Κόντευε 11 τη νύχτα του Σαββάτου. Είχαμε χάσει για τα καλά το λογαριασμό. Ποιος τραγουδούσε, για ποιον τραγουδούσε, τι ήταν όλο αυτό το δάσος υψωμένες γροθιές, ήταν, τελικά, συναυλία ή διαδήλωση; Ετσι κι αλλιώς ήταν μέθεξη. Και πώς ήρθαν όλοι αυτοί εδώ; Τους έφερε ο Πάνος,ο Χάρης ή ο Βασίλης που ακολουθούσε; Εφτασε μια στιγμούλα για να δώσει απάντηση σε όλα. Ηταν όταν παραδίδοντας τη σκυτάλη ο Πάνος, συνόδεψε το "καλή αντάμωση",που είπε, με ένα σιγοτραγούδισμα: "Εχουμε τα ίδια όνειρα, τον ίδιο εχθρό, μαζί στην αντεπίθεση".
Οι γροθιές που υψώθηκαν για μία ακόμα φορά και τα μάτια των συντρόφων, ειδικά των μαθητικών οργανώσεων, που λαμπύριζαν από χαρά "μετρώντας" τους διπλανούς τους, τα έλεγαν όλα. Τις τελευταίες δεκαπέντε μέρες δεν είχαν αφήσει γειτονιά για γειτονιά να μην τη γυρίσουν, δεν είχαν αφήσει στέκι που να μην περάσουν, στα σχολεία τα εισιτήρια για το Φεστιβάλ "μοιράστηκαν" σχεδόν σαν προκηρύξεις. Ουδέν ανεξήγητον, λοιπόν. Απλά ορισμένοι από μας τους "γεροντότερους" έχοντας χάσει, ίσως, κάπου το νήμα, τρίβαμε τα μάτια μας βλέποντας ξάφνου να ζωντανεύουν χρυσές στιγμές παλιότερων Φεστιβάλ της Οργάνωσης. Της ίδιας αυτής Οργάνωσης που έκανε πάλι το θαύμα, της ίδιας αυτής Οργάνωσης που με τον πλέον τρανταχτό τρόπο απέδειξε για μία ακόμα φορά πως όχι μόνο κρατά καλά τη σκυτάλη, αλλά και είναι ικανή να την πάει αρκετά μακριά. Και - παρεμπιπτόντως - το απέδειξε και τις τέσσερις νύχτες, έτσι που να μην τίθεται καν ερώτημα για το ποια είναι η κινητήρια δύναμη που φέρνει τη νεολαία στο Φεστιβάλ της ΚΝΕ. Η ίδια η Οργάνωση. Κι αυτή η διαπίστωση που αναγνωρίστηκε από το σύνολο σχεδόν των καλλιτεχνών που πήραν μέρος, δε χρέωσε μόνο αυτούς για τα επόμενα ραντεβού στους αγώνες που έρχονται. Θα 'μαστε εκεί και όχι μόνο για να καμαρώνουμε τα παιδιά μας στην πρώτη γραμμή...
"Ελα να τα ακούσουμε μαζί". Η πρόσκληση των Χάρη και Πάνου Κατσιμίχα βρήκε θερμή υποδοχή από τους χιλιάδες νέους που κατέκλυσαν το χώρο της κεντρικής εξέδρας, το Σάββατο το βράδυ. Τους χιλιάδες νέους που συναντήθηκαν και βρήκαν τον ίδιο ρυθμό, κάτω από τις κόκκινες σημαίες. Ηταν λίγο μετά τις 9.30, όταν ο ήχος της φυσαρμόνικας ξεκίνησε την περιπλάνησή του σε μέρη που "δεν τόλμησες ποτέ να ονειρευτείς". Ενα ταξίδι στα κρυμμένα πάθη της ψυχής, αλλά και στις πληγές του διπλανού.
"Κρεμασμένη" στη σκηνή, η νεολαία σιγοτραγουδούσε μαζί τους για το "Μάρκο και την Αννα", για το "Φεγγάρι και τα αμέτρητα αστέρια", για το "Χιόνι του Δεκέμβρη" στο Βερολίνο και το "γέλιο του πολέμου", για "τον Φάνη". Το χειροκρότημα διαρκές, τα χέρια ψηλά, άγγιζαν τα όνειρα και τις ελπίδες για ένα καλύτερο αύριο. Και ακολούθησε "Της αγάπης η μαχαιριά", το "Φως του έρωτα", που με μια κόκκινη φωτοβολίδα άναψε και φώτισε το χώρο. "Ετσι κι αλλιώς η γη θα γίνει κόκκινη" είπαν οι δύο τραγουδοποιοί και οι κόκκινες σημαίες πάλλονταν στο ρυθμό.
Εσωτερικό ήταν το ταξίδι που μας χάρισαν το Σάββατο το βράδυ ο Χάρης και ο Πάνος,αλλά και ο Βαγγέλης Μαρκαντώνης από το συγκρότημα "Ανοιχτή θάλασσα", που με την κιθάρα του μας μίλησε για τις "Παλιές αγάπες" των Πυξ Λαξ.Για το "Λιωμένο παγωτό" από τα "Ξύλινα σπαθιά"."Δε χωράς πουθενά, παντού περισσεύεις", ήταν το τραγούδι από τις "Τρύπες" και η ηλεκτρική κιθάρα οδηγούσε τα κορμιά στις συχνότητές της. Με τα λόγια του τραγουδιού "Γέλα, γέλα πουλί μου γέλα κι είναι η ζωή μια τρέλα", αποχαιρέτησαν τη σκηνή. Με "τα ίδια όνειρα", αφού "έχουμε τον ίδιο εχθρό".
Ενα "ποτάμι που φουσκώνει", θύμιζε το βράδυ του Σαββάτου, ο χώρος της κεντρικής εξέδρας. Περασμένες 11 και το βουητό από τους ήχους της κιθάρας, ενώθηκε με τον χτύπο της καρδιάς των χιλιάδων νέων που ήταν εκεί. Ενα ορχηστρικό κομμάτι, σήμανε την έναρξη της συναυλίας. Με τα χέρια ανοιχτά, ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου κυριάρχησε αμέσως στην εξέδρα. Σαν το ποτάμι οι κόκκινες σημαίες ακολουθούσαν το ρυθμό, τα σηκωμένα χέρια, τα κορμιά που λικνίζονταν και ρυθμικά συντρόφευαν ήχους οξείς, γεμάτους ένταση. Σηκωμένες γροθιές και κόκκινες φωτοβολίδες. "Πάρε με αγκαλιά και κρατάμε μαζί σου" σιγοτραγουδούσαν τα χείλη μαζί με τον Β. Παπακωνσταντίνου, που έδινε την υπόσχεσή του: "Βρισκόμαστε πολλά χρόνια μαζί, αλλά αυτά δεν είναι τίποτα στα πολλά περισσότερα που θα βρισκόμαστε στο μέλλον. Ας κάνουμε μια καινούρια αρχή".
"Τα όνειρα που σέρνω από τα 20, παρκάρουν στον ακάλυπτο νωρίς", ήταν η αρχή από το τραγούδι που αφιέρωσε "σ' όσους φτάσανε εδώ", ήταν η φωνή της αγανάκτησης που "Δεν πάει άλλο", που λέει "Βαρέθηκα". "Παρών" και ο απών Νικόλας Ασιμος μέσα από έναν κύκλο τραγουδιών "αυτού που ήθελε να είναι πάντα χρήσιμος, ποτέ όμως χρησιμοποιήσιμος". "Πες μου ένα ψέμα ν' αποκοιμηθώ", "Ε! μπαγάσα". Η διαδρομή ακολούθησε την "Οδό Ελλήνων", την "οδό εκείνων που ξέρουνε τι κάνουνε, που ξέρουνε τι χάνουνε, που ξέρουν να ονειρεύονται".
Μαζί με την Κατερίνα Παπακωνσταντίνου,την Σάντυ Πολίτη και τον Δημήτρη Τσεκούρα μίλησαν για "Ολα αυτά που θα γίνουν για μένα χωρίς εμένα", συναντήθηκαν με τον "Γουίλι, τον μαύρο θερμαστή", αποκάλυψαν τα "Χάλια μας", ενώ στη γιγαντοοθόνη μιλούσαν εύγλωττα οι φιγούρες του Κλίντον, της Πάνια, εικόνες του "Ερωτοδικείου".
Από τη βραδιά δεν μπορούσε να λείπει ο αξέχαστος Μάνος Λοϊζος,ο δημιουργός που "τραγούδια του θα τραγουδάμε πάντα": "Τσε", "Το εμβατήριο", "Σ' ακολουθώ", μας θύμισε ο Β. Παπακωνσταντίνου, ακολουθώντας μονοπάτια λυρισμού και ευαισθησίας.