Κυριακή 2 Αυγούστου 1998
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 16
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΑΝΑΣΤΗΛΩΣΕΙΣ ΑΡΧΑΙΩΝ ΜΝΗΜΕΙΩΝ
Νομοθετική ανεπάρκεια, έλλειψη εξειδίκευσης

Ποια είναι η στιγμή από την οποία ένα έργο τέχνης, ένα κτίριο, ένα μνημείο αρχίζει να εκτίθεται στο χρόνο και τη χρήση και άρα να φθείρεται; Σίγουρα είναι εκείνη η στιγμή που ο δημιουργός του το παραδίδει. Ποτέ πια δε θα είναι το ίδιο. Στην αρχή μπορεί να μη διακρίνεται η αλλαγή, αλλά συντελείται μέχρι να γίνει φθορά, και τότε είναι ορατή, μέχρι να γίνει αλλοίωση, και τότε χρειάζεται φροντίδα. Οχι την οποιαδήποτε φροντίδα, ούτε τυχαία...

Ασφαλώς και η αποκατάσταση, ανακατασκευή, ανακαίνιση μνημείων είναι μία πρακτική που έρχεται από την αρχαιότητα, αλλά τότε το κίνητρο ήταν η διασφάλιση της λειτουργίας τους, η συνέχεια της χρήσης τους, δεδομένου ότι αποτελούσαν αναπόσπαστα κομμάτια της πολιτικής, πολιτιστικής και θρησκευτικής ζωής. Μνημεία που κατέστρεψαν οι Μήδοι στην Ακρόπολη ή το Σούνιο ανακατασκευάστηκαν. Ο ναός της Εφεσίας Αρτέμιδος μετά την πυρπόλησή του από την Ηρόστρατο κτίστηκε μεγαλοπρεπέστερος. Σε μεταγενέστερους χρόνους ερείπια αρχαίων κτιρίων επαναχρησιμοποιήθηκαν για την ανοικοδόμηση άλλων και στους χριστιανικούς χρόνους συνέβη αρχαίοι ναοί να μετατραπούν σε χριστιανικούς.

Υποχρέωση εξειδίκευσης

Η επισήμανση της ιστορικής και της αρχαιολογικής μαρτυρίας που φέρουν τα μνημεία και η έννοια της διατήρησης είναι νεότερη και μεταφράζεται σε αναστήλωση, αποκατάσταση, συντήρηση.Πρέπει πρώτα να μελετάται,να τεκμηριώνεται κι όταν εφαρμόζεται να είναι διακριτή,να είναι αναστρέψιμη,να αποκαλύπτει τις αισθητικές και ιστορικές αξίες του μνημείου, να μην πλαστογραφεί και παραπλανά, να σέβεται τα αυθεντικά στοιχεία. Και το σημαντικότερο, να επιχειρείται από εξειδικευμένα χέρια, ή αλλιώς, σύμφωνα με τη Χάρτα της Βενετίας: "...έναν επιστημονικό κλάδο, ο οποίος πρέπει να αποτείνεται στη συνεργασία όλων των επιστημών κι όλων των τεχνών που μπορούν να συνεισφέρουν στη μελέτη και στη διάσωση της μνημειακής κληρονομιάς". Ετσι, αυτόματα, τίθεται σε κάθε χώρα η υποχρέωση να εξασφαλίσει επιστημονική εκπαίδευση για εκείνους που θα αναλάβουν την αναστήλωση - αποκατάσταση και συντήρηση των μνημείων. Στην περίπτωση της χώρας μας, ο πλούτος των μνημείων το επιβάλλει κι επιπλέον επιτρέπει ή, τουλάχιστον. θα μπορούσε να επιτρέπει, την εξαγωγή της σχετικής τεχνογνωσίας.

Παρ' όλα αυτά, η συντήρηση δεν είναι κλάδος της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης. Οσο για την αναστήλωση, οι αρχιτέκτονες και μηχανικοί αποκτούν τη γνώση επί των μνημείων. Με άλλα λόγια, η Ελλάδα δεν παρέχει τη σχετική εξειδίκευση μετά το πτυχίο.Το Πολυτεχνείο δεν προετοιμάζει αρχιτέκτονες μνημείων και ουσιαστικά δεν υπάρχει μεταπτυχιακό στις αναστηλώσεις. Τα μεταπτυχιακά τμήματα που πρόκειται να ιδρυθούν το επόμενο ακαδημαϊκό έτος, στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο και στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, χαρακτηρίζονται από προσωρινότητα και αποσπασματικότητα, δεδομένου ότι όταν εξαντληθούν τα σχετικά κοινοτικά κονδύλια θα λήξουν και τα μεταπτυχιακά προγράμματα. Την ίδια στιγμή, το Κέντρο Επαγγελματικής Εξειδίκευσης στη Συντήρηση και Αποκατάσταση Μνημείων, που προβλέπει ο νόμος 2557/97, δεν έχει ενεργοποιηθεί.

Αυτή η έλλειψη λειτουργεί αμφίδρομα με αυτό που συχνά ακούγεται τον τελευταίο καιρό: Δεν υπάρχει πολιτική αναστηλώσεων μνημείων.Θέμα συζήτησης σίγουρα. Ωστόσο, ακόμα κι αν διαφωνήσει κανείς με αυτή τη διαπίστωση, το βέβαιο είναι πως η εισαγωγή στη ζωή μας της έννοιας "αξιοποίηση - διαχείριση μνημείων" τοποθετεί τα ίδια τα μνημεία σε ένα αβέβαιο μέλλον. Ειδικότερα, όταν οι σχετικές Υπηρεσίες του υπουργείου Πολιτισμού αδυνατούν να αντεπεξέλθουν στις ανάγκες και ανατρέχουν στη λύση των αναθέσεων. Και τότε συχνά συμβαίνει να αδυνατούν να παρακολουθήσουν.

Οικονομική ή αρχαιολογική σημασία;

Το ερώτημα αν υπάρχει πολιτική αναστηλώσεων ακολουθείται από το αν είναι δυνατόν να αντιμετωπίζονται το ίδιο όλα τα μνημεία. Η μόνη ασφαλής απάντηση που υπάρχει είναι ότι αναμφισβήτητα πρέπει να τηρούνται οι διεθνείς αρχές προστασίας και αποκατάστασης.Επ' αυτού όμως υπάρχουν κι άλλες απόψεις. Αλλωστε, το κρίσιμο ζήτημα είναι γιατί οι νεότεροι αποφασίζουν να αναστηλώσουν ή να αποκαταστήσουν. Μπορεί για τη διατήρηση της ιστορικής μαρτυρίας, για την ανάδειξη του διδακτικού χαρακτήρα των μνημείων, για τη διατήρηση της ταυτότητας. Συχνά όμως και για την απόδοσή τους στο κοινό, στους επισκέπτες, στον τουρισμό. Κι σε αυτή την περίπτωση μπορεί να σημειώνονται παρεκτροπές από τις αρχές της διατήρησης της ιστορικότητας και της αυθεντικότητας. Δεν είναι διόλου τυχαία η άποψη Αγγλου αρχιτέκτονα ότι "η έκταση των αναστηλώσεων πρέπει να είναι ανάλογη με το μέγεθος του εισιτηρίου"! Και βέβαια, τέτοιες απόψεις μπορεί να οδηγήσουν σε μνημεία... αγνώριστα, καινούρια, "του κουτιού". Κι αυτό συμβαίνει όταν εκείνο που προέχει είναι η οικονομική σημασία του μνημείου, η οικονομική ανταποδοτικότητά του. Ετσι, ενός κακού μύρια έπονται... αφού ανταποδοτικότητα σημαίνει και γρήγορο έργο, γρήγορο έργο σημαίνει κονδύλια και ανθρώπους. Τα χρήματα βρίσκονται (βλ. Πακέτο Ντελόρ) και οι άνθρωποι αναζητούνται σε ιδιωτικές εταιρίες που αυτές με τη σειρά τους πρέπει να δουλέψουν γρήγορα για να είναι κερδοφόρα και η εμπλοκή τους. Αν μέχρι σήμερα έχουν διαφύγει αυτού του κινδύνου τα αρχαία μνημεία, δε συμβαίνει το ίδιο με τα βυζαντινά και πολύ περισσότερο με τα νεότερα.

Αλλά ένα μνημείο δεν είναι τεχνικό έργο, ούτε επιχείρηση. Αλλωστε, όταν η αναστήλωση επιχειρείται σε μνημεία που έχουν χάσει πλέον τη χρηστική τους αξία, αυτή η ενέργεια οφείλει να υπόκειται σε περιορισμούς. Στο συνέδριο που είχε οργανώσει πριν δύο χρόνια η Αρχαιολογική Εταιρεία με θέμα τις Αναστηλώσεις των Αρχαίων Μνημείων, ο αρχιτέκτονας Δημοσθένης Ζιρώ,λαμβάνοντας ως δεδομένο ότι δεν τίθεται θέμα χρηστικότητας του υπό αναστήλωση μνημείου, διατύπωνε συγκεκριμένα: "Οι αναστηλωτικές επεμβάσεις πρέπει να περιορίζονται στα απολύτως απαραίτητα. Δηλαδή, τη συμπλήρωσή τους με όσο κατακείμενο αυθεντικό υλικό είναι δυνατόν να επανατοποθετηθεί, χωρίς να απαιτείται γι' αυτό εκτεταμένη χρήση νέων συμπληρώσεων, με πρωταρχικό και κύριο στόχο τη διασφάλιση της φυσικής τους παρουσίας στο μέλλον". Εδώ εντοπίζεται και η διαφορά της έννοιας "αναστήλωση" από την έννοια "αποκατάσταση", αφού η δεύτερη δηλώνει μεγαλύτερης έκτασης επεμβάσεις, που εφαρμόζονται κυρίως σε μνημεία που έχουν και σήμερα χρηστική αξία, όπως για παράδειγμα τα εκκλησιαστικά. Η όπως μας λέει ο προϊστάμενος της Διεύθυνσης Αναστήλωσης Αρχαίων Μνημείων, Ιορδάνης Δημακόπουλος,"η αναστήλωση αποτελεί είδος μείζονος επέμβασης, που αφορά σε αρθρωτές κατασκευές, αυτόνομα αρχιτεκτονικά μέλη, που συνδέονται μεταξύ τους χωρίς την παρεμβολή κονιαμάτων. Ετσι, ως αναστήλωση ορίζεται η εργασία επανατοποθετήσεως, επί του ισταμένου μνημείου, ακριβώς στην αρχική τους θέση, μέρους ή και του συνόλου των τυχόν υφισταμένων διάσπαρτων αρχιτεκτονικών μελών".

Ανάγκη θεωρητικού και νομοθετικού πλαισίου

Ποια είναι όμως τα μεγάλα αναστηλωτικά έργα αρχαίων μνημείων που πραγματοποιούνται στη χώρα μας; Πρυτανεύει εκείνο των μνημείων της Ακρόπολης με εσωτερικές και διεθνείς αντανακλάσεις για το μέχρι πού μπορεί να φτάσει η αναστήλωση. Η Χάρτα της Βενετίας γράφει: "Εχει ως στόχο να διατηρήσει και να αποκαλύψει τις αισθητικές και ιστορικές αξίες του μνημείου και βασίζεται στο σεβασμό προς την αρχική του υπόσταση και τα αυθεντικά του στοιχεία". Αλλά: "Σταματάει στο σημείο που αρχίζουν να υπάρχουν υποθέσεις. Πέρα από αυτό το σημείο, οποιαδήποτε εργασία, που ενδεχομένως θα θεωρηθεί απαραίτητη για αισθητικούς ή τεχνικούς λόγους, θα πρέπει να διαχωρίζεται από την (αρχική) αρχιτεκτονική σύνθεση και να φέρει τη σφραγίδα της εποχής μας. Σε όλες τις περιπτώσεις η αρχαιολογική μελέτη θα προηγείται της αποκαταστάσεως και θα την ακολουθεί".Ενώ στο βιβλίο του Brandi "Θεωρία των αναστηλώσεων" σημειώνεται: "Η αποκατάσταση αποσκοπεί στην ανασύσταση της οργανικής ενότητας του έργου τέχνης, με την προϋπόθεση ότι αυτό είναι δυνατόν να συμβεί χωρίς να δημιουργηθεί με την επέμβαση ένα ψευδοκαλλιτέχνημα, και δίχως να πλαστογραφηθεί η ιστορία του, με την απάλειψη κάθε ίχνους που άφησε σε αυτό η διέλευση του έργου στο χρόνο".

Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί ότι αν και η Χάρτα της Βενετίας καθόρισε για πολλά χρόνια τον τρόπο των επεμβάσεων, σήμερα από πολλούς επιστήμονες διατυπώνεται η ανάγκη μιας νέας Χάρτας,ενός σύγχρονου θεωρητικού πλαισίου, που να ανταποκρίνεται στα νέα δεδομένα. Ειδικότερα, όμως, για την ελληνική πραγματικότητα, η απουσία ειδικών σπουδών, ολοκληρωμένων θεωρητικών συγγραμμάτων και επαρκούς νομοθετικής κάλυψης των επεμβάσεων στα αρχαία μνημεία οδηγεί, όπως διατύπωνε ο Δημ. Ζιρώ στο συνέδριο της Αρχαιολογικής Εταιρείας, "στην κατά το δοκούν και πολλές φορές αντιφατική αντιμετώπιση ομοειδών προβλημάτων".

Τελευταία, με αφορμή το προσχέδιο του αρχαιολογικού νόμου διαπιστώθηκε ότι υπάρχει σύγχυση και διαφωνία και σε ζητήματα αρχών, που αφορούσαν κυρίως στο αν τα έργα σε μνημεία πρέπει να αντιμετωπίζονται ως τεχνικά έργα. Η άποψη των αρχαιολόγων είναι πως τέτοια αντιμετώπιση είναι επικίνδυνη, ειδικότερα όταν πρόκειται να εμπλέκονται και εργολάβοι. Από την άλλη, το προσχέδιο μάλλον επιφανειακά αντιμετωπίζει το ζήτημα, δίχως να εξειδικεύει και να θέτει συγκεκριμένους περιορισμούς. Η Διεύθυνση Αναστήλωσης Αρχαίων Μνημείων υπέβαλε συγκεκριμένες προτάσεις, σύμφωνα με τις οποίες γίνεται διάκριση των εννοιών "αναστήλωση" (έτσι όπως περιγράφεται παραπάνω) με τη διευκρίνιση ότι "είναι νοητή μόνο σε περιορισμένη έκταση και όταν είναι επαρκώς αιτιολογημένη", "ανακατασκευή" και "διασκευή", η οποία κρίνεται αποδεκτή μόνο σε νεότερα μνημεία.

Δήμητρα ΜΥΡΙΛΛΑ


Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ