές.

Ετσι, στις 28/1/1954, ο γενικός διοικητής της Θράκης, Γ. Φεσόπουλος, εκδίδει την εξής απόφαση: "Κατόπιν διαταγής του κ. Προέδρου της Κυβερνήσεως(σ.σ.: Παπάγος), παρακαλούμεν όπως εφ' εξής εις πάσαν περίπτωσιν γίνεται χρήσις του όρος "Τούρκος - Τουρκικός" αντί του τοιούτου "Μουσουλμάνος - Μουσουλμανικός""... Κάπως έτσι ο εξ Ανατολών κίνδυνος εξαφανιζόταν, και θέριευε η θεωρία του "από Βορράν κινδύνου".

Νωρίτερα, το Δεκέμβρη του 1952, και ενώ ο "κομμουνιστής κατάσκοπος" (!!!)Ν. Μπελογιάννης είχε εκτελεστεί, η Φρειδερίκη εγκαινίαζε τουρκικά σχολεία στη Θράκη, παρουσία του Τούρκου Προέδρου της Δημοκρατίας... Παράλληλα, με τις μορφωτικές συμφωνίες του 1951 και του 1968, καθιερωνόταν η τουρκική ως η μόνη μειονοτική γλώσσα εκπαίδευσης. Ομως, η μητρική γλώσσα των Πομάκων και των Αθίγγανων μουσουλμάνων της Δ. Θράκης δεν ήταν τα τούρκικα... (Στα πλαίσια αυτής της τόσο ευφυούς πολιτικής, μετά από δεκαετίες, το 1987, ο Αρειος Πάγος απαγόρευε τη χρήση του όρου "τουρκικός", για την παραγωγή άλλων, πλέον, προβλημάτων, του ίδιου, όμως, τύπου).

Ο "κομμουνιστικός
δάκτυλος"...

Εχει τη δική του σημασία - όσον αφορά την εμπλοκή των μειονοτήτων στα γενικότερα πολιτικά παιχνίδια - να τονιστεί το εξής:

Αν και η Τουρκία δε δεχόταν την ύπαρξη πατριάρχη στο Φανάρι, εφόσον αυτός δεν είχε την τουρκική υπηκοότητα, στην περίπτωση του Αθηναγόρα, έκανε σκόντο... Ο πατριάρχης Αθηναγόρας δεν είχε τουρκική υπηκοότητα, αλλά είχε αμερικανική... Γι' αυτό, ίσως, η υποδοχή του από το τουρκικό κράτος ήταν λαμπρή, σε μια καθόλου ανύποπτη εποχή, το 1949, όπου, σημειωτέον, στην Ελλάδα δεν είχε τελειώσει ο εμφύλιος.

Καθόλου, δε, τυχαία, ένα μόλις μήνα μετά την άφιξή του στο Φανάρι, στις 17/7/1949, ο Αθηναγόρας, απευθυνόμενος στην ελληνική μειονότητα της Κωνσταντινούπολης, "προειδοποιούσε ότι στο μέλλον όλοι οι ομογενείς της Κωνσταντινούπολης που θα εξέφραζαν την υποστήριξή τους για τον κομμουνισμό και τα κομμουνιστικά κινήματα θα αφορίζονταν"... (βλ.: "Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις", Αλ. Αλεξανδρής, εκδόσεις "Γνώση").

Ομως, ο κομμουνιστικός δάκτυλος, ήταν πάντα παρών. Οπως, για παράδειγμα, στους διωγμούς των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης, το 1955. Σύμφωνα με την τουρκική κυβέρνηση Μεντερές, που σχεδίασε και εκτέλεσε το πογκρόμ, για τις τότε ταραχές ευθύνονταν οι κομμουνιστές, που "οργάνωσαν κίνημα για την ανατροπή του αστικού καθεστώτος στην Τουρκία"...

Παρόν, όμως, ήταν και το ΝΑΤΟ. Ετσι, ενώ το πογκρόμ κατά των Ελλήνων της Κων/πόλης έγινε ένα χρόνο μετά τη διαταγή της ελληνικής κυβέρνησης να αποκαλούνται "Τούρκοι" οι μουσουλμάνοι της Δ. Θράκης, και ενώ κανείς θα περίμενε "ανταπόδοση της αβρότητας", έγιναν οι σφαγές. Η αντίδραση της Ελλάδας ήταν λιγότερο και από υποτονική. Γιατί, άραγε;

Το γεγονός ότι δέκα μέρες μετά τις βιαιοπραγίες στην Πόλη, ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Τζ. Ντάλες, έστελνε ταυτόσημες επιστολές σε Αθήνα και Αγκυρα, καλώντας τους να αποκαταστήσουν "χωρίς χρονοτριβή την ενότητα της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας, που κλονίστηκε με την επιδείνωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων" και να συμφιλιωθούν "για το συμφέρον του ελεύθερου κόσμου", δίνει την εξήγηση για τη στάση της ελληνικής κυβέρνησης.

Μια κυβέρνηση, που ένα μήνα μετά τα γεγονότα κατά της ελληνικής μειονότητας "δήλωνε για άλλη μια φορά πως η αφοσίωση στη ΝΑΤΟική συμμαχία αποτελούσε τον κύριο άξονα, γύρω από τον οποίο περιστρεφόταν η ελληνική εξωτερική πολιτική" (βλ.: ο.π. σελ. 504)...

Αλλη μία
υπενθύμιση

Οσο για τον τρόπο που οι ελληνικές κυβερνήσεις κινήθηκαν στο θέμα της μειονότητας, από την εποχή της μεταπολίτευσης, είναι ενδεικτική μια ιστορική καταγραφή, όπως περιέχεται στο αρχείο του Κ. Καραμανλή:

"Σε ό,τι αφορά το πρόβλημα των μειονοτήτων - έλεγε ο Καραμανλής στον Ετσεβίτ το 1978 -... σήμερα υπάρχουν 10.000 Ελληνες στην Κωνσταντινούπολη και 120.000 Τούρκοι στην Ελλάδα... Δεν είχα ποτέ την πρόθεση, ως κυβέρνησις, να ενοχλήσω την τουρκική μειονότητα".

Αυτά έλεγε ο Κ. Καραμανλής στον Ετσεβίτ, στις 11 - 12/3/1978, προσδιορίζοντας με μεγάλη σαφήνεια την εθνοτική καταγωγή, ενός - τουλάχιστον- κομματιού της μουσουλμανικής μειονότητας. Η ΝΔ, σήμερα, φαίνεται να προσπερνά το θέμα...


Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ