Παρασκευή 26 Απρίλη 1996
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 36
ΡΕΠΟΡΤΑΖ
Σ' ένα χαρτί ελευθερία

Σηκώθηκε πρωί. Φόρεσε καινούρια παπούτσια και μια καλοκαιρινή μπλούζα, που μόλις χτες αγόρασε. Μικρή θυσία στην Ανοιξη, ενός μικρού μισθού. Ανοιξε τις μπαλκονόπορτες και ένας δυνατός ήλιος πύρωσε το πρόσωπο. Το βλέμμα στάθηκε σε λίγες μαργαρίτες, που με περήφανο θράσος φύτρωσαν τεράστιες στο οικόπεδο ανάμεσα στις δύο απέναντι πολυκατοικίες. Ενιωσε τυχερή για το ανοιξιάτικο ξύπνημα, το άχτιστο οικόπεδο μπροστά της, τα καινούρια παπούτσια, την καινούρια μέρα στη ζωή της.

Ηταν μια καλή προϋπόθεση να ξεκινήσει τη μέρα της. Ενιωθε μάλιστα και ελεύθερη, όμορφη, δυνατή. Με μια βαθιά ανάσα φούσκωσε αυτοπεποίθηση και με μεγάλα περήφανα βήματα διασκέλισε την απόσταση μέχρι τη λεωφόρο. Σκέφτηκε ότι είναι τύχη να ζεις σε μια "θλιβερή" δυτική συνοικία που ακόμα φυτρώνουν μαργαρίτες και αμέσως γέλασε με τη γεμάτη θράσος αντίφαση της σκέψης της, καθώς αναλογίστηκε την "τύχη" να ξυπνάς στην Πολιτεία... Δεν είναι όμως ελευθερία να μπορείς να νιώθεις καλά μόνο μ' ένα αγριολούλουδο και λίγο ήλιο; "Είναι", απάντησε στον εαυτό της και προχώρησε.

Μέχρι να φτάσει στη λεωφόρο είχε μαδήσει τη μαργαρίτα και ελεύθερη βάδιζε προς τη στάση. Ηταν τυχερή που το λεωφορείο ήρθε αμέσως. Η τύχη της σταματούσε εκεί και μόλις άρχιζε μια νέα περιπέτεια, ίδια με της προηγούμενης μέρας. "Αν δεν έπρεπε να δουλέψω", σκέφτηκε, "θα πήγαινα στη θάλασσα. Πάντως είμαι ελεύθερη να πάω την Κυριακή". Κι "ελεύθερα" στριμώχτηκε ανάμεσα σε άλλα ταλαιπωρημένα σώματα, που έσπρωχναν με κατεύθυνση τις θέσεις, κοιτώντας με γουρλωμένα μάτια ποιος θα κατέβει νωρίς."Θα περάσει", είπε, καθώς προσπαθούσε να μην εκνευριστεί μετά από ένα τόσο αισιόδοξο πρωινό ξεκίνημα. Μέχρι την είσοδο στη δουλιά της, τα είχε καταφέρει.

Την κοιτούσαν παράξενα. Σίγουρα θα αναρωτιόνταν "από πού ξεφύτρωσε τόση γαλήνια ομορφιά; Με ποιο δικαίωμα, αυτή, ταράζει την προσφιλή μας ατάραχη μιζέρια; ". Κι όταν τόλμησε να πει ότι θα προτιμούσε λίγο μπλε της θάλασσας από την καφέ φορμάικα του γραφείου, πρώτη φορά ένιωσε ένα βλέμμα "ανωτέρου" να έχει φωνή και να την ξεκουφαίνει. "Δεν έχεις το δικαίωμα" της "φώναζε" με κακία, αλλά, με αριστοτεχνικά κρυμμένη πίκρα, εννοούσε "εγώ ποτέ δεν επέτρεψα στον εαυτό μου ούτε αυτή την ελάχιστη χαρά. Ούτε σαν όνειρο. Κι έτσι συνήθισα να ζω. Σε αποστείρωση".

"Μα τα όνειρα είναι μεγάλα, αλλά η ζωή μας είναι ένα παζλ με μικρές στιγμές χαράς", σκέφτηκε. Λίγες από αυτές συμπλήρωσε εκείνο το πρωί και ένιωθε βαθιά μέσα της ότι αυτή είναι η δική της ελεύθερη επιλογή. Αυτή που δεν μπορεί να της στερήσει κανείς, γιατί είναι το ίδιο το δικαίωμα να είναι μοναδική, να είναι ο εαυτός της.

"Να χαίρεσαι με το τελευταίο τσιγάρο στο πακέτο όταν δεν μπορείς ν' αγοράσεις άλλο, είναι ελευθερία. Να απολαμβάνεις έναν περίπατο στη θάλασσα όταν δεν μπορείς μια κρουαζιέρα, είναι ελευθερία. Να ονειρεύεσαι μια μικρή δραπέτευση από τη δουλιά, και να το λες, και να το ζητάς, είναι ελευθερία. Να μη χορταίνεις να κοιτάς το καινούριο τραπεζομάντιλο στο τραπέζι της κουζίνας, είναι ελευθερία. Να ποτίζεις την πρώτη φρέζα που ξεπρόβαλε στη μία και μοναδική γλάστρα στο μισό μέτρο μπαλκόνι που έχεις, είναι ελευθερία. Να ξενυχτάς με φίλους και να ξυπνάς στις 6 το πρωί είναι ελευθερία.

Να χαίρεσαι με όλα αυτά και μαζί να ονειρεύεσαι μεγάλα όνειρα, αυτό είναι ελευθερία. Είναι ελπίδα", έγραψε πρόχειρα σε ένα κομμάτι χαρτί και το έβαλε βιαστικά στο πορτοφόλι της... Αύριο το πρωί θα το διαβάσει.

Δήμητρα ΜΥΡΙΛΛΑ


Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ