Πέμπτη 7 Νοέμβρη 1996
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 36
ΡΕΠΟΡΤΑΖ
Ενας φίλος απ' τα παλιά

Με τον Θανάση είμαστε συμφοιτητές στο πανεπιστήμιο και συγκάτοικοι. Τέλος της δεκαετίας του '70, μέλη και οι δυο της ΚΝΕ.

Τον πρώτο καιρό, όσο δεν είχαμε αρχίσει να δουλεύουμε για να βγάζουμε τα έξοδά μας, τη μέρα μας την περνούσαμε στη σχολή. Οχι τόσο για να παρακολουθήσουμε παραδόσεις μαθημάτων, όσο για να τρώμε με το κουπόνι στο εστιατόριο και να συμμετέχουμε στις φοιτητικές συνελεύσεις. Το βράδυ, με την παρέα μας, μια βόλτα για καφέ, κάνα σινεμαδάκι ή στην υπόγεια ταβέρνα της γειτονιάς μας, όταν η τσέπη το επέτρεπε.

Και γυρνώντας στο σπίτι, πολιτική συζήτηση σχεδόν μέχρι πρωίας. Προσπαθούσαμε να καταλάβουμε το "Κεφάλαιο" του Μαρξ, να αναλύσουμε το "Τι να κάνουμε" του Λένιν, μιλούσαμε για την ποίηση του Ρίτσου, του Βάρναλη, του Σεφέρη, του Ελύτη, του Καβάφη, κριτικάραμε τις ταινίες του Αγγελόπουλου, των αδελφών Ταβιάνι, του Ταρκόφσκι, του Κουροσόβα. Διάλογος πολλές φορές έντονος, με μια ισχυρογνωμοσύνη χαρακτηριστική των φοιτητικών χρόνων.

Συμφωνούσαμε, όμως, απολύτως στο "διά ταύτα": Τούτη η κοινωνία είναι εκμεταλλευτική, άδικη, αδιέξοδη. Πρέπει ν' αλλάξει και σ' αυτό θα συντελέσουμε κι εμείς.

Από τις αρχές της δεκαετίας του '80 με το Θανάση χωρίσαμε. Εγώ έμεινα στο "Ριζοσπάστη". Εκείνος πήρε το πτυχίο του και μπήκε στην παραγωγή. Είχαμε κάποιες επαφές - ξέρετε τώρα, μερικά τηλεφωνήματα, κάποιες αραιές επισκέψεις σε γιορτές κλπ. - αλλά ποτέ δε βρίσκαμε το χρόνο για πολιτικές συζητήσεις.

Ετσι, ξαφνιάστηκα όταν σε πρόσφατη συνάντησή μας ο Θανάσης με ρώτησε: "Καλά, εσύ ακόμα κνίτης είσαι;". Προσπάθησα να διασκεδάσω το θέμα, δείχνοντας το κεφάλι μου όπου είναι φανερή η μείωση τριχών και υπενθυμίζοντάς τον ότι πλησιάζουμε ήδη τα σαράντα. Εκείνος, όμως, επέμεινε: "Δεν πήρες χαμπάρι ότι φύγαμε πια απ' τη λογική των κλειστών ιδεολογικών συστημάτων και περάσαμε στην εποχή του ρεαλισμού, που εκφράζει ο Σημίτης;". Δε θέλησα να οξύνω τη συζήτηση. Αλλωστε θέλω να θυμάμαι τον Θανάση όπως ήταν τότε, μαχητικός κνίτης στ' αμφιθέατρα, θαμώνας κινηματογραφικών αιθουσών, ξαναμμένος όταν τραγουδούσε Θεοδωράκη στην υπόγεια ταβέρνα.

Δεν κρατήθηκα, όμως, και του είπα: "Και γιατί, ρε Θανάση, να αποδεχτώ αυτόν το ρεαλισμό του Σημίτη ή του Εβερτ, που κλείνει εργοστάσια και αφήνει χωρίς δουλιά τους εργάτες, που εξαναγκάζει τους αγρότες να εγκαταλείψουν τη γη τους, που οδηγεί τους μικρομαγαζάτορες στη χρεοκοπία; Γιατί να δεχτώ ως ρεαλισμό το γεγονός ότι οι νέοι άνθρωποι - τα δικά μας παιδιά σε λίγα χρόνια - δεν έχουν δικαίωμα στο όνειρο, δε βρίσκουν καν μια κινηματογραφική αίθουσα για να γευτούν το σινεμαδάκι, μετατρέπονται σε ρομπότ, τα οποία προγραμματίζονται με γνώσεις που δεν ωφελούν τους ίδιους και την κοινωνία, αλλά χρησιμοποιούνται για να αυξάνονται τα κέρδη των λίγων, δυνατών, πλουσίων τούτου του κόσμου;

Γιατί, ρε Θανάση, πρέπει να ξεχάσουμε από πού προερχόμαστε και σε τι ελπίσαμε, γιατί να "πουλήσουμε την ψυχή μας στο διάολο", για να είμαστε "ιν" στο κλειστό σύστημα της καπιταλιστικής ιδεολογίας;".

Ανέμενα να αντεπιτεθεί, όπως τότε που διαφωνούσαμε στην εξήγηση εδαφίων του "Κεφαλαίου". Δεν το έκανε. Ο Θανάσης, εκτός των ιδανικών του, έχασε και το νεανικό ενθουσιασμό του. Κι ας έχει περισσότερες τρίχες στο κεφάλι του από μένα...

Π. ΕΚΚΛΙΝΗΣ


Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ